ΑΛΗΘΕΙΑ
Με κοιτούσαν με τόση στοργή και αγάπη ενώ εγώ ήξερα πως δεν το άξιζα. Πριν από λίγο ήθελα να τους σκοτώσω αυτό από μόνο του ήταν μια καλή δικαιολογία για να με καταστρέψουν αλλά δεν το έκαναν αντίθετα αυτοί με έσωσαν.
Ο Καρλαιλ κοίταξε τους άλλους και τότε κατάλαβα πως ήταν η ώρα των ερωτήσεων καθώς από αυτό εξαρτιόταν η επιβίωση μου. Είχα αποφασίσει πως θα τους έλεγα όλη την αλήθεια σχετικά με την σύναξη μας που είχε πια καταστραφεί, το Ραιλι και ότι άλλο ήθελαν να μάθουν.
«Λοιπόν, σου είπαμε πως θα μπορούσες να ζήσεις αλλά πρέπει πρώτα να σε ρωτήσουμε κάποια πράγματα» αν και σε κάθε άλλη περίπτωση αυτά τα λόγια θα με τρόμαζαν το γεγονός ότι τα έλεγε ο Καρλαιλ που ήταν τόσο καλός εξαφάνιζε κάθε άλλο συναίσθημα εκτός της αγάπης προς αυτόν και την οικογένεια του.
Δεν είχα μιλήσει εδώ και αρκετή ώρα και φοβόμουν αλλά δεν ήξερα τι, ίσως ήταν η φωνή μου που φοβόμουν αλλά δεν ήταν σίγουρα αυτοί οι βρικόλακες «Θα σας πω ότι θέλετε, σας πω όλη την αλήθεια» τα λόγια μου βγήκαν γρήγορα μέσα από το στόμα μου και δεν ήξερα αν μπόρεσαν να καταλάβουν τι ένιωθα. Αν ήταν λύπη ή χαρά. Αν ήταν φόβος ή ανακούφιση ή αν είχαν μπορέσει να καταλάβουν την αναμίξει όλων αυτών των συναισθημάτων στο κουβάρι που είχε δημιουργηθεί μέσα μου.
«Το ξέρουμε ότι θέλεις να μας πεις την αλήθεια και το εκτιμούμε αφάνταστα γιαυτό μπορείς να ηρεμήσεις δεν χρειάζεται να μας φοβάσαι» δεν πρόλαβα να του απαντήσω όταν ένα κύμα ηρεμίας και γαλήνης με κατέκλυσε αν μπορούσα να το κάνω θα είχα κοιμηθεί ήταν τόσο όμορφο συναίσθημα που είχα τόσο καιρό να νιώσω. Ήθελα να αφεθώ στην ηρεμία και να την αφήσω να με κατακλίσει αλλά μετά σαν να ξυπνούσα από έναν παράξενο ύπνο το μυαλό μου γύρισε στην πραγματικότητα και κοίταξα τον Καρλαιλ στα μάτια πιο ήρεμη αλλά ακόμα στην πραγματικότητα.
«Μπορείς να μου πεις για τη δημιουργό σου. Τι σας είπε για να για να μας επιτεθείτε;» η έκφραση του προσώπου του ήταν σοβαρή και η φωνή του ήταν γεμάτη με σοφία αιώνων ύπαρξης.
«Δεν ξέρω τίποτα για τη δημιουργό μας. Ο Ραιλι πότε δεν έλεγε το όνομα της και ποτέ δεν την είχαμε δει. Είχε πει πως δεν ήταν ασφαλές να τη σκεπτόμαστε για δικό μας καλό» λέγοντας τις τελευταίες λέξεις έκανα ένα μορφασμό καθώς ο Ραιλι ποτέ δεν ήθελε το καλό μας. « Μας είπε πως το Σιατλ ήταν δική σας περιοχή και ότι θα ερχόσασταν εσείς να μας καταστρέψετε αν δεν το κάναμε πρώτοι εμείς. Μας είπε πως θα ξέραμε ότι είστε η σωστή σύναξη γιατί θα είχε εκείνο τον άνθρωπο μαζί σας» προσπάθησα να μη θυμηθώ εκείνο το γλυκό άρωμα. Σκέφτηκα όλα εκείνα τα ψέματα που μας είχε πει και ένιωσα την ανάγκη να τα βγάλω από μέσα μου.
«Μας είχε τόσο πολλά ψέματα μας είχε πει πως αν βγαίναμε στον ήλιο θα καιγόμασταν. Μας άφησε να πιστέψουμε πως όλοι μύθοι ήταν αλήθεια. Μια μέρα εγώ και ένας από τους άλλους νεογέννητους ανακαλύψαμε πως μπορούσαμε να βγούμε στον ήλιο και θέλαμε να το πούμε στον Ραιλι άφησα τον Ντιέγκο να του το πει. Μου είχε υποσχεθεί πως θα γυρνούσε» ήθελα να κλάψω για τον χαμό του Ντιέγκο αλλά προσπάθησα να μην λυγίσω και να συνεχίσω την αφήγηση μου «Είχαμε ακολουθήσει τον Ραιλι σε ένα σπίτι όπου ήταν η δημιουργός μας δεν μπορέσαμε να τη δούμε αλλά την ακούσαμε είχε τσιριχτή κοριτσίστικη φωνή. Συζητούσαν για κάποιους εχθρούς» έκανα μια μικρή παύση που ήταν σαν να τους έλεγα ότι οι εχθροί για τους οποίους συζητούσαν ήταν εκείνοι και μετά συνέχισα «Μετά από λίγο εμφανίστηκαν κάποιοι άλλοι βρικόλακες ήταν περίεργα ντυμένοι με μανδύες μαύρους και πήγαν στη δημιουργό μας και στον Ραιλι είχαν αφήσει να εννοηθεί πως ήθελαν να σας κάνουμε κακό. Μετά από αυτό εγώ έφυγα και ο Ντιέγκο έμεινε να πει στο Ραιλι για ότι είχαμε ανακαλύψει σε σχέση με τον ήλιο. Μέτα από τότε δεν τον ξανά είδα ο Ραιλι μου είχε πει πως τον είχε στείλει η δημιουργός μας να σας κατασκοπεύσει και ότι θα ήταν σήμερα εδώ αλλά δεν ήταν μόλις είδα όλο αυτό το χάος κατάλαβα ότι και αυτό ήταν άλλο ένα από τα ψέματα του Ραιλι και πως είχε ήδη σκοτώσει τον Ντιέγκο» λύγισα λέγοντας τις τελευταίες λέξεις και έσκυψα το κεφάλι μου. Τότε κάποιος ήρθε κάθισε δίπλα μου πολύ απαλά και με αγκάλιασε τόσο στοργικά. Η στοργή που εξέπεμπε ήταν τόσο δυνατή που έπεσα στην αγκαλιά της. Ένιωσα όπως θα ένιωθε κάθε ανυπεράσπιστο κοριτσάκι στην αγκαλιά της μητέρας του.