Κεφάλαιο 1
- Σπόιλερ:
Ευχαριστώ πολύ την Χρυσάνθη για την βοήθεια της και την beta μου για όλη της την αγάπη.
Μελετούσα με τις ώρες πάνω από το πιάνο μου αφού ο πατέρας μου έλειπε από το σπίτι. Ήθελε να με κάνει λαμπρό επιστήμονα γιατρό για την ακρίβεια. Φυσικά εγώ ήθελε να γίνω μουσικός κάτι που ούτε να το ακούσει ο πατέρας μου. Ήθελε να σπουδάσω μουσική και να γίνω πιανίστας. Να δίνω ρεσιτάλ πιάνου μόνο για ανθρώπους οι οποίοι θα καταλάβαιναν τη τέχνη από οποιαδήποτε κοινωνική τάξη και αν ανήκουν. Δεν θα ήθελα τους πλούσιους να έρχονται μόνο και μόνο για να ντυθούν και να κάνουν μία δημόσια εμφάνιση. Όχι! Ήθελα ανθρώπους , φίλους οι οποίοι θα καταλάβαιναν τα συναισθήματα από το κάθε κομμάτι μου.
Η μητέρα μου με καταλάβαινε αλλά μου είχε εξηγήσει τους ενδοιασμούς της ή μάλλον καλύτερα τους φόβους της. Πρώτον, φοβόταν την οργή του πατέρα μου, δεύτερον ήθελε να έχω ένα υψηλό επίπεδο ζωής κάτι το οποίο έχω μέχρι στιγμής και τρίτον ήμουν τόσο καλός στα μαθήματα που πραγματικά άξιζε όπως έλεγε να ασχοληθώ με αυτά.
Εγώ όμως δεν φοβόμουν τον πατέρα μου γιατί ήξερα πως θα μπορούσα να ζήσω και μόνος μου. Εντάξει δεν θα είχα τόσα λεφτά, ανέσεις και υπηρέτες αλλά θα ήμουν ελεύθερος....
Η μητέρα μου διέκοψε τις σκέψεις μου μπαίνοντας αλαφιασμένη στο δωμάτιο.
"Μαμά" είπα τρομαγμένος.
"Έντουαρντ ο Μπεν λείπει ταξίδι"
Ο Μπεν ήταν ο άνθρωπος για τις εξωτερικές δουλειές και τα άλογα. Είχε πάρει άδεια γιατί η αδελφή του παντρεύονταν.
"Το γνωρίζω μαμά " της είπα γρήγορα.
Μάλλον θα ήθελε κάποια βοήθεια με τα άλογα.
"Η Μπέλλα, αγάπη μου, είναι άρρωστη και χρειαζόμαστε λίγο κονιάκ"
Η Μπέλλα μου; Το κοριτσάκι μου.
"Τι έχει;" Ρώτησα.
Η Μπέλλα ήταν η κόρη της πιο πιστής υπηρέτριας της μητέρας μου που είχε πεθάνει. Πλέον η Μπέλλα δούλευε εδώ αλλά δεν είχε τα καθήκοντα της μαμάς της. Είχε λιγότερες ευθύνες ενώ τις περισσότερες τις είχε η κα. Ρενέ .Από τότε που πέθανε η μαμά της η Μπέλλα και εγώ είχαμε αναπτύξει μια πολύ καλή σχέση. Πάντα ήμασταν φίλοι παρότι ο πατέρας μου δεν ήθελε να κάνω παρέα με τα παιδιά του υπηρετικού προσωπικού. Μόνο που αυτή η φιλιά είχε εξελιχθεί σε ανίατη αγάπη. Ήξερα πολύ καλά πως οι γονείς μου θα με πάντρευαν με μία κοπέλα της δήθεν "τάξης" μας αλλά εγώ είμαι ερωτευμένος με την Μπέλλα. Και ήμουν σίγουρος πως και εκείνη ήταν ερωτευμένη μαζί μου. Προσπαθούσα συνέχεια να μην την σκέφτομαι αλλά πάντα το μυαλό μου γυρνούσε σε εκείνην και τότε ένιωθα μία πληρότητα και μία γαλήνη. Πόσες φορές πήγαινα στο υπόγειο που ήταν το δωμάτιο της να την δω όταν κοιμόταν και πόσες φορές ερχόταν εκείνη στο δικό μου για να με παρατηρήσει ενώ κοιμόμουν.
"Γυναικεία πράγματα Έντουαρντ δεν σε ενδιαφέρουν. Μπορείς να πας να πάρεις ένα κονιάκ από τον κ.Κουπ. Θα έστελνα την Τζέσικα ή την Αντέπ αλλά είναι κάτω των 18"
"Εντάξει μαμά"
Η Αντέπ η προσωπική μου βοηθός έφερε το παλτό μου και το καπέλο μου. Μόλις βγήκα γρήγορα με μεγάλες δρασκελιές έφτασα στο μαγαζί του κ.Κουπ. Φτάνοντας στο μαγαζί με υποδέχτηκε η γλυκύτατη κόρη του.
"Γεια σας κ.Κάλλεν"
"Γεια σας δεσποινίς Κουπ"
Με συνοπτικές διαδικασίες... ζήτησα το κονιάκ από την δεσποινίδα και μόλις το πλήρωσα πήρα και πάλι τον δρόμο του γυρισμού. Δεν θυμάμαι πότε έφτασα σπίτι είχα αγχωθεί τόσο πολύ για το μικρό μου κοριτσάκι. Πέταξα γρήγορα το παλτό μου και κατέβηκα στο υπόγειο. Ήταν 11 το βράδυ κάτι που σήμαινε ότι όλοι έπρεπε να είναι στα κρεβάτια τους. Θα έπρεπε να το δώσω στην Αντεπ αλλά ήθελα τόσο πολύ να την δω. Κατέβηκα τα σκαλιά πολύ σιγά για να μην ξυπνήσω κανέναν και έφτασα στο δωμάτιο του αγγέλου μου.
Χτύπησα την πόρτα απαλά και άκουσα την ψιλή φωνούλα της.
"Περάστε"
Άνοιξα την πόρτα και είδα το κοριτσάκι μου σε μια πολυθρόνα να έχει πολλές κουβέρτες πάνω της και να προσπαθεί να ζεσταθεί. Στο υπόγειο δεν είχε τζάκι και έκανε πολύ κρύο.
"κ.Έντουαρντ"
"Μπέλλα οι δυο μας είμαστε"
"Συγνώμη απλά φοβήθηκα μήπως είναι και κανένας άλλος"
"Πως είσαι κοριτσάκι μου" πήγα και την πήρα στην αγκαλιά μου.
"Καλά είμαι, τώρα που είσαι εδώ καλά είμαι αγοράκι μου"
Την φίλησα απαλά στο μέτωπο και την έτριψα με τις κουβέρτες.
"Τι συμβαίνει;"
"Να ξέρεις " κοίταξε προς τα κάτω και κατάλαβα.
"Πονάς πολύ;"
"Αρκετά" μου είπε ενώ έτρεμε.
"Θες να ξαπλώσεις" την ρώτησα.
"Όχι όχι κρυώνω περισσότερο τότε"
"Δεν γίνεται να κοιμηθείς σε μία πολυθρόνα"
"Το έχω κάνει κι άλλες φορές"
Σκέφτηκα πως θα ήταν καλύτερα άμα την έβαζα να κοιμηθεί στο δωμάτιο μου. Εκεί είχε πολύ ζέστη κάτι που θα της έκανε καλό. Είχε χάσει το χρώμα της τα ροζ μαγουλάκια της δεν ήταν εδώ πλέον. Φοβόμουν πως θα χειροτέρευε.
"Έλα να πάμε πάνω" της είπα τρυφερά και έκανα την κίνηση να την πάρω στα χέρια μου αλλά εκείνη με σταμάτησε κοιτώντας με τρομοκρατημένη.
"Τι;" με ρώτησε φοβισμένη.
"Θα ξαπλώσεις σήμερα στο δικό μου κρεβάτι. Φοβάμαι να σε αφήσω εδώ"
"Έντουαρντ σε ευχαριστώ πάρα πολύ αλλά δεν γίνεται "
"Γίνεται. Μπέλλα μου"... χάιδεψα απαλά το μάγουλο της... "άμα κοιμηθείς εδώ θα μου κρυώσεις"
"Μα δεν είναι σωστό μια υπηρέτρια να...και τα υπόλοιπα κορίτσια εδώ κοιμούνται ,εμείς…"
Δεν είχε ολοκληρώσει όταν την είχα σηκώσει στην αγκαλιά μου και την ανέβαζα στο δωμάτιο μου. Μόλις μπήκαμε την ένιωσα να αφήνει μία ανάσα και πλέον να μην τουρτουρίζει στην αγκαλιά μου. Πήγα να τη αφήσω στο κρεβάτι μου αλλά με έκοψε.
"Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για όλα αλλά τουλάχιστον άφησε με να κοιμηθώ στον καναπέ όχι στο κρεβάτι σου, σε παρακαλώ"
"Μπέλλα μου ξέχνα το. Είσαι πολύ ταλαιπωρημένη για καναπέ και η μέση σου πονάει"
"Έντουαρντ σε παρακαλώ άλλωστε χωράω μια χαρά στον καναπέ "
"Μπέλλα ξέχνα το"
"Και εσύ που θα κοιμηθείς;"
"Στον καναπέ"
"Έντουαρντ όχι" έφερε αντίρρηση και πήγε να σηκωθεί απότομα από το κρεβάτι και έπεσε. Την έπιασα γρήγορα και την ξάπλωσα.
"Έχω χάσει πολύ αίμα" μουρμούρισε και έπαιρνε βαθιές ανάσες όση ώρα της ετοίμαζα το κονιάκ.
"Πονάς καρδούλα μου;" δεν μου μίλησε ενώ έβγαλε ένα λυγμό.
Άφησα το μπουκάλι κάτω και πήγα κοντά της.
"Πονάς πολύ κοριτσάκι μου;" απλά έκλαιγε δεν μου μιλούσε και κρατούσε με τα χέρια της την κοιλιά της. Την φώλιασα στην αγκαλιά μου και άρχισα να την χαϊδεύω την κοιλιά της πάνω από το νυχτικό της. Άφησε μια ανάσα να βγει με ανακούφιση και τα χέρια της ήταν ελεύθερα πλέον στο κρεβάτι. Εκεί που είχε ηρεμήσει πάρα πολύ ξαφνικά ένας οξύς πόνος την έκανε ξανά να λυγίσει και έβαλε τα κλάματα. Προσπάθησα να την ηρεμήσω και να την χαϊδέψω και αμέσως ένιωθε καλύτερα.
"Κάτσε να σου φέρω λίγο κονιάκ να μου ηρεμήσεις''
Δεν μου είπε τίποτα. Πήγα στο κρεβάτι με το ποτήρι και της έβαλα λίγο στα χειλάκια της. Με νύχια και με δόντια συγκρατιόμουν για να μην την φιλήσω.
Έγλειψε σιγά σιγά το κονιάκ που είχα αφήσει πάνω στα χείλι της και της έβαλα και άλλο λίγο. Δεν ήθελα να της δώσω πολύ αλκοόλ. Της έδωσα λίγο ακόμη και την άφησα στο μαξιλάρι να ηρεμήσει για να κοιμηθεί. Την σκέπασα και πήγα ξανά να της χαϊδέψω την κοιλίτσα της.
Πρέπει να κοιμηθήκαμε κάποια στιγμή. Ξύπνησα μέσα στο βράδυ και την παρατηρούσα. Χάιδεψα τα μάγουλα της, τα βλέφαρα της ,την μύτη της και της έδωσα ένα φιλί στο μάγουλο και άνοιξε τα μάτια της. Και δεν ξέρω πως φιληθήκαμε στα χείλι για πρώτη φορά…