Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.
Η συνέχεια της διάσημης σειράς βιβλίων έρχεται στα βιβλιοπωλεία στις 4 Αυγούστου με τίτλο «Midnight Sun» και αφηγείται την ιστορία του «Λυκόφωτος» από την πλευρά του Edward Cullen.
"Bella is with Edward. She's a part of this family, and we protect our family."
Carlisle Cullen, Twilight
Character of the Week
Rosalie Lillian Hale
(born 1915 in Rochester, New York) is a member of the Olympic coven.
She is the wife of Emmett Cullen and the adoptive daughter of Carlisle and Esme Cullen, as well as the adoptive sister of Jasper Hale (in Forks, she and Jasper pretend to be twins), Alice, and Edward Cullen.
Rosalie is the adoptive sister-in-law of Bella Swan and adoptive aunt of Renesmee Cullen, as well as the ex-fiancée of Royce King II.
Στο κατώφλι µιας νέας εποχής για τη Ροδεσία, η Μάντριγκαλ, έχοντας χάσει τον άντρα της λίγες µονάχα ώρες µετά τον γάµο τους, θρήνησε βαθιά την απώλειά του και αποφάσισε να ζήσει µε τη θύµησή του. Όµως δεν φαντάστηκε ποτέ πως θα της ζητούσαν να πάρει τη θέση της συζύγου του βασιλιά.
Ο βασιλιάς Έντουαρντ, αφού γνώρισε την απόλυτη ευτυχία δίπλα στη γυναίκα που λάτρεψε όσο καµία, την Άµπερλιν, δέχτηκε το σκληρότερο χτύπηµα της µοίρας όταν εκείνη πέθανε πριν προλάβει να φέρει στον κόσµο το παιδί τους. Ωστόσο, προκειµένου ν' ανταποκριθεί στα βασιλικά του καθήκοντα και να χαρίσει έναν διάδοχο στη Ροδεσία, είναι υποχρεωµένος να παντρευτεί ξανά και απ' όλες τις υποψήφιες επιλέγει τη Μάντριγκαλ.
Μήπως όµως το όνοµα της νέας του συζύγου κουβαλά µια σκοτεινή µοίρα; Άραγε υπάρχει ελπίδα να αλλάξει το πεπρωµένο; Θα καταφέρει η Μάντριγκαλ να ξυπνήσει την αγάπη στην καρδιά του άντρα και βασιλιά της; Κι εκείνος θα είναι σε θέση να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί τα αισθήµατά του πριν χάσει τα πάντα για άλλη µια φορά;
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Παρ 5 Νοε 2010 - 18:58
Αγαπουλες μου!!(ξεροβηξημο) Αποφασισα να γραψω και μια δευτερη ιστορια. Εμπνευστικα απο ενα ατομο το οποιο περασε παραομοιες καταστασεις. Ενα ατομο που ειναι πολυ σημαντικο για μενα. Και θελω να πω ενα μεγαλο πολυ μεγαλο ευχαριστω στο Ερμιονακι μου (Emy+Rob) που ενθαρηνει πολυ και με στηριζει! Για να μην βγαινω εξω απο το θεμα μας η νεα μου ιστορια μηλαει για την 9χρονη Ρενεσμι η οποια περναει δυσκολες καταστασεις στην οικογενια της. Με αφορμη ενα αναπντεχο γεγονος η μικρη πρωταγωνιστρια αποκτα νεα οικογενια, και καινουρια ζωη!!
Αργοτερα μολις γραψω την εισαγωγη θα σας δωσω και το link για το που θα αφηνετε τα σχολια σας!!
annia New Moon Victim
Ηλικία : 27 Τόπος : αθηνα Αριθμός μηνυμάτων : 234 Registration date : 24/10/2010
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Παρ 5 Νοε 2010 - 20:18
ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΖΩΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΙΚΡΗ ΡΕΝΕΣΜΙ By Sisaki Εισαγωγή Η μικρή Ρενεσμι ζούσε με τους γονείς της, Σαμ και Εμιλυ, στο βροχερό Λονδίνο. Όλα κυλούσαν ομαλά και φυσιολογικά στη αρχή . . . Ο Σαμ προερχόταν από πλούσια οικογένεια και δεν είχε αλλά αδέρφια. Και έτσι όταν οι γονείς του πέθαναν κληρονόμησε όλη την περιουσία τους. Η Εμιλη και αυτή καταγόταν από ευκατάστατη οικογένεια . Οι γονείς της πήγαν να μείνουν σε ένα μικρό νησί στην Ελλάδα και της άφησαν να διαχειρίζεται αυτή την περιουσία . Το μισό μέρος της περιουσίας της το δώρισε σε ένα ορφανοτροφείο. Το άλλο μισό το είχε Βάλει σε κοινό λογαριασμό με τον Σαμ. Με τα χρόνια η μικρή μεγάλωνε όλο και πιο πολύ. Με τα χρόνια επίσης ο Σαμ άρχισε να απομακρύνετε όλο και πιο πολύ. Έφευγε από το σπίτι νωρίς και γυρνούσε ξημερώματα. Η Εμιλυ παρατήρησε ότι άρχισαν να μειώνονται δραματικά τα χρήματα στον λογαριασμό τους. Όταν λοιπόν ρώτησε τον Σαμ τι συνέβαινε η μονή απάντηση ήταν ένα δυνατό χαστούκι στο πρόσωπο. Μετά από λίγο καιρό γυρνούσε μεθυσμένος και χτυπούσε την Εμιλυ επιδι εκείνη δεν δεχόταν να κάνει μαζί του ερώτα. Αφούτην χτυπούσε και μετά την βίαζε μπροστά στην Ιδία του την κόρη. Η μικρή πήγαινε στο δωμάτιο της κρυβόταν και έκλεινε τα αυτάκια της για να μην ακούει τα ουρλιαχτά της μητέρας της . Ήξερε πολύ καλά ότι μετά θα χτυπούσε και εκείνη. . . Επί ένα χρόνο αυτή η σκηνή επαναλαμβανόταν κάθε βράδυ. Το πρωί η Εμιλυ πήγαινε την Ρενεσμι στο σχολειό και όταν σχολούσε πήγαινε και την έπαιρνε. Όταν πλησίαζε η ώρα να γυρίσει σπίτι ο Σαμ η μικρή παρακαλούσε την μαμά της να φύγουν μακριά όμως όσες φορές το επιχείρησαν τις έβρισκε και τις έδερνε ακόμα περισσότερο. Εκείνη την νύχτα ήρθε νευριασμένος στο σπίτι . Χωρίς λόγο άρχισε να κτυπάει την Εμιλυ. Όταν τέλειωσε μαζί της ετοιμάστηκε να χτυπήσει και την Ρενεσμέ , όμως η Εμιλυ μπήκε μπροστά και χτύπησε αυτήν. Μετά την έπιασε και την πέταξε πάνω στο τραπέζι εκείνη χτύπησε στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους και έκλεισε για πάντα τα μάτια της . Πριν προλάβει να χτυπήσει και την μικρούλα, η πόρτα του σπιτιού έσπασε και μέσα μπήκε μια ομάδα αστυνομικών και τον συνέλαβαν. Μετά ήρθαν πήραν και την νεκρή Εμιλυ. Η Ρενεσμι είχε κρυφτεί πίσω από τον καναπέ και είχε κλείσει τα ματάκια της γιατί φοβόταν τόσο πολύ. <<Ει Εντουαρτ έλα! Τελειώσαμε από εδώ!>> άκουσε μια φωνή να λέει <<Ένταξι έρχομαι σε μισό λεπτό >>είπε και η μικρή άκουσε βήματα προς το μέρος της. <<Μικρούλα μου? Τι κάνεις εδώ? Έλα δώσε το χεράκι σου να φύγουμε από εδώ>> της είπε Η Ρενεσμι άνοιξε τα μάτια της και είδε έναν αστυνομικό. Άπλωσε το μελανιασμένο χεράκι της και έπιασε το δικό του. Εκείνος την πηρέ τη αγκαλιά του και έφυγαν μέσα από το σπίτι. Η μικρή ένιωσε ζεστασιά αγάπη προστασία και έτσι άφησε τον εαυτό της ελεύθερο και αποκοιμήθηκε . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Παρ 5 Νοε 2010 - 20:20
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Σαβ 6 Νοε 2010 - 23:20
Κεφάλαιο 1ο Μπελλα Είχα τελειώσει με τις δουλείες του σπιτιού και ένα πιάτο με ζεστό φαγητό περίμενε, τον σύζυγο μου τον Εντουαρτ, στο τραπέζι. Με τον Εντουαρτ ήμασταν παντρεμένοι εδώ και τρία χρόνια. Προσπαθούσαμε εδώ καιρό να κάνουμε ένα μωράκι αλλά δεν τα καταφέρναμε. Μάλιστα είχαμε κάνει όλες τις εξετάσεις και οι δυο μας και δεν είχαμε απολύτως τίποτα. Χθες ο Εντουάρτ μου είχε πει για μια υπόθεση που είχαν ανάλαβει στο αστυνομικό τμήμα. Ένας άνδρας λέει χτυπούσε την γυναίκα του και του και το εννιάχρονο κοριτσάκι τους. Απορούσα με αυτούς τους ανθρώπους. Έχεις ότι πιο πολύτιμο μπορεί να σου χαρίσει η ζωή ΜΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ και εσύ την καταστρέφεις με αυτόν τον τρόπο? Όχι ! Το θεωρώ απαράδεκτο και γελοίο! Γιατί άλλοι κάνουν τόσο κόπο και προσπάθεια να τα αποκτήσουν όλα αυτά και μερικοί τους δίνουν μια κλωτσιά και τα κάνουν στην άκρη! Είχα απορροφηθεί τόσο στις σκέψεις μου που όταν άκουσα το κλειδί στην πόρτα τρόμαξα. Πήγα προς την πόρτα και είδα τον Εντουαρτ να κραταει στην αγκαλιά του ένα πανέμορφο κοριτσάκι που κοιμόταν. Πήγα να ανοίξω το στόμα μου για να μιλήσω , αλλά μου έκανε νόημα πως θα μου πει μετά. Πήγα και κάθισα στο σαλόνι και περίμενα τον Εντουαρτ. Όταν ήρθε με φίλησε γλυκά και κάθισε δίπλα μου. <<Εντουαρτ ποιο είναι αυτό το κοριτσάκι? >>ρώτησα <<Θυμάσαι που σου έλεγα χθες για εκείνον τον τύπο που χτυπούσε την γυναίκα και το παιδί του?>> <<Μην μου πεις ότι . . .>> ξεροκατάπια << Όταν φτάσαμε μέσα στο σπίτι είχε ήδη σκοτώσει την γυναίκα του και ετοιμαζόταν να χτυπήσει το κοριτσάκι. Όταν φεύγαμε την πηρά μαζί μου. Πήρα και άδεια από τον διοικητή να την προσέχουμε εμείς μέχρι να την αναζητήσει κάποιος, δεν σε πειράζει ε?>> <<Μην λες χαζομάρες ρε μωρό μου φυσικά και δεν με πειράζει. Αφού ξέρεις ποσό πολύ αγαπώ τα παιδάκια. Κάτσε να φας και εγώ θα πάω μέσα να μήπως ξυπνήσει και τρομάξει.>> Σηκώθηκα και πήγα στο υπνοδωμάτιο. Κρυφοκοίταξα λίγο από την πόρτα πριν μπω μέσα. Ήταν τόσο όμορφο κοριτσάκι. Πορφύρες μπουκλίτσες στόλιζαν το γλυκό της προσωπάκι . Φακιδουλες απλώνονταν διάσπαρτες στην μυτούλα της και τα χειλάκια της ήταν ροζουλικα σαν φραουλιτσες. Όσο όμως την παρατηρούσα καλύτερα έβλεπα τις τεράστιες μελανιές που είχε αφήσει το χέρι του πατερά της πάνω στο λευκό της εύθραυστο δέρμα Πήγα και ξάπλωσα διπλά της όσο πιο σιγά μπορούσα. Δεν ήθελα να την ξυπνήσω. Φαινόταν όμως ότι έβλεπε εφιάλτη η κάτι τέτοιο δεν ήταν ήρεμη , είχε μαζευτεί σαν μπαλιτσα και στριφογυρνούσε πάνω στο κρεβάτι. Κάθε λίγο κάτι έλεγε, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι ακριβώς. Ετοιμάστηκα να πάω μέσα στην κουζίνα να πιω λίγο νερό όταν η μικρούλα άρχισε να λέει <<Όχι , όχι , όχι ΜΑΜΑΑΑΑΑΑ!!>> τσίριξε και πετάχτηκε πάνω λαχανιασμένη. Δεν μίλησα. Εκείνη κοίταξε γύρω σαστισμένη, και μετα μολις με ειδε, κρυφτηκε κατω από την κουβέρτα. << Μην με χτυπήσεις, σε παρακαλώ!>> ψιθύρισε Πήγα και την ξεσκέπασα. <<Δεν θα σε χτυπήσω καλό μου, ηρέμισε>> της είπα και άπλωσα διστακτικά το χέρι μου να της χαϊδέψω τα μαλλιά της. Τότε μπήκε μέσα και ο Εντουαρτ. Μόλις τον είδε φάνηκε να ηρεμεί κάπως . <<Που είμαστε?>> τον ρώτησε << Εδώ είναι το σπίτι μου , και αυτή είναι η γυναίκα μου η Μπελλα. Εγώ είμαι ο Εντουαρτ. Εσένα πως σε λένε μικρό μου?>> ρώτησε και την πηρέ αγκαλιά. <<Ρενεσμι>> ειπε <<Λοιπόν Ρενεσμι θα μείνεις λίγο καιρό μαζί μας>> << Η μαμα μου που είναι?>> ρώτησε η Ρενεσμι << Η μαμά σου είναι ψηλά στον ουρανό γλυκούλα μου>> απάντησα εγώ αφού έβλεπα ότι ο Εντουαρτ δυσκολευόταν να βρει τις λέξεις . . . Δάκρυα άρχισαν να κυλούν από τα πράσινα ματάκια της. Αχ δεν μπορούσα να την βλέπω να κλαίει. Την πηρά αγκαλιά και πήγα προς το παράθυρο. <<Κοιτά>> της έδειξα <<Βλέπεις εκείνο το αστεράκι ?>> Έγνεψε καταφατικά. <<Εκεί είναι η μανούλα σου, και ξέρεις , δεν θέλει να σε βλέπει να κλαις. Καλά?>> <<Εντάξει >> μου είπε και μου έδειξε το πιο όμορφο και το πιο γλυκό χαμόγελο που είχα δει ποτέ μου. Μετά τύλιξε τα χεράκια της γύρω από το λαιμό μου και με αγκάλιασε σφιχτά. . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Δευ 8 Νοε 2010 - 18:51
Κεφάλαιο 2ο Μπελλα <<Θες να φας κάτι μικρούλα μου?>> ρώτησα καθώς την άφηνα κάτω. <<Ναι θέλω>> είπε διστακτικά. <<Έλα μέσα μαζί μου. Να αφήσουμε τον Εντουαρτ να κοιμηθεί, ναι?>> Εκείνη πήγε και αγκάλιασε τον Εντουαρτ και μετά ήρθε και με έπιασε από το χερι. <<Πάμε?>> ρώτησε <<Πάμε>> Πήγαμε στην κουζίνα. Η Ρενεσμι ανέβηκε και κάθισε στον πάγκο. <<Λοιπόν τι θες να σου φτιάξω?>> Σήκωσε τους ώμους της. <<Θέλεις ένα τοστ?>> ρώτησα <<Ναι, ναι , ναι!>> Έβγαλα τα υλικά από το ψυγείο και τα έβαλα στην τοστιέρα. Μόλις έγινε το τοστακι το έβαλα σε ένα πιάτο και το ακούμπησα στο τραπέζι. Μετά πηρά ένα ποτήρι και το γέμισα με γάλα. <<Έτοιμο τα βραδινό σου πριγκίπισσα >> της είπα. Η Ρενεσμι κατέβηκε από τον πάγκο έκανε μια πιρουέτα και ήρθε κα κάθισε στο τραπέζι, και άρχισε να τρώει. Αχ τι καλή που ήταν! Όσο σκεφτόμουν ότι εκείνος ο παλιάνθρωπος άπλωνε το χέρι του πάνω σε αυτό το πλάσμα, με κατέκλυζε φρίκη. Ήταν σαν αγγελάκι, τόσο όμορφη και γλυκιά. Μα η μοίρα δεν της φέρθηκε καλά. Της πήρε την μητέρα της σε τόσο μικρή ηλικία. . . Μόλις τέλειωσε έσπρωξε το πιάτο της μακριά. << Έλα θα κάνεις και μπανακι , εντάξει?>> <<Καλά>> Την πήγα στο μπάνιο. <<Μπορείς μονή σου η θες να σε βοηθήσω?>> <<Μπορώ, μπορώ>> είπε ενθουσιασμένη. Της έδειξα το σαμπουάν και το αφρόλουτρο, και την βοήθησα να ξεντυθεί. Καθώς της έβγαζα το μπλουζάκι της παρατηρούσα τις τεράστιες μελανιές στο σώμα της. Στα χεριά της, στην πλάτη της, στα πόδια της. Μετά βγήκα έξω και περίμενα στη πόρτα. Φοβόμουν μην γλιστρήσει και πέσει. Σε λίγο την άκουσα να λέει <<Μπελλα έρχεσαι λίγο?>> Μπήκα μέσα άρπαξα μια πετσέτα και την τύλιξα γύρω από το σώμα της Ρενεσμι. Την πήγα στο σαλόνι και τη σκούπισα καλά. Μετά τις έδωσα ένα μπλουζάκι δικό να φορέσει (ήταν τόσο μικροκαμωμένη που η μπλούζα μου της έφτανε μέχρι τα γόνατα της!!!) και μετά της στέγνωσα τα κόκκινα μαλλάκια της. Είχε πάει δωδεκάμισι η ώρα. Είχα αρχίσει να νυστάζω, και από ότι καταλάβαινα από τα χασμουρητά της μικρής και αυτή το ίδιο. <<Νύσταξες αγάπη μου?>> την ρώτησα <<Ναι >>χασμουρήθηκε <<Πάμε για ύπνο?>> <<Περίμενε λίγο και θα πάμε>> Πήγα στο μπάνιο και άνοιξα το φαρμακείο κάπου είχα μια κρεμά για τους μώλωπες. << Α να τη!>> Την πηρά και γύρισα στο σαλόνι. <<Έλα λίγο να σου βάλω μια κρεμουλα να περάσουν οι μελανιές σου αγάπη μου>> Ήρθε κοντά μου και εγώ έβαλα μια μικρή ποσότητα της κρέμας στο χέρι μου και άρχισα να την απλώνω πάνω στους μώλωπες της. Κάθε φορά που άγγιζα μελανό σημείο πεταγόταν ελαφρά προς τα πάνω. Την πονούσα αλλά χωρίς να θέλω. <<Έλα πάμε>> της είπα μόλις τέλειωσα. Πήγαμε και ξαπλώσαμε στην κρεβατοκάμαρα. Ο Εντουαρτ το μωράκι μου κοιμόταν του κάλου καιρού. Είχε κουραστεί η αγάπη μου. Μετά από λίγο με πηρέ ο ύπνος . . . Μου φάνηκε σαν είχαν περάσει λεπτά από τότε που κοιμήθηκα , όταν ένα ουρλιαχτό μου τρύπησε τα αυτιά , και πετάχτηκα από το κρεβάτι. Μετά από λίγο κατάλαβα ότι το ουρλιαχτό προερχόταν από την Ρενεσμι. Την πηρά στην αγκαλιά μου και άρχισα να της λέω: <<Όλα είναι εντάξει καλή μου, μην κλαις ησύχασε>> ενώ εκείνη δεν μπορούσε να αναπνεύσει καλά καλά . <<Πάω να της φέρω λίγο νερό>> είπε ο Εντουαρτ και επέστρεψε με ένα ποτήρι νερό. Η μικρή το κατέβασε όλο αμέσως. Μέτα από ώρα επιτέλους ησύχασε. Έκλεισε κουρασμένη τα ματάκια της και χώθηκε στην αγκαλιά του Εντουαρτ και αποκοιμήθηκε. Το πρωί ξύπνησα από το φιλί του Εντουαρτ. <<Μωρό μου φεύγω για την δουλεία, η Ρενεσμι βλέπει παιδικά μέσα καλά?>> <<Καλά μωρό μου. Να προσέχεις>> είπα και τον φίλησα άλλη μια φορά.
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Πεμ 11 Νοε 2010 - 20:46
Κεφάλαιο 3ο ΜΠΕΛΛΑ Πήγα στο μπάνιο και έριξα λίγο νερό στο πρόσωπο μου. Μετά πήγα στο σαλόνι όπου βρήκα την μικρή Ρενεσμί να κοιτάζει στην τηλεόραση ένα καρτούν. <<Καλημέρα Ρενεσμί>> της είπα <<Καλημέρα!>> <<Τι βλέπεις καλό μου?>> << Βλέπω <<Τόμ και Τζέρι>> μου αρέσει πολύ!> << Αλήθεια?>> <<Ναι!>> Τι γλυκούλα που ήταν! Αχ πόσο θα ήθελα να είχα και εγώ ένα κοριτσάκι! Να το αγαπάω , να το φροντίζω, να το γεμίζω με φιλάκια και αγκαλίτσες! Γιατί να μην έχω ? Γιατί? γιατί γιατί ? Τέλος πάντων <<Μπέλλα συγκεντρώσου>> είπα από μέσα μου. Μπήκα στην κουζίνα και άναψα τον βραστήρα, να ζεστάνει νερό, ενώ εγώ έβαζα καφέ και ζάχαρη στην κούπα μου. Όταν ζεστάθηκε το νερό γέμισα την κούπα μου. Ανακάτεψα λίγο τον καφέ μου με ένα κουταλάκι και ήπια μια γούλια. Τον πηρά και πήγα και κάθισα στο σαλόνι με την Ρενεσμι. Είχε ξεκαρδιστεί να γελάσει με τα παιδικά στην τηλεόραση. Την υπόλοιπη την περάσαμε οι δυο μας. Όσο εγώ μαγείρευα εκείνη ζωγράφιζε σε ένα χαρτί που της είχα δώσει. Με <<βοήθησε>> στις δουλείες, του σίτου και το μεσημέρι όταν την έβαλα να κοιμηθεί κάθε τρεις και λίγο πεταγόταν τρομαγμένη. Φαίνετε πως όσο καιρό θα έμενε μαζί μας θα είχαμε πρόβλημα στο θέμα του ύπνου. Έβλεπε εφιάλτες η καημενούλα μου. Αχ πόσο την λυπόμουν. Από εχθές το βράδυ είχα αρχίσει να νιώθω κάτι δυνατό για αυτήν την μικρούλα. Είχε κάτι που έκανε τα μητρικά μου ένστικτα να ξυπνούν. Δεν ξέρω τι, πάντως είχε κάτι. Το βραδάκι κατά τις εννέα ήρθε ο Εντουαρτ. Ήρθε και με φίλησε απαλά. <<Είχαμε κανένα νέο από συγγενή της μικρής?>> των ρώτησα <<Όχι κανένας. Έφερα από το σπίτι της μερικά ρούχα της>> <<Καλά έκανες αγαπούλα μου, δεν θα είχε τι να φορέσει η μικρή>> Η απάντηση του δεν ήταν καμία άλλη παρά ένα γλυκό φιλί στο μάγουλο μου. Προχώρησε προς το σαλόνι και μόλις τον είδε η Ρενεσμί έτρεξε να τον αγκαλιάσει. Τι αδυναμία ήταν και αυτή? Δεν την παρεξηγώ είχε ένα τόσο όμορφο και υπέροχο χαρακτήρα ο Εντουαρτ που σε έκανε να τον συμπαθήσεις με την πρώτη ματιά. Του έβαλα να φάει, και στο τραπέζι μαζί του ήρθε και κάθισε η μικρούλα. Το χαμόγελο της είχε φτάσει μέχρι τα αφτιά της. Κάθισα και γω και τον ρώτησα τι έκανε σήμερα στην δουλεία και αρχίσαμε να συζητάμε. Όταν τέλειωσε πήγαμε και οι τρεις μας και καθίσαμε στο σαλόνι. Η Ρενεσμι κάθισε στην αγκαλιά του Εντουαρτ και εγώ διπλά του. Καθώς τους κοίταζα που έπαιζαν ήταν λες και έβλεπα την εικόνα της οικογενείας που είχα φανταστεί. Τον Εντουαρτ με το παιδί μας στην αγκαλιά του . . . <<Δεν έχετε παιδάκια?>> μας ρώτησε ξαφνικά η Ρενεσμι <<Όχι δεν έχουμε ακόμα παιδάκια. . . >> είπε στενοχωρημένα ο Εντουαρτ. Και τότε ήρθε η ερώτηση που δεν περίμενα με τίποτα στον κόσμο . . . <<Να γίνω εγώ το παιδάκι σας?>> ρώτησε καθώς μας κοιτούσε βαθιά μέσα στα ματιά . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Πεμ 18 Νοε 2010 - 22:02
Κεφάλαιο 4ο Μπέλλα Μου κόπηκε η φωνή μόλις άκουσα αυτές τις λέξεις. Μέσα μου μια φωνή έλεγε : << Πες ναι! Πες ναι!>> δεν μπορούσα όμως να βγάλω μιλιά. Κοίταξα τον Εντουαρτ ο όποιος είχε κοκαλώσει στην θέση του. Με κοίταξε και εκείνος και το πρόσωπο του καθρέπτιζε την δίκια μου έκφραση << θα αποφύγω την ερώτηση>> σκέφτηκα << Λοιπόν Ρενεσμι δεν νομίζεις ότι είναι ώρα για ύπνο?>> ρώτησε ο Εντουαρτ << Δεν νυστάζω!>> παραπονέθηκε η μικρή << Είναι αργά καλό μου>> της είπα << Καλά . . .>> είπε ηττημένη Την πήρα από το χέρι και πήγαμε στο δωμάτιο. Μόλις ξαπλώσαμε με ρώτησε : << Δεν με θέλετε?>> είπε με την φωνούλα της να τρέμει. Αυθόρμητα πέταξα την απάντηση. <<Φυσικά και σε θέλουμε γλυκό μου->> είπα και παρατήρησα ότι ένα χαμόγελο άρχισε να σχηματίζετε στο αγγελικό της προσωπάκι. <<-αλλά δεν ξέρουμε ακόμα αν γίνετε , κατάλαβες?>> <<Ναι εντάξει.>> << Λοιπόν να πάω μέσα να σε αφήσω να κοιμηθείς η να μείνω μαζί σου μέχρι να σε πάρει ο ύπνος?>> <<Πάνε μέσα >> Την φίλησα στο μέτωπο και βγήκα από την κρεβατοκάμαρα και πήγα στο σαλόνι. Στο σαλόνι βρήκα την αγκαλιά του Εντουαρτ να με περιμένει. Χώθηκα στην αγκαλιά του και έκλεισα τα μάτια μου. <<Σου είπε τίποτα μέσα η Ρενεσμι?>> ρώτησε << Με ρώτησε αν δεν την θέλουμε . . .>> είπα <<Τέλεια . . .Τι κάνουμε τώρα?>> <<Δεν ξέρω, τ είναι νωρίς ακόμα για να το λέω αυτό με σιγουριά μωρό μου αλλά . . . δεν έχει κάτι η μικρή που με κάνει να την θέλω δική μου κάτι που ->> με διέκοψε και συμπλήρωσε την πρόταση μου. <<Σε γεμίζει, σε κάνει να νιώθεις όπως δεν έχεις ποτέ ξανανιώσει στην ζωή σου. Όταν την κοιτάς είναι σαν ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα . . . Και γω έτσι νιώθω, αλλά τι μπορούμε να κινούμε?>> <<Γιατί δεν ρωτάς την Αλίς? Ίσως σε κατή να μπορεί να βοηθήσει>> <<Δεν το είχα σκευή αυτό. Αν έρθει αύριο στο τμήμα θα της μιλήσω.>> Πλησίασα το πρόσωπο του και τον φίλησα απαλά . . . Καθίσαμε εκεί αγκαλιασμένοι και βλέπαμε τηλεόραση. Και μετά πήγαμε και ξαπλώσαμε. Αυτήν τη νύχτα δεν ήταν η Ρενεσμι που δεν έκλεισε μάτι , αλλά εγώ και ο Εντουαρτ. Στριφογυρνούσαμε όλο το βράδυ στο κρεβάτι. Εγώ τελικά κάποια στιγμή κοιμήθηκα. Το πρωί ξύπνησα από κατή που με γαργαλούσε. Άνοιξα τα μάτια μου και είδα την Ρενεσμι που έπαιζε με μια μπούκλα τον μαλλιών μου. << Καλημέρα μικρούλα μου . . .>> είπα και τεντώθηκα << Καλά ξυπνητούρια! >> είπε , μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο . . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Τρι 23 Νοε 2010 - 22:33
Κεφάλαιο 5ο Έντουαρτ Το πρωί ξύπνησα κουρασμένος από την χθεσινή νύχτα. Δεν είχα κοιμηθεί σχεδόν καθόλου. Σκαφτόμουν συνέχεια εκείνη την φράση . . . Να γίνω το παιδάκι σας??? Ερχόταν κάθε δευτερόλεπτο στο μυαλό μου και το έκανε να στριφογυρίζει. Σηκώθηκα από το κρεβάτι και αντίκρισα ότι πιο όμορφο είχα δει ποτέ στη ζωή μου. Την Μπέλλα μου αγκαλιά με την μικρή Ρενεσμί. Ήταν σαν η αγκαλιά της Μπέλλα ήταν φτιαγμένη για την μικρή. Καθόμουν και τις παρατηρούσα και χαρούμενες εικόνες ξεπηδούσαν από την φαντασία μου. Θα μπορούσα να τις κοιτώ για ώρες, αλλά έπρεπε να φύγω για την δουλεία. Πηγή στην κουζίνα άναψα την καφετιέρα και προχώρησα στο μπάνιο. Έπλυνα λίγο το πρόσωπο μου και ντύθηκα. Ήπια τον καφέ μου στα γρήγορα άνοιξα το ντουλαπάκι διπλά στη εξώπορτα. Πηρά από μέσα προσεκτικά το όπλο μου και το έβαλα στη θήκη του. Άνοιξα την πόρτα και έφυγα. Μπήκα βιάστηκα στο αυτοκίνητο έβαλα μπρος και ξεκίνησα για το τμήμα . Ευτυχώς σήμερα δεν είχα περιπόλια και ήμουν στο γραφείο. Όποτε είχα πιθανότητες να συναντήσω την Αλις. Με την Αλις γνωριζόμασταν χρόνια. Ήταν η κοπέλα του μικρού αδελφού του Τζασπερ. Ήταν κοινωνική λειτουργός. Την ήξερα εδώ και καιρό , για την ακρίβεια από τότε που τα φτιάξαμε με τον Τζασπερ. Έλπιζα να μπορούσε να με βοηθήσει με το θέμα της Ρενεσμι. Πάρκαρα στο παρκινγκ της αστυνομίας και βγήκα από το αυτοκίνητο. Μπήκα μέσα στο βαμμένο με μουντά χρώματα κτήριο, και ανέβηκα στο γραφείο μου. << Καλημέρα Τζέσικα>> χαιρέτησα την συνάδελφο μου. << Καλημέρα Εντουαρτ! Τι γίνετε με την μικρούλα στο σπίτι? Σας έχει αναστατώσει ε? Ε εντάξει σε λίγο καιρό θα την βάλουν και αυτήν στο ορφανοτροφείο και θα ησυχάσατε και εσείς !>> << Τι , τι, τι? Σε ορφανοτροφείο?>> << Ναι κάλε δεν τα έμαθες? Θα έρθει σήμερα η Αλις να κανονίσει το θέμα >> Προσπάθησα να ηρεμίσω, κάθισα στο γραφείο και άρχισα να κάνω την δουλεία που μου είχε αναθέσει η διοικητής χθες. Ε ΟΧΙ! Είναι άδικο αυτό. Δεν επέλεξε η μικρή αυτή την ζωή! Δεν διάλεξε αυτή να έχει ένα ηλίθιο πατερά που σκότωσε την μητέρα της και την άφησε στους πέντε δρόμους! Ούτε διάλεξε να περάσει την υπόλοιπη ζωή της σε ένα ορφανοτροφείο! Δεν μπορούσα να το αφήσω αυτό να γινει! Βγηκα λιγο εξω να παραδωσω κατι χαρτιακαι εδα την Αλις. << Τι κανεις καλε μου. Καλημερα!>> με χαιρετισε <<Μια χαρα . Εεε->> <<Εχω πολύ δουλεια. Πρεπει να φυγω. Ασε τρεχω με την υποθεση της μικρουλας. Της Ρενεσμι>> με διεκοψε <<Αλις θα ηθελα να σου μηλισω για->> << Στις εξι κατω στο καφε να εισαι εκει! Γεια σου γλυκε μου!>> ειπε και εφυγε σχεδον τρεχοντας. Μεχρι να παει εξι ειχα σχεδον τρελαθει. Δεν υπηρχε αυτό το πραγμα. Ειχα ανχοθει τοσο πολύ. Ηθελα να αρχισω να χτυπαωτο κεφαλι μου στον τοιχο. Κοιτξα το ρολοι μου ηταν εξι. Πηρα αδεια από τον δοιηκητη και κατεβηκα στο καφε. Η Αλις ηταν ηδη εκει. Πηγα και καθισα στο τραπεζι μαζι της. <<Λοιπόν γιατί ήθελες να μου μιλήσεις?>> ρώτησε << Ε . . . να . . .->> <<Εντουαρτ πες το! Τι κολλάς?>> <<Ήθελα να σου μιλήσω για την Ρενεσμι.>> <<Περίμενε η Ρενεσμι είναι η μικρούλα, που->> <<Ναι ναι αυτή είναι. Ήθελα λοιπόν να σου πω ότι. Εγώ με την Μπελλα θελουμε να την κρατήσουμε.>> <<Σοβαρά μιλάς τώρα έτσι?>> <<Ναι ειπαμε πως θα ήταν καλη ιδεα, αφου δεν μπορουμε να κανουμε παιδια , και είναι κριμα να μπει η μικρούλα στο ορφανοτροφείο>> << Αυτό είναι πολύ καλό! Χαίρομαι πολύ που το θέλετε αυτό! Μόνο που . . .>> << Μονο που τι?>> << Μέχρι το Σάββατο αν δεν την έχει αναζητήσει κάποιος, τότε μπορούμε να ξεκινήσουμε τις διαδικασίες για την υιοθεσία, αλλά αν κάποιος ξέρεις ειδοποιήσει ότι είναι συγγενείς της τότε πρέπει να πάει σε εκείνον. >> << Ναι αλλά έχουν περάσει τόσες μέρες και δεν την έχει αναζητήσει κανένας>> <<Όμως Εντουαρτ πάντα υπάρχει η πιθανότητα. Για αυτό μην συμφιλιώνεστε με την ιδέα ότι ντε και καλά θα την υιοθετήσετε>> << Εντάξει.>> <<Γενικά πως τα πάτε με την μικρή?>> Και της είπα για το σκηνικό χθες και γενικά για την συμπεριφορά της Ρενεσμι και για τους εφιάλτες της. Αργότερα έπρεπε να φύγει. Έτσι ανέβηκα και εγώ στο γραφείο μου και αφού δεν είχα κάτι να κάνω άνοιξα την τηλεόραση παρακολούθησα για λίγη ώρα τις ειδήσεις. Πρώτο θέμα φυσικά ο πατέρας της Ρενεσμι, αν μπορείς να λες ένα άνθρωπο πατερά όταν συμπεριφέρεται έτσι στο παΐδι του. Την έκλεισα αμέσως. Νευρίαζα τόσο πολύ ! Είχα αποροφηθει τοσο πολύ στις σκεψεις μου που δεν καταλαβα ποτε περασε η ωρα και επρεπε να γυρισω σπιτι. Φορεσα το μπουφαν μου και βγηκα εξω. Ειχε αρχισει να βρεχει. Ετρεξα και μπηκα στο αυτοκινητο μου και ξεκινησα για το σπιτι. Ανοιξα σιγα σιγα την πορτα . Ηταν και αργα δεν ηθελα να τις ξυπνισω. Μπήκα μέσα το φωτά ήταν σβηστά αρα καιόντουσαν. Μπήκα μάσα και έβαλα τις πιτζάμες μου. Δεν είχα όρεξη να φάω, και πήγα να ξαπλώσω κατευθείαν. Μπήκα στην κρεβατοκάμαρα και ξάπλωσα . Σε λίγο πριν ακόμα με πάρει ο ύπνος: <<Ήρθες!!!>> ψιθύρισε η Ρενεσμι χαρούμενα.
<< Τι κάνεις παιδάκι μου τέτοια ώρα ξύπνια?>> << Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Θα με πάρεις αγκαλίτσα?>> είπε και μου πέταξε ένα χαμόγελο τόσο μεγάλο και γλυκό που άστραφτε στο σκοτάδι. <<Φυσικά έλα εδώ>> είπα και την τράβηξα απαλά στην αγκαλιά μου. Εκείνη έκλεισε τα ματάκια της και αποκοιμήθηκε με ένα τεράστιο χαμόγελο στα κατακόκκινα χειλάκια της. Αποκοιμήθηκα κοιτάζοντας την . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Τρι 30 Νοε 2010 - 19:51
Κεφάλαιο 6ο Μπελλα Όταν ξύπνησα ο Εντουαρτ είχε ήδη σηκωθεί και έπινε τον καφέ του. Χθες δεν τον είχα δει όλη μέρα και έτσι πήγα και τον αγκάλιασα σφιχτά. << Καλημέρα αγάπη μου.>> μου είπε << Καλημέρα>> << Πως είσαι?>> << Μια χαρά. Είδες την Αλίς?>> << Ναι της μίλησα. . .>> << Και τι είπε?>> Εκείνος άρχισε να μου διήγατε τι έγινε χθες. Όταν τελείωσε: << Δεν θέλω να περιμένω τόσες μέρες….>> << Και εγώ μωρό μου, αλλά πρέπει να περιμένουμε λίγο >> << Και αν μας την πάρει κάποιος?>> << Δεν νομίζεις ότι θα είναι καλύτερα με κάποιον δικό της?>> << Ναι άλλα εγώ->> Τότε χτύπησε το τηλέφωνο του Εντουαρτ. Το σήκωσε. << Καλημέρα Αλις>> είπε Μετά η Αλις κάτι του είπε και χλόμιασε τελείως. Και εκείνος το μόνο που έλεγε << ναι, αχα, μμμ>> επίτηδες το έκανε? Έκλεισε το κινητό του και μου είπε: << Μπελλα , να . . . κοίτα . . .>> << Πες μου τι έγινε παιδάκι μου έχεις ασπρίσει τελείως .>> << Ήρθαν δυο συγγενείς της Ρενεσμι . . .>> << Τι???>> << Πρέπει να πάμε να δώσουμε την μικρή, κάρδια μου>> Ένιωσα δάκρυα να γεμίζουν τα μάτια μου, όμως δεν θα τα άφηνα να ξεχειλίσουν θα το δεχόμουν το γεγονός ήρεμα και σωστά. Όσο και αν δεν ήθελα να φύγει η μικρή, θα το δεχόμουν, γιατί ήταν το καλύτερο για αυτήν. << Είσαι εντάξει ψυχή μου?>> ρώτησε ο Εντουαρτ << Μια χαρά >> κατάφερα να πω με το ζόρι << Λοιπόν πάω να ξυπνήσω την Ρενεσμι, να την ετοιμάσω και να πάμε.>> Είπα και πηγή προς την κρεβατοκάμαρα. Μπήκα μέσα στο δωμάτιο και κοίταξα την μικρή. Ήταν τόσος γλυκιά , και κοιμόταν τόσο ήρεμα και γαλήνια . Όσο σκαφτόμουν ότι αυτό το υπέροχο θέαμα από αύριο θα το έβλεπε κάποιος άλλος μου ερχόταν να τσιρίξω. Πηγή κοντά στην Ρενεσμι και άρχισα να της χαϊδεύω τα πορφυρά μαλλάκια της. << Ξυπνά καλό μου>> είπα και την σκούντηξα απαλά. Εκείνη τεντώθηκε και μετά με αγκάλιασε. << Καλημέρα Μπελλα!>> είπε νυσταγμένα << Καλημέρα γλυκιά μου. Άντε σήκω να ντυθείς. >> << Καλά>> Σηκώθηκε. Εγώ από την τσάντα με τα ρούχα που είχε φέρει ο Εντουαρτ από το σπίτι της έβγαλα, μια μπλούζα και ένα τζινάκι και την βοήθησα να ντυθεί. << Θα πάμε κάπου?>> ρώτησε << Ναι καλό μου ήρθαν να σε πάρουνε , κάποιοι συγγενείς σου. Θ α μείνεις μαζί τους.>> << Δεν θέλω να πάω!>> << Γλυκιά μου δεν γίνετε αλλιώς.>> << Εγώ θέλω να μείνω μαζί σας δεν θέλω να πάω δεν θέλω να πάω δεν θέλω να πάω!>> είπε και δάκρυα άρχισαν να κυλούν στα ροζ μαγουλάκια της. << Σε παρακαλώ μην κλαις ψυχούλα μου>> και χαμήλωσα στο ύψος της και έκλεισα το προσωπάκι της στα χεριά μου και την φίλησα στο μέτωπο της. Τότε μπήκε μέσα ο Εντουαρτ. Η Ρενεσμι έτρεξε και τον αγκάλιασε. << Σε παρακαλώ , δεν θέλω να πάω!>> Εκείνος την σήκωσε στην αγκαλιά του << έλα μικρούλα μην κλαις άντε, μην στεναχώριεστε καλή μου>> << Σε παρακαλώ?>> << Έλα πάμε μέσα να ντυθεί και η Μπελλα>> και βγήκαν από το δωμάτιο. Άνοιξα την ντουλάπα και ντύθηκα. Ύστερα ετοίμασα και τα πράγματα της μικρής. Μετά βγήκα έξω στο σαλόνι . Είδα τον Εντουαρτ που ακόμα είχε αγκαλιά την Ρενεσμι. << Εγώ είμαι έτοιμη, έκανα και τα πράγματα της μικρής, πάμε?>> Εκείνος έγνεψε καταφατικά. Κατεβήκαμε στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε για το τμήμα. Η Ρενεσμι σε όλη την διάρκεια της διαδρομής δεν είχε σταματήσει να κλαίει. Τα ματάκια της είχαν πρηστεί . Δεν μπορούσα να την βλέπω έτσι , με το ζόρι κρατιόμουν να μην αρχίσω και εγώ να κλαίω και εγώ. Κάθε τρεις και λίγο ο Εντουαρτ μου έσφιγγε το χέρι, δίνοντας μου κουράγιο. Πραγματικά είχα τόση ανάγκη αυτό το κοριτσάκι, είχα τόσο μεγάλη ανάγκη να την κρατώ στην αγκαλιά μου, να την χαϊδεύω, να μοιράζομαι την αγάπη μου μαζί της. Είχα τόσο μεγάλη ανάγκη να γίνω και εγώ μητέρα. Είχα ρίξει όλες μου τις ελπίδες στην Ρενεσμι και όλες γκρεμιστήκαν από εκείνο το τηλεφώνημα. Ένιωσα ένα σκούντημα στον ώμο. << Μπελλα γλυκιά μου φτάσαμε>> << Συγγνώμη αφαιρέθηκα>> Άνοιξα την πόρτα του αμαξιού και βγήκα έξω, είχε αρχίσει να ψιχαλίζει και ο ουρανός είχε μια γκρίζα απόχρωση, και μέχρι εκεί που μπορούσε να δει το μάτι μου άρχιζε σιγά σιγά να μαυρίζει ολοένα και περισσότερο . Τι θα περίμενε κάνεις όμως αρχές Φεβρουαρίου στην κάρδια του Λονδίνου? Έπιασα την μικρή από το χέρι και μετά μαζί με τον Εντουαρτ μπήκαμε μέσα στο άχαρο κτήριο. Ανεβήκαμε στο γραφείο του διοικητή. Ο Εντουαρτ χτύπησε ακριτικά την πόρτα και μπήκαμε μέσα στο αρκετά μεγάλο δωμάτιο. Στην έδρα καθόταν ο διηθητής του Εντουαρτ, Τον είχα δει αρκετές φορές. Ήταν ένας γκριζομάλλης κύριος, με αυστηρό ύφος και μουστάκι αλά Χίτλερ. Στη γωνιά του δωματίου διπλά στα παράθυρο καθόταν η Αλις. Η Αλις ήταν πολύ γλυκιά και όμορφη. Δεν ήταν πολύ ψιλή άλλα αυτό δεν μείωνε την ομορφιά της. Ήταν αδύνατη, και τα χαρακτηρίστηκα της τόσο όμορφα τοποθετημένα στο πρόσωπο της. Τα μεγάλα γαλάζια μάτια της έδεναν πολύ με το ροδακινί χρώμα των μάγουλων της. Τα μαλλιά της ήταν καστανά και κοντή και τόσο ίσια σαν βέργες. Στις καρέκλες δίπλα στο γραφείο του διοικητή κάθονταν ένα ζευγάρι, αρκετά νέο. Πρέπει να ήταν γύρω στην ηλικία την δικιά μου και του Εντουαρτ. Η κοπέλα ήταν αρκετά ψιλή από όσο έκρινα από το μήκος των ποδιών της, και αρκετά αδύνατη. Τα μαλλιά της ήταν τόσο σγουρά και είχαν ένα καροτι χρώμα. Τα μάτια της ήταν καστανά και είχε πολύ μακριές βλεφαρίδες. Το αγόρι είχε πυκνά καστανά μαλλιά. Το πρόσωπο του ήταν αρκετά όμορφο μπορώ να πω. Και αυτός ήταν ψήλος και πολύ αδύνατος. Η Ρενεσμι άφησε το χέρι μου και έτρεξε αμέσως στην κοπέλα. Ξέχασε τα δάκρυα της και εμάς με μιας. <<Θεια Κίρκη!>> είπε κα την αγκάλιασε << Τι κάνεις ομορφιά μου?>> είπε η Κίρκη καθώς έσφιγγε την Ρενεσμι στη αγκαλιά της. Προχωρήσαμε μέσα στο δωμάτιο και καθίσαμε στις άλλες δυο καρέκλες . << Λοιπόν από εδώ ο Εντουαρτ Καλλεν και η σύζυγος του Μπελλα Καλλεν. Φιλοξένησαν την Ρενεσμι στο σπίτι τους αυτές τις μέρες>> τους πληροφόρησε η Αλις. << Χαίρω πολύ Οδυσσέας Μοργκαν, και η Γυναίκα μου Κίρκη.>> είπε και μας έτειναν και οι δυο το χέρι τους. << Λοιπόν>> είπε ο διοικητής << έχετε κάτι να πείτε? Άντε έχουμε και άλλες δουλείες, πρέπει να συμπληρώσετε και τις αιτήσεις>> ρώτησε τους Μοργκαν. Η Κίρκη αγριοκοίταξε τον διοικητή και είπε << Σας ευχαριστούμε παρά πολύ που φροντίσατε την μικρούλα μας , αυτές τις μέρες. Ήμασταν εκτός χώρας και μόλις μάθαμε για την ξαδέρφη μου, ήρθαμε αμέσως. Δεν έχω λόγια. Ελπίζω να μην σας ήταν βάρος.>> << Φυσικά δεν μας ήταν βάρος. >> είπε ο Εντουαρτ. << Λοιπόν τότε είμαστε εντάξει, ε?>> είπε ο Οδυσσέας << Γλυκούλα μου έλα εδώ να σε αγκαλιάσω>> είπα στην Ρενεσμι Εκείνη ήρθε από την αγκαλιά της Κίρκης στην δικιά μου. << Μην μας ξεχάσεις καρδούλα μου>> της ψιθύρισα << Σε αγαπώ πολύ πολύ.>> μου απάντησε Και μετά πήγε στον Εντουαρτ. Εκείνος την σήκωσε στην αγκαλιά του και της έδωσε ένα φίλη στο μαγουλάκι της. Μετά τους αποχαιρετήσαμε και φύγαμε. Κατεβήκαμε κάτω στο αυτοκίνητο γιατί κανένας μας δεν είχε όρεξη να ακούει την Τζέσικα να μιλεί. Με το που μπήκα μέσα άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο και τα δάκρυα μου άρχισαν να κυλούν σαν ποτάμια στο πρόσωπο μου. Όλα αυτά τα επανωτά συναισθήματα με είχαν φτάσει στο αμήν. Δεν . . . εγώ τέτοιες καταστάσεις δεν μπορούσα να τις αντέξω. << Μπουμπουκάκι μου, μην κλαις σε παρακαλώ, μην στεναχώριεστε.>> είπε και με έκλεισε στην αγκαλιά του. << Σκέψου ότι ίσως να είναι πιο ευτυχισμένη, μαζί τους.>> μου έλεγε << Μην κάνεις έτσι ψυχή μου. Θα προσπαθήσουμε αγαπούλα μου στο υπόσχομαι, μην με στεναχωρείς έτσι, άντε.>> έλεγε και μου χάιδευε τα μαλλιά. Έκλαψα, έκλαψα, έκλαψα, αφού στο τέλος, ήταν λες και τα δάκρυα μου είχαν στερέψει. Και ποιο το νόημα όμως? Ότι ήταν να γίνει έγινε. Το κοριτσάκι μου έφυγε. << Είσαι καλύτερα μωρό μου?>> ρώτησε << Ναι εντάξει είμαι>> << Θες να σ πάω σπίτι?>> <<Όχι, θα πάω στην μαμά μου, αγάπη μου>> Εκείνος πήγε να βάλει μπρος την μηχανή άλλα τον σταμάτησα. << Θα πάω μόνη μου, θέλω να περπατήσω>> << Έξω βρέχει>> << Δεν με νοιάζει>> είπα και άνοιξα την πόρτα να βγω έξω άλλα την ξαναέκλεισα << Φίλα με>> του είπα Πλησίασε το πρόσωπο μου και με φίλησε γλυκά. Βγήκα έξω στην βροχή και πηρά τον δρόμο για το σπίτι των γονιών μου. Περπατούσα μέσα στην βροχή χωρίς να με νοιάζει που είχα γίνει μούσκεμα. Τίποτα δεν με ένοιαζε . Έφτασα στο σπίτι των γονιών, χτύπησα το κουδούνι, και μόλις άνοιξε την πόρτα ο πατέρας μου έπεσα στην αγκαλιά του. . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Κυρ 12 Δεκ 2010 - 16:58
Κεφάλαιο 7ο Μπέλλα Ο πατέρας μου, πόσο τον αγαπώ! Ευγενικός , τρυφερός και πάνω από όλα γεμάτος ειλικρίνεια και κατανόηση. Σου εμπνέει ένα αίσθημα ελευθερίας. Ψηλός, με καλό ανάστημα, ξανθά μαλλιά, γαλάζια μάτια και θεληματικό πιγούνι. << Κοριτσάκι μου τι έγινε? Έχεις γίνει μούσκεμα! Τι έπαθες?>> ρώτησε ξαφνιασμένος ο πατέρας μου. Δεν είπα τίποτα και ένα δάκρυ κύλισε στο παγωμένο μου μάγουλο. Εκείνος ξεφύσηξε και κοίταξε στο πάτωμα φανερά προβληματισμένος. Τότε μέσα από την κουζίνα ακούστηκε η φωνή της μητέρας μου. << Κάρλαιλ ποιος είναι?>> ρώτησε και την είδα να έρχεται. Η γλυκιά καλή μου μανούλα, η Εσμί. Με την ποδιά και την κουτάλα στο χέρι. Η αδυναμία μου. Ένα κύμα γαλήνης ήρθε μαζί της. Πάντα όταν την έβλεπα ένιωθα σαν εννιάχρονο κοριτσάκι, που ήθελα να είμαι πάντα στην αγκαλιά της . Τα ήρεμα χαρακτηριστικά της με έκαναν να γαληνεύω. Το πρόσωπο της, που θα έλεγε κανείς ότι είχε σχήμα καρδιάς, τα πράσινα μάτια της, τα μαλλιά της στο χρώμα της σοκολάτας, όλα αυτά με ηρεμούσαν. Τίποτα από αυτά δεν με έκανε να ηρεμίσω τώρα. Το μόνο που ήθελα ήταν η μεγάλη της αγκαλιά. << Μπέλλα! Πρώτον γιατί κλαίς, και δεύτερον, γιατί παιδάκι μου είσαι βρεγμένη?>> ρώτησε και ήρθε και με τράβηξε στην ζεστή της αγκαλιά. << Μανούλα μου, ήρθαν και την πήραν >> της είπα και ξέσπασα σε λυγμούς Εκείνη έβαλε το χέρι της πάνω στο στόμα της. Τους αφηγήθηκα όλα όσα είχαν γίνει σήμερα το πρωί. Εκείνοι με άκουγαν χωρίς να λεν’ λέξη. Άκουγαν προσεκτικά και με υπομονή μέχρι να τελειώσω. Εν τω μεταξύ ο μπαμπάς μου, μου είχε φέρει και μια κουβέρτα, και τυλίχτηκα γιατί είχα ξεπαγιάσει και έτρεμα. << Καλά βρε αγάπη μου, δεν χρειάζεται να στεναχωριέσαι για αυτό >> είπε η μαμά μου. << Όμως ρε μαμά, δεν μπορείς να φανταστείς πως ένιωθα ,όταν την έπαιρνα αγκαλιά, όταν την κοιτούσα να κοιμάται και->> της απάντησα αλλά με διέκοψε ο πατέρας μου. << Φυσικά και μπορούμε να φανταστούμε πως ένιωθες , γιατί πολύ απλά το έχουμε νιώσει και εμείς αυτό. Πως νομίζεις ότι νιώσαμε όταν σας πρωτοαγκαλιάσαμε , και εσένα και τον αδελφό σου?>> είπε << Καλό μου όλα αυτά είναι καινούρια για ‘σένα, και για αυτό αντιδράς έτσι, είναι λογικό>> τον συμπλήρωσε η μητέρα μου. Για το υπόλοιπο της ώρας προσπαθούσαν να με παρηγορήσουν, μα αυτό δεν έφτανε για να με βγάλει από την θλίψη που με περιέβαλλε. Ένιωθα κενή, άδεια, και τίποτα δεν μπορούσε να το αλλάξει αυτό. Απλά έμεινα εκεί στην στοργική αγκαλιά των γονιών μου.
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Δευ 20 Δεκ 2010 - 19:55
Κεφάλαιο 8ο Έντουαρτ Δύο ολόκληρες εβδομάδες είχαν περάσει από τότε που αποχωριστήκαμε την Ρενεσμί και η Μπέλλα βρισκόταν ακόμα στην ίδια καταθλιπτική κατάσταση. Όχι ότι εγώ ήμουν καλύτερα αλλά τουλάχιστον προσπαθούσα. Η Μπέλλα όμως όχι. Δεν ήθελε να έρθει σπίτι. Έμενε στους γονείς της αυτές τις δύο εβδομάδες. Μου έλειπε τρομερά. Μπορεί να πήγαινα και να την έβλεπα κάθε μέρα αλλά μου έλειπε. Μου έλειπε το χαμόγελο της τα πάντα χαμογελαστά της μάτια, όλα! Δεν την έβρισκα πια. Που ήταν το κορίτσι που αγάπησα? Αυτή που τα ξεπερνούσε όλα? Δεν έπρεπε να λυγίσει τώρα. Αυτή που έβλεπα εγώ κάθε μέρα δεν ήταν η Μπέλλα μου, και αισθανόμουν πως εγώ ήμουν ο ένοχος για αυτό. Γιατί αν δεν είχα πάει την Ρενεσμί στο σπίτι τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί. Όλα θα ήταν φυσιολογικά και θα κυλούσαν ομαλά. Εγώ ήμουν αυτός που έφταιγε. Απορροφημένος στις σκέψεις μου δεν άκουγα την Τζέσικα που μου μιλούσε, όχι ότι ήθελα και να την ακούω να φλυαρεί για βλακείες. Αλλά ξαφνικά μια φράση της μου τράβηξε την προσοχή. << Ε Έντουαρτ σε ψάχνει ο Μόργκαν!>> μου είπε Ο Μόργκαν? Τι να θέλει? Σκέφτηκα και βγήκα από το γραφείο μου όπου με περίμενε . << Πρέπει να σου μιλήσω για την Ρενεσμί>> μου είπε << Τι έγινε? Έπαθε κάτι?>> << Τις τρείς πρώτες μέρες αφού την πήραμε στο σπίτι μας όλα ήταν καλά, μετά όμως άρχισε να μην τρώει να μην μιλάει και σας ζητούσε συνέχεια. Σκεφτήκαμε ότι ήταν επειδή σας αποχωρίστηκε απότομα. Όμως τις επόμενες μέρες η κατάσταση χειροτέρεψε. Έκλαιγε φώναζε >> αναστέναξε βαθειά << και αποφασίσαμε με την Κίρκη πως θα είναι καλύτερο για αυτήν να μείνει μαζί σας, αν φυσικά μπορείτε να αναλάβετε την ευθύνη και την θέλετε . . .>> Μου πήρε λίγη ώρα για να καταλάβω όσα μου είχε πει. Είχα μείνει με το στόμα ανοιχτό. Τα είχα χάσει εντελώς. Είχα βγει τελείως από τον ειρμό των σκέψεων μου. Όλα εξαρτιόταν πια από την απάντηση μου και εγώ δεν μπορούσα να βγάλω μιλιά. << Λοιπόν?>> με ρώτησε. . . Μπέλλα Είχα να πάω σπίτι δυο εβδομάδες. Δεν ήθελα να πάω. Έμενα στους γονείς μου. Ο Έντουαρτ κάθε μέρα ερχόταν και με παρακαλούσε να γυρίσω. Δεν το δέχτηκα καμιά φορά. Ξέρω ήμουν πεισματάρα και εγωίστρια που σκεφτόμουν μόνο να μην πληγώσω τον εαυτό μου, ενώ με την στάση μου πλήγωνα αυτόν που αγαπούσα παραπάνω από οτιδήποτε πάνω στην γη. Ήταν ηλίθιο και χαζό αυτό που έκανα. Καθόμουν και στεναχωριόμουν για κάτι που δεν ήταν καν δικό μου. Κάτι που γνώριζα μόνο λίγες μέρες. . . Και όμως αυτό το πλάσμα μέσα σε αυτές τις λίγες μέρες το αγάπησα. Με έκανε να νιώθω όμορφα με έναν παράξενο και γλυκό τρόπο. Όταν κοίταξα για τελευταία φορά το μικρούλι αυτό αγγελάκι άνοιξαν πληγές μέσα μου. Πληγές που αιμορραγούσαν κάθε φορά που την έφερνα στο μυαλό μου. Τίποτα δεν είχε νόημα .Απλά δεν άξιζε τον κόπο να στεναχωριέμαι. Αυτό ήταν. Θα γυρνούσα σπίτι μου. Θα γυρνούσα στον Έντουαρτ.
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Παρ 31 Δεκ 2010 - 20:06
Χρονια Πολλα σε όλους!!!
Κεφάλαιο 9ο Μπέλλα Βιαστικά μάζεψα τα πράγματα μου σε μια τσάντα και άνοιξα την πόρτα για να φύγω αλλά έπρεπε πρώτα να αφήσω ένα σημείωμα στους γονείς μου. Δεν ήθελα να ανησυχήσουν. Πήρα ένα χαρτί και ένα στυλό και άρχισα να γράφω… Μπαμπά, Μαμά Γυρίζω σπίτι. Κάθισα και σκέφτηκα πως θα είναι καλύτερα έτσι. Μπέλλα . . . Το άφησα πάνω στο τραπέζι και έφυγα. Έξω ο καιρός ήταν ζεστός. Τα πάντα ήταν φωτεινά και λαμποκοπούσαν. Περπάτησα και λίγο πιο κάτω βρήκα ένα ταξί. Μπήκα μέσα και ζήτησα από τον οδηγό να με πάει στην διεύθυνση που του έδωσα. Ήταν σχετικά μακριά το σπίτι των γονιών μου από το δικό μας και έτσι μέχρι να φτάσουμε είχα λίγο ακόμα χρόνο για να σκεφτώ κάποια πράγματα. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως θα έκανα μια νέα αρχή. Πως θα το ξεπερνούσα αυτό. Θα πήγαινα κόντρα στα συναισθήματα μου, θα έσφιγγα τα δόντια και θα το περνούσα αυτό. Ναι αυτό θα έκανα. . . μια νέα αρχή. . . Ούτε κατάλαβα πως φτάσαμε . Έδωσα τα χρήματα στον οδηγό και ανέβηκα στο σπίτι. Έσπρωξα το κλειδί στην κλειδαριά και πήρα μια βαθειά ανάσα. Γύρισα το κλειδί και μπήκα μέσα. Πήγα και άφησα την τσάντα μου στο πάτωμα και μετά έκανα μια βόλτα στο σπίτι. Μου είχε λείψει κάθε γωνία του σπιτιού. Όσο για την καθαριότητα, ήταν ακόμα καθαρό και περιποιημένο. Σχεδόν όπως το είχα αφήσει. Άνοιξα τις κουρτίνες και τα παράθυρα για να μπει καθαρός αέρας και φως. Τα χρειαζόμουν και τα δύο. Καθώς γύριζα άσκοπα μέσα στα άδεια δωμάτια , σκεφτόμουν ότι αυτό το κορίτσι είχε αφήσει το στίγμα του εδώ μέσα. Άγγιζα κάθε έπιπλο που αγγίξει και αυτή και ένας χείμαρρος συναισθημάτων γέμιζε τα μάτια μου με καυτά δάκρυα. ‘’Όχι μην το αφήσεις αυτό να συμβεί! Υποσχέθηκες μια νέα αρχή!’’ μου φώναξε μια φωνή μέσα μου και δεν είχα παρά να την υπακούσω. Είχα κουραστεί να κλαίω . Ήταν ανώφελο να δακρύζω για την Ρενεσμί , εφόσον δεν θα ήταν ποτέ δική μου. Μα η ανάμνηση της μου προκαλούσε αφόρητο πόνο. Σαν μια σφαίρα που σου αφήνει μια τρύπα στο στήθος σου. Έτσι, μια τρύπα στο στήθος μου που με πονούσε φρικτά και αιμορραγούσε συνέχεια . Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να τυλιχτώ γύρω από το σώμα μου σαν μια μπάλα και να υπομείνω τον πόνο. Αθετούσα την υπόσχεση μου φέρνοντας την στο μυαλό μου , μα δεν μπορούσα να την ξεχάσω έτσι απλά. Όλα αυτά τα συναισθήματα που βγήκαν στην επιφάνεια ,όταν άρχισα να την συνηθίζω, να την αγαπάω, δεν μπορούσα να τα θάψω ξανά μέσα μου και αυτό ήταν που με πονούσε περισσότερο. Ποτέ δεν ήθελα κάτι άλλο παρά μόνο μια φυσιολογική οικογένεια . Θυμάμαι που από μικρή ονειρευόμουν τον τέλειο σύζυγο δίπλα μου και δυο-τρία παιδάκια γύρω μας. Είχα πραγματοποιήσει σχεδόν το όνειρο μου. Είχα βρει τον Έντουαρτ ,τι πιο τέλειο από αυτόν? Όμως ένα κομμάτι του ονείρου μου είχε μείνει ανεκπλήρωτο. Ήθελα πολύ αυτό το κομμάτι. Ήθελα έστω ένα παιδάκι. Δεν είχα ζητήσει τίποτε άλλο ποτέ μόνο αυτό. Ξάπλωσα στον καναπέ του σαλονιού και αποκοιμήθηκα καθώς σκεφτόμουν όλα αυτά. Έντουαρτ Δεν μπορούσα να πω τίποτα άλλο εκτός από ναι. Μόλις σχολούσα θα πήγαινα να την πάρω. Σαστισμένος από την συζήτηση μας γύρισα μέσα στο γραφείο όπου με περίμεναν οι χιλιάδες ερωτήσεις της Τζέσικα. << Τι ήθελε? Έπαθε κάτι η Ρενεσμί? Τι ε? Θα την πάρετε πίσω? Αχ πες μου αλλιώς θα σκάσω!>> << Θα σταματήσεις επιτέλους?>> της φώναξα. Τα νεύρα μου ήταν πάνω από το κεφάλι μου. Πήγε να μιλήσει αλλά την διέκοψα << Να μην σε νοιάζει τι ήθελε!>> Εκείνη με κατακεραύνωσε με το θυμωμένο της βλέμμα και μετά κοίταξε αλλού. Μου είχε σπάσει τα νεύρα με το κουτσομπολιό της. Αν και το μετάνιωσα που της φώναξα της χρειαζόταν να της τα πει κάποιος. Έτσι και αλλιώς δεν με ένοιαζε αυτή τώρα. Το μυαλό μου βρισκόταν στην Μπέλλα και στην Ρενεσμί. Σκεφτόμουν πόσο θα χαιρόταν η Μπέλλα μου όταν θα ξαναέβλεπε την Ρενεσμί. Ήταν ένα ερείπιο από τότε που την πήραν. Στενοχωριόμουν πολύ που την έβλεπα έτσι. Πονούσα πολύ. Μου έλειπε η ζεστασιά της. Την ήθελα κάθε βράδυ δίπλα μου ήθελα ξανά να την κρατήσω στην αγκαλιά μου και να ξέρω ότι είναι χαρούμενη. Όσο για την Ρενεσμί μου ακούστηκε ότι και αυτή ήταν αρκετά χάλια. Η αλήθεια είναι ότι την είχαμε κάνει ένα μπαλάκι. Από τους γονείς τις σε εμάς , από εμάς τους θείους της, και από αυτούς ξανά σε εμάς. Και αυτά που είχε περάσει δεν ήταν λίγα. Έπρεπε επιτέλους να βρει ηρεμία. Η μέρα πέρασε αργά πολύ αργά. Είχα τόσο άγχος και υπερένταση . Ανυπομονούσα μέχρι την στιγμή που θα έβλεπα ξανά χαμόγελο στα χείλη της Μπέλλα και μέχρι που θα έκλεινα στα χέρια μου την Ρενεσμί. Σχόλασα και σχεδόν έτρεξα στο αυτοκίνητο. Μόλις μπήκα στο αμάξι έβαλα μπρος την μηχανή και ξεκίνησα για το σπίτι των Μόργκαν ακολουθώντας τις οδηγίες που μου είχε δώσει ο Οδυσσέας το πρωί. Δεν ήταν μακριά σε λίγα λεπτά είχα φτάσει. Πάρκαρα εκεί κοντά και μετά προχώρησα προς το σπίτι. Χτύπησα την πόρτα και περίμενα. Την πόρτα την άνοιξε η Κίρκη. Αυτό που μου είχε κάνει εντύπωση όταν την είδα για πρώτη φορά ήταν τα μάτια της. Μέσα τους φαινόταν η αυτοπεποίθηση και η αποφασιστικότητα της. Τώρα όμως δεν έβλεπα κάτι τέτοιο μέσα τους. Το μόνο που μπορούσα να δω τώρα ήταν πόνος , λύπη , στεναχώρια. Παρ’ όλα αυτά υπήρχε ένα άχρωμο χαμόγελο στα χείλη της , ένα χαμόγελο που δεν άγγιζε τα μάτια της. << Πέρασε μέσα >> μου είπε ευγενικά. << Εεε ευχαριστώ>> είπα και μπήκα μέσα. Κοίταξα το σπίτι, ήταν ευρύχωρο, όμορφα διακοσμημένο ότι πρέπει για ένα εννιάχρονο κορίτσι. << Πάνω είναι >>> μου είπε << Ε?>> << Η Ρενεσμί πάνω είναι, πήγαινε>> είπε και με κοίταξε επίμονα. Έγνεψα καταφατικά και προχώρησα προς την μεγάλη σκάλα. Άρχισα να ανεβαίνω τα σκαλιά ένα ένα μέχρι την κορυφή της. Κοίταξα γύρω και είδα μια μισάνοιχτη πόρτα πλησίασα και έριξα μια ματιά μέσα. Και την είδα . Ξάπλωνε. Ήταν σκεπασμένη με μια κουβέρτα μέχρι την μέση της και τα μαλλάκια της έπεφταν πάνω στα μαξιλάρι σαν γλώσσες φωτιάς. Ήταν γυρισμένη προς τον τοίχο και δεν μπορούσα να δω το προσωπάκι της. Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά , τόσο δυνατά που ήμουν σχεδόν σίγουρος ότι ακουγόταν . Πήρα μια βαθειά ανάσα και μπήκα μέσα. Εκείνη ούτε που κουνήθηκε. Πλησίασα και κάθισα στο κρεβάτι δίπλα της. Άπλωσα το χέρι μου να την χαϊδέψω και συνειδητοποίησα ότι έτεμα λιγάκι. Ακούμπησα το χέρι μου στο δικό της κατάλευκο χεράκι. << Ρενσεμί?>> Πρώτα με κοίταξε με την άκρη του ματιού της και μετά πετάχτηκε πάνω και με αγκάλιασε με ορμή. << Πάρε με από ‘δω, σε παρακαλώ, θέλω να φύγω!>> μου είπε χωρίς να αφήνει από την αγκαλιά της << Για αυτό ήρθα καρδούλα μου, για να σε πάρω.>>
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Τρι 11 Ιαν 2011 - 22:21
Κεφάλαιο 10ο Έντουαρτ Αφού με ελευθέρωσε από το σφιχτό κράτημα της, την έπιασα από το χέρι και κατεβήκαμε κάτω όπου περίμεναν ο Οδυσσέας μαζί μα την Κίρκη. Εκείνος κρατούσε την Κίρκη από την μέση και εκείνη ακουμπούσε το κεφάλι της στον ώμο του. Και οι δύο είχαν το βλέμμα τους στραμμένο προς εμάς που πλησιάζαμε προς το μέρος τους. Ήμουν σίγουρος ότι ευχόντουσαν πως η μικρή είχε αλλάξει γνώμη και πως δεν θα έφευγε μαζί μου τελικά. Όταν μας χώριζαν μόνο μερικά μέτρα, έσπρωξα απαλά την Ρενεσμί και της έγνεψα να πάει προς το μέρος τους. Με κοίταξε και κούνησε το κεφαλάκι της καταφατικά.<< Μην φύγεις >> ψιθύρισε. Πήγε κοντά τους και τους με δειλά και μικρά βήματα. Κατέβηκαν στο ύψος της και την αγκάλιασαν. Μόνο από την στάση των σωμάτων τους καταλάβαινες το πόσο θλιμμένοι ήταν και πως θα τους έλειπε πολύ ην Ρενεσμί. Η Κίρκη κάτι της ψιθύρισε στ’αυτί. Σταμάτησα να τους κοιτάζω και άφησα το βλέμμα μου να γλιστρήσει πάνω στις πύρινες γλώσσες που έγλειφαν το τζάκι. << Έλα να σε βοηθήσω με τα πράγματα της >> έκανε ο Οδυσσέας. << Ναι>> του είπα ακολουθώντας τον προς την είσοδο του σπιτιού. Ακριβώς δίπλα στην πόρτα υπήρχαν δύο τσάντες. Την μια την πήρα εγώ και την άλλη εκείνος. Προχωρώντας προς το ασημί μου Volvo: << Μπορούμε να ερχόμαστε να την βλέπουμε?>> ρώτησε και στην φωνή του διέκρινα έναν δισταγμό. << Φυσικά! Δεν χρειάζεται να ρωτάς!>> του απάντησα καθώς βάζαμε τις τσάντες στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου. Ξαναγυρίσαμε πάλι πίσω στο σπίτι. Εγώ περίμενα στην πόρτα και περίμενα την Ρενενσμί να έρθει. Είδα την Κίρκη να την σφίγγει για άλλη μια φορά στην αγκαλιά της και το Οδυσσέα να της φιλάει το μέτωπο. Μέτα ήρθαν και οι τρείς προς το μέρος μου. << Να την προσέχετε>> είπε η Κίρκη μου έτεινε το χέρι της για χειραψία. Τα μάτια της ήταν γεμάτα δάκρυα που σε λίγο θα ξεχείλιζαν. << Θα την προσέχουμε, να είσαι σίγουρη>> της είπα Έσφιξα μια φορά το χέρι του Οδυσσέα και φύγαμε. << Δέσε την ζώνη σου>> της είπα μόλις μπήκαμε στο αμάξι. Έβγαλα το κινητό μου από την τσέπη μου και κάλεσα τον αριθμό της Μπέλλα. << Ναι?>> απάντησε << Αγάπη μου, πως είσαι?>> << Καλά είμαι>> είπε. Εγώ μόρφασα προβληματισμένος. <<Σου έχω μια έκπληξη!>> της είπα και έριξα μια κλεφτή ματιά στην Ρενεσμί << Τι έκπληξη?>> ρώτησε αδιάφορα << Θα έρθω να σε πάρω να πάμε σπίτι μας και τότε θα δεις>> << Έντουαρτ σπίτι είμαι>> << Αλήθεια αγάπη μου?>> ρώτησα ενθουσιασμένος << Αλήθεια καλέ μου, αλήθεια.>> ξεφύσηξε << άντε σε περιμένω>> << Έρχομαι αγαπούλα μου>> Ένα χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπο μου . Έβαλα μπρος την μηχανή και ξεκίνησα για το σπίτι. Που και που έριχνα μια ματιά στην Ρενεσμί που και αυτή χαμογελούσε. Αναρωτιόμουν γιατί δεν ήθελε να μείνει με την Κίρκη και τον Οδυσσέα. << Να σε ρωτήσω κάτι Ρενεσμί?>> << Ναι!>> << Γιατί δεν ήθελες να μείνεις με την Κίρκη και τον Οδυσσέα?>> << Εεε …γιατί… Επειδή είναι θείοι, εγώ θέλω μαμά και μπαμπά>> Μόλις τελείωσε την φράση της ένα σύννεφο αμηχανίας απλώθηκε γύρω μου .Δεν ήξερα τι να πω , πώς να το πω, πώς να αντιδράσω. Προσπάθησα να ελέγξω την την έκφραση μου και έβαλα ξανά εκείνο το χαμόγελο. Για το υπόλοιπο της διαδρομής μείναμε και οι δυο αμίλητοι. Όταν φτάσαμε ανεβήκαμε πάμε στο διαμέρισμα, και πριν ανοίξω την πόρτα της είπα : << Θα κάνεις μια μεγάλη αγκαλιά στην Μπέλλα ναι?>> << Ναι , άντε άνοιξε!>> είπε με ανυπομονησία Άνοιξα αργά την πόρτα και μπήκαμε μέσα. Μπέλλα Άκουσα τον ήχο της πόρτα που άνοιγε. Επιτέλους είχε έρθει ο Έντουαρτ. << Έντουαρτ?>> ρώτησα κλείνοντας την τηλεόραση << Ναι?>> μου απάντησε << Ήρθες?>> << Ήρθαμε!>> μου απάντησε μια άλλη γνώριμη φωνή. Ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι αυτή φωνή ήταν της… << Ρενεσμί?>> είπα και πετάχτηκα όρθια και σχεδόν έτρεξα προς την πόρτα και την είδα. Είδα το αγγελάκι μου, την μικρούλα μου! Δάκρυα άρχισαν να κυλούν από τα μάτια μου, δάκρυα χαράς! Εκείνη έτρεξε και με αγκάλιασε. Τι γαλήνη , τι ευτυχία, τόσα όμορφα συναισθήματα με κατέκλυσαν. Δεν μπορούσα να περιγράψω την χαρά μου, που ήταν εκεί μέσα στα χέρια μου. Που την κρατούσα, που ξαναέβλεπα τα ματάκια της, τα χειλάκια της. Δεν μπορούσα να την χορτάσω, δεν την άφησα καθόλου από την αγκαλιά μου για την υπόλοιπη ώρα. Αφού την άφησα μας είπε με ένα σοβαρό ύφος : << Θέλω να σας πω κάτι>> << Τι είναι καλό μου?>> ρώτησα μην μπορώντας να πάρω τα μάτια μου από πάνω της. << Θέλω να γίνεις η μαμά μου, και εσύ ο μπαμπάς μου>>
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . . Παρ 18 Μαρ 2011 - 22:47
Σπόιλερ:
Λοιπον να το το κεφάλαιο! Συγνωμη που ηταν τοσο αργοπορημενο....
Κεφάλαιο 11ο Ρενεσμί Κάθισα στο γραφείο μου και άνοιξα τον υπολογιστή. Άνοιξα το internet και πληκτρολόγησα την σελίδα www.facebook.com. Συμπλήρωσα το e-mail μου και τον κωδικό μου και περίμενα να φορτώσει η προσωπική μου σελίδα. Κοίταξα στους συνδεδεμένους φίλους μου και είδα ότι ήταν μέσα η Βίκυ. ‘’Hi!’’ την χαιρέτισα ‘’ Έλα ρε, θα βγεις έξω?’’ ρώτησε προσθέτοντας μια σειρά από διάφορες φατσούλες. ‘’ Δεν ξέρω δεν κανόνισα τίποτα ακόμα! Είμαι ανοιχτή σε προτάσεις!’’ της απάντησα. ‘’Θα βγω με τον Μάικ, θες να έρθεις?’’ ‘’Να έρθω και τι να κάνω να σας κρατάω το φανάρι? Μπα άσε καλύτερα’’ ‘’Γιατί ρε χαζή?’’ Στάθηκα λίγο σκεπτόμενη την απάντηση μου. ‘’Κοίτα καλύτερα να σου κρατάω το φανάρι παρά να λιώσω εδώ μέσα… Οπότε σε μισή ώρα?’’ ‘’Ναι , στο πάρκο σε μισή ώρα’’ ‘’οκ τα λέμε’’ Και κλείσαμε την συνομιλία. Σηκώθηκα από τον υπολογιστή και πήγα κατευθείαν στην ντουλάπα μου. Έβγαλα το γκρι τζίν μου το κορμάκι μου και τη πράσινη ζακέτα μου και τα άπλωσα στο κρεβάτι. Ντύθηκα και πήγα στο μπάνιο να φτιάξω τα μαλλιά μου. Τα κρεπάρισα λίγο έτσι ώστε να φουντώσουν λίγο και ήμουν έτοιμη. Βγαίνοντας από το μπάνιο άρπαξα και τις βάρκες μου και τις φόρεσα. Πήγα στο δωμάτιο μου πήρα το κινητό μου και τα κλειδιά μου. Κατευθύνθηκα προς την πόρτα όταν άκουσα την μαμά μου. <<Θα βγεις?>> Πήγα στο σαλόνι όπου καθόταν με τον μπαμπά μου. <<Ναι…>> <<Με ποιόν?>> Άρχισε πάλι την ανάκριση τσίριξα μέσα μου. <<Άντε γεια>> τους χαιρέτησα και έφυγα. Άκουσα τον πατέρα μου να μου φωνάζει ‘’Νωρίς!’’ και την μάνα μου να διαμαρτύρεται για την συμπεριφορά μου αλλά δεν έδωσα σημασία. Βγήκα στον δρόμο και κατέβηκα στο στενάκι που οδηγούσε στο πάρκο. Αυτό το στενάκι ήταν πάντα σκοτεινό, όχι πως με τρόμαζε αλλά φρόντιζα να είμαι επιφυλακτική όταν περνούσα από εδώ. Περπατώντας ακόμα μέσα στον στενό συνειδητοποίησα πως ήμουν μόνη μου. ‘’Ε και?’’ σκέφτηκα ‘’τι μπορεί να γίνει?’’ και συνέχισα να περπατάω με λίγο πιο γρήγορο ρυθμό αυτή τη φορά. Ξαφνικά καθώς ήμουν στο τέλος του δρόμου και μόνο μερικά μέτρα από το πάρκο, κάτι η μάλλον κάποιος με τράβηξε από την μέση πάλι πίσω στο σκοτάδι. Φοβήθηκα τόσο πολύ μα δεν μου πέρασε καν από το μυαλό να τσιρίξω. Το μόνο που έκανα ήταν να κλείσω σφιχτά τα μάτια μου και με τις γροθιές των χεριών μου να χτυπάω με όλη μου την δύναμη αυτόν που άπλωσε τα χέρια του πάνω μου. Τον χτυπούσα τόσο δυνατά που νόμιζα ότι είχα στραμπουλίξει το αριστερό μου χέρι. <<Άουτς! Σταμάτα να με βαράς εγώ είμαι!>> είπε μια γνώριμη ζεστή φωνή που με ακινητοποίησε. Άνοιξα τα μάτια μου και είδα τον Στέφαν. Ο κολλητός μου. Αμέσως του έδωσα μια στο κεφάλι και μετά τον αγκάλιασα. << Είσαι βλάκας, αλλά χαίρομαι που ήσουν εσύ>> <<Αν τολμούσε κάποιος να σε πειράξει θα τον σκότωνα, ρε χαζό. Τέλος πάντων συγνώμη που σε τρόμαξα>> είπε σκύβοντας το κεφάλι. <<Συγνώμη που σε χτύπησα.>> εκείνος με έπιασε από το χέρι το μάλλον στραμπουλιγμένο χέρι μου. Το τράβηξα λίγο απότομα γιατί με πόνεσε καθώς με έπιανε. <<Συμβαίνει κάτι?>> ρώτησε. <<Όχι απλά πρέπει να το στραμπούλιξα καθώς σε βαρούσα… τίποτα σπουδαίο>> και του χαμογέλασα. Προβληματίστηκε. <<Θες να σε πάω σπίτι σου μήπως? Πονάς?>> <<Έλα ρε κανένα μαμμόθρεφτο είμαι? Εξάλλου δεν πονάει και τόσο πολύ σιγά>> και πέρασα το άλλο χέρι μου γύρο από την μέση του. Εκείνος με έσφιξε πιο πολύ πάνω του. Προχωρήσαμε αμίλητοι μέχρι το πάρκο όπου βρήκαμε την Βίκυ με τον Μάικ. <<Ζαααα!!!>> μας χαιρέτησαν και όλοι μαζί πήγαμε και καθίσαμε σε κάτι σκαλάκια στο ‘’στέκι’’ μας. Για την υπόλοιπη ώρα η Βίκυ με τον Μάικ φιλιόντουσαν ασταμάτητα, εγώ και ο Στέφαν καθόμασταν αγκαλιά και συζητούσαμε διάφορα. Εν τω μεταξύ το χέρι μου με είχε τρελάνει στον πόνο αλλά δεν έδινα σημασία. <<Δεν νομίζεις ότι το χέρι σου έχει πρηστεί υπερβολικά?>> με ρώτησε. <<Εεε όχι. Σταμάτα ρε να ανησυχείς μια χαρά είναι!>> <<Ναι αλλά εξαιτίας μου έγινε>> <<Δεν σου απαντάω…>> και μετά γύρισα στην Βίκυ και στον Μάικ <<Σιγά ρε παιδιά μην μας την σπάτε και είμαστε και μπακούρια!>> <<Γιατί δεν τα φτιάχνετε εσείς οι δύο ταιριάζετε πάρα πολύ!>> Μου απάντησε ο Μάικ. Εγώ και 0 Στέφαν κοιταχτήκαμε…
Καινουρια ζωη για την μικρη Ρενεσμι . . .
Σελίδα 1 από 1
Παρόμοια θέματα
Παρόμοια θέματα
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης