Nicky Cullen- H επιστροφή
5 χρόνια μετά
Στο δρόμο για το μαγαζί των Νιούτον έβλεπα παντού αφίσες για σχολικούς χορούς. Τώρα καταλαβαίνω γιατί ο Έντουαρντ δεν ήθελε να χάσω τις ανθρώπινες στιγμές μου.
Σταμάτησα το βόλβο του Έντουαρντ –μερικές φορές παίρνω και την φεράρι γιατί είναι σαν να τρέχω στο δάσος, αλλά όταν είναι να πάω κάπου στο Φορκς παίρνω το βόλβο- στο πάρκινγκ μπροστά από το μαγαζί και μπήκα μέσα. Χαιρέτησα την κυρία Νιούτον.
«Πως είσαι σήμερα Μπέλλα;», με ρώτησε.
«Μια χαρά κυρία Νιούτον. Ο Μάικ τι κάνει;»
«Ήρθε για το Σαββατοκύριακο και είναι βόλτα με την Τζέσικα», ο Μάικ και η Τζέσικα τα ξαναβρήκαν και είναι μαζί τέσσερα χρόνια. Πάνε κολέγιο και βρίσκονται όποτε έρχονται.
Πήρα ό,τι χρειαζόμουν και έφυγα.
Μόλις έφτασα σπίτι είδα ην Νέσι με τον Τζέικομπ. Η Νέσι μοιάζει τώρα 16 χρονών και απ’ότι φαίνεται θα είναι έτσι για πάντα, όπως και ο Τζέκομπ.
«Γεια σου μαμά», μου είπε η Νέσι και με αγκάλιασε.
«Πως είσαι Νέσι; Τζέικομπ;»
«Τέλειαααααααα», είπαν και οι δύο.
Μπήκαμε στο σπιτάκι μας. Ο Έντουαρντ με φίλησε και μετά αγκάλιασε την Ρένεσμι.
«Πρέπει να πάμε στον Κάρλαϊλ», μου είπε.
«Γιατί; Τι έγινε;», ρώτησα.
«Πάμε και θα δεις»
Φτάσαμε στο σπίτι και όλοι ήταν σε εγρήγορση. Η Άλις καθόταν στον καναπέ με τον Τζάσπερ δίπλα της και από το βλέμμα της ήμουν σίγουρη ότι έβλεπε όραμα.
Ο Κάρλαϊλ μιλούσε στο τηλέφωνο απ’ότι κατάλαβα με την Τάνια. Η Ρόζαλι και ο Έμμετ δεν ήταν στο δωμάτιο, αλλά τους άκουγα από πάνω. Η Έσμι ήρθε δίπλα μου και μου είπε «Έρχονται».
«Οι Βολτούρι», είπα εγώ και έμεινα ακίνητη.
Όλοι με κοιτούσαν με βλέμμα περίεργο και απολογητικό.
Η Νέσι έβαλε το χέρι της στο μάγουλό μου και μου έδειξε μια εικόνα από εκείνο το χιονισμένο ξέφωτο με την σειρά από σκούρους μανδύες.
«Ναι», της είπα.
«Πότε;», ρώτησα τον Έντουαρντ.
«Σε ένα μήνα», είπε με ύφος χαρούμενο.
«Γιατί χαίρεσαι; Αυτά δεν είναι καλά νέα…», απόρησα.
«Γιατί επιτέλους η αναμονή θα τελειώσει. Δεν θα χρειαστεί καθόλου να περιμένουμε», είπε φιλώντας τη Ρένεσμι.
«Δηλαδή;», ρώτησα.
«Αν θυμάσαι όλοι όσοι μας βοήθησαν τότε είπαν πως όταν οι Βολτούρι επιστρέψουν θα μας βοηθήσουν», πετάχτηκε ο Τζάσπερ.
«Η Τάνια θα δεχτεί, το ίδιο και η Ζαφρίνα!», είπε η Άλις.
Δηλαδή η Ρόουζ και ο Έμμετ μιλούσαν με την Ζαφρίνα.
«Θα έρθουν όλοι;», ρώτησα με δυσπιστία.
«Ναι», είπε ο Έντουαρντ.
«Η Τάνια είπε ότι επιτέλους θα εκδικηθούν τους Βολτούρι για τον χαμό της Αϊρίνα. Είναι όλοι μέσα», είπε ο Κάρλαϊλ κλείνοντας το τηλέφωνο.
Η Ρένεσμι μου έδειξε ότι θυμόταν από τη μέρα που οι Βολτούρι ήρθαν εδώ και μου είπε «Θα τα καταφέρουμε μανούλα».
Ο Τζέικομπ είπε «Θα ειδοποιήσω την αγέλη» και έφυγε τρέχοντας. Η αγέλη ήταν τώρα γύρω στους 30 λύκους και δεν είχαν τίποτα να φοβηθούν.
«Πάμε στο σπίτι μας να ξεκουραστούμε, γιατί αύριο θα είναι δύσκολη μέρα», είπε ο Έντουαρντ και τράβηξε εμένα και την Ρένεσμι προς την πόρτα.
Πήγαμε στο σπιτάκι μας και η Νέσι κοιμήθηκε. Ξαπλώσαμε στο κρεβάτι μας και εγώ τράβηξα την ασπίδα μου και σκέφτηκα «Σ’ αγαπώ».
«Κι εγώ», είπε ο Έντουαρντ.
Το βλέμμα του ήταν σκεπτικό και τον ρώτησα «Τι σκέφτεσαι;»
«Να όταν όλα τελειώσουν να πάμε στo Ντάρτμουθ. Μου το είχες υποσχεθεί πριν πολύ καιρό αλλά δεν κράτησες την υπόσχεση σου», είπε.
«Ναι αλλά πρώτα πρέπει να τελειώσουν όλα και μετά βλέπουμε», απάντησα με παράπονο.
«Καλά, όπως θες. Αλλά μην παραξενευτείς όταν δεις αιτήσεις από κολέγια στην πόρτα»
«Ωχ καλά!»
Ο Έντουαρντ σηκώθηκε και πήγε στο πιάνο που του είχα κάνει δώρο και άρχισε να παίζει το νανούρισμα μου.
Την επόμενη μέρα πήγαμε στο σπίτι του Κάρλαϊλ και μόλις μπήκαμε είδαμε τον Βλάντιμιρ και τον Στέφαν μες στην τρελή χαρά. «Καλοί μου φίλοι, τι χαρά είναι αυτή! Εμείς θα πολεμήσουμε μαζί σας», είπε ο Βλάντιμιρ.
Μετά από λίγο ήρθαν η οικογένεια της Τάνια, και όπως περίμενα η Κέιτ και ο Γκάρετ.
Μέσα στη μέρα, ήταν όλοι εδώ. Ο Μπέντζαμιν και η Τία, η Ζαφρίνα, η Καχίρι και η Σένα, η Σιβόν και ο Λίαμ, η Μάγκι και η Χουίλεν και ο Νάχουελ. Απόρησα για τους τελευταίους, αλλά ήθελαν να βοηθήσουν οπότε δεν ασχολήθηκα πολύ.
Το απόγευμα πήγα με την Νέσι και τον Τζέικομπ στον Τσάρλι. Μόλις μπήκαμε στο σπίτι μύριζε ψάρι, η Σου είχε μαγειρέψει. Από τότε που παντρεύτηκαν, ο μπαμπάς μου είναι πιο χαρούμενος από ποτέ.
Χαιρέτησα τον μπαμπά μου, την Σου και μετά πήγα στο σαλόνι που ήταν ο Μπίλι και ο Σεθ που κοιμόταν.
«Μίλησες με την μαμά σου, Μπελς;», ρώτησε ο Τσάρλι.
«Ωχ, όχι μπαμπά, πάλι καλά που μου το θύμισες», βγήκα έξω για να μιλήσω στη Ρενέ. Έβγαλα το ασημί κινητό από την τσέπη μου και κάλεσα τον αριθμό την μαμάς μου.
«Γεια σου μαμά, τι κάνεις;»
«Μπέλλα; Καλά είμαι. Περιμένω τον Φιλ να γυρίσει από την προπόνηση. Εσύ πώς είσαι γλυκιά μου;»
«Μια χαρά μαμά, είμαστε με τον Τζέικομπ και την Ρένεσμι στον μπαμπά», η Ρενέ όπως και ο Τσάρλι δεν ήθελε να μάθει τίποτα για τον λόγο που άλλαξα. Ήθελε απλώς να ξέρει ότι είμαι καλά.
«Α, ήρθε ο Φιλ. Να τα πούμε αργότερα γλυκιά μου;»
«Ναι μαμά θα σου στείλω email»
«Έτοιμο το φαγητό», φώναξε η Σου.
Εγώ κάθισα στο σαλόνι, ο οποίος τώρα είχε ξυπνήσει και μιλούσε ακατάσχετα όπως πάντα.
Η Ρένεσμι ακόμα δεν απολαμβάνει το ανθρώπινο φαγητό αλλά αναγκάζεται να το τρώει για τα μάτια του κόσμου.
Καθίσαμε αρκετή ώρα στου Τσάρλι, γιατί τις επόμενες μέρες δεν θα μπορούσαμε να καθόμαστε πολύ.
Πήγαμε σπίτι για βράδυ και το πρωί πάλι στου Κάρλαϊλ.
«Μπέλλα, μην φοβάσαι, αυτή τη στιγμή είμαστε πιο δυνατοί από ποτέ. Και το καλύτερο, έχουμε και τους φίλους μας, αποφασισμένους να πολεμήσουν στο πλευρό μας», είπε η Έσμι με την τρυφερότητα της.
Εκείνη την ώρα θυμήθηκα όλες τις φορές που είχα βάλει την οικογένεια μου σε κίνδυνο όταν ήμουν άνθρωπος. Όταν με κυνηγούσε η Βικτόρια, ο Τζέιμς, ο Λόρεντ και φυσικά οι Βολτούρι. Θολές αλλά τρομακτικές αναμνήσεις.
Μετά όμως σκέφτηκα ότι θα μας βοηθούσαν όλοι οι φίλοι μας. Οι Αιγύπτιοι, οι Ιρλανδοί, οι Ρουμάνοι, οι βρικόλακες του Αμαζονίου και τα ξαδέρφια μας από το Ντενάλι. Όλοι θα μας βοηθούσαν!
Η Ρόουζ, με την Άλις και τη Ρένεσμι πήγαν για ψώνια και εγώ έμεινα σπίτι με τον Έντουαντ και την υπόλοιπη οικογένεια μου.
Τώρα που δεν είμαι πια νεογέννητη κατά κάποιο περίεργο λόγο είμαι ακόμα πολύ δυνατή και ο Έμμετ νευριάζει πολύ. Προσπαθώ όταν είμαι μπροστά του να μην το δείχνω πολύ αλλά αυτός με κοροϊδεύει ότι είμαι το πιο αδέξιο βαμπίρ που έχει δει ποτέ και τέτοια.
«Μπέλλα, είσαι χαρούμενη. Τι συνέβη;», ρώτησε ο Τζάσπερ με απορία.
«Να απλώς σκέφτομαι ότι θα νικήσουμε όπως την προηγούμενη φορά. Τώρα όλοι ξέρουν την δύναμη μας και δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε», αποκρίθηκα.
«Μπράβο, έτσι θέλω να σκέφτεσαι!», είπε ο Έντουαρντ χαρούμενος.
Οι μέρες περνούσαν. Μια ρουτίνα, πηγαίναμε σχεδόν κάθε απόγευμα στον Τσάρλι και τη Νέσι.
Μια μέρα καθώς πηγαίναμε στον Τσάρλι είδαμε στον δρόμο την Άντζελα και τον Μπεν.
«Μπέλλα, θέλουμε να σε καλέσουμε στον γάμο μας», είπε η Άντζελα.
«Και τον Έντουαρντ και την Άλις φυσικά!», συμπλήρωσε ο Μπεν.
«Τι ωραία που παντρεύεστε! Θα έρθουμε σίγουρα. Πότε είναι;», είπα εγώ. Μπορεί να μην γινόταν.
«Σε ενάμισι μήνα! Είναι νωρίς ακόμα αλλά ήθελα να το ξέρεις», είπε η Άντζελα.
«Τέλεια! Θα φροντίσω να έρθουμε», τους είπα και έφυγα. Βόλευε η ημερομηνία. Αν ζούσαμε!
Κάθε μέρα προπονούμασταν για τη μάχη. Αυτά τα πέντε χρόνια εχω καταφέρει να απλώνω την ασπίδα μου όσο μακριά θέλω και να την κρατάω ανοιχτή για όση ώρα θέλω.
Οι μέρες πέρασαν γρήγορα και ξαφνικά βρεθήκαμε στο ξέφωτο όλοι μαζί. Ντεζαβού. Η οικογένεια μου στη μέση και δεξιά και αριστερά οι φίλοι μας. Ο Τζέικομπ δίπλα στη Ρένεσμι και ο Έντουαρντ δίπλα σε εμένα! Η αγέλη γύρω μας!
Η Άλις είπε «Σε δύο λεπτά»
Είχα ήδη απλώσει τη ασπίδα μου γύρω από όλους και ήμουν έτοιμη για οτιδήποτε.
Τα δύο λεπτά πέρασαν βασανιστικά και τελικά ξεπρόβαλε από τα δέντρα η λωρίδα από σκούρους μανδύες που με τρόμαζε κάποτε τόσο πολύ, αλλά τώρα δεν είχα να φοβηθώ τίποτα!
Αυτή τη φορά δε είχε έρθει όμως όλη η φρουρά, αλλά μόνο οι τρεις αρχαίοι, η Τζέιν, ο Άλεκ, ο Ντιμίτρι και ο Φέλιξ. Ήταν προφανές ότι δεν ήθελα να ρεζιλευτούν μπροστά σε τόσους μάρτυρες!
Ο Άρο και ο Κάρλαϊλ προχώρησαν μπροστά για να μιλήσουν.
«Καλέ μου φίλε Κάρλαϊλ. Τι κάνεις;», είπε ο Άρο.
«Καλά είμαι Άρο! Αλλά προς τι όλη αυτή η αναστάτωση; Γιατί ήρθατε;», είπε ο Κάρλαϊλ.
«Ήρθαμε για να ελέγξουμε αν όλα είναι υπό έλεγχο!», αποκρίθηκε.
«Όπως βλέπεις η Ρένεσμι έχει μεγαλώσει και δεν έχει προκαλέσει τίποτα ενάντια στους κανόνες»
«Αυτό θα το αποφασίσουμε εμείς!», είπε ο Άρο με θαυμασμό.
Η Τζέιν τους κοίταζε όλους και μετά κοίταζε εμένα επίμονα. Η ασπίδα μου όμως ήταν άθικτη. Η απογοήτευση και νευρικότητα ήταν ζωγραφισμένες στο πρόσωπό της.
Ξαφνικά ο Βλάντιμιρ και ο Στέφαν βγήκαν για να αντιμετωπίσουν τον Άρο.
«Δεν γίνεται να μας καταδικάζετε γιατί δεν ακολουθήσαμε την δικαιοσύνη ενώ εσείς ψάχνετε απεγνωσμένα ένα σφάλμα αυτής της οικογένειας. Δεν έχουν κάμει τίποτα κακό», είπε ο Βλάντιμιρ.
«Οι νόμοι θα υπάρχουν αλλά δεν θα επιβάλλετε εσείς τη δικαιοσύνη», συμπλήρωσε ο Στέφαν.
«Ή υποχωρείτε και δεν έχετε καμία εξουσία ή παλεύετε με όλους εμάς», είπε ο Βλάντιμιρ.
Μετά από μια σύντομη σύσκεψη ο Άρο μίλησε «Κι αν παραιτηθούμε; Ποιος θα έχει την εξουσία;»
«Εσείς θα έχετε εξουσία μόνο στην πόλη σας και πουθενά αλλού. Δεν θα υπάρχει ανώτατη δύναμη στον κόσμο μας! Μόνο όταν η κατάσταση ξεφεύγει θα επεμβαίνουμε εμείς», είπε ο Βλάντιμιρ.
Ο Άρο κοίταξε τα αδέρφια του και είπε «Φεύγουμε», μας κοίταξε και μετά τα αδέρφια του «Δεν έχουμε τίποτα να κάνουμε εδώ»
«Δηλαδή τώρα δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε;», μου είπε η Ρένεσμι.
«Όχι!!!», είπα και την πήρα αγκαλιά.
Ο Έντουαρντ μας αγκάλιασε και μας στριφογύριζε. «Είμαστε ελεύθεροι! Και οι Ρουμάνοι θα φροντίζουν για την τάξη όταν χρειάζεται. Ο Άρο δεν θα ασχοληθεί ξανά μαζί μας!!!»
Κραυγές ενθουσιασμού ακούστηκαν σε όλο το ξέφωτο!!!
ΜΙΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΠΕΡΙΣΤΑΣΗ, ΞΑΝΑ
Φόρεσα το μπλε φόρεμα που διάλεξε η Άλις, τα τακούνια που επίσης διάλεξε η Άλις και περίμενα την κόρη μου να ντυθεί!
Όλοι ήταν έτοιμοι, ο Έντουαρντ απλά τέλειος, η Άλις ένας άγγελος με μαλλιά σαν καρφιά και η πανέμορφη κόρη μου με τον Τζέικομπ της.
Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και πήγαμε στον γάμο. Όλοι ήταν εκεί! Η Τζέσικα και ο Μάικ, η Λόρεν και ο Έρικ και η όμορφη νύφη η Άντζελα με τον Μπεν δίπλα της!
Μάζεψα την ασπίδα μου και σκέφτηκα όλες τις στιγμές που είχα περάσει με την οικογένεια μου, καλές και κακές! Μετά σκέφτηκα «Θα σ’ αγαπώ για πάντα»
«Για πάντα», είπε ο Έντουαρντ.
«Ξεκινώντας από το Ντάρτμουθ! Εγώ, εσύ, η Ρένεσμι και ο Τζεικομπ», είπα!
Με κοίταξε με απορία.
Φίλησα τον άντρα μου και μετά την κόρη μας!!!