Bella And Edward
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.



 
ΦόρουμΠόρταλΕικονοθήκηΑναζήτησηLatest imagesΣύνδεσηΕγγραφή
Η συνέχεια της διάσημης σειράς βιβλίων έρχεται στα βιβλιοπωλεία στις 4 Αυγούστου με τίτλο «Midnight Sun» και αφηγείται την ιστορία του «Λυκόφωτος» από την πλευρά του Edward Cullen.
Πρόσφατα Θέματα
» Ashley's Greene blog
Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΠαρ 17 Μαρ 2023 - 15:11 από Marzaki Cullen

» Τι ακουτε αυτη την στιγμη;
Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΠαρ 4 Ιουν 2021 - 15:08 από April

» Bella And Edward - 11 χρόνια μετά
Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΤετ 6 Ιαν 2021 - 20:34 από Marzaki Cullen

» Συζήτηση για το Midnight Sun
Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΚυρ 13 Δεκ 2020 - 17:38 από Katrin

» Robert Pattinson
Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΔευ 7 Σεπ 2020 - 21:40 από $ofi@ + Edward

» Infernal Devices - Κουρδιστός 'Αγγελος
Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΠαρ 8 Μάης 2020 - 1:03 από evi

» Wallpapers by twins
Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΔευ 4 Μάης 2020 - 13:25 από Zafrina

» Twilight the movie
Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΚυρ 3 Μάης 2020 - 12:07 από hiddenfantasy

» Vampire Diaries - TV Series
Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΔευ 13 Απρ 2020 - 12:11 από Zafrina

» New Moon the movie
Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΠαρ 10 Απρ 2020 - 12:49 από Zafrina

Παρόμοια θέματα
    Quote of the Week
    "Bella is with Edward. She's a part of this family, and we protect our family."

    Carlisle Cullen, Twilight
    Character of the Week
    Rosalie Lillian Hale

    (born 1915 in Rochester, New York) is a member of the Olympic coven.

    She is the wife of Emmett Cullen and the adoptive daughter of Carlisle and Esme Cullen, as well as the adoptive sister of Jasper Hale (in Forks, she and Jasper pretend to be twins), Alice, and Edward Cullen.

    Rosalie is the adoptive sister-in-law of Bella Swan and adoptive aunt of Renesmee Cullen, as well as the ex-fiancée of Royce King II.
    Νοέμβριος 2024
    ΔευΤριΤετΠεμΠαρΣαβΚυρ
        123
    45678910
    11121314151617
    18192021222324
    252627282930 
    ΗμερολόγιοΗμερολόγιο
    Bella & Edward Playlist
    Το μαργαριτάρι της Ροδεσίας

    Στο κατώφλι µιας νέας εποχής για τη Ροδεσία, η Μάντριγκαλ, έχοντας χάσει τον άντρα της λίγες µονάχα ώρες µετά τον γάµο τους, θρήνησε βαθιά την απώλειά του και αποφάσισε να ζήσει µε τη θύµησή του. Όµως δεν φαντάστηκε ποτέ πως θα της ζητούσαν να πάρει τη θέση της συζύγου του βασιλιά.

    Ο βασιλιάς Έντουαρντ, αφού γνώρισε την απόλυτη ευτυχία δίπλα στη γυναίκα που λάτρεψε όσο καµία, την Άµπερλιν, δέχτηκε το σκληρότερο χτύπηµα της µοίρας όταν εκείνη πέθανε πριν προλάβει να φέρει στον κόσµο το παιδί τους. Ωστόσο, προκειµένου ν' ανταποκριθεί στα βασιλικά του καθήκοντα και να χαρίσει έναν διάδοχο στη Ροδεσία, είναι υποχρεωµένος να παντρευτεί ξανά και απ' όλες τις υποψήφιες επιλέγει τη Μάντριγκαλ.

    Μήπως όµως το όνοµα της νέας του συζύγου κουβαλά µια σκοτεινή µοίρα; Άραγε υπάρχει ελπίδα να αλλάξει το πεπρωµένο; Θα καταφέρει η Μάντριγκαλ να ξυπνήσει την αγάπη στην καρδιά του άντρα και βασιλιά της; Κι εκείνος θα είναι σε θέση να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί τα αισθήµατά του πριν χάσει τα πάντα για άλλη µια φορά;

    Συγγραφέας ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΜΑΡΙΑ
    Εκδότης ΩΚΕΑΝΙΔΑ


     

     Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake

    Πήγαινε κάτω 
    ΣυγγραφέαςΜήνυμα
    Bale_413
    Twilight Human
    Twilight Human
    Bale_413


    Άντρας Τόπος : Κοζάνη City
    Αριθμός μηνυμάτων : 35
    Registration date : 13/08/2012

    Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  Empty
    ΔημοσίευσηΘέμα: Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake    Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΤρι 25 Σεπ 2012 - 23:24

    Διέγραψα όλα τα παλιά φανφικ για να βάλω αυτό το νέο και καλύτερο από τα άλλα το Uncharted 3. Είναι το παιχνίδι ακριβώς όπως είναι σε μορφή βιβλίου. Διευκρινίζω ότι αν σας άρεσαν τα προηγούμενα, αυτό πιστεύω ότι θα σας αρέσει όσο όλα τα υπόλοιπα μαζί. Κάθε εβδομάδα θα βάζω και από ένα κεφάλαιο.

    Ορίστε το πρώτο...


    “Όλοι οι άνθρωποι ονειρεύονται. Αλλά όχι το ίδιο. Αυτοί που ονειρεύονται τη νύχτα, ξυπνάνε την ημέρα και βρίσκουν ότι ήταν ψεύτικο. Αλλά αυτοί που ονειρεύονται την μέρα, είναι επικίνδυνοι άνθρωποι. Ειδικά αυτοί που ονειρεύονται με ανοιχτά τα μάτια και κάνουν το όνειρο πραγματικότητα. Αυτό έκανα κι εγώ.”
    T.E. Lawrence (Lawrence of Arabia, Λώρενς της Αραβίας)

    Δύο άτομα με κοστούμια πρεπατούσαν στους κρύους δρόμους του Λονδίνου πηγαίνοντας σε μία σημαντική συνάντηση. Ήταν νύχτα, λίγο πριν τα μεσάνυχτα όταν αυτοί οι δύο έφταναν στην παμπ, όπου είχαν κανονίσει να πάνε. Ό ένας από αυτούς, ήταν ψηλός και σχετικά νέος, με μαύρα γυαλιστερά μαλλιά, περπατώντας με καμάρι. Ο άλλος ήταν μεγάλης ηλικίας, με τα άσπρα μαλλιά του να πηγαίνουν πίσω από το αεράκι που φυσούσε. Είχε ένα γκρίζο μουστάκι το οποίο κάλυπτε το πάνω χείλος του στόματός του, το οποίο αυτή τη στιγμή είχε μέσα του ένα πούρο όπως συνήθως. Αυτοί που περπατούσαν ήταν ο Νέιθαν Ντρέικ και ο Βίκτορ Σάλλιβαν.
    Περπατούσαν επί ένα μισάωρο στους έρημους δρόμους του Λονδίνου για ένα χαρτοφύλακα γεμάτο χρήματα. Ήταν έτοιμοι για μια “μεγάλη” ανταλλαγή.Τώρα βρισκόντουσαν πολύ κοντά ια βαλίτσα. Ο Σάλλυ, όπως τον φώναζε ο Νέιθαν, πέταξε κάτω το πούρο που κάπνιζε και ξερόβηξε. Ο Νέιτ έπιασε το ανεκτίμητης αξίας αντικείμενο που θα αντάλλαζε, για μια τελεφταία φορά και πήρε μια βαθιά ανάσα. Μόλις είχαν φτάσει. Έξω από την παμπ στεκόταν ένας από τους μπράβους αυτού που θα συναντούσαν. Έκανε στην άκρη να περάσουν.
    Μπήκαν χωρίς πολλά λόγια στην πάμπ. Με το που έκλεισε η πόρτα πίσω τους, όλα τα μάτια γύρισαν προς τα πάνω τους. Ο Νέιτ έκανε ότι δεν τους πρόσεξε. Ήταν όλοι μπράβοι σαν αυτόν που είδαν στην είσοδο. Ο Σάλλυ τους έριξε μια κλεφτή ματιά και κοίταξε την παμπ. Ήταν διόροφη και δωτεινή. Ο Σάλλυ ήξερε πως ήταν πάντα γεμάτη, όμως δεν είχε ξαναέρθει. Όλο το μέρος φωτιζόταν από ένα ανοιχτό πράσινο φως. Στην άκρη του μπαρ, δίπλα στον μπαρμαν, υπήρχε ένα τζουκμποξ, το οποίο έπαιζε ένα τραγούδι που δεν άρεσε ούτε στον Νέιτ, ούτε στον Σάλλυ. Για να μην χάσουν άλλο χρόνο, πήγαν στο μπαρ και ρώτησαν τον μπαρμαν “που είναι ο Ντρέικ;”. Ο μπαρμαν βγήκε από το μπαρ, άνοιξε μια παλιά,ξύλινη πόρτα και τους έκανε νόημα να περάσουν. Τους είπε να ανεβούν την σκάλα για τον πάνω πάτωμα.
    Το κάθε σκαλοπάτι που πατούσαν έτριζε, πρέπει να ήταν παλιά η σκάλα. Ανέβηκαν σχεδόν τρέχοντας την σκάλα και στάθηκαν έξω από μία μισάνοιχτη παλιά πόρτα, σαν αυτή που διάβηκαν πριν λίγο. Ο Νέιτ άνοιξε και έκανε στην άκρη να περάσει ο Σάλλυ. Όταν μπήκε και ο Νέιτ, είδε τον Σάλλυ με τα χέρια ψηλά και έναν γεροδεμένο και ψηλό άντρα, φαλακρό, να τον τσεκάρει για τυχόν οπλοφορία. Όταν τελείωσε έψαξε και τον Νέιτ. Σε κάποια φάση τον έπιασε στα αχαμνά. “Το απολαμβάνεις φίλε;” ρώτησε ο Νέιτ.
    “Το απολαμβάνω τόσο, όσο αστείο ήταν και αυτό που είπες.” απάντησε ο μπράβος.
    Τελείωσε και με τον Νέιτ και φώναξε στο αφεντικό του “Καθαροί!”. Το αφεντικό του φορούσε και αυτός κοστούμι μαζί με μία κόκκινη γραβάτα όπου ταίριαζε με το υπόλοιπο ντύσιμο. Είχε καστανά μαλλιά, χτενισμένα και λίγο μούσι. Ίσα που φαινόταν. Κοίταξε τον Νέιτ και μετά όλο το υπόλοιπο δωμάτιο όπου ήταν ίδιο με το κάτω, μόνο που στον ένα τοίχο υπήρχαν δυο παράθυρα. Στη μέση του δωματίου αντί για τζουκμποξ, υπήρχε ένα μπιλιάρδο. Οι δύο καλεσμένοι πήγαν και στάθηκαν απέναντι από το αφεντικό που τους είχε καλέσει για την ανταλλαγή. Ο Σάλλυ τον κοίταξε και τον ρώτησε με την γνωστή γέρικη και περίεργη φωνή του “Ο Τάλμποτ έτσι;”
    “Να υποθέσω ο κύριος Σάλλιβαν;” ρώτησε ο Τάλμποτ και έστρψε το βλέμμα του στον Νέιτ “και εσύ να υποθέσω ότι είσαι ο Ντρέικ, έτσι;” ρώτησε τον Νέιτ με φωνή απέχθειας, σαν να μιλούσε σε ζητιάνο.
    “Ναι, ο Ντρέικ είμαι.” είπε με τον την φωνή απέχθειας ο Νέιτ.
    Ο Τάλμποτ τους κοίταξε και τους δυο. “Το φέρατε;”
    Ο Νέιτ και ο Σάλλυ κοιτάχτηκαν. “Πρώτα να δούμε τα λεφτά.” είπε ο Σάλλυ, που είχε αρχίσει κιόλας να βαριέται. Ο Τάλμποτ έγνεψε καταφατικά, γύρισε στον γεροδεμένο, φαλακρό άντρα που πριν είχε ψάξει τον Νέιτ και τον Σάλλυ και του είπε “Κάττερ, τον χαρτοφύλακα.”
    Ο Κάττερ πήγε στην μια πλευρά του μπιλιάρδου και έβγαλε από κάτω του έναν ασημί χαρτοφύλακα. Τον άφησε μπροστά στους άλλους και τον άνοιξε. Ήταν γεμάτος χρήματα. Ο Νέιτ πήρε μια δεσμίδα και την περιεργάστηκε. Ο Τάλμποτ που είχε αρχίσει να βαριέται κι αυτός ζήτησε από τον Νέιτ το πολύτιμο αντικείμενο για το οποίο μόλις είχε πληρωθεί για να το δώσει. Ήταν το περίφημο δαχτυλίδι του εξερευνητή Σερ Φράνσις Ντρέικ, που τύχαινε να είναι και πρόγονος του Νέιτ. Ο Νέιτ είχε δέσει ένα σχοινί γύρω του και το φορούσε στον λαιμό για να είναι σίγουρος πως δεν θα το χάσει. Το έβγαλε και το έδωσε στον Τάλμποτ. Εκείνος το πήρε και έβγαλε από την τσέπη του σακακιού του ένα εργαλείο για να επαληθεύσει την αξία του. Άρχισε να το περιεργάζεται.
    “Πρέπει να επαληθεύσω την αξία του. Χμ, ασήμι, 16ου αιώνα, εποχιακός σχεδιασμός και έχει γραμμένο το σύνθημα του Φράνσις Ντρέικ.” Έβαλε το μηχάνημα επαλήθευσης στην τσέπη του. “Λοιπόν είναι αυθεντικό.”
    “Και βέβαια είναι!” είπε δυνατά ο Σάλλυ.
    Ο Νέιτ περιεργαζόταν ακόμα δεσμίδες χρήματος. Ο Τάλμποτ συνέχισε την δουλειά του “Και αν μου επιτρέπεται, πως μπλέξατε σε όλο αυτό;”
    “Έχει σημασία;” ρώτησε θυμωμένος ο Σάλλυ.
    “Ο συναίτερός μου θα μείνει πολύ ευχαριστημένος.” είπε ο Τάλμποτ και άφησε το δαχτυλίδι πάνω στο τραπέζι μπιλιάρδου..
    Ο Νέιτ ανακάλυψε κάτι. Κοίταξε ακόμη μια φορά τα χρήματα και μίλησε “Έει περιμένετε ένα λεπτό. Σάλλυ αυτά είναι ψεύτικα.” είπε και του έδωσε μια δεσμίδα.
    Ο Τάλμποτ είχε θυμώσει τώρα. Ο Σάλλυ είχε βγάλει ένα εξάρτημα σαν αυτό που είχε βγάλει ο Τάλμποτ και έλεγξε την δεμίδα. Τον λόγο πήρε πάλι ο Τάλμποτ “Σας διαβεβαιώ κύριε Ντρέικ...”
    Ο Σάλλυ τους διέκοψε “Όου όου, έχει δίκιο. Το ένα από αυτά έχει αξία τριών δολλαρίων για έναν πλαστογράφο. Τι προσπαθείς να μας δώσεις;”
    Η ατμόσφαιρα είχε αλλάξει. Τώρα ήταν όλοι έτοιμοι να λογομαχήσουν, ακόμα και να χτυπηθούν μεταξύ τους. Ο Τάλμποτ κοίταζε μια τον Σάλλυ και μια τον Νέιτ. Δεν ήξερε τι να κάνει. Τον είχαν ανακαλύψει. Ο Νέιτ τώρα είχε θυμώσει τόσο, που σκότωνε άνθρωπο.
    “Αυτό θα έπρεπε να σας ρωτήσω και εγώ.” είπε ήρεμα ο Τάλμποτ.
    Ο Νέιτ έκλεισε τον χαρτοφύλακα, τον έσπρωξε στο μέρος του Τάλμποτ, είπε “Αυτά είναι βλακείες!” και έβαλε το χέρι του πάνω στο δαχτυλίδι να το πάρει. Ο Τάλμποτ όμως δεν τα παρατούσε. Έβαλε το χέρι του πάνω στο χέρι του Νέιτ. Εκείνος τον κοίταξε “Η συμφωνία έληξε φίλε.” ψιθύρισε ο Νέιτ στον Τάλμποτ και πήρε το χέρι του μαζί με το δαχτυλίδι.
    “Και εσύ” άρχισε ο Σάλλυ “μπορείς να πεις στον 'συνέταιρό' σου, ότι τα σκάτωσες. Έλα Νέιτ, ας φύγουμε από δω.” Προχώρησαν προς την έξοδο. Ο Τάλμποτ ακόμα δεν το έβαζε κάτω “Δεν είστε σε θέση να διαπραγματεύεστε, γι αυτό δώστε το δαχτυλίδι, πάρτε τον χαρτοφύλακα και φύγετε σαν κύριοι!”
    Ο Νέιτ που είχε συνεχίσε να προχωράει σταμάτησε απότομα. Ο Κάττερ τον είχε σταματήσει. Ο Τάλμποτ συμπλήρωσε γελώντας “Όσο ακόμα μπορείτε.”
    “Κάνε ότι σου λένε!” ψυθίρισεο Κάττερ στον Νέιτ και τον έσπρωξε χαλαρά πίσω. Ο Νέιτ κοίταξε γύρω του. Όντως δεν είχαν περιθώρια διαπραγμάτευσης. Παντού σε όλη την παμπ υπήρχαν μπράβοι του Τάλμποτ. Μάλιστα μερικοί απ' αυτούς κρυφογελούσαν με τη χαρά ότι θα τους δείρουν. Κοίταξε πάλι τον Τάλμποτ. “Είσαι ένας κλέφτης.”
    Ο Τάλμποτ τώρα είχε θυμώσει για τα καλά. Ξεφύσηξε και είπε “Εντάξει, τώρα αυτό είναι προσβλητικό.”
    Ο Νέιτ και ο Σάλλυ κοιτάχτηκαν. ¨Εγνεψαν καταφατικά ο ένας στον άλλο. Ο Νέιτ μέσα σε ένα δευτερόλρπτο πήρε μια στέκα και χτύπησε τον Κάττερ στο κεφάλι με όλη του την δύναμη. Το ίδιο έκανε και ο Σάλλυ σε έναν άλλο μπράβο. Ο Τάλμποτ με το πάσο του, πήρε τον χαρτοφύλακα και έφυγε μαζί με έναν από τους μπράβους του. Ο Κάττερ έσπρωξέ μεόλη του τη δύναμη τον Νέιτ στο τραπέζι του μπιλιάρδου. Ο Νέιτ χτύπησε την πλάτη του και έγειρε πάνω στο τραπέζι. Ο Κάττερ πλησίαζε. Ο Νέιτ με μια γρήγορη κίνηση τον κλώτσησε στην κοιλιά, ρίχνοντάς τον πάνω σε έναν άλλο μπράβο τον οποίο τον πέταξε πάνω σε μία πολυθρόνα.
    Ο Κάττερ έκανε στην άκρη ενώ ο άλλος μπράβος ετοιμαζόταν να χτυπήσει τον Νέιτ. Ταυτόχρονα, ο Κάττερ είχε αρπάξει μια στέκα και ετοιμαζόταν μ' αυτή να χτυπήσει τον Νέιτ στο κεφάλι. Εκείνη τη στιγμή ο Νέιτ που το είχε καταλάβει, έσκυψε, με αποέτλεσμα η στέκα να χτυπήσει το κεφάλι του άλλου μπράβου που στεκόταν εκεί. Ο Νέιτ σηκώθηκε κατευθείαν και έδωσε μια μπουνιά στον Κάττερ. Ένας άλλος μπράβος είχε έρθει πίσω από τον Νέιτ πιάνοντάς τον. Ο Νέιτ τον έσυρε με όλη του την δύναμη στον τοίχο, με την ελπίδα ότι ο μπράβος θα τον άφηνε. Τελικά έκανε λάθος. Ο μπράβος τώρα είχε περάσει τα χέρια του γύρω από τον λαιμό του Νέιτ. Εκείνος τον χτυπούσε με τους αγκώνες του για να ελευθερωθεί. Σε κάποια φάση ο Κάττερ έτρεχε κατά πάνω του. Ο Νλειτ κάπως αναπήδησε και τον χτύπησε και με τα δύο πόδια του. Μετά χτύπησε με το κεφάλι του τον μπράβο και τον πέταξε πάνω στο τραπέζι του μπιλιάρδου. Πήγε κι αυτός εκεί, πήρε το κεφάλι του μπράβου και το χτύπησε σε μια από τις γωνίες του τραπεζιού.
    Ο Σάλλυ είχε πάρει μια καρέκλα και χτύπησε έναν άλλο μπράβο στο κεφάλι, αφήνοντάς τον λιπόθυμο. Έπεσε μετά σε μια καρέκλα για να ξεκουραστεί. Ο Νέιτ ρον πλησίασε και του είπε ότι δεν είναι ώρα για ξεκούραση και του έδωσε το χέρι του. Ο Σάλλυ σκώθηκε από την καρέκλα με την βοήθεια του Νέιτ και κατευθύνθηκαν προς την πόρτα. Δεν πρόλαβαν όμως να βγουν. Ένας υπερβολικά ψηλός και γεροδεμένος μπράβος, φαλακρός και αυτός όπως ο Κάττερ μπούκαρε μέσα και κοίταξε θυμωμένος τον Νέιτ. Ξαφνικά ο Σάλλυ πήγε πίσω του, πήδηξε για να φτάσει το κεφάλι του και τον τράβηξε. Ο Νέιτ είχε αρπάξει μια καρέκλα και ετοιμαζόταν τον χτυπήσει. Πήρε μια ανάσα και το έκανε. Ο Σάλλυ πάλευε να κρατηθεί πάνω στον μπράβο.
    Εκείνη τη στιγμή ο Κάττερ τράβηξε τον Σάλλυ και είπε “Κακή ιδέα παππούλη.” Ο άλλος μπράβος πήρε το κεφάλι του Νέιτ το χτύπησε στη γωνία ενός ραφιού με μπουκάλια. Μετά άρχισε να το σέρνει στο ράφι χτυπώντας και σπάζοντας τα μπουκάλια ένα ένα. Ο Νέιτ είχε κλείσει τα μάτια του για να μην τον πάρουν τα γυαλιά και περίμενε μέχρι να τελειώσει όλο αυτό. Ο μπράβος είδε ότι το ράφι τελειώνει και πέταξε τον Νέιτ από ένα παράθυρο. Ο Νέιτ είχε πέσει πάνω σε ένα τραπέζι όπου καθόταν τρεις μπράβοι.Εκείνοι τον σήκωσαν και τον πέταξαν στο μπαρ και συγκεκριμένα πάνω σε ένα μπράβο. Εκείνος θύμωσε και τον έσπρωξε σε όλους τους άλλους.


    Κεφάλαιο 1: Ακόμα ένας γύρος


    Οι άλλοι μπράβοι κοιτούσαν τον Νέιτ όπως και όταν ήρθε στην παμπ. Με το ίδιο ακριβώς ύφος. Τώρα δεν ήταν γύρω στους είκοσι αλλά καμιά δεκαριά μπράβοι. Οι άλλοι μάλλον θα είχαν φύγει. Χωρίς να χάνει άλλο χρόνο έσπρωξε έναν μπράβο στο μπαρ, πήρε ένα άδειο μπουκάλι και τον χτύπησε στο κεφάλι. Ο μπράβος έπεσε κάτω πιάνοντας το πονεμένο κεφάλι του. Οι άλλοι μπράβοι όρμησαν πάνω στον Νέιτ. Ο πρώτος που είχε φτάσει κρατούσε ένα μπουκάλι στο δεξί του χέρι. Ο Νέιτ το σπέφυγε και με μία κίνηση έσπρωξε τον μπράβο πάνω στο τζουκμποξ. Πήρε μετά το κεφάλι του και το χτύπησε κάμποσες φορές στο τζουκμποξ, μέχρι που τον σκότωσε. Ένας άλλος μπράβος προσπάθησε να κάνει κεφαλοκλείδωμα στον Νέιτ, μέχρι που κάποιος τον τράβηξε από πάνω του. Ήταν ο Σάλλυ. “Είναι ιδιωτικό το πάρτι ή να έρθω;” ρώτησε με ένα χαλαρό γέλιο.
    “Είσαι καλεσμένος, έλα.!” φώναξε ο Νέιτ.
    Από την στιγμή που ήρθε ο Σάλλυ, όλα ήταν πιο εύκολα. Μέσα σε δύο λεπτά τους είχαν καθαρίσει όλους. Πήγαν προς το μπαρ για να φύγουν από την πίσω πόρτα. Ο Σάλλυ πρώτος πρώτος, πήγε και σήκωσε το ξύλο. Ξαφνικά, από κάπου πετάχτηκε ο μπαρμαν και προσπάθησε να πνίξει τον Σάλλυ. Ο Νέιττους έσπρωξε με όλη του τη δύναμη. Ο Σάλλυ έπεσε στην πίσω πόρτα και ο μπαρμαν στο μπαρ. Ο Νέιτ τον γονάτισε και τράβηξε το σηκωμένο κομμάτι ξύλου, με ολη του την δύναμη χτυπώντας τον μπαρμαν στο κεφάλι. Πριν προλάβει ο Νέιτ να πάρει ανάσα, άκουσε μια βαριά φωνή. Τότε έγιναν πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Ο Νέιτ γύρισε λίγο το κεφάλι του και είδε τον ψηλό γεροδεμένο μπράβο που τον είχε πετάξει από το παράθυρο να τρέχει όλο και πιο γρήγορα κατά πάνω του. Ο Σάλλυ είχε πάρει ένα μαχαίρι από το μπαρ για να σκοτώσει τον μπράβο. Εκείνος όμωςχωρίς να λογαριάσρι τον Σάλλυ, πήρε στον διάβα του τον Νέιτ και τον πέταξε με όλη του την δύναμη στις τουαλέτες, με αποτέλεσμα ο Νέιτ να να χτυπήσει το κεφάλι του στους ουρηρήρες.
    Οι τουαλέτες είχαν σάπιους τοίχους και πάτωμα με καφέ κρύα πλακάκια. Στον έναν τοίχο υπήρχαν τρεις ουρητήρες και πιο πέρα υπήρχαν τρία πράσινα τοιχάκια όπου αναμεσά τους υπήρχαν τέσσερις λεκάνες τουαλέτας. Στον άλλον τοίχο υπάρχαν δύο νιπτήρες και ένας καθρέφτης ο οποίος είχε σπάσει σε ένα σημείο.
    Ο Νέιτ σηκώθηκε και έπιασε το χέρι του το οποίο είχε χτυπήσει άσχημα. Έκανε μερικές κινήσεις για να ξεμουδιάσει το χέρι και είπε σοτν μπράβο “Ένα λεπτό φίλε... με σακάτεψες.” Τον βάρεσε. Ο μπράβος ούτε καν που κουνήθηκε. Σαν να μην το ένιωσε. Άρπαξε τον Νέιτ από τον λαιμό και τον σήκωσε πάνω, χτυπώντας το κεφάλι του σε μια λάμπα, σπάζοντάς τη. Ο Νέιτ όμως αγνόησε τον πόνο. Επίσης δεν μπορούσε να πάρει ανάσα. Άρχισε να βαράει τον μπράβο στο κεφάλι, με την ελπίδα να τον αφήσει πριν πνιγεί. Ο μπράβος είχε αρχίσει να πονάει. Όταν θύμωσε πιο πολύ από κάθε άλλη φορά, πέταξε τον Νέιτ στον πίσω τοίχο, εκεί που βρισκόταν η τελεφταία λεκάνη τουαλέτας. Ο Νέιτ χωρίς να έχει καταλάβει πόσο γρήγορα έφτασε εκεί πίσω, ένιωσε την πλάτη του να χτυπάει σε ένα τοίχο. Όταν έπεσε στο πάτωμα, κοίταξε στα γρήγορα πίσω του και είδε ότι ο τοίχος είχε σπάσει στο σημείο όπου μόλις είχε χτυπήσει. Ο μπράβος κοιτούσε τον Νέιτ με ένα μικρό χαμόγελο, περιμένοντας τον Νέιτ να ορμήσει. Ο Νέιτ προχώρησε προς τον μπράβο. Πονούσε παντού. Χτύπησε πάλι τον μπράβο, αλλά εκείνος απέφυγε την γροθιά του Νέιτ.
    Μετά ο μπράβος έριξε μια μπουνιά στον Νέιτ, ο οποίος την απέφυγε, πάτησε τον μπράβο στην γάμπα, γονατίζοντάς τον και χτύπησε το κεφάλι του στον ουρητήρα όπου πριν είχε χτυπήσει ο Νέιτ. Μετά άρχισε να τον χτυπάει στο κεφάλι. Ο μπράβος που τώρα πονούσε πολύ, απέφυγε μια από τις μπουνιές του Ντρέικ, σηκώθηκε, του έκανε μια κεφαλιά, τον άρπαξε και τον έσυρε με όλη του τη δύναμη πίσω στον τοίχο που τον είχε πετάξει πριν. Ο Νέιτ, όταν τον άφησε ο μπράβος έπεσε πάνω σε μια λεκάνη της τουαλέτας και περίμενε τον μπράβο να ξαναχτυπήσει. Όταν τελικά το έκανε, ο Νέιτ έβγαλε το καπάκι της τουαλέτας και τον χτύπησε με όλη του τη δύναμη. Ο μπράβος γονάτισε και έπεσε με το κεφάλι του μέσα στην λεκάνη.
    “Όλα καλά εκεί μέσα;” ρώτησε ο Σάλλυ “Χτύπησες κάπου;”
    “Μόνο στην τιμή μου. Πάντως θα χρειαστούν υδραυλικό.” απάντησε βιαστικά ο Νέιτ.
    Ο Σάλλυ φώναξε στον Νέιτ να πλησιάσει για να φύγουν. Ο Νέιτ έτρεξε στον Σάλλυ, πέρασε πάνω από το μπαρ και άνοιξε την πίσω πόρτα..Μόλις είχαν μπει στην κουζίνα. Ήταν ίδια όπως κάθε κουζίνα για παμπ ή εστιατόριο. Εκεί υπήρχαν άλλοι δύο μπράβοι. Ο Σάλλυ κλώτσησε τον έναν, τον γονάτισε και έριξε πάνω του μια ντουλάπα με έτοιμα πιάτα. Ο Νέιτ έφαγε μια γροθιά και έδωσε μία. Μετά πήρε ένα καυτό τηγάνι και κοπάνησε με αυτό τον μπράβο, αφήνοντάς τον στον τόπο.
    Αφού τους πλάκωσαν βγήκαν από την πίσω πόρτα της κουζίνας και όρμησαν στο σοκάκι όπου υπήρχε έξω. Εκεί βρισκόταν ο Κάττερ με δύο μπράβους. “Ουπς.” είπε με μια μικρή χαρά στο πρόσωπό του.
    “Να πάρει!” είπε και ο Νέιτ. Γύρισαν πίσω για να φύγουν, αλλά πλησίαζαν κι άλλοι δύο μπράβοι. “Γα....το.” είπε ο Σάλλυ, δείχνοντας ότι δεν είχαν ελπίδες να ξεφύγουν. Ο Νέιτ γύρισε πάλι στον Κάττερ. Δεν πρόλαβε να κάνει κάτι, γιατί ο Κάττερ τον στύπησε και τον πέταξε σε μια γωνιά όπου υπήρχαν τα σκουπίδια της παμπ. Ο Σάλλυ πήγε να χτυπήσει έναν άλλο μπράβο, αλλά τελικά τις έφαγε. Πέταξαν και τον Σάλλυ στα σκουπίδια της παμπ. Ο Νέιτ δεν μπορούσε να κουνηθεί. Ο Κάττερ τον είχε σηκώσει και του έκανε μια κεφαλιά ριχνοντάς τον πάλι στα σκουπίδια.
    “Βρωμοαμερικάνοι! Όλο λόγια είστε.” είπε ο Κάττερ θυμωμένος όπως πάντα. Ο μπράβος που είχε δείρει τον Σάλλυ πήγαινε να τον ξαναχτυπήσει. Ο Κάττερ τον σταμάτησε “Άστον, έφαγε αρκετές” είπε και κοίταξε τον Σάλλυ “έτσι δεν είναι;”
    Τότε όλοι σταμάτησαν και κοίταξαν στο τέλος του σοκακιού. Ένα μαύρο αυτοκίνητο πλησιάζε. Ο Νέιτ έκανε να σηκωθεί αλλά ο Κάττερ του έκανε νόημα να μείνει εκεί που είναι. Το αυτοκίνητο σταμάτησε. Η μηχανή έσβησε. Τώρα μόλις είχε αρχίσει να βρέχει. Τα μάτια του Νέιτ είχαν θολώσει από το νερό της βροχής και τον ιδρώτα που έμπαιναν στα μάτια του. Δεν μπορούσε να δει καλά ποιοι έβγαιναν από το όχημα. Κατάφερε να διακρίνει τον Τάλμποτ να βγαίνει από την θέση του οδηγού. Είδε όμως και μία άλλη κυρία, ξανθιά, στην ηλικία του Σάλλυ να βγαίνει και να ανοίγει μια ομπρέλα. Τους πλησιάσε και τους κοίταξε. Μετά από λίγο είπε “Γεια σου Βίκτορ.”
    “Κέιτ;” είπε ο Σάλλυ.
    “Ακόμα στις περιπέτειες και μαζί με τον προστάτη σου απ' ότι βλέπω” είπε και κοίταξε τον Νέιτ “όχι και πολύ παράξενο για έναν άντρα της ηλικίας σου.”
    “ Έπρεπε να ξέρω ότι είσαι πίσω απ' όλ' αυτά.” πετάχτηκε ο Νέιτ διακόπτωντάς την. Η Κέιτ έκλεισε την ομπρέλα “Προσοχή,” είπε πάλι ο Νέιτ “δεν θέλουμε να μας λιώσεις.”
    Η Κέιτ γέλασε. “Ακόμα οι ίδιες, χοντρές μα....κίες. Δείχνει τον φόβο σου.” Όταν τελείωσε τον λόγο της, έβγαλε το χερο΄θλι της ομπρέλας από την θέση του. Το χερούλι ήταν και μαχαίρι. Έδωσε στον Τάλμποτ την υπόλοιπη ομπρέλα και πλησίασε κι άλλο στον Νέιτ. Κόλλησε τη μύτη του μαχαιριού στο μέτωπο του Νέιτ “Ξέρω όμως τι είναι αυτό που φοβάσαι πραγματικά. Δεν είναι ούτε σφαίρες, ούτε αίματα, ούτε σπασμένα κόκαλα, όχι”. Καθώς έλεγε το μαχαίρι κατέβαινε όλο και πιο κάτω μέχρι που έφτασε στο σαγόνι. Εκεί το πίεσε “αυτά τα ξεπερνάς, έτσι δεν είναι;” Σταμάτησε για λίγο και συνέχισε “να κλέβεις τον Θάνατο” σταμάτησε πάλι και το μαχαίρι πήγε στον λαιμό όπου φορούσε το δαχτυλίδι, που είχε μπει μέσα από το πουκάμισο και το έβγαλε με το μαχαίρι της “ή όχι;” Γελασε. Είδε τον Σάλλυ που κοιτούσε ανύσηχος. “Μην φοβάστε κύριε Σάλλιβαν, δεν θα πειράξω το πολύτιμο αγόρι σας.” είπε και έκοψε το σχοιμί όπου ήταν δεμένο το δαχτυλίδι και το πήρε “Θέλω πίσω αυτό που ανήκει.” Τελείωσε και γύρισε να φύγει.
    Ο Νέιτ σηκώθηκε και είπε “Δώστο μου πίσω...”
    “ΜΠΑΜ” Ο Κάττερ μόλις είχε πυροβολήσει τον Νέιτ.
    “ΚΑΤΤΕΡ!” είπε εκνευρισμένη η Κέιτ.
    Ο Σάλλυ κοιτούσε τον Νέιτ “Όχι! Νέιτ!”
    “ΣΚΑΣΕ!” είπε και πάλι θυμωμένος ο Κάττερ. Και πυροβόλησε και τον Σάλλυ.
    Η Κέιτ κοιτούσε πιο θυμωμένη από ποτέ “Ανόητε!” φώναξε.
    “Τιμή μου η ευχαρίστισή σας Μεγαλειοτάτη!” απάντησε ο Κάττερ στην προσβολή της Κέιτ.
    Ο Τάλμποτ πετάχτηκε και είπε “Μάρλοου, πρέπει να φύγουμε.” Η Κέιτ ή μάλλον η Μάρλοου μπήκε στο αυτοκίνητο. “Ελάτε τώρα. Αφού ήταν ένα μάτσο μα....κες!” είπε ο Κάττερ. Κανείς δεν τον άκουσε. Η μηχανή του αυτοκινήτου άναψε. Έπειτα από λίγο ξεκίνησε, αναπτύσσοντας αρκετά μεγάλη ταχύτητα. Παρολίγο να πατήσουν τον Κάττερ, που είχε κάνει απότομα στην άκρη. Γύρισε και κοίταξε τους δύο νεκρούς.

    Μετά από κάθε κεφάλαιο μπορείτε να βλέπετε και το κεφάλαιο από τη μεριά του παιχνιδιού.
    https://www.youtube.com/watch?v=bolIgyHht3k



    Εdit by Bella Marie:
    Σχολια στο : http://www.bellandedward.org/t1745-topic#398511
    Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
    Bale_413
    Twilight Human
    Twilight Human
    Bale_413


    Άντρας Τόπος : Κοζάνη City
    Αριθμός μηνυμάτων : 35
    Registration date : 13/08/2012

    Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  Empty
    ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake    Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΔευ 1 Οκτ 2012 - 20:10

    Να και το δεύτερο κεφάλαιο


    Κεφάλαιο 2: “Μεγαλέιο από ταπεινό ξεκίνημα”


    Καρθαγένη, Κολομβία

    Ήταν ακόμα πρωί και το πρωινό δροσερό αεράκι υπήρχε στους σχεδόν έρημους δρόμους της Καρθαγένης. Ένα δεκαπεντάχρονο αγόρι, με βρώμικα ρούχα και ένα παλιό δερμάτινο τσαντάκι κατευθυνόταν στο μουσείο “Φράνσις Ντρέικ”.

    Είκοσι χρόνια πριν...

    Αυτό το αγοράκι ήταν ο Νέιθαν Ντρέικ σε νεαρότερη ηλικία. Μόλις είχε μπει στο μουσείο. Όλο το μουσείο λουζόταν από το πρωινό φως του ήλιου. Ο Νέιτ προχωρούσε στο μουσείο ψάχνοντας για κάτι απεγνωσμένα. Πήγαινε όλο και πιο μέσα. Κοιτούσε δεξιά και σεροστερά. Το μόνο που έβλεπε όμως ήταν κανόνια, μινιατούρες πλοίων και χάρτες. Προχώρησε στο τέλος του δωματίου όπου υπήρχε μια σκάλα που έβγαζε στο επάνω πάτωμα. Ανέβαινε σιγά σιγά την σκάλα κοιτώντας τους πίνακες που υπήρχαν στους τοίχους δεξιά και αρσιστερά. Πριν τελειώσει η σκάλα ο Νέιτ άρχισε να πηγαίνει πιο αργά, γιατί ένας φρουρός τον κοιτούσε.
    Όταν ανέβηκε τις σκάλες και μπήκε στην πάνω αίθουσα, συνέχισε να ψάχνει αυτό, για το οποίο είχε έρθει. Και για καλή του τύχη το βρήκε. Πήγε σχετικά τρέχοντας να δει άμα είναι όντως αυτό. Και ήταν. Κόλλησε το χαρούμενο πρόσωπό του στο τζάμι για να βλέπει καλύτερα το έκθεμα. Το μάτι του όμως είδε έναν περίεργα ύποπτο άντρα, ψηλό, με ένα καφέ παντελόνι, λευκή φανέλα, πράσινο πουκάμισο, ανοιχτό από μπροστά, με μαύρα πυκνά μαλλιά και μαύρο μουστάκι που κάλυπτε το πάνω χείλος του στόματός του να κάνει ότι τάχα κοιτάει τα εκθέματα. Ο Νέιτ κάνοντας πως δεν βλέπει, έβγαλε από το τσαντάκι του ένα μπλοκάκι και ένα μολύβι και κοίταξε το έκθεμα για το οποίο έιχε έρθει. Πίσω από το τζάμι υπήρχε ένα χρυσό μηχάνημα, σαν αποκρυπτογραφητής και ένα ασημένιο δαχτυλίδι που πάνω του είχε χαραγμένες κάτι λέξεις στα Λατινικά. Έγραφε Sic Parvis Magna. Μετά κοίταξε την κλειδαριά κάτω από το τζάμι και αναστνέναξε όταν κατάλαβε ότι είναι κλειδωμένη. Οπότε είχε έρθει εδώ για να πάρει αυτά τα αντικείμενα, οχι μόνο να τα δει.
    “Να πάρει.” ψιθύρισε στον εαυτό του. Άνοιξε το μπλοκάκι του και άρχισε να ζωγραφίζει τα αντικείμενα για τα οποία είχε έρθει. Όταν τελείωσε την ζωγραφική, κοίατξε ακόμη μια φορά για να δει άμα τα ζωγράφισε σωστά και τα μάτια του έπεσαν σε ένα χειρόγραφο γράμμα από τον ίδιο τον Φράνσις Ντρέικ. Και για υστερόγραφο είχε γραμμένα κάτι σύμβολα τα οποίαο Νέιτ δεν είχε ξαναδεί. Τα αντέγραψε και αυτά στο μπλοκάκι. Μετά κοίταξε πάλι τον περίεργο άντρα. Ακόμα κοιτούσε το ίδιο έκθεμα με πριν. Ο Νέιτ έκανε πέρα και πήγε σε ένα άλλο έκθεμα για να δει αν τελικά ο τύπος θα πληιάσει το δαχτυλίδι.
    Μετά από λίγα δευτερόλεπτα αποδείχθηκε πως ο Νέιτ είχε δίκιο. Ο περάξενος τύπος στάθηκε στο σημείο όπου βρισκόταν η κλειδαριά, γύρισε την πλάτη του στο τζάμι και έβγαλε από την τσέπη του ένα κλειδί. Και μετά με μία περίεργη κίνηση ξεκλείδωσε την κλειδαριά και έφυγε. Ο Νέιτ πήγε να τον σταματήσει, αλλά πριν προλάβει να κάνει κίνηση, ένας φρουρός τον άρπαξε, τον κατέβασε στο κάτω πάτωμα και τον πέταξε έξω από το κτίριο.
    “Pendejo!” είπε ο νεαρός Ντρέικ στα ισπανικά. Σηκώθηκε από τον δρόμο, και προχώρησε να πάει σπίτι του όταν είδε τον περίεργο τύπο να πηγαίνει κάπου βιαστικός. “Θα τον ακολοθήσω.” σκέφτηκε ο Νέιτ καιπροχώρησε από πίσω του με προσοχή. Ο τύπος πήγαινε σε δρόμους που ο Νέιτ δεν είχε ξαναπάει. Αλλά παρ' όλ' αυτά τον ακολουθούσε κι εκεί. Ο τυπος σταμάτησε σε ένα μανάβικο. Ο Νέιτ καλύθηκε πίσω από ένα αυτοκίνητο και περίμενε να συνεχίσει ο τύπος να προχωράει. Όταν ο τύπος έφυγε από κει, πήγε ο Νέιτ και έκατσε κάτω από ένα τραπέζι με φρούτα. Σήκωσε το χέρι του και πήρε ένα. Έφαγε μια μπουκιά και την έφτυσε. Το υπόλοιπο φρούτο το άφησε πάνω μαζί με τα άλλα. Ο μανάβης ήρθε από πίσω του και τον έσπρωξε μακριά από τα φρούτα του.
    “ Ήταν σάπιο έτσι κι αλλιώς.” είπε ο Νέιτ. Συνέχισε να ακολουθεί τον τύπο μέσα στην πόλη. Σε κάποια φάση ο τύπος πέρασε από ένα κρεοπωλείο και μετά μπήκε σε μία πόρτα. Μπήκε και ο Νέιτ. Τον έβγαλε σε ένα τελείως άγνωστο σημείο. Ο τύπος όμως συνέχισε να προχωράει, μέχρι που μπήκε σε μία άλλη πόρτα. Ο Νέιτ δεν τολμούσε να μπει εκεί. Έψαξε με το βλέμμα του τον χώρο γύρω του και βρήκε έναν σωλήνα που τελείωνε σε ένα απ' τα παράθυρα του κτιρίου που μόλις είχε εισέλθει ο τύπος.
    Χωρίς να το σκεφτεί τον ανέβηκε με μια μικρή δυσκολία. Όταν έφτασε στο παράθυρο, είδε τον τύπο να περιμένει κάτι με μεγάλη ανυπομονυσία. Είδε έναν κύριο να έτοιμάζει ένα δεύτερο κλειδί σαν αυτό που ο τύπος είχε χρησιμοποιήσει στο μουσείο. Ο τύπος κοίταξε το ρολόι του. Έκανε σαν να είχε ραντεβού. Ο Νέιτ συνέχισε να κοιτάζει. Η ώρα περνούσε, μέχρι που ο κλειδαράς τελείωσε και έδωσε το αντικλείδι στον τύπο. Εκείνος το έβαλε στο πορτοφόλι του το οποίο ο Νέιτ είχε βάλει σκοπό να το πάρει,
    Ο τύπος κατέβηκε κάτω και άρχισε να προχωράει, άλλα ο Νέιτ δεν μπορούσε να κατεβεί από εκεί που βρισκόταν για να τον ακολουθήσει. Έτσι προχώρησε στο μπαλκόνι του διπλανού κτιρίου. Από εκεί πήδηξε στη σκεπή ενός μαγαζιού από απέναντι. Βρέθηκε να κοιτάει, τον δρόμο από τον οποίο είχε έρθει. Με το βλέμμα του έψαξε για τον τύπο τον οποίο είχε χάσει. Τον είδε να αγκαλιάζεται και να φιλιέται με μια ξανθιά, ωραία γυναίκα στην ηλικία του. Φορούσε μαύρο ζακετάκι και μια μαύρη φούστα που έφτανε ως τα γόνατα.
    Προχώρησαν και ανέβηκαν μια σκάλα και χάθηκαν και πάλι από τα μάτια του Νέιτ “Ποιά είναι η κοπέλα σου;” σκέφτηκε. Κοίταξε για λίγο ακόμα τον δρόμο και πήδηξε πάνω στην πινακίδα του μαγαζιού για να κατέβει. Λίγο πριν πέσει, κοίταξε πάλι κάτω και είδε ότι ήταν μεγάλη η απόσταση για να πέσει απλά. Έριξε ακόμη μια ματιά γύρω του και είδε μια κολώνα για να πιαστεί. Έδωσε ώθηση στον εαυτό του και πήδηξε. Πιάστηκε στην κολώνα και την λαφησε απότομα. Τα χέρια του είχαν τριφτεί στην κολώνα καθώς πιανόταν και κάηκαν τα χέρια του. Έπεσε κάτω αλλά δεν έπαθε τίποτα, εκτός από μια γρατσουνιά που έκανε στο αριστερό του χέρι. Τίναξε με μια γρήγορη κίνηση τα ρούχα του και προχώρησε στην σκάλα. Την ανέβηκε κανονικά αλλά ακόμα δεν μπορούσε να βρει τον τύπο και την φιλενάδα του. Κοίταξε πίσω του και είδε τον φρουρό από το μουσείο που τον είχε πετάξει έξω πριν περίπου ένα δεκάλεπτο, να στέκεται στην άλλη άκρη της σκάλας.
    Προχώρησε μέσα στον κόσμο για να μην τον δει ο φρουρός και μόλις βγήκε πάλι στον δρόμο είδε τον τύπο με την φιλενάδα του να κάθονται σε ένα μαγαζί και να παίζουν σκοποβολή. Ονέιτ προχώρησε διακριτικά στο μέρος τους και πήρε το πορτοφόλι. Έτσι απλά! Γέλασε μέσα του, έβαλε το πορτοφόλι στο τσαντάκι του και προχώρησε μέσα σε στενό όπου τον έβγαλε σε έναν τελείως έρημο δρόμο. Άρχισε να τρέχει κοιτώντας πίσω του κάθε τρεις και λίγο να δει άμα έρχεται ο τύπος, αλλά δεν τον έβλεπε πουθενά. Γύρισε πάλι μπροστά του και ο τύπος του έπιασε το χέρι. Ο Νέιτ ψιθύρισε “Γα...το!” Έστριψε να ξεφύγει και φώναξε “Suelt 'eme!”
    'Έλα πάλι;” πέταξε ο τύπος. Είχε περίεργη φωνή και σχετικά ασυνήθιστη.
    “Άσε με να φύγω!” φώναξε ο Νέιτ.
    Στο πρόσωπο του τύπου, κάτω από το μουστάκι εμφανίστηκε ένα γέλιο “Καλά το κατάλαβα.” Άφησε το χέρι του Νέιτ. Ο Νέιτ έτριψε το σημείο όπου τον έπιασε ο τύπος, γιατί τον είχε πονέσει.
    'Είσαι μακριά από το σπίτι σου μικρέ.” συνέχισε ο τύπος.
    Έι, μην με αποκαλείς έτσι.” απάντησε θυμωμένος ο Νέιτ.
    “Τέλος πάντων οι γονείς σου θα ανησυχούν για σένα.”
    “Δεν νομίζω.” είπε ο Νέιτ ψιλογελώντας.
    Ο τύπος έκανε μια θλιμμένη έκφραση στο πρόσωπό του και είπε “Κατάλαβα, ευαίσθητο θέμα. Έκανες καλή δουλειά εκεί στο μαγαζί. Είσαι καλός.”
    “Δεν ξέρω για τι πράγμα μιλάς γέρο.” απάντησε πάλι θυμωμένος ο Νέιτ.
    “Έι, μην με αποκαλείς έτσι.” είπε χαμογελαστός ο τύπος “αλλά είσαι αρχάριος. Είναι σαν να αποκαλύπτεις όλες τις κινήσεις σου.”
    Έπεσε παύση για λίγο. Ο Νέιτ άρχισε να πισωπατεί. Όταν απομακρύνθηκε λίγο είπε στον τύπο “Είσαι τρελός.”
    “Αλήθεια; Με ακολουθείς σε όλη την πόλη, νομίζοντάς με εύκολο στόχο” ο Νέιτ έκανε γύρους γύρω από τον τύπο “αλλά διάλεξες τον λάθος τύπο μικρέ.”
    Όταν ο τύπος τελείωσε με ότι είχε να πει, ο Νέιτ άρχισε να πισωπατεί και πάλι. Ο τύπος σε κάποια φάση είπε “Μικρέ...”
    “Τι;”
    “Το πορτοφόλι μου.”
    Ο Νέιτ δεν έκανε ούτε είπε τίποτα. Ο τύπος είχε θυμώσει λίγο. “Καλά τότε ας καλέσουμε την αστυνομία.”
    “Κάν' το. Αλλά σίγουρα θα αναρωτηθούν τι κάνει ένας μεσήλικας σε έρημους δρόμους ακολουθώντας ένα αγοράκι;”
    Ο τύπος γέλασε. Ο Νέιτ παρατήρησε ότι ο τύπος είχε το περίεργο και αστείο γέλιο που είχε ακούσει ποτέ στη ζωή του. “Είσαι πανούργος, έτσι δεν είναι;”
    “Απλά ξέρω πως να φροντίζω τον εαυτό μου. Αλλά πιστεύω ότι δεν σου αρέσουν οι μπάτσοι περισσότερο απ' ότι σε μένα.” απάντησε ο Νέιτ, σταυρώνοντας τα χέρια του και γελώντας χαιρέκακα.
    “Καλό σημάδι.” είπε ο τύπος.
    Ο Νέιτ πάλι έστριψε να φύγει.
    “Μικρέ. Το πορτοφόλι.”
    Ο Νέιτ χωρίς να το σκεφτεί το έβγαλε από το τσαντάκι του και το έδωσε στον τύπο κρατώντας ακόμα το ίδιο χαιρέκακο γέλιο. “Έπρεπε να προσπαθήσω.” είπε και άρχισε να τρέχει.
    “Βέβαια έπρεπε.” είπε ο τύπος και γύρισε να φύγει.

    Το κεφάλαιο από το μέρος του παιχνιδιού https://www.youtube.com/watch?v=zH0SOL454E0
    Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
    Bale_413
    Twilight Human
    Twilight Human
    Bale_413


    Άντρας Τόπος : Κοζάνη City
    Αριθμός μηνυμάτων : 35
    Registration date : 13/08/2012

    Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  Empty
    ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake    Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΤετ 10 Οκτ 2012 - 22:04

    Και το τρίτο κεφάλαιο είναι μικρό αλλά τα επόμενα θα είναι πιο μεγάλα.
    Κεφάλαιο 3: Η ληστεία





    Ο Νέιτ είχε ανέβει στη σκεπή ενός κτιρίου πίσω από το μουσείο, είχε καθίσει και περίμενε να έρθει η κατάληλη στιγμή, δηλαδή την ώρα που θα έκλεινε το μουσείο. Περίμενε περίπου ένα μισάωρο, όταν είδε έναν φρουρό να το κλειδώνει. Τότε ο Νέιτ έβγακε από την τσέπη του κάτι. Ήταν το κλειδί που είχε ο τύπος στο πορτοφόλι του. ΤΟ περιεργάσυτηκε και ψιθύρισε στον εαυτό του “Σαν να αποκαλύπτω, όλες μου τις κινήσεις ε;” Γέλασε και έβαλε το κλειδί στην τσέπη του. Κοίταξε στο μουσείο και είδε ένα παράθρο ανοιχτό. Σκέφτηκε ότι το παράθυρο ήταν σε καλή θέση, γιατί μπαίνοντας από ένα παράθυρο του πάνω ορόφου είχε για κάλυψη της σκεπές. Έτσι δεν θα τον έβλεπαν οι περαστικοί.
    Αφού τελείωσε με τις σκέψεις του, σηκώθηκε από το σημείο που καθόταν, πήρε φόρα και πήδηξε σε ένα σχοινί. Πιάστηκε και κοίταξε κάτω. Τον έπιασε ναυτία. Κρεμόταν από ένα σχοινί, το οποίο μπορούσε να σπάσει σπό στιγμή σε στιγμή και αν έπεφτε κάτω θα σκοτονώταν.
    Προχώρησε στο σκοινί μέχρι που βγήκε στην σκεπή του απέναντι κτιρίου. Τώρα έπρεπε να πηδήξει ακόμη μια φορά, για να φτάσει στο μουσείο. Ανέβηκε στην καμινάδα του κτιρίου, πήρε δυο βαθιές ανάσες και πήδηξε απέναντι στο μουσείο. Πιάστηκε στο λούκι της σκεπής με όλη του την δύναμη. Όμως το δεξί του χέρι γλίστρισε και ο Νέιτ βρέθηκε να κρέμετε από το λούκι με το ένα χέρι. Κοίταξε κάτω και είδε τα κάγκελα του μπαλκονιού. Δεν ήθελε όμως να ρισκάρει να πέσει. Έτσι κατάφερε να πιάσει το λούκι και με το δεξί του χέρι και ανέβηκε σιγά σιγά στη σκεπή. Προχώρησε μέχρι το παράθυρο και μπήκε αμέσως για να μην χάσει άλλο χρόνο. Έπεσε στο πάτωμα και κοίταξε γύρω του ψάχνωντας για το δαχτυλίδι. Όταν το εντόπισε σηκώθηκε και πλησίασε στο τζάμι. Έβγαλε το κλειδί από την τσέπη και ξεκλείδωσε πάλι την κλειδαριά. Άνοιξε το γυάλινο πορτάκι και πήρε το δαχτυλίδι και το άλλο μηχάνημα όπου είχε μαζί. Τα περιεργάστηκε και τα δύο. Κοίταξε το μηχάνημα όπου είχε στο αριστερό του χέρι και είδε ότι έχει στην μέση του μια μικρή θύρα σε κυκλικό σχήμα, στο μέγεθος του δαχτυλιδιού. Κοίταξε το δαχτυλίδι. Το έβαλε στη μικρή θύρα και ταίριαζε. Το μηχάνημα όμως άρχισε να λειτουργεί. Τότε ο Νέιτ διέκρινε κάτι δισκάκια να γυρνάνε.
    Δεν πρόλαβε να τα κοιτάξει καλύτερα όταν άκουσε την φωνή του τύπου από τον δρόμο.
    “Να πάρει μικρέ.”
    Ο Νέιτ τον κοίταξε. Ήταν μαζί με την φιλενάδα του, με την οποία ήταν και το πρωί και μαζί με δύο μπράβους τους.
    “Βίκτορ, κοίτα ποιος είναι. Ο μικρός αλήτης που σου έκλεψε το πορτοφόλι.”
    Ο Νέιτ έστριψε να φύγει από την πίσω έξοδο, αλλά είδε άλλους δυο μπράβους να πλησιάζουν.
    “Έλα μικρέ δεν έχεις επιλογή, απλά δώστο.” είπε ο Βίκτορ.
    Η ξανθιά γυναίκα πήρε ήρεμα το μηχάνημα από το χέρι του Νέιτ και το έδωσε στον Βίκτορ. Μετά άπλωσε το χέρι της και είπε “Τώρα το δαχτυλίδι.”
    Ο Νέιτ δεν κουνήθηκε. Η γυναίκα θύμωσε. Τράβηξε το χέρι του Νέιτ από τον καρπό και το σήκωσε πάνω. Ο Νέιτ το άνοιξε με μία κίνηση, σαν αυτές που κάνουν οι ταχυδακτυλουργοί όταν αποκαλύπτουν κάτι και είπε γελώντας “Ποιο δαχτυλίδι;” Η γυναίκα τον άφησε και γέλασε. Ξαφνικά τον χαστούκισε.
    “Κάθριν!” πέταξε ο Βίκτορ.
    Ο Νέιτ έσκυψε το κεφάλι με το χέρι στο μάγουλο όπου τον είχε χαστουκίσει η Κάθριν. “ποιος νομίζεις ότι είσαι μικρέ; Δεν είσαι τίποτα παραάνω από ένας μικρός, αξιολύπητος αλήτης. Δεν είσαι άξιος να ακουμπάς αυτά τα αντικείμενα.”
    Ο Νέιτ πάλι δεν αντέδρασε. Η Κάθριν πήγε να τον ξαναχαστουκίσει. Ο Βίκτορ όμως της έπιασε το χέρι “Τι κάνεις; Είναι απλά ένα παιδί.”
    Ο Νέιτ το έβαλε στα πόδια. Η Κάθριν φώναξε να τον σταματήσουν. Ο Νέιτ πέρασε κάτω από κάτι χάρτες μινιατούρες και έτρεξε στις σκάλες απ' όπου είχαν έρθει οι φύλακες. Άρχισε να ανεβαίνει τις σκάλες όσο πιο γρήγορα μπορούσε, χωρίς να ξέρει που πηγαίνει. Στο τελεφταίο σκαλοπάτι σκόνταψε. Κοίταξε γρήγορα γύρω του να δει άμα έρχεται κάποιος και συνέχισε. Μπροστά του τώρα υπήρχε μια πόρτα η οποία ήταν κλειστή. Για καλή τύχη όμως του Νέιτ, πάνω από την πόρτα υπήρχε ένα παραθυράκι. Ανέβηκε εκεί και πέρασε από την άλλη μεριά της πόρτας. Όταν έπεσε κάτω άκουσεφύλακες να προσπαθούν να σπάσουν την πόρτα. Ο Νέιτ είχε βρεθεί σε μία αποθήκη. Έριξε μια ματιά πίσω του και συνέχισε να τρέχει.
    Ανέβηκε κι άλλες σκάλες μέχρι που βρέθηκε έξω από το κτίριο. Σταμάτησε σε μια πόρτα όπου ήταν μισάνοιχτη, αλλά δεμένη με αλυσίδα. Ο Νέιτ πήδηξε εκεί μέσα και προσπάθησε να βγεί από κει όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Δεν ήταν τόσο τυχερός όμως. Οι φύλακες που τον κηνυγόυσαν είχαν πλησιάσει και του είχαν πιάσει το ένα πόδι. Τον τραβούσαν με όλη τους τη δύναμη, αλλα ο Νέιτ είχε βγει σχεδόν ολόκληρος και μπορούσε να κάνει κάτι. Κλώτσησε λοιπόν τον φύλακα στο πρόσωπο για να τον αφήσει. Ο φύλακας έπεσε πίσω πιάνοντας την μύτη του. Ο Νέιτ είχε ξεφύγει. Καθώς έτρεχε πήδηξε σε μια σκεπή. Κοιτούσε γύρω του και έβλεπε περισσότερους φύλακες να πλησιάζουν. Συνέχισε να τρέχει στην σκεπή μέχρι που όταν τον πλησίασε ένας άλλος φύλακας πήδηξε στο απέναντι μπαλκόνι. Καθώς προσγειωνόταν παραπάτησε και έπεσε πάνω σε έναν τοίχο. Ο φύλακας το είχε ακολουθήσει και εδώ. Ο Νέιτ όμως με μία γρήγορη κίνηση κατάφερε να ξεφύγει, με αποτέλεσμα ο φύλακας να χτυπήσει το κεφάλι του στον τοίχο και να πέσει κάτω. Δύο ακόμα φύλακες είχαν πηδήξει στο μπαλκόνι. Ο Νέιτ τώρα ανέβαινε στην ακεπή του κτιρίου. Καθώς προσπαθούσε να ανέβει ένα κεραμύδι έπεσε κάτω και για μεγάλη τύχη του Νέιτ έπεσε στο κεφάλι ενός φύλακα. Ο Νέιτ έβαλε μια μικρή ώθηση και ανέβηκε. Πήρε μια ανάσα και συνέχισε. Στην διάρκεια του τρεξίματος, είδε έναν τύπο που είχε βγάλει πιστόλι και ετοιμαζόταν να τον πυροβολήσει. Ο Νέιτ έκανε να πάει πλάγια όταν ο φύλακας πυροβόλησε. Αλλά ο Νέιτ σκόνταψε και απέφυγε την σφαίρα. “Με πυροβολούν τώρα;” φώναξε καθώς έτρεχε προς το απέναντι κτίριο. Έφτασε στο τέλος της σκεπής και όπως και πριν πήδηξε στην απέναντι σκεπή.
    Από εκεί έπεσε σε ένα μπαλκόνι και μετά έτρεξε προς κάτι στοίβες τούβλων. Πάτησε εκεί και πήδηξε στο μπαλκόνι απέναντι. Από εκεί συνέχισε πατώντας στον εξαερισμό του κτιρίου και πήδηξε στην απέναντι σκεπή. Πιάστηκε από το λούκι. Ξαφνικά ένας φύλακας πετάχτηκε από ένα παράθυρο. Ο Νέιτ τώρα είχε αγχωθεί. Ο φύλακας πήγε να του πατήσει το χέρι, όταν... ο περίεργος τύπος με την παράξενη φωνή έπιασε τον φύλακα, κανοντάς του κεφαλοκλείδωμα. Φώναξε στο Νέιτ να ανεβεί και να φύγει. Χωρίς να χάνει χρόνο, ο Νέιτ ανέβηκε και συνέχισε να τρέχει. Όταν η σκεπή τελείωνε, πήδηξε στο υπόστεγο ενός μπαλκονιού ακριβώς απέναντι από εκεί που βρισκόταν. Έτρεξε κι άλλο, μέχρι που βρέθηκε σε κάτι παράθυρα. Με λίγη δυσκολία κατάφερε να ανέβει σε ένα απ' αυτά, καταλήγοντας στην σκεπή του κτιρίου. Μετά πάτησε στον εξαερισμό και πήδηξε στην σκεπή του απέναντι κτιρίου.
    Δεν πρόλαβε να κάνει όμως κίνηση γιατί το λούκι όπου μόλις είχε πιαστεί είχε σπάσει, με αποτέλεσμα ο Νέιτ να πέσει σε μια σκεπή ακριβώς από κάτω του και να αρχίσει να τσουλάει πάνω της. Δύο φύλακες της Κάθριν κοιτούσαν τον Νέιτ όπου μόλις είχε καταλήξει στην κουζίνα ενός σπιτιού και είχε σπάσει και το τραπέζι όπου υπήρχε εκεί. Οι φύλακες πήδηξαν κι αυτοί. Έπεσαν πιο ομαλά από τον Νέιτ. Και οι τρεις άρχισαν να τρέχουν. Ο Νέιτ μπροστά κατευ8θνόταν στο υπόλοιπο σπίτι. Ο ένας φύλακας που τον κυνηγούσε βρισκόταν μόλις ένα εκατοστό πίσώ από τον Νέιτ, όταν εκείνος κοπάνησε τον φύλακα με το μεταλικό πορτάκι της κατάψυξης στο πρόσωπο.
    “Ουπς!” είπε ειρωνικά ο Νέιτ ενώ συνέχισε να τρέχει σε έναν διάδρομο του σπιτιού. Αμέσως μετά βρέθηκε στο σαλόνι του σπιτιού. Ο σπιτονικοκύρης σηκώθηκε από τον καναπέ και ο Νέιτ με μια θεαματική κίνηση πέρασε από πάνω του και συνέχισε προς την κρεβατοκάμαρα. Πέρασε πάνω από το κρεβάτι και πήδηξε από το παράθυρο που είχε μπροστά του.
    Τώρα είχε μόλις βρεθεί σε μια ακόμα σκεπή και έτρεχε χωρίς ακόμα να ξέρει που πηγαίνει. Πήδηξε σε ε΄να μπαλκόνι αλλά ξαφνικά ένας φύλακας εμφανίστηκε μπροστά στον Νέιτ. Απευθείας ο Νέιτ έστριψε αριστερά και πήδηξε από το μπαλκόνι σε μία χαμηλότερη σκεπή. Ο φύλακας πήδηξε κι αυτός. Όρμηξε στον Νέιτ, αλλά εκείνος έκανε στην άκρη. Ο φύλακας έπεσε από την σκεπή αφήνοντας εκεί το όπλο του. ΄Τότε ακόμη ένας φύλακας πήδηξε στην σκεπή. Κρατούσε κι αυτός όπλο. Ο Νέιτ άρχισε να πισωπατεί μέχρι που έπεσε ακριβώς στην άκρη της σκεπής. Ο φύλακας πλησίαζε όλο και πιο πολύ. Ο Νέιτ πήρε το όπλο από κάτω και σημάδεψε τον φύλακα.
    “Έλα χαλάρωσε τώρα, δεν θα πονέσει καθολου αυτό.” είπε ο φύλακας ήρεμος. Ο Νέιτ είχε φοβηθεί πιο πολύ από κάθε άλλη φορά στη ζωή του. Πάτησε την σκανδάλη. Ένας πυροβολισμός ακούστηκε. Ο φύλακας έπεσε κάτω νεκρός και από πίσω του ο περίεργος τύπος σημάδευε ακόμα με το Μάγκνουμ που κρατούσε το σημείο όπου είχε πυροβολήσει τον φύλακα. Μόλις είχε σώσει τον Νέιτ για δεύτερη φορά.
    Ο Νέιτ συνέχισε να σημαδεύει αλλα τώρα σημάδευε τον τύπο που τον είχε σώσει. Ο τύπος πλησίασε τον Νέιτ και τον βοήθησε να σηκωθεί. Ο Νέιτ κοιτούσε ακόμα τον νεκρό φύλακα. Νόμιζε ότι αυτός τον είχε σκοτώσει. Τον σήκωσε, του πήρε το όπλο και τον διαβεβαίωσε ότι είναι τώρα ήταν όλα καλά. Πήγανε σε ένα bar- restaurant και ο Νέιτ έκατσε σε ένα τραπέζι.Το μαγαζί ήταν άδειο. Η διακόσμιση ήταν λιτή. Οι τοίχοι ήταν βαμμένοι σε γκρίζο χρώμα και υπήρχαν παντού φψτογραφίες. Μέσα στο μαγαζί υπήρχαν όλο κι όλο πέντε τραπέζια και το μπαρ. Ο τύπος ερχόταν στο τραπέζι όπου είχε κάτσει ο Νέιτ με ένα πιάτο φαγητό, μια μπύρα και ένα άλλο αναψυκτικό.
    “Κάτσε μικρέ, είσαι ασφαλής τώρα.” είπε καθώς είχε καθίσει σε μια καρέκλα. Ο Νέιτ δεν πήρε το πιάτο με το φαγητό του. Ο τύπος του είπε πως δεν πειράζει και πήρε το πιάτο για τον εαυτό του. Τότε ο Νέιτ πήρε το πιάτο για τον εαυτό του και άρχισε να τρώει.
    Να και από την μεριά του παιχνιδιού https://www.youtube.com/watch?v=cSmbBzjU8ec
    Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
    Bale_413
    Twilight Human
    Twilight Human
    Bale_413


    Άντρας Τόπος : Κοζάνη City
    Αριθμός μηνυμάτων : 35
    Registration date : 13/08/2012

    Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  Empty
    ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake    Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake  I_icon_minitimeΠεμ 18 Οκτ 2012 - 18:33

    Κεφάλαιο 4: Δρόμοι του Λονδίνου







    Ο τύπος πήρε ένα τασάκι και άναψε ένα πούρο, ενώ ο Νέιτ έτρωγε.
    “Τι θέλεις από μένα;” ρώτησε χαλαρός ο Νέιτ καθώς έβαζε μια μπουκιά στο στόμα του.
    “Θα προτιμούσα να είσαι λίγο πιο ευγενικός όμως. Έσωσα το τομάρι σου εκεί πίσω.” απάντησε ο τύπος.
    Ο Νέιτ κατάπιε και κοίταξε τον τύπο “Ευχαριστώ. Αλλά εσύ τι θα κερδίσεις;” είπε και έκανε να πάρει την μπύρα όταν ακριβώς εκείνη τη στιγμή την πήρε ο τύπος και ήπιε μαι γουλιά “Εννοώ, είσαι εγκληματίας έτσι; Κάτι θα θες.” είπε και πήρε το άλλο αναψυκτικό.
    Ο τύπος γέλασε “Θες δουλειά ακόμα μικρέ. Λοιπόν, ποιά είναι η ιστορία σου τέλος πάντων;”
    Ο Νέιτ άφησε το αναψυκτικό και απάντησε βιαστικά “Κοιτάξτε κύριε, χωρίς παρεξήγηση... δεν ξέρω καν ποιος είσαι.”
    “Λύνεται αυτό” είπε και σήκωσε το χέρι του “Βίκτορ Σάλλιβαν.” Ο Νέιτ συνέχισε να τρώει σαν να μην τον ένοιαζε ο τύπος “Εδώ είναι που συστήνεσαι μικρέ.” είπε ο Σάλλιβαν.
    Ο Νέιτ πάλι δεν έκανε τίποτα. Κοίταξε τον Σάλλιβαν στα μάτια και έβαλε στο στόμα του μια κεφτέδα. Ο Σάλλιβαν πάλι δεν έδειξε να εκνευρίζεται. Ακούμπησε την πλάτη του στην πλάτη της καρέκλας και συνέχισε “Καλά λοιπόν, τουλάχιστον πες μου γιατί είναι τόσο ξεχωριστό αυτό το δαχτυλίδι.” Ο Νέιτ άγγιξε το δχτυλίδι που είχε κρεμάσει στον λαιμό του και το κοίταξε. Γύρισε και κοίταξε τον Σάλλιβαν.
    “Ανήκει στην οικογένειά μου. Και απλά το παίρνω πίσω.”
    “Από τον ίδιο τον Φράνσις Ντρέικ;” ρώτησε και πάλι ο Σάλλιβαν.
    “Ναι.”
    “Δεν θέλωνα στο χαλάσω μικρέ, αλλά ο Φράνσις Ντρέικ δεν είχε απογόνους. Δεν είχε παιδιά.”
    Ο Νέιτ γέλασε “Ναι... τουλάχιστον όχι με την γυναίκα που είχε στην Αγγλία.”
    Γέλασε και ο Σάλλιβαν “Ναι, καλό επιχείρημα” άπλωσε το χέρι του “άσε με να το δω λίγο.” Ο Νέιτ τράβηξε το δαχτυλίδι μακριά από το χέρι του Σάλλιβαν “ Έλα τώρα μικρέ, αν ήθελα να στο πάρω θα το είχα κάνει ήδη, δεν νομίζεις;”
    Ο Νέιτ τώρα είχε αρχίσει να το σκέφτεται. Τελικά έβγαλε το δαχτυλίδι από τον λαιμό του και το έδωσε στον Σάλλιβαν. Εκείνος το πήρε και το περιεργάστηκε “Τι λέει εδώ “Parvis M...”
    “Sic Parvis Magna. Σημαίνει Μεγαλείο από ταπεινό ξεκίνημα. Αυτό ήταν το σύνθημά του.” Ο Σάλλιβαν έδειξε να ενδιαφέρεται και ο Νέιτ συνέχισε να του λέει “Βλέπεις η Βασίλισα Ελισσάβετ του το έδωσε το 1581 όταν γύρισε στην Αγγλία από μία αποστολή. Τότε τον έκανε ιππότη.”
    “Εντάξει, αυτά δεν πρόκειται να τα έμαθες στον δρόμο. Πως γίνεται ένα παιδί σαν εσένα να ξέρει Λατινικά;”
    “Τα έμαθα εκεί που μένω.”
    “Αα, κάτι σαν σχολείο για ορφανά.” είπε ο Σάλλιβαν και έδωσε το δαχτυλίδι πίσω στον Νέιτ, ενώ εκείνος επέστρεφε στην θέση του “λοιπόν τι έγινε στο μουσείο με το δαχτυλίδι και αυτόν τον αστρολάβο;”
    “Δεν ξέρω, εσύ δουλεύεις γι αυτούς, εσύ θα μου πεις.” πέταξε πονηρά ο Νέιτ.
    “Κοίτα μικρέ, αυτή η ομάδα θέλει κάτι που εγώ αγνοώ. Δεν κάνω ερωτήσεις. Έτσι πάει η δουλειά.”
    “Δείχνεις φιλικός όμως σε μενα.”
    Ο Σάλλιβαν πήρε ένα περίεργο ύφος “ Είμαι σίγουρος ότι απολύθηκα, οπότε...”
    Πέρασαν λίγα δευτερόλεπτα μέχρι που ο Νέιτ ξαναμίλησε. Κρέμασε το δαχτυλίδι γύρω σπό τον λαιμό του και άρχισε πάλι “Λοιπόν αυτό δεν είναι ακριβώς αστρολάβος, αλλά κάτι σαν αποκρυπτογραφική μηχανή.” είπε και έβγαλε ένα μπλοκάκι από το τσαντάκι του και το άνοιξε στη σελίδα που είχε ζωγραφίσει το μηχάνημα “Κοίτα αυτό” συνέχισε γυρίζοντας σελίδες στο μπλοκάκι του μέχρι που σταμάτησε σε ένα χάρτη που είχε ζωγραφίσει “Στο δρόμο του γυρίζοντας τον κόσμο, ο Σερ Φράνσις σταμάτησε στις Ανατολικές Ινδίες και είπε ότι μέσα σε έξι μήνες έφτασε από εδώ” είπε δείχνοντας ένα σημείο κάπου πιο πέρα από την Ιαπωνία “εδώ” είπε δείχνωντας κάπου στις Φιλιπίννες.
    “Και;” είπε ο Σάλλιβαν.
    “Δεν ταιριάζει. Ο Ντρέικ ήταν πολύ καλός ναύτης, θα έκανε το πολύ κανέναν μήνα για να φτάσει εκεί.. Κάτι έκρυβε. Κάτι μεγάλο.”
    “Πόσο μεγάλο;”
    “Σαν μυστική-αποστολή-από-την-Βασίλισσα, μεγάλο. Σαν έναν αμύθητο πλούτο που δεν έχει καλυφθεί, μεγάλο.”
    “Α τόσο μεγάλο.” πέταξε χαρούμενος με το πούρο στο στόμα ο Σάλιιβαν.
    “Τόσο μεγάλο.” είπε ο Νέιτ με την ίδια χαρά στην φωνή του, αλλά και στο πρόσωπό του.
    “Και αυτός ο αποκρυπτογραφητής έχει κάποια σχέση με αυτό.” είπε και πάλι ο Σάλλιβαν.
    “Θα στοιχημάτιζα και την ζωή μου.”
    “Τέλεια, και το έχει η Μάρλοου τώρα.”
    Ο Νέιτ γέλασε “Δεν μπορεί ομως να κάνει κάτι χωρίς το κλειδί.” είπε δείχνοντας το δαχτυλίδι στον Σάλλιβαν.
    “Έχουμε ισοπαλία λοιπόν.”
    “Για τώρα.” πέταξε χαρούμενα και πάλι ο Νέιτ.
    “Χα χα, αλλά ακόμα δεν μου είπες το όνομά σου μικρέ.”
    “Και εσύ δεν μου είπες τι θέλεις από μένα.”
    “Εντάξει, κοίτα- έχεις ταλέντο. Αλλά έχεις και πολλά να μάθεις. Μείνε μαζί μου και θα μάθεις λίγα πράγματα.”
    “ 'φχαριστώ, αλλά τα καταφέρνω καλά και μόνος μου.” είπε κοροιδευτικά ο Νέιτ έχοντας το χέρι του στο τραπέζι έτοιμος να σηκωθεί και να φύγει.
    “Ναι, φαίνεται αυτό. Τέλος πάντων, τι λες να το πάρουμε πάλι από την αρχή; Οι φίλοι μου με αποκαλούν Σάλλυ.”
    Ο Νέιτ χαμογέλασε και είπε “Νάθαν Ντρέικ. Νέιτ.” και έδωσε το χέρι του στον Σάλλυ.
    “Ντρέικ ε; Εντάξει. Βλέπω λαμπρά πράγματα στο μέλλον μας μικρέ. Πολύ λαμπρά.” είπε και συνέχισε να καπνίζει το πούρο του.
    Τώρα γυρνάμε εκεί που οι δύο πρωταγωνιστές μόλις πυροβολήθηκαν. Τώρα το αυτοκίνητο όπου είχε μπει η Μαρλοου και ο Τάλμποτ έφευγε αφήνοντας τον Κάτερ πίσω τους μέχρι να έρθει η αστυνομία που μάλον είχε ακούσει τους πυροβολισμούς. Ο Κάτερ κοιτούσε το αυτοκίνητο που έφευγε μέχρι που έτριψε για να βγει στον δρόμο. Όταν το αυτοκίνητο εξαφανήστηκε από τα μάτια του, κοίταξε τους δύο νεκρούς άντρες και τους είπε να σηκωθούν. Ο Νέιτ άνοιξε τα μάτια του κοίταξε γύρω του και έκανε μια απόπειρα να σηκωθεί. Το ίδιο έκανε και ο Σάλλυ. Κοιτάχτηκαν μια στιγμή μεταξύ τους και προσπάθησαν να σηκωθούν. Ο Σάλλυ άρχισε να γελάει με το περίεργο και γέρικο γέλιο του καθώς σηκωνόταν. “Ωχ Θεέ μου!” φώναξε σε κάποια φάση “ Θα έπρεπε να βάλεις σιγαστήρα σε αυτό το πράμα.” είπε στον Κάτερ.
    “Σάλλυ, δεν έχεις αίσθηση του δράματος.” είπε ειρωνικά ο Κάτερ καθώς τον πλησίαζε για να τον βοηθήσει να σηκωθεί.
    “Αυτό σίγουρα θα φέρει εδώ τους μπάτσους από λεπτό σε λεπτό, γι αυτό καλύτερα να φύγουμε.” είπε και πλησίασε τον Νέιτ για να τον βοηθήσει να σηκωθεί.
    Ο Νέιτ έπιασε ένα από τα μάγουλά του και είπε “Θα μπορούσες μερικές από αυτές τις μπουνιές να μην τις έριχνες τόσο δυνατά.”
    “Τι εννοείς,; 'Ισα που σε άγγιξα.”
    “Εσύ με σκότωσες.”
    “Καλά, καλά, είμαι ο φταίχτης τώρα” είπε και έδειξε με το δάχτυλο τον Νέιτ “εξάλλου εσύ είπες να το κάνουμε ρεαλιστικό.”
    Ο Σάλλυ πλησίασε τον Νέιτ και του ψιθύρισε στο αυτί “Καλύτερα τότε να είσαι φιλικός μαζί του.” Ο Κάτερ έβγαλε ένα walkie- talkie και άρχισε να επαναλαμβάνει την ίδια φράση “Οκ Λαμπρά Μάτια, έρχονται προς το μέρος σου, μην τους χάσεις.” Ο Νέιτ τώρα είχε ωγάλει από την τσέπη του ένα ακόμα δαχτυλίδι, το έδειξε στους άλλους και τους έιπε ότι τελικά είχε δίκιο. Η Μάρλοου και ο Τάλμποτ θα έπαιρναν το ψεύτικο δαχτυλίδι. Το κρέμασε στον λαιμό του και άρχισε να προχωράει, ακολουθούμενος από τους άλλους δύο.
    “Πόσο καιρό λέτε να τους πάρει μέχρι να καταλάβουν ότι έιναι ψεύτικο;” ρώτησε ο Κάτερ.
    “Τι μας νοιάζει;” απάντησε ο Νέιτ “Επιτέλους τους ξεφορτοθήκαμε!”
    “Τώρα απλώς τους ακολουθούμε στην τρύπα τους.” πέταξε ο Σάλλυ.
    “Ξέρεις Σάλλυ” είπε ο Νέιτ “όλα τα κάνεις να φαίνονται πρόστυχα.”
    “Το κάνω;” ρώτησε ο Σάλλυ.
    Ο Κάτερ πετάχτηκε λέγοντας “Και βέβαια το κάνεις.” Και τότε γέλασαν και οι τρεις περπατώντας στους δρόμους του Λονδίνου. Προχώρησαν λίγα μέτρα μέχρι που έφτασαν στο τέλος του σοκακιού. Ο Κάτερ είπε ότι καλύτερα να βιατούν λίγο. Ο Σάλλυ τους έδειξε ένα στενό πέρασμα για να περάσουν. Οι σειρήνες των περιπολικών ακούγονταν από μέτρα μακριά. Οι αστυνομικοί πλησίαζαν. Ο Σάλλυ πέρασε πρώτος το στενό και πίσω του βρισκόταν ο Νέιτ. Όταν βγήκαν στην άλλη μεριά του στενού, κοίταξαν τον Κάτερ ο οποίος δίσταζε να το περάσει.
    “Έλα Τσάρλι, προς τι η αναμονή;” φώναξε ο Νέιτ.
    ¨Ναι ναι... εντάξει.” απάντησε και άρχισε να το περνάει. Καθώς το περνούσε έλεγε “Σε λίγο όλα θα τελειώσουν, σε λίγο όλα θα τελειώσουν... αυτό είναι, αυτό είναι.” “Ουφ, τελικά δεν ήταν τόσο κακό.” είπε όταν βγήκε από εκεί.
    “Τι στο διάολο έχεις;” τον ρώτησε ο Νέιτ.
    “Τίποτα, καλά είμαι.”
    Ο Νέιτ άρχισε να τρέχει. Πρώτα πήδηξε πάνω από ένα εμπόδιο παρκαρίσματος. Μετά όταν βρέθηκε σε έναν χώρο τελείως σκοτεινό, πήδηξε πάνω από κάτι κάγκελα με τον ίδιο τρόπο που πήδηξε και το προηγούμενο εμπόδιο. Τώρα είχε βρεθεί σε έναν χώρο, όπου ο μόνος δρόμος για να συνεχίσουν οι τρεις άντρες, ήταν μία μεγάλη μπλε πόρτα η οποία ήταν κλειδωμένη. Ο Νέιτ τότε πήδηξε πάνω σε ένα κουτί με ρολόγια ηλεκτρισμού και από εκεί πήδηξε πάνω σε κάτι σωλήνες και συνέχισε προσπαθώντας να βρεθεί από την άλλη μεριά της πόρτας. “Ελάτε, από δω.”
    “Ναι, ναι, ή μπορούμε απλώς να χρησιμοποιήσουμε λίγη δύναμη.” είπε και κλώτσησε την πόρτα η οποία άνοιξε διάπλατα. Ο Νέιτ κοιτώντας τον Κάτερ και τον Σάλλυ να περνάνε, πήδηξε κάτω και συνέχισε με τους άλλους. Μετά πέρασαν και οι τρείς πάνω από κάτι κάγκελα πάλι με έναν σχετικά θεαματικό τρόπο και βρέθηκαν σε έναν κλειστό χώρο όπου υπήρχε μια μικρή πόρτα που φωτιζόταν από ένα πράσινο λαμπάκι και ένα καρότσι. Ο Νέιτ κοίταξε λίγο τον χώρο γύρω του και είδε κάτι κάγκελα πολύ ψηλά για να περάσουν από πάνω τους. Έτσι πήρε το καρότσι ακι το έσυρα από κάτω τους. Ανέβηκε στο καρότσι και πήδηξε πάνω από τα κάγκελα.
    Αφού πήδηξαν και οι άλλοι δύο προχώρησαν περπατώντας προς τον προορισμό τους. Εκεί τους περίμενε κάποιος μέσα σε ένα φορτηγάκι. Βγήκε και πλησίασε τους τρεις άντρες. Ήταν μια γυναίκα, σχετικά νέα, στην ηλικία του Νέιτ περίπου. Φορούσε ένα κόκκινο, δερμάτινο μπουφάν και ένα μπεζ στενό παντελόνι. Είχε μαύρα μακριά μαλλιά και δέρμα σε χρώμα καραμέλας.Ήταν η Χλόη Φρέιζερ, η αυστραλιανή φίλη του Νέιτ. Αφού έκλεισε λοιπόν την πόρτα πίσω της, χαιρέτησε τους τρεις άντρες που πειράζονταν μεταξύ τους. “Γειά σας παιδιά!” είπε ήρεμα.
    “ Όλα καλά;” ρώτησε ο Κάτερ και σταύρωσε τα χέρια του.
    “Φαίνεται πως έγινε του διαόλου εκεί πίσω.” είπε και πάλι ήρεμα η Χλόη.
    'Αα, ήταν μια χαρά Χλόη.” πέταξε ο Σάλλυ.
    “Τα πήγαμε καλά.” είπε ο Κάτερ.
    Τώρα η Χλόη στράφηκε στον Νέιτ “Εσύ σπάνια έισαι ήσυχος, τι έγινε;”
    “Ωω τίποτα, ο Τσάρλι έδειξε να το απόλαυσε υπερβολικά για τα δικά μου γούστα.”
    “Εδώ είμαστε πάλι...” είπε ο Κάτερ αναστενάζωντας.
    “Τα αυτιά μου ακόμα κουδουνίζουν!” είπε ο Νέιτ στον Σάλλυ.
    “φαίνεται πως υπάρχει κάτι ανάμεσά σας.” είπε η Χλόη γελώντας μαζί με τον Σάλλυ που κοιτούσε με ένα περίεργο΄γελιο “Φαίνεται πως έχασα όλη την πλάκα.”
    “Βασικά έχασες, όλο αυτό ήταν καθαρτικό.” είπε ο Κάτερ κοιτώντας τον Νέιτ.
    “Χα χα, αστείο.” είπε και ο Νέιτ βάζοντας τα χέρια το στην μέση του.
    “Λοιπόν έχεις μπελάδες;” ρώτησε ο Σάλλυ.
    “Ααα,τίποτα.” απάντησε η Χλόη και έκανε μια περίεργη κίνηση με τα χέρια της.
    “Λοιπόν που είναι η πόρτα που κρύβεται η “Τρομακτική Πόπινς”;”
    Η Χλόη έδειξε με το δάχτυλό της μια πράσινη πόρτα γκαράζ και τους έιπε ότι από τότε που μπήκαν εκεί μέσα δεν ξαναβγήκαν. Ο Νέιτ την ρώτησε αν είναι ακόμα εκεί μέσα. Η Χλόη πήγε στην πίσω μεριά του οχήματος και άνοιξε τις πόρτες του. Μέσα υπήρχε μία βαλίτσα. Η Χλόη την άνοιξε και έβγαλε τρία ίδια πιστόλια με σιγαστήρες.
    “Χλόη δεν πιστεύω ότι τα χρειαζόμαστε αυτά, θέλω να πω ότι, δεν μας περιμένουν.” είπε αδιάφορα ο Σάλλυ και όπλισε το πιστόλι του.
    “Μην το λες φίλε” τον έκοψε ο Κάτερ πριν πει μιλήσει πάλι ο Σάλλυ “αυτοί είναι άγροι, δεν λογαριάζουν τίποτα.”
    “Και;” πετάχτηκε ο Νέιτ “απλά θα μπούμε και θα βγούμε. Τόσο απλό.”
    “Ναι είμαι οκ μ' αυτό, αλλά άμα μπλέξουμε, πυροβολάς και μετά κάνεις ερωτήσεις έγινε;” είπε ο Κάτερ αγρικοιτάζοντας τον Νέιτ, άσχετα άμα εκείνος δεν νοιαζόταν.
    Ο Νέιτ έγνεψε καταφατικά. Τώρα όλοι περπατούσαν προς την πράσινη πόρτα του γκαράζ. Δεξιά του Νέιτ περπατούσαν ο Σάλλυ και ο Κάτερ και αριστερά του η Χλόη. Ο Σάλλυ είπε ότι το να πάρει την βαλίτσα με τα χρήματα και να φύγει ήταν όλο και πιο καλή ιδέα, ενώ ο Κάτερ τον τάπωσε με κάτι αστείο που είπε.
    Η ώρα περνούσε και έπρεπε να βιαστούν. Μόλις είχαν φτάσει έξω από την πόρτα και προσπάθησαν να την ανοίξουν. Τελικά δεν τα κατάφεραν. Ο Νέιτ όπως πάντα θα σκαρφάλωνε και θα έμπαινε μέσα στο γκαράζ για να ανοίξει την πόρτα. Πιάστηκε από έναν σωλήνα και άρχισε να ανεβαίνει. Όταν έφτασε στο τέλος του σωλήνα, εκείνος έσπασε και ο Νέιτ πήδηξε στον σωλήνα που υπήρχε από πάνω του. Ο άλλος ο σωλήνας έσπασε τεείως και έπεσε κάτω στον δρόμο. Ο Νέιτ μετά πήδηξε στην σκεπή του κτιρίου. Ανέβηκε και προχώρησε μέχρι την απέναντι μεριά του κτιρίου.. Μετά πήρε φόρα και πήδηξε σε μια ταμπέλα που έλεγε στα αγγλικά “Rooms to let” και πήδηξε σε ένα κάγκελο το οποίο άρχισε να γυρνάει με αποτέλεσμα το Νέιτ να χτυπήσει με το πρόσωπο σε μια πόρτα. Από κει πήρε λίγη φόρα και πήδηξε σε ένα μισάνοιχτο παράθυρο Από εκεί πήδηξε μέσα. Μόλις πάτησε κάτω το παράθυρο πίσω του έκλεισε. Αφού κοίταξε γύρω του είδε ότι το γκαράζ ήταν άδειο. Είδε όμως ότι η πόρτα ήταν από την άλλη πλευρά του γγκαράζ. Πήδηξε σε έναν σωλήνα και από εκεί σε ένα “παράθυρο”. Αφού πήδηξε και εκεί πήδηξε μέσα από ένα άνοιγμα στην άλλη πλευρά του γκαράζ. Έπεσε κάτω σε κάτι κουτιά. Τώρα τον πονούσε η μέση και η πλάτη ολόκληρη. Σηκώθηκε με δυσκολία, έβρισε για να ξεχάσει τον πόνο και πλησίασε περπατώντας την πόρτα. Έσκυψε και την σήκωσε όσο μπορούσε... μετά φώναξε τον Κάτερ να τον βοηθήσει απ' έξω μεριά. Ο Κάτερ έβαλε τα χέρια του στην πόρτα και μαζί με τον Νέιτ την σήκωσαν. Πέρασαν και οι άλλοι τρεις μέσα και άρχισαν αμέσως να ψάχνουν το μέρος για να βρουν που μπορει να είναι η Μάρλοου και ο Τάλμποτ.
    Μετά από λίγη ώρα αναζήτησης, ο Κάτερ βρήκε σημάδια από λάστιχα. Φώναξε τον Νέιτ να πλησιάσει. Του τα έδειξε και ο μετά τα εξέτασε και ο ίδιος ο Νέιτ. Διαπίστωσε ότι τα σημάδια ήταν ακόμα υγρά από την βροχή. Ο Νέιτ συνέχισε να προχωράει ψάχνωντας κι άλλα στοιχεία. Καθώς όμως περπατούσε ένιωσε σε κάπια σημεία να βουλιάζει το πάτωμα. Κοίταξε κάτω να δει τι συνέβαινε και βρήκε κάτι το εκπληκτικό. Τέσσερα σημεία επαφής, που σημαίνει ότι με αυτά άνοιγες μια πόρτα, η μια μεγάλη κρυφή πύλη. Φώναξε τους άλλους να πλησιάσουν. Τους έδειξε τα σημεία αυτά και τους είπε να πατήσει ο καθένας σε κάθε σημείο. Όταν όλοι πήραν τις θέσεις τους, ο Νέιτ τους έκανε σήμα να πηδ'ηξουν συγχρονισμένα. Το έκαναν άλλα δεν έγινε τίποτα. Άρχισαν όλοι να ψάχνουν τι έφταιγε. Ξαφνικά ο Σάλλυ βρήκε κάτι περίεργο.
    “ Έει μικρέ κοίτα αυτό.” είπε στον Νέιτ “αν σημαδέψεις τον φακό σου στον τοίχο, βγαίνει μια μ....κία.”
    “Φυσικά!” φώναξε ο Νέιτ “Σημαδεύεις τους φακούς στον τοίχο. Σαν προβολείς αυτοκινήτου. Μπράβο Σάλλυ.”
    Ο Νέιτ και ο Σάλλυ που ήταν απέναντι στον τοίχο σημάδεψαν τους φακούς τους σε αυτόν. Τότε ο τοίχος άρχισε να ανοίγει στα δύο. Και ένα υπόγειο τούνελ εμφανήστηκε.
    “, άμπρα “γαμ.....νο” κατάμπρα.”
    “Εεμ, Νέιτ; Με ποιούς έχουμε να κάνουμε εδώ;” ρώτησε η Χλόη. Ο Νέιτ την κοίταξε. Έδειχνε φοβισμένη από πάνω ως κάτω.
    “Λοιπόν ένας τρόπος υπάρχει για να μάθουμε.” της απάντησε και προχώρησε στο τούνελ, καθώς οι υπόλοιποι ακόμη το κοιτούσαν. Ο Νέιτ της είπε να πάει στο φορτηγάκι και να περιμένει και ο Κάτερ της είπε να μείνουν σε ραδιοφωνική επαφή. Η Χλόη έφυγε από το γκαραζ. “Είναι η καλύτερη οδηγός στην πιάτσα ξέρεις.” είπε ο Κάτερ στον Νέιτ.
    Άρχισαν και οι τρεις να τρέχουν όλο και πιο μέσα στο τούνελ. Δεν υπήρχε μεγάλος φωτισμός, εκτός από κάτι μικρά φώτα. Γύρω γύρω υπήρχε μια απαίσια ξύλινη εγγύηση. Προχωρούσαν όλο και πιο βαθιά στο τούνελ και δεν έβλεπαν τίποτα άλλο εκτός από ένα απέραντο βάθος. Ο Κάτερ σιγοτραγουδούσε καθώς έτρεχε και ο Σάλλυ βαριανάσαινε.
    “Ποιός μπορεί να οδηγεί σε ένα υπόγειο τούνελ;” ρώτησε ο Σάλλυ και έπιασε το στήθος του.
    “Αα, δεν ξέρω, κάποιος που δεν θέλει να τον ακολουθήσουν μήπως... μια σκέψη κάνω.” του απάντησε ο Κάτερ όπως έπαιζε με το πιστόλι του.
    Ο Νέιτ τους είπε να σταματήσουν να μιλάνε και να προχωρήσουν. Προχώρησαν λίγα ακόμη λεπτά μέχρι που το τούνελ σταματούσε σε κάτι χοντρά κάγκελα. Και οι τρεις αναστέναξαν. Άρχισαν να κοιτάζουν γύρω τους με την ελπίδα να βρουν έναν δρόμο για να προχωρήσουν. Τυχαία τότε ο Κάτερ βρήκε μία μεταλική πόρτα όπου ήταν κλειδωμένη με λουκέτο. Ο Νέιτ έβγαλε το πιστόλι του και έιπε στους άλλους δυο να κάνουν πίσω. Όταν ο Σάλλυ και ο Κάτερ απομακρύνθηκαν από την πόρτα, ο Νέιτ σημάδεψε το λουκέτο και πυροβόλησε. Ένας σιγανός ήχοςβγήκε τότε από το πιστόλι και το λουκέτο έσπασε και έπεσε καταγής. Ο Σάλλυ προχώρησε και άνοιξε την πόρτα κάνοντας σήμα στον Κάτερ να περάσει. Ο Νέιτ έβαλε το πιστόλι πίσω στο κοστούμι του και διάβηκε και αυτός την πόρτα. Ο Σάλλυ μπήκε τελεφταίος και έκλεισε την πόρτα πίσω του.
    Το δωμάτιο που μόλις είχαν μπει ήταν θεοσκότεινο. Τότε και οι τρεις άναψαν τους φακούς τους. Τώρα τρία κίτρινα φώτα έλαμπαν στο δωμάτιο. Κοίταξαν γύρω τους σημαδεύοντας με τον φακό τους και προχώρησαν σε μία πόρτα. Την άνοιξαν, μπήκαν μέσα και την έκλεισαν. Τώρα είχαν βρεθεί σε έναν σκοτεινό διάδρομο. Προχώρησαν μέχρι που κάπου άκουσαν φωνές. Ο Νέιτ και ο Κάτερ προχώρησαν μπροστά, ενώ ο Σάλλυ έμεινε πίσω για να τους καλύπτει. Οι άλλοι δύο καθώς προχωρούσαν έιδαν μία ανοιχτή πόρτα και πίσω απ' αυτήν δύο μπράβοι της Μάρλοου που συζητούσαν. Ο Κάτερ και ο Νέιτ καλύφθηκαν πίσω από την άλλη μεριά της πόρτας και έβγαλαν τα πιστόλια τους. Ο Κάτερ πυροβόλησε πρώτος. Ο ένας μπράβος έπεσε κάτω και άρχισε από το μέτωπό του να τρέχει αίμα. Ο άλλος μπράβος που είχε δει τον Κάτερ έβγαλε το πιστόλι του και τον σημάδεψε. Και λίγο πριν πυροβολήσει, ο Νέιτ βγήκε και τον πυροβόλησε στο κεφάλι. Έπεσε κι αυτός κάτω νεκρός. Ο Νέιτ έβαλε μέσα το πιστόλι του όπως και ο Κάτερ, και ο Σάλλυ. Συνέχισαν να προχωρούν στους σκοτεινούς διαδρόμους χωρίς να βρίσκουν κανέναν μπράβο ή κανένα στοιχείο για το που μπορεί να είναι η Μάρλοου και ο Τάλμποτ. Έπειτα από κανένα δεκάλεπτο περπατήματος βρέθηκαν μπροστά σε ένα στενό πέρασμα από σωλήνες και καλώδια. Πρώτα πέρασε ο Νέιτ, μετά ο Σάλλυ και μετά ο Κάτερ.
    “Πήγαινέ μας ΜακΝτάφ!” είπε ο Σάλλυ καθώς περνούσε το στενό.
    “Οδήγησέ μας ΜακΝτάφ.” είπε ο Κάτερ.
    “Τι;” ρώτησε ο Σάλλυ.
    “Λέω το σωστό είναι Οδήγησέ μας ΜακΝτάφ.” απάντησε ο Κάτερ.
    Ο Νέιτ είχε ήδη περάσει το στενό και περίμενε τους υπόλοιπους. Όταν βγήκαν τους ρώτησε “Ποιος στο διάολο είναι ο ΜακΝτάφ;”
    Δείτε το και από την μεριά του παιχνιδιού https://www.youtube.com/watch?v=5V7AG_nExPM&feature=relmfu
    Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
     
    Uncharted 3: Η Εξαπάτηση του Drake
    Επιστροφή στην κορυφή 
    Σελίδα 1 από 1
     Παρόμοια θέματα
    -

    Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτήΔεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
    Bella And Edward :: Midnight Inspirations :: Fanfictions-
    Μετάβαση σε: