Second Chance
Κεφάλαιο 3ο
Μπέλλα
«Καλησπέρα» κατευθείαν μόλις άκουσε τη φωνή μου γύρισε το κεφάλι του προς το μέρος μου.
«Ήρθες» είπε χαμογελώντας και σηκώθηκε από τη θέση του ερχόμενος κοντά μου.
«Γιατί δεν με περίμενες;» ρώτησα κοιτώντας τον κατάματα.
«Όχι σε περίμενα απλώς χάρηκα που ήρθες. Έλα κάτσε» μου τράβηξε τη καρέκλα και καθώς έκατσα τον έβλεπα να με κοιτάει από τη κορφή έως τα νύχια. «Λοιπόν τι κάνεις;»
«Καλά είμαι εσύ;» η συζήτηση ήταν κάπως αμήχανη και ελπίζω αυτό να έχει αλλάξει μέχρι το τέλος της βραδιάς. Θεέ μου είναι τόσο κούκλος μέσα στο κοστούμι του...
«Μια χαρά και εγώ. Τι θα ήθελες να παραγγείλεις;» αμέσως πήρα στα χέρια μου το μενού προσπαθώντας να διαλέξω κάτι μέσα από όλα αυτά που σίγουρα ήταν καταπληκτικά.
«Χμμ. Τι να πάρω;» συλλογίστηκα δυνατά κοιτώντας το κατάλογο εξονυχιστικά γιατί είμαι και κάπως περίεργη στο φαγητό. Το μάτι μου έπεσε πάνω σε μια λέξει που για μένα με στέλνει στο παράδεισο.... Το αγαπημένο μου.... Φιλέτο... «Θα πάρω ένα φιλέτo A la creme» αποφάσισα τελικά και ο Έντουαρντ φώναξε τον σερβιτόρο για να μας πάρει παραγγελία.
«Πες μου μερικά πράγματα για σένα» είπε όταν έφυγε ο σερβιτόρος.
«Τι θες να μάθεις;»
«Διάφορα πράγματα για σένα. Το μόνο που ξέρω είναι το όνομα σου
και αυτό δεν το έμαθα από εσένα»
«Α ναι ε; Και από που το έμαθες;» όντως ούτε το όνομα μου δεν του είχα πει αλλά από που το έμαθε;
«Έτσι όπως "έπεσες" πάνω μου στη παραλία σου έπεσε αυτό» είπε και μου άφησε κάτι μπροστά μου.
«Ωχ η κάρτα της δουλειάς μου.» αυτή τη κάρτα τη χρησιμοποιώ όταν πηγαίνω και όταν φεύγω από τη δουλειά μου για να βλέπουν τις ώρες. «Σε ευχαριστώ που μου την έφερες γιατί δεν θα μπορούσα να πάω στη δουλειά χωρίς αυτήν. Δεν είχα πάρει χαμπάρι ότι μου είχε πέσει»
«Το κατάλαβα και γι' αυτό και σου την έφερα. Τέλος πάντων τι θα μου πεις για σένα;» με ξαναρώτησε χαμογελώντας μου πλατιά.
«Λοιπόν με λένε Ιζαμπέλλα Μαρί Σουάν και μεγάλωσα στο Φόρκς. Ήρθα εδώ όταν πέρασα στη σχολή δημοσίων σχέσεων. Εδώ γνώρισα και τον Ντέιμον με τον οποίο είχαμε σχέση πολλά χρόνια αλλά δεν παντρευτήκαμε ποτέ. Μετά έμεινα έγκυος και το κράτησα. Όλα ήταν μια χαρά μέχρι που άρχιζε να αλλάζει. Μετά έμαθα ότι με απατούσε και τον χώρισα.Απο τότε συγκατοικώ με την καλύτερη μου φίλη την Άλις που είναι και νονά του Στέφαν την οποία γνώρισα στη σχολή. Αυτά από μένα τώρα η σειρά σου» τελείωσα την αφήγηση μου και του είπα να ξεκινήσει τη δική του. Τη στιγμή που μίλαγα είχε έρθει και το φαγητό το οποίο ήταν τέλειο.
«Εμένα με λένε Έντουαρντ Άντονι Κάλλεν και είμαι από το Σικάγο. Μένω μόνιμα στο Λ.Α. εδώ και πολλά χρόνια και δουλεύω σε μια δικηγορική εταιρία. Έχω μια αδερφή τη Ρόζαλι και οι γονείς μου μένουν στο Σαν Ντιέγκο αλλά έρχονται κάθε τέλη του μήνα για να μας δουν.»
«Τέλεια. Ορίστε τώρα γνωριζόμαστε» συνέχισε κλείνοντας μου το μάτι. «Πες μου και άλλα για το γιο σου. Πρέπει να είναι πολύ δύσκολο να μεγαλώνεις ένα παιδί μόνη σου»
«Δεν είμαι μόνη μου έχω την Άλις. Αλλά είναι όντως λίγο δύσκολο όλο αυτό. Και να φανταστείς ποτέ δεν ήθελα παιδιά. Και όμως τώρα ευχαριστώ τον Θεό που μου τον χάρισε.» είπα και χαμογέλασα γλυκά στη θύμηση του προσώπου του.
«Τον πατέρα του τον βλέπει;»
«Ναι τον βλέπει κάθε Σ/Κ αλλά και μια εβδομάδα τις
γιορτές. Σχετικά με τον μικρό έχουμε άριστη σχέση» του εξήγησα και τον είδα να κουνάει το κεφάλι του καταφατικά.
«Χαίρομαι»... Και κάπως έτσι μιλήσαμε για τα πάντα. Για τις εταιρίες που δουλεύουμε, για τις οικογένειες μας και για άλλα πολλά. Μέχρι που ήρθε η ώρα να φύγουμε είχα περάσει πολύ καλά. Ανταλλάξαμε και αριθμούς για να ξανασυναντηθούμε. Με πήγε μέχρι το αμάξι μου μιας και η ώρα ήταν 12 το βράδυ.
«Λοιπόν... Τα ξαναλέμε.... Καληνύχτα...» του είπα όταν σταματήσαμε δίπλα στο αμάξι μου.
«Οπωσδήποτε. Καληνύχτα...» είπε και φαινόταν λες και σκεφτόταν κάτι... Τον έβλεπα ότι ήταν προβληματισμένος και αποφάσισα να τον ρωτήσω τι έχει αλλά με πρόλαβε αφήνοντας μου ένα πεταχτό φιλί στο στόμα. «Τα λέμε» είπε και -αφού μου κράτησε τη πόρτα ανοιχτή για να μπω- μπήκα μέσα στο αμάξι και τον είδα να πηγαίνει στο δικό του-το οποίο ήταν ένα Βόλβο νομίζω ασημί.
Μετά από περίπου 15 λεπτά έφτασα στο σπίτι με τις γόβες να με έχουν πεθάνει. Μόλις ανέβηκα πάνω είδα την Άλις να κοιμάται στο καναπέ.
«Άλιςςςς. Ξύπνα παιδί μου» τη σκούντηξα απαλά γιατί θα πιαστεί αν κοιμηθεί στο καναπέ.
«Μμμμ. Άσε με λίγο ακόμα» μουρμούρισε και γέλασα σιγανά.
«Σήκω καλέ να πας να κοιμηθείς στο κρεβάτι σου. Θα πιαστείς εδώ» σήκωσε λίγο το κεφάλι της και επεξεργάστηκε το δωμάτιο. Όταν κατάλαβε που βρισκόταν σηκώθηκε και άρχισε να πηγαίνει προς το δωμάτιο της.
«Πως περάσατε;» με ρώτησε καθώς την βοηθούσα να πάει στο κρεβάτι της.
«Αύριο αυτά. Άντε κοιμήσου τώρα»
«Μμμ...» μουρμούρισε και αφού ξάπλωσε άλλαξε πλευρό και συνέχισε τον ύπνο της ακάθεκτη.
Πωω τι μεγάλη μέρα που ήταν η σημερινή... Αφού έβγαλα επιτέλους αυτές τις γόβες που με είχαν πεθάνει και άλλαξα ξάπλωσα με την μορφή του να με συντροφεύει...
Το πρωί...
«Καλημέραααα» άκουσα τη φωνή της Άλις και την ένιωσα να ξαπλώνει δίπλα μου.
«Άσε με λίγο ακόμη» γύρισα από την άλλη αλλά ο ύπνος μου είχε περάσει οπότε και σηκώθηκα.
«Τι ώρα είναι;» την ρώτησα καθώς ανακάθισα στα σκεπάσματα.
«11:00....Θα σε άφηνα να κοιμηθείς και άλλο αλλά θα έσκαγα. Έχω ξυπνήσει εδώ και 2 ώρες και συνέχεια με έτρωγε η αγωνία. Πες μου τώρα τι έγινε χθες;»
«Φτιάξε καφέ και θα στα πω» καθώς τεντωνόμουν ένας δίσκος με πρωινό εμφανίστηκε μπροστά μου.
«Δικά σου» αμέσως βούτηξα το κρουασάν και το καφέ. «Πες μου όμως»
«Τι να σου πω...» ξεκίνησα με το στόμα γεμάτο. «Πήγαμε σε ένα εστιατόριο πολύ ωραίο. Μιλήσαμε για όλους και για όλα. Ανταλλάξαμε και τους αριθμούς μας και μάλλον θα ξανασυναντηθούμε»
«ΑΑΑΑΑΑ. Τέλειααααα» είπε χαρούμενη χτυπώντας παλαμάκια.
«Εσείς πως περάσατε;»
«Πήγαμε για φαγητό. Α! Μου είπε μια μέρα να πάμε σπίτι του να μαγειρέψουμε όλοι μαζί όπως παλιά.»
«Ωραία να το κανονίσουμε» συχνά πηγαίναμε σπίτι του Τζάσπερ μαγειρεύαμε και μετά κοιμόμασταν εκεί. Είχε πολύ πλάκα. Βέβαια μερικές φορές έπαιρνα και τον Στέφαν μαζί γιατί του άρεσε να περνάει τον χρόνο του μαζί μας. Μαγείρευε και αυτός με τον δικό του τρόπο φυσικά.
«Α πήρε ο Ντέιμον και είπε ότι θα πάνε μαζί με τον Στέφαν στο λούνα πάρκ και να μην ανησυχείς αν δεν σηκώνει το κινητό του»
«Εντάξει» πήγαμε και κάτσαμε μαζί στο σαλόνι και είδαμε τηλεόραση. «Τι θα κάνουμε σήμερα;»
«Δεν ξέρω. Θες να πάμε να δούμε καμιά ταινία μαζί με τον Στέφαν;»
«Ναι ωραία θα είναι. Παίζει νομίζω ένα με τα στρουμφάκια. Θα του αρέσει αφού δεν χάνει κανένα επεισόδιο στη τηλεόραση»
«Ναι το έχω δει και εγώ σε κάτι διαφημίσεις. Φαίνεται πολύ ωραίο. Εξάλλου και εμείς παιδιά είμαστε» είπε η Άλις και μου έδωσε μια σπρωξιά φιλικά.
«Ναι τι να σου πω. Λίγο μεγάλα παιδιά αλλά παιδιά» καθώς σχολιάζαμε την προηγούμενη νύχτα πέρασε και η ώρα και ήρθε το απόγευμα.
«Με τη συζήτηση ξεχάσαμε και να φάμε. Να φτιάξω καμιά ομελέτα;» την ρώτησα γιατί η κοιλιά μου χόρευε κλακέτες.
«Φτιάξε και εγώ πάω να πάρω καμιά ταινία να δούμε»
«Οκ» Αμέσως ξεκίνησα να φτιάξω τις ομελέτες αλλά με σταμάτησε ο ήχος του κινητού μου.
«Παρακαλώ;» το νούμερο στην οθόνη δεν μου έλεγε κάτι.
«Μπέλλα; Ο Έντουαρντ είμαι» Όπα. Τόσο γρήγορα;
«Α Έλα Έντουαρντ. Τι κάνεις;»
«Καλά εσύ;»
«Μια χαρά» ήταν αμήχανη πάλι η ατμόσφαιρα ή κάνω λάθος.
«Λοιπόν τι θα έλεγες να πάμε για ποτό αύριο; Φέρε και την Άλις αν θες.»
«Α τέλεια... Θα της το πω και θα σου στείλω μήνυμα.» Ωραία. Θα δω και πως θα φανεί στην Άλις.
«Οκ. Θα περιμένω. Φιλάκια.»
«Γεια» Αχ τι ωραία θα ξαναβγούμε και θα είναι και η Άλις... Μακάρι να της κάνει καλή εντύπωση.
«Μπέλλα;» άκουσα την Άλις να με φωνάζει και αμέσως έτρεξα προς το μέρος της.
«Δεν θα το πιστέψεις.... Ζω ένα όνειρο» της έλεγα λάμποντας ολόκληρο καθώς την είχα πάρει από το χέρι και την έκανα σβούρες.
«Εεεε σταμάτα να με γυρνάς γιατί θα κάνω εμετό πάνω σου. Τι έγινε;» με ρώτησε και αφού σταμάτησα την έβαλα να καθίσει στον καναπέ έκατσα δίπλα της.
«Με πήρε τηλέφωνο ο Έντουαρντ και μου είπε αν θέλουμε να πάμε για ποτό αύριο. Και μου είπε επίσης να έρθεις και εσύ μαζί» πήρα μια ανάσα γιατί τα είπα γρήγορα και συνέχισα «Πες μου ότι θα έρθεις... Σε παρακαλώ Άλις θέλω να τον γνωρίσεις.... Και φυσικά να φέρεις και τον Τζάσπερρρ.... Ε τι λες;;;;»
«Θα έρθω Μπέλλα μου γιατί κάνεις σαν τρελή;»
«Δεν ξέρω. Θέλω πολύ να τον ξανασυναντήσω.» το ξέρω κάνω σαν 17χρονη αλλά και μόνο στη σκέψη να τον ξανασυναντήσω με πιάνει ταχυπαλμία.
«Τώρα ηρέμισε γιατί σε λίγο θα έρθει ο Στέφαν και δεν πρέπει να σε δει έτσι.... Σαν ξελιγωμένη είσαι» είπε και γέλαγε μόνη της.
«Γελάσαμε και σήμερα με τα κρυόκωλα που πετάς. Χαχα» της είπα ξινισμένα και εκείνη για να με εκδικηθεί ήρθε κοντά μου και άρχισε να με γαργαλάει.
«Άσε μεεεεε» άρχισα να φωνάζω αλλά εκείνη το χαβά της. «Σε παρακαλωωωωωω» τίποτα εκείνη. Τι την παρακάλαγα, τι της υποσχόμουν ότι θα πηγαίνουμε για ψώνια κάθε μέρα τίποτα εκείνη. Μέχρι που χτύπησε το κουδούνι.
«Σε έσωσε τυχερούλα.» μου είπε καθώς με άφησε να φύγω.
«Ήρθε το μωρό μου» της είπα και έτρεξα προς το θυροτηλέφωνο.
«Ναι;» είπα αν και έβλεπα από την κάμερα τον Ντέιμον.
«Μαμαααα» άκουσα τη φωνή του Στέφαν να με φωνάζει.
«Μωρό μου» του είπα και τους άνοιξα. Άνοιξα την πόρτα και τους περίμενα μαζί με την Άλις.
«Μαμά» φώναξε ο Στέφαν και έπεσε στην αγκαλιά μου.
«Αγάπη μου πως πέρασες με τον μπαμπά;» τον ρώτησα καθώς μπήκαμε όλοι μαζί μέσα στο σπίτι. Ο Ντέιμον έδωσε στην Άλις την τσάντα του Στέφαν και ένα αυτοκινητάκι.
«Τέλεια. Είδαμε ζωάκια και μια τίγρη που ήταν τόοοοοσο μεγάλη» είπε και με τα χέρια του μου έδειξε πόσο ψηλή ήταν.
«Μπράβο αγάπη μου» του είπα και του έδωσα ένα δυνατό φιλί στο μάγουλο. «Μωρό μου τι λες θες να πάμε να δούμε ταινία;»
«Ναιιιιι. Να έρθει και ο μπαμπάς μαμά;;;» φτουυυυ σκατά......
«Αν θέλει. Θέλεις να έρθεις Ντέιμον;» τον ρώτησα με την ελπίδα να πει όχι... Μπορεί για χάρη του Στέφαν να είμαστε εντάξει αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να ξεχάσω ότι μου έκανε όπως και δεν θα ξεχάσω και τις μέρες μετά τον χωρισμό μας.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Μετά από μια μέρα που η Μπέλλα είπε στον Ντέιμον να χωρίσουν......
«Μπέλλαααα..... Βγες έξω σε αγαπωωωωω» τον άκουσα να φωνάζει για άλλη μια ακόμη φορά και τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι.
«Πες του να φύγει να πάει στην τσ@@@ρα του.....» Φώναζα σπάζοντας ότι έβρισκα μπροστά μου.
«Μπέλλα ηρέμισε. Σκέψου το μωρό που έχεις στα σπλάχνα σου»
«ΠΑΡΑΤΑΜΕ ΠΕΣ ΤΟΥ ΝΑ ΦΥΓΕΙ.... ΚΑΡ@@@@ΖΙΙΙΙΙΙ»φώναξα και πήγα να πέσω. Η Άλις με έπιασε στο τσακ και με έβαλε να ξαπλώσω. Μου έφερε ένα χυμό και μετά βγήκε στο μπαλκόνι.
«Δεν θέλει να σε δει.... Φύγε καλύτερα» του φώναξε αλλά σιγά μην την άκουγε.
«Δεν φεύγω... Πες της να βγει.... Δεν φεύγω αν δεν κατέβει κάτω να μιλήσουμε» η Άλις μπήκε μέσα και πήγε κατευθείαν στην τσάντα της.
«Έλα Τζάσπερ... Έλα γρήγορα στο σπίτι. Είναι εδώ ο Ντέιμον και φωνάζει ότι θέλει να δει την Μπέλλα. Η Μπέλλα δεν είναι καθόλου καλά. Φοβάμαι για το μωρό» είπε και έκλεισε κατευθείαν.
«ΜΠΕΛΛΑΑΑΑ»
«Θα κατέβω κάτω Άλις» είπα και βγήκα από το σπίτι με την Άλις να με ακολουθεί.
Βγήκα έξω και τον είδα απέναντι μου. Μύριζε αλκοολ από χιλιόμετρα και τα μάτια του ήταν δακρυσμένα.
«Φύγε κάθαρμαααα. Μου κατέστρεψες τη ζωή» του φώναξα και τον χτύπαγα όπου έβρισκα. Η Άλις προσπαθούσε να με καλμάρει λέγοντας μου για το μωρό αλλά εμένα το μυαλό μου είχε θολώσει.
«Δεν έκανα τίποτα μαζί της. Μόνο εσένα αγαπώ»
«ΜΟΝΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ ΑΓΑΠΑΣ.ΦΥΓΕΕΕΕΕΕΕ» φώναξα και πήγα να τον χαστουκίσω αλλά μου έπιασε το χέρι πριν προλάβω. «ΜΗΝ ΜΕ ΑΚΟΥΜΠΑΣ. ΣΕ ΣΙΧΑΙΝΟΜΑΙ.... ΠΗΓΑΙΝΕ ΣΤΗ ΤΣ@@@ΡΑ ΣΟΥ»
«Τι γίνεται εδώ;» άκουσα τη φωνή του Τζάσπερ από πίσω μου και απευθείας ο Ντέιμον μου άφησε το χέρι.
«Τώρα εσύ τι ανακατεύεσαι;» είδα τον Ντέιμον να του πουλάει μαγκιές και φοβήθηκα. Είχε πιει μπορεί να έκανε καμιά βλακεία.
«Ανακατεύομαι ρε γιατί μπορεί εσύ να μην σε ενδιαφέρει η Μπέλλα εμένα όμως με ενδιαφέρει. Και εφόσον σου λέει να φύγεις εσύ πρέπει να φύγεις. Κατάλαβες»
Ο Ντέιμον έκανε σαν να μην τον άκουσε και γύρισε σε εμένα που έκλαιγα ακόμα περισσότερο.
«Σε παρακαλώ... Σε αγαπάω ρε γαμώτο»
«ΠΑΡΑΤΑΜΕ.... ΣΟΥ ΕΙΠΑ ΝΑ ΦΥΓΕΙΣ» του φώναξα αλλά εκείνος τίποτα.
«ΔΕΝ ΦΕΥΓΩ ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ» είπε και με άρπαξε στην αγκαλιά του.
«ΜΗΝ ΜΕ ΑΚΟΥΜΠΑΣ. ΣΕ ΣΙΧΑΙΝΟΜΑΙ... ΥΠΟΚΡΙΤΗ» του φώναξα και αυτό ήταν το τελευταίο που θυμάμαι.... Την επόμενη μέρα ξύπνησα στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου με την Άλις δίπλα μου να κλαίει. Μετά από 2 μέρες ξανασυναντηθήκαμε με τον Ντέιμον και αποφασίσαμε να τα πηγαίνουμε καλά για χάρη του παιδιού.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
«Ναι θα έρθω. Πάμε;» μας ρώτησε και τα μάτια του έλαμπαν. Μετά από τόσο καιρό ακόμα δεν το πήρε απόφαση ότι δεν θα γίνει κάτι παραπάνω μεταξύ μας παρόλο που το προσπάθησε πολύ.
«Περιμένετε να ντυθούμαι» είπε η Άλις και πήγαμε στο δωμάτιο μου.
«Ακόμα δεν το έχει καταλάβει ότι δεν τον θες.» είπε η Άλις μόλις έκλεισε τη πόρτα πίσω της.
«Το κατάλαβα αυτό αλλά δεν με ενδιαφέρει και πολύ τι θέλει. Άντε πήγαινε να ντυθείς για να μην αργήσουμε» έψαξα τη ντουλάπα μου και επί μισή ώρα την κοιτούσα λες και διάβαζα κινέζικα. Αλλά επιτέλους βρήκα κάτι.
«Έτοιμη» είπα όταν πήγα κοντά τους.
- Σπόιλερ:
«Είσαι μια κούκλα» είπε ο Ντέιμον κοιτώντας με από την κορφή έως τα νύχια.
«Ευχαριστώ» του είπα κάπως ξινισμένα.
«Έτοιμη και εγώ» είπε και η Άλις η οποία ήταν πολύ όμορφη.
- Σπόιλερ:
«Εκκεντρική όπως πάντα. Μπράβο» της είπα χαμογελώντας της. «Άντε πάμε».
Μόλις φτάσαμε στο εμπορικό πήγαμε κατευθείαν στο σινεμά.
«Στέφαν ποιό θες να δούμε;» τον ρώτησα αν και ήξερα ήδη την απάντηση.
«Τα στρουμφάκια» είπε και αφού τον πήρα από το χέρι πήγα και έβγαλα 4 εισιτήρια για τα στρουμφάκια. Πήραμε ποπ-κορν και μπήκαμε στην αίθουσα. Το έργο δεν είχε ξεκινήσει ακόμα οπότε περιμέναμε.
«Μαμά τέλω νερό» είπε ο Στέφαν μετά από 5 λεπτά.
«Πάω να σου πάρω» του είπα και του έδωσα ένα φιλάκι καθώς σηκώθηκα.
«Θα έρθω και εγώ μαζί σου. Άλις πρόσεχε τον μικρό» είπε ο Ντέιμον και με ακολούθησε. Γαμώτο... είπα και αναστέναξα.
Πήγαμε στη καντίνα χωρίς να μιλάμε καθόλου.
«Ένα μπουκαλάκι νερό;» είπα στον άνθρωπο και περίμενα. Όταν το πήρα και πήγα να γυρίσω κατά λάθος έπεσα πάνω στον Ντέιμον ο οποίος δεν έχασε ευκαιρία και με φίλησε. Μπλιαξ....
Την ώρα που πήγα να τον χαστουκίσω άκουσα κάποιον να φωνάζει το όνομα μου.
«Μπέλλα;» αυτόματα γύρισα προς τη φωνή και κοκάλωσα.
Περιμένω τα σχόλια σας εδώ:
http://www.bellandedward.org/t1677-topic