ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΖΕΙΚΟΜΠ ΚΑΙ ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ
TO ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΤΖΕΙΚΟΜΠ ΕΓΙΝΕ ΠΙΟ ΣΚΛΗΡΟ ΚΑΘΩΣ ΠΕΡΠΑΤΟΥΣΑΜΕ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΜΠΕΛΛΑ ΣΤΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΜΟΥ.
Σταματήσαμε λίγα μετρά πριν τον τζέικομπ παρατηρώντας και αλλά πρόσωπα – τα πρόσωπα των συμμαθητών μου, που μας κοιτούσαν με γουρλωμένα μάτια προσπάθησα να πνίξω ένα γέλιο φαίνετε ότι ο τζεικομπ φαινόταν αρκετά τρομακτικός για τα μάτια των ανυπεράσπιστων θυμάτων μου.
<<θα ήταν καλύτερα αν έπαιρνες τηλεφωνώ σκύλε.. >> απάντησα σκληρά αλλά ελπίζοντας να μην πείραζε και τόσο την μπελλα..
<<λείπαμε δεν έχω καμία βδέλλα στις κλήσης μου>>απαντισε ο τζεικομπ ενώ σχηματίζονταν ένα χαμογελώ στο πρόσωπο του
<<μα θα μπορούσες φυσικά να με βρεις στο σπίτι της μπελάς ξέρεις φαντάζομαι που είναι>> συνέχισα χαρούμενος στην σκάψει ότι αυτό δεν θα του άρεσε καθολου.<<αυτο δεν είναι κατάλληλο μέρος σκυλε>>συνεχισα να τον ενημερώνω καθώς έβλεπα τα εκατοντάδες μάτια που ήταν καρφωμένα πάνω μας.
<<δεν βλέπω τον λόγο να μην γίνει τώρα πιο το προβλημα;>>συνεχιζε με το σώμα του σφιγμένο και τα χεριά του σε σχήμα γροθιάς.
<<ξέρω Ίδη τον λόγο που ίσε εδώ σκύλε >>συνέχιζα όσο πιο σίγα μπορουσα<<το μήνυμα παραδόθηκε…θεώρησε ότι έχουμε λάβει την προειδοποιιση>>συνεχιζα με τον ίδιο τόνο ακόμα.
<<την προειδοποιηση;>>ρωτησε ανέκφραστα η μπελλα παρατηρώντας μια εμένα και μια τον τζεικομπ <<για τη πράγμα μιλάτε;>>
<<δεν της το πες;>>μηλουσε τώρα ο τζεικομπ με μάτια γεμάτα δυσπιστία <<γιατί; φοβόσουν ότι θα έπαιρνε το δικό μας μερος;>>συνεχιζε ο τζεικομπ
<<σε παρακαλώ σταματά σκύλε >> είπα προσπαθώντας να φάνω όσο πιο πολύ μπορούσα ήρεμος
<<γιατι;>>συνεχισε προκαλώντας με
<<Εντουάρντ τη συμβενει;>>η μπελλα φαινόταν αρκετά αγχωμένη τώρα
<<δεν σου είπε ότι ο μεγάλος του αδελφός πέρασε τα όρια το Σάββατο το βραδυ;>>ρωτησε με τόνο γεμάτο σαρκασμό <<ο Πωλ ήταν δικαιολογημένος που…>>
<<ήταν νεκρή ζώνη σκυλε>>μηλησα αρκετά απότομα και βλέποντας με την άκρη των ματιών μου την σύγχυση της μπελλα
<<δεν ήταν …Εντουάρντ >>ο τζεικομπ έτρεμε τώρα με τα χεριά του σφιχτά είχε άρχισα να χάνει τον έλεγχο και δεν θα το επέτρεπα να συμβεί όχι με την μπελλα εδώ και με εκατοντάδες μάρτυρες να βλέπουν τον τζεικομπ να γίνετε λύκος
<<ο ΕΜΕΤ ΚΑΙ Ο ΠΟΛ;>>ακουσα την φωνή της μπελάς να τσιρίζει χαμηλά <<γιατι εγινε;επαθε κάτι ο πολ;>>σηνεχιζε με φωνή που έγινε ψίθυρος.
<<μην ανησυχείς μπελλα είναι καλα>>προσπαθισα να την ηρεμήσω δεν μπορούσα να την βλέπω να είναι τρομαγμένη ή ανήσυχη
<<δεν της είπες τιποτα.γιατι..πρεπει να ξέρει >> είπε τζειικομπ φαινόταν ακόμα πιο εκνευρισμένος
<<φύγε σκυλε>> τον πρόσταξα με φωνή αρκετά αγρία δεν ήταν ανάγκη να ξέρει ακόμα αυτο η μπελλα σίγουρα θα την τρόμαζε αρκετά και δεν το ήθελα όλα θα πήγαιναν καλά.
<<γύρισε αυτή για να με βρει>>η μπελλα μιλώντας πιο δυνατά από ψίθυρο την ένιωσα να τρέμει εκείνη την στηγμη.Γιατι ο σκύλος να μην μπορεί να κράτηση το στόμα του κλειστω.εγειρα προς την μπελλα κρατώντας την σφιχτά <<όλα θα πάνε καλά δεν θα σε πειράξει κάνεις >>της υπα όσο πιο ήρεμα μπορούσα χαϊδεύοντας τα μαλιάτης .Αγριοκοιτάζοντας τον τζεικομπ <<πηρές την απάντηση στην ερώτηση σου σκύλε;>>
<<η μπελλα έχει κάθε δικαίωμα να ξερει>>απαντησε ψυχρά ο τζεικομπ <<δική της είναι η ζωή>>
<<γιατί να την τρομάξω όταν δεν διατρέχει κάποιο κυνδινο>>ο τζεικομπ είχε αρχίσει να μου δίνη στα νεύρα <<ποιος ο λόγος να το κάνω αυτό>> δεν μπορούσα να κρατηθώ για πόλη ήρεμος αλλά έπρεπε δεν μπορούσα να το επιτρέψω να πληγώσω την μπελλα
<<καλύτερα να τρόμαζες παρά να μην γνωρίζει βδελλα>>θυμος κατέπνιγε τον τζεικομπ ήταν φανερό αυτό ακόμα και χωρίς να ακούω τις σκέψεις του ένιωσα την Μπελλα να δακρύζει προσπάθησα να την ηρεμήσω σκουπίζοντας τα κάρυα που κυλούσαν στο πρόσωπο της ένα γρύλισμα ήταν έτυμο να βγει αλλά προσπάθησα να το καταπνίξω <<πιστεύεις ότι είναι καλύτερο να την πληγώνω σκύλε από το να την προστατευω;>>δεν ξέρω αν το έκανε επίτηδες η όχι το ότι ήθελε να μιλήσει μπροστά στην μπελλα γιατί ενώ την έβλεπε πως αντιδρούσε.
<<είναι πιο σκληρή από ότι νομίζεις έχει περάσει και χειροτερα>>απαντησε ο τζεικομπ ήταν τόσο αποφασιστικός να τα πει όλα στη μπελλα.
Και τότε όλα έγιναν πιο ξεκάθαρα οι σκέψεις του τζεικομπ και δεν μπορούσα να το αποφύγω η μπελλα στο δασός μονή της να βρέχει και να είναι πεσμένη κάτω στο έδαφος έχοντας τα χεριά της τυλιγμένα στο πόδια της ένας μεγαλόσωμος άντρας να την κουβαλά και το κορίτσι να λέει συνάχια το όνομα μου και ότι εφυγα΄΄δεν μπορούσα να το αντέξω αυτό να βλέπω τον πόνο του πιο πολύτιμου ανθρώπου στον κοσμο,προσπαθοντας να αγνοήσω της σκέψεις του τζεικομπ προσπάθησα να ασχοληθώ με την μπελλα .Όταν κατάφερα να καθαρίσω το μυαλό μου από της σκέψεις του σκυλού είδα ότι η έκφραση της μπελάς ήταν τρομαγμένη το προσωπικής άσπρο και τότε πρόσεξα την στάση που είχε πάρει το σώμα μου
<<ενδιαφέρον αυτό>>πεταξε ο τζεικομπ με χαρά στην φωνή του
<<τη του εκανες;>>απαιτησε η μπελλα γεμάτη φρίκη
<<τίποτα απλά έχει καλή μνημη>>προσπαθησα να την καθησυχάσω όσο το δυνατόν μπορούσα, το να την βλέπω στις σκέψεις του τζεικομπ έτσι ήταν το χειρότερο πράγμα
<<ότι κι αν κάνεις σταματά τζεικ>>τον διέταξε με φωνή επιθετική
<<αφού το θες >>απάντησε κατσουφιασμένος ο τζεικομπ
Ο διευθυντής ερχόταν ένα κύμα χαράς με διαπέρασε η συζήτηση για τώρα θα σταματούσε κι μπελλα δεν χρειαζόταν να μάθει και αλλά ακόμα αρκετά είχε τρομάξει….