Bella And Edward
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.



 
ΦόρουμΠόρταλΕικονοθήκηΑναζήτησηLatest imagesΣύνδεσηΕγγραφή
Η συνέχεια της διάσημης σειράς βιβλίων έρχεται στα βιβλιοπωλεία στις 4 Αυγούστου με τίτλο «Midnight Sun» και αφηγείται την ιστορία του «Λυκόφωτος» από την πλευρά του Edward Cullen.
Πρόσφατα Θέματα
» Ashley's Greene blog
Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΠαρ 17 Μαρ 2023 - 15:11 από Marzaki Cullen

» Τι ακουτε αυτη την στιγμη;
Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΠαρ 4 Ιουν 2021 - 15:08 από April

» Bella And Edward - 11 χρόνια μετά
Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΤετ 6 Ιαν 2021 - 20:34 από Marzaki Cullen

» Συζήτηση για το Midnight Sun
Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΚυρ 13 Δεκ 2020 - 17:38 από Katrin

» Robert Pattinson
Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΔευ 7 Σεπ 2020 - 21:40 από $ofi@ + Edward

» Infernal Devices - Κουρδιστός 'Αγγελος
Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΠαρ 8 Μάης 2020 - 1:03 από evi

» Wallpapers by twins
Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΔευ 4 Μάης 2020 - 13:25 από Zafrina

» Twilight the movie
Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΚυρ 3 Μάης 2020 - 12:07 από hiddenfantasy

» Vampire Diaries - TV Series
Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΔευ 13 Απρ 2020 - 12:11 από Zafrina

» New Moon the movie
Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΠαρ 10 Απρ 2020 - 12:49 από Zafrina

Quote of the Week
"Bella is with Edward. She's a part of this family, and we protect our family."

Carlisle Cullen, Twilight
Character of the Week
Rosalie Lillian Hale

(born 1915 in Rochester, New York) is a member of the Olympic coven.

She is the wife of Emmett Cullen and the adoptive daughter of Carlisle and Esme Cullen, as well as the adoptive sister of Jasper Hale (in Forks, she and Jasper pretend to be twins), Alice, and Edward Cullen.

Rosalie is the adoptive sister-in-law of Bella Swan and adoptive aunt of Renesmee Cullen, as well as the ex-fiancée of Royce King II.
Νοέμβριος 2024
ΔευΤριΤετΠεμΠαρΣαβΚυρ
    123
45678910
11121314151617
18192021222324
252627282930 
ΗμερολόγιοΗμερολόγιο
Bella & Edward Playlist
Το μαργαριτάρι της Ροδεσίας

Στο κατώφλι µιας νέας εποχής για τη Ροδεσία, η Μάντριγκαλ, έχοντας χάσει τον άντρα της λίγες µονάχα ώρες µετά τον γάµο τους, θρήνησε βαθιά την απώλειά του και αποφάσισε να ζήσει µε τη θύµησή του. Όµως δεν φαντάστηκε ποτέ πως θα της ζητούσαν να πάρει τη θέση της συζύγου του βασιλιά.

Ο βασιλιάς Έντουαρντ, αφού γνώρισε την απόλυτη ευτυχία δίπλα στη γυναίκα που λάτρεψε όσο καµία, την Άµπερλιν, δέχτηκε το σκληρότερο χτύπηµα της µοίρας όταν εκείνη πέθανε πριν προλάβει να φέρει στον κόσµο το παιδί τους. Ωστόσο, προκειµένου ν' ανταποκριθεί στα βασιλικά του καθήκοντα και να χαρίσει έναν διάδοχο στη Ροδεσία, είναι υποχρεωµένος να παντρευτεί ξανά και απ' όλες τις υποψήφιες επιλέγει τη Μάντριγκαλ.

Μήπως όµως το όνοµα της νέας του συζύγου κουβαλά µια σκοτεινή µοίρα; Άραγε υπάρχει ελπίδα να αλλάξει το πεπρωµένο; Θα καταφέρει η Μάντριγκαλ να ξυπνήσει την αγάπη στην καρδιά του άντρα και βασιλιά της; Κι εκείνος θα είναι σε θέση να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί τα αισθήµατά του πριν χάσει τα πάντα για άλλη µια φορά;

Συγγραφέας ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΜΑΡΙΑ
Εκδότης ΩΚΕΑΝΙΔΑ


 

 Ονειροπερπατηματα

Πήγαινε κάτω 
ΣυγγραφέαςΜήνυμα
LaDy_SoVeReigN
Midnight Sun Vampire
Midnight Sun Vampire
LaDy_SoVeReigN


Θηλυκό Σκορπιός
Ηλικία : 28
Τόπος : Στον κόσμο τον Anime!!
Αριθμός μηνυμάτων : 1666
Registration date : 09/08/2009

Forks Student Profile
Team: Wolves
Special ability Special ability: Future Telling

Ονειροπερπατηματα Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Ονειροπερπατηματα   Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΤρι 2 Φεβ 2010 - 19:12

ξεκίνησα αυτο το "βιβλίο" και είπα να το ποστάρω. Ελπίζω να σας αρέσει.

1ο κεφάλεο

Σήμερα η Εύα σηκώθηκε από το κρεβάτι με το ζόρι. Δεν είχε κλίσει μάτι σχεδόν όλη την νύχτα. Την είχε πάρει τηλέφωνο η Σοφία γιατί ήταν στα down της. Το πρωί στο σχολείο είχε τσακωθεί με μία κοπέλα και μετά από πάνω είχε και τους γονείς της να της φωνάζουν γιατί δεν πήγε καλά στα μαθήματα. Έτσι την πείρε τηλέφωνο για να την παρηγορήσει.
Ευτυχώς οι γονείς τους δεν τις πήραν είδηση γιατί αλλιώς θα αποχαιρετούσαν και οι δύο τα κινητά τους τηλέφωνα. Έτσι όταν κατάφερε και της έφτιαξε το κέφι είχε πάει πια 3 η ώρα οπότε της είχαν μείνει μόνο 4 ώρες ύπνο μέχρι να σηκωνόταν για το σχολείο. Έτσι όταν πια χτύπησε το ξυπνητήρι για να σηκωθεί στην αρχή έκανε πως δεν το ακούει όταν όμως άκουσε την μαμά της να φωνάζει που δεν είχε σηκωθεί ακόμα πετάχτηκε όρθια έστρωσε γρήγορα το κρεβάτι της και κατευθύνθηκε προς το μπάνιο για να πλυθεί. Η Εύα ήταν μόλις 14 είχε μακριά μαύρα μαλλιά και πράσινα μάτια αλλά ήταν και πολύ καλή φίλη. Όλους τους βοηθούσε ακόμα και αν ήταν εις βάρος της. Βέβαια δεν ήταν και αγγελούδι έκανε και της βλακείες της. Μόλις ντύθηκε έβαλε τα παπούτσια της πείρε την τσάντα της στο χέρι, που την είχε φτιάξει από το προηγούμενο βράδυ, και έτρεξε γρήγορα προς την κουζίνα. Τα αδέρφια της είχαν όλα ξυπνήσει. Είχε τρία αδέρφια. Την Νικολέτα που ήταν 10 και τον Χρίστο με την Μαρκέλα που ήταν δίδυμα και 11 χρονών. Εκείνη ήταν η μεγαλύτερη και η μόνη που πήγαινε γυμνάσιο. Μόλις έφτασε στην κουζίνα βόλεψε το σάντουιτς της στην τσάντα και ετοιμάστηκε να φύγει.
«Που πας εσύ? Δεν θα φας πρωινό?»
«Έχω αργήσει ρε μαμά. Θα χάσω το σχολικό.»
«Μα. Καλά άντε καλό σχολείο.» Η Εύα μουρμούρισε κάτι σαν ευχαριστώ και βγήκε από το σπίτι. Η στάση δεν βρισκόταν πολύ μακριά από το σπίτι έτσι όταν έφτασε, το λεωφορείο δεν είχε περάσει ακόμα. Περίμενε εκεί μαζί με άλλο ένα παιδί από το σχολείο, ώσπου έφτασε το λεωφορείο και μπήκε μέσα. Επειδή ήταν από τα πρώτα παιδιά που έπαιρνε το λεωφορείο μπορούσε να καθίσει σε όποια θέση ήθελε και έτσι πάντα καθόταν πίσω πίσω στην γαλαρία. Μέχρι να φτάσουν στο σχολείο φόρεσε τα ακουστικά της και κάθισε και άκουσε μουσική. Πόπο πως βαριόταν να πάει στο σχολείο. Όταν έφτασαν στο σχολείο πήρε την τσάντα της και κατέβηκε από το σχολικό. Δεν πρόλαβε να μπει μέσα στην τάξη της και ήρθε καταπάνω της όλο χαρά η Σοφία. Η Σοφία είχε ξανθά μαλλιά ως τους ώμους και πράσινα μάτια. Ήταν πολύ όμορφη κοπέλα και όλα τα κορίτσια την ζήλευαν και γι αυτό δεν την έκαναν παρέα, μόνο η Εύα την έκανε γιατί ήξερε πως ήταν πολύ καλή κοπέλα και πως κάποια άλλη στην θέση της θα είχε γίνει ψωνάρα.
«Τι κάνεις Εύα; Πως πέρασες την χτεσινή μέρα;» Την ρώτησε η Σοφία με ένα χαμόγελο ως τα αυτιά.
«Μια χαρά Σοφάκι. Εσύ πως τα πέρασες;»
«Πολύ καλά. Η μαμά μου είπε ότι θα πάω να μείνω στον μπαμπά μου αυτό το σαββατοκύριακο και είμαι πολύ χαρούμενη.»
«Τέλεια.»Οι γονείς της Σοφίας είχαν χωρίσει όταν ήταν πολύ μικρή έτσι όποτε η μαμά της είχε δουλειά πήγαινε και έμενε με τον πατέρα της.
«Να σου πω στο διάλυμα να πάμε στην πίσω αυλή να σου βάλω να ακούσεις από το κινητό μου ένα κομμάτι που συνέθεσα.» Της είπε η Εύα. Επειδή δεν επιτρέπονταν τα κινητά στο σχολείο όποτε θέλανε να πάρουνε κάποιον τηλέφωνο η γενικός να κάνουμε κάτι με τα κινητά τους πηγαίνανε κρυφά στην πίσω αυλή όπου δεν περνούσε ποτέ κανένας δάσκαλος για να τους δει. Μόλις τελείωσε την πρόταση της χτύπησε κουδούνι για να μπουν στην τάξη. Το θρανίο της Εύας και της Σοφίας ήταν το τελευταίο της μεσαίας σειράς έτσι ώστε να μπορούν να μιλάνε χωρίς να τους παίρνουν είδηση οι καθηγητές. Όπως κατευθύνονταν προς την θέση τους η Εύα είδε τον Γιώργο να μιλάει με την Άντζι. Αμέσως κοκάλωσε. Της Εύας, αν και δεν το είχε παραδεχτεί ποτέ, της άρεσε ο Γιώργος από την 1η γυμνασίου, κοντολογίς δύο χρόνια. Είχε μαύρα μαλλιά σαν τα δικά της, μόνο που τα δικά του ήταν κοντά, και γκριζογάλανα μάτια. Η Σοφία πείρε είδηση ότι τον κοίταζε και την τράβηξε προς το θρανίο τους. «Πρόσεχε θα καρφωθείς.» Της είπε με ένα σοβαρό ύφος. Μετά από λίγα λεπτά μπήκε μέσα ο καθηγητής Τρέβορς της Μουσικής.
«Πόπο μουσική πρώτη ώρα? Τι βαρεμάρα. Μου φαίνετε πως θα κοιμηθούμε και πάλι.»Είπε η Σοφία στην Εύα ψιθυριστά για να μην την ακούσει ο καθηγητής
«Έμα δεν μας μαθαίνει και τίποτα το σπουδαίο. Είναι πολύ βαρετό. Ας μας μάθαινε για τους καινούριους τραγουδιστές και όχι για τον Μπετόβεν.» Είπε η Εύα και της ξέφυγε ένα μικρό γελάκι.
«Ησυχία. Δεσποινίς Παπακώστα αφού είστε τόσο σίγουρη ότι τα ξέρετε αυτά που λέω και για αυτό τον λόγο δεν προσέχετε μπορείτε να μου πείτε τι είπα προηγουμένως?»
«Ωχ, κατάλαβα την έχω βαμμένη.» Είπε η Εύα στην Σοφία και σηκώθηκε όρθια κοιτώντας προς τον καθηγητή.
«Λοιπόν είπατε. Εμ...» Είπε η Εύα σκεφτική καθώς πρόσεξε πως όλα τα μάτια της τάξης ήταν στραμμένα επάνω της, όλα έκτος από του Γιώργου που κοίταζε σκεφτικός προς το μέρος της Άντζις.
«Εντάξει δεσποινίς καταλάβαμε. Είπαμε Εμ… Μπορείτε να καθίσετε τώρα και άλλη φορά να προσέχετε. Αν και δεν νομίζω ότι θα διορθωθεί κάτι γιατί τα U.F.O. σαν εσάς και την δεσποινίς Παπαστεργίου από δίπλα σας, δεν καταλαβαίνουν τι λένε οι άνθρωποι και ούτε πρόκειται να καταλάβουν ποτέ.» Της είπε και η Εύα χωρίς να περιμένει να της το πει δεύτερη φορά κάθισε στην θέση της. Με το ζόρι συγκρατιόταν να μην σηκωθεί και αντιμιλήσει στο καθηγητή κι αυτό γιατί η Σοφία την κρατούσα τόσο σφιχτά που το χέρι της είχε μελανιάσει.
Αμέσως ολόκληρη η τάξη άρχισε να γελάει.
«Ησυχία! Είπα να κάνετε ησυχία» Φώναζε συνέχεια ο καθηγητής. «Όποιον ξανακούσω να κάνει κάποιο θόρυβο θα τον πάω στον κύριο διευθυντή.» Μόλις το είπε αυτό ο κύριος της μουσικής, όλα τα παιδιά σταμάτησαν.
Η ημέρα πέρασε έτσι και η καημένη η Εύα δεχόταν συνεχώς επιθέσεις από τους καθηγητές της. Όταν σχολάσανε η Εύα και η Σοφία κατευθύνθηκαν προς την εξώπορτα του σχολείου τους.
«Τώρα κατάλαβα από πού βγαίνει η λέξη καθηγητής. Από την λέξεις καθίκι και γήτης. Δηλαδή το καθίκι της γης.» Γρύλισε θυμωμένη η Εύα στην Σοφία.
«Σε καταλαβαίνω απόλυτα αλλά μήπως το παρατραβάς λίγο; Εντάξει είχες μία άσχημη μέρα αυτό είναι όλο.»
«Και δεν μου φτάνει μόνο αυτό αλλά μου φαίνεται ότι κάτι πάει να γίνει μεταξύ του Γιώργου και της Άντζις.» Συνέχισε η Εύα σαν να μην άκουσε την Σοφία. Η Σοφία ήταν η μόνη που ήξερε ότι στην Εύα άρεσε ο Γιώργος.
«Κάποια έχει νεύρα.» Μουρμούρισε η Σοφία.
«Ξέρεις κάτι; Δεν θα πάω σπίτι. Όχι δεν έφυγα μόλις από το ένα τρελοκομείο για να πάω να κλειστώ στο άλλο. Θα πάω να κάνω μία βόλτα στην παραλία να ηρεμίσω και μετά θα πάω σπίτι.»
«Είσαι τρελή; Νοέμβρη μήνα θα πας για μπάνιο; Εξάλλου η μητέρα σου θα σε περιμένει.»
«Άσε την να περιμένει, ας καλέσει και το εκατό δεν με ενδιαφέρει. Θα της στείλω μήνυμα. Μήπως λειτούργησε το ξανθό; Δεν υπάρχει περίπτωση να μπω στην θάλασσα, έξω θα κάτσω και θα κάνω βόλτες. Τα λέμε αύριο.» Είπε η Εύα στην Σοφία και άρχισε να τρέχει προς την παραλία, ενώ συγχρόνως έστελνε μήνυμα στην μητέρα της ότι θα αργούσε να επιστρέψει στο σπίτι. Καθώς περνούσε έξω από το μαγαζί με τα παπούτσια κάθισε λίγο έξω από την βιτρίνα και χάζεψε ένα ζευγάρι σταράκια που ήταν μαύρα με νεκροκεφαλές επάνω. Καθώς καθόταν εκεί πρόσεξε πως μέσα στο μαγαζί στεκόταν ο Γιώργος μαζί με τον Γιάννη τον κολλητό του και κοιτούσανε κάτι παπούτσια. Ο Γιάννης ήταν λίγο πιο κοντός από τον Γιώργο με καστανά μαλλιά, καστανά μάτια και με μια χαρακτηριστική ελιά στο μάγουλο. Η Ευά κάθισε και κοίταζε τον Γιώργο κρυφά προσποιούμενη ότι ακόμη κοιτούσε τα «all star» Ξαφνικά εκείνος γύρισε το κεφάλι του και την είδε. Η Εύα έσκυψε βιαστικά το κεφάλι της κάνοντας πως κοίταζε ακόμα τα παπούτσια και όταν το ξανασήκωσε εκείνος ακόμα την κοιτούσε. Τον είδε να παρατάει τον Γιάννη και να κατευθύνετε προς την έξοδο του μαγαζιού. Αμέσως εκείνη άρχισε να τρέχει. Έστριψε στο πρώτο στενό που βρήκε μπροστά της και άρχισε να τρέχει προς την παραλία. Γυρνούσε συχνά πίσω της να δει αν την ακολουθούσε αλλά δεν τον είδε, παρόλα αυτά συνέχισε να τρέχει μέχρι που έφτασε στον προορισμό της. Άρχισε να κόβει βόλτες πάνω κάτω κλοτσώντας όποιο αντικείμενο έβρισκε μπροστά της. Στο τέλος πήγε και κάθισε σε ένα βράχο πετώντας πέτρες προς την θάλασσα. Κάποια στιγμή άκουσε βήματα πίσω της. Δεν γύρισε να δει ποιος ήταν απλώς συνέχισε να κοιτάει ευθεία σκεφτική.
«Τι έχεις Ευάκι;» Άκουσε μια γνώριμη φωνή πίσω της. Την δικιά του φωνή. Προτού προλάβει να του απαντήσει ήρθε και κάθισε δίπλα της.
«Τίποτα δεν έχω.» Του απάντησε εκείνη ψυχρά αποφεύγοντας να τον κοιτάξει στα μάτια.
«Άμα δεν είχες τίποτα δεν θα έκλαιγες.» Της απάντησε εκείνος χωρίς να χάσει τον ήρεμο τόνο στην φωνή του. Έπειτα με μια κίνηση του χεριού του της καθάρισε τα δάκρια. Ένιωσε τη ζέστη του χεριού του να την ακουμπάει και αναρίγησε κάπως στο άγγιγμα του. «Τι έχεις. Δεν μου αρέσει να σε βλέπω να κλαις. Και δεν θέλω να μου πεις ψέματα.» Της απάντησε αυτός αναγκάζοντας την να τον κοιτάξει.
«Σου είπα δεν έχω τίποτα. Απλώς πέρασα μια δύσκολη μέρα και αυτό είναι όλο.»
«Σίγουρα;» Τη ρώτησε και σηκώθηκε να φύγει.
«Όχι μην φεύγεις.» Του φώναξε πιάνοντας του το χέρι καθώς εκείνος έκανε να φύγει.
«Γιατί;»
«Απλώς δεν θέλω να μείνω μόνη.» Του απάντησε με πιο ήρεμο τόνο.
«Είναι μόνο αυτό ή μήπως και κάτι άλλο;» Της είπε και ξανακάθισε δίπλα της. Δεν του απάντησε. Δεν ήξερε τι να του πει. Άμα του έλεγε πως ήταν μόνο αυτό θα του έλεγε ψέματα και δεν ήθελε να το κάνει αυτό.
«Δεν θα μου απαντήσεις;» Την ρώτησε εκείνος ενώ την ανάγκαζε να τον κοιτάξει στα μάτια. Με το που τον κοίταξε χάθηκε στο απέραντο γαλάζιο των ματιών του. Έγνεψε αρνητικά χωρίς να πάρει το βλέμμα της από το δικό του. Ένιωθε την ζεστή ανάσα του στο πρόσωπο της. Τα δάχτυλά του χάιδευαν τα μάγουλα της καθώς κρατούσαν το πρόσωπο της χωρίς να το αφήνουν να κινηθεί. Οι καρδιές τους χτύπαγαν σαν τρελές χορεύοντας σε έναν ξέφρενο χορό. Το πρόσωπο του απείχε μόλις λίγα εκατοστά από το δικό της. Η Εύα άφησε την πέτρα που είχε έτοιμη να ρίξει στην θάλασσα και τύλιξε ενστικτωδώς γύρο από το λαιμό του φέρνοντας το κεφάλι του πιο κοντά της. Ώσπου την φίλησε. Ήταν ένα φιλί έντονο μα τρυφερό. Η Εύα παρόλο που ήταν όμορφη κοπέλα δεν είχε ξαναφιλήσει αγόρι. Αυτό ήταν το πρώτο της φιλί με το αγόρι που αγαπούσε εδώ και δύο χρόνια.
«Δεν καταλαβαίνω.» Ήταν το μόνο που κατάφερε να πει όταν σταμάτησαν να φιλιούνται.
«Τι δεν καταλαβαίνεις;» Την κοίταξε απορημένος.
«Μα εσένα σου αρέσει η Άντζελα όχι εγώ.» Του απάντησε εκείνη σαστισμένη από αυτό που μόλις είχε συμβεί.
«Πως σου ήρθε αυτό; Ποτέ δεν μου άρεσε η Άντζι και ούτε πρόκειται. Η Άντζι είναι απλώς φίλη μου. Εκείνη και ο Γιάννης ήταν οι μόνοι που ήξεραν ότι μου άρεσες. Από πέρυσι μου άρεσες αλλά δεν είχα βρει την ευκαιρία να σου το πω. Ίσως επειδή φοβόμουν την αντίδραση σου. Όταν σε είδα σήμερα έξω από το μαγαζί τον παπουτσιών μόνη σου σκέφτηκα πως ήταν η καταλληλότερη στιγμή να σε πλησιάσω όμως μόλις βγήκα έξω εσύ είχες γίνει άφαντη αλλά επειδή είχα παρακολουθήσει ότι όποτε έχεις κάτι πηγαίνεις στην θάλασσα κατευθύνθηκα προς τα εδώ όπου και σε βρήκα.»
«Σίγουρα δεν ονειρεύομαι;» Τον ρώτησε απαλά σαν να ζητούσε να της απαντήσει όχι αλλά συγχρόνως να ήταν σίγουρη για το αντίθετο. Εκείνος της χαμογέλασε αχνά και έπειτα όλα σκοτείνιασαν γύρω της.


Έχει επεξεργασθεί από τον/την sweety στις Κυρ 14 Φεβ 2010 - 18:34, 1 φορά
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
https://www.youtube.com/watch?v=NJiPTkExVUg
LaDy_SoVeReigN
Midnight Sun Vampire
Midnight Sun Vampire
LaDy_SoVeReigN


Θηλυκό Σκορπιός
Ηλικία : 28
Τόπος : Στον κόσμο τον Anime!!
Αριθμός μηνυμάτων : 1666
Registration date : 09/08/2009

Forks Student Profile
Team: Wolves
Special ability Special ability: Future Telling

Ονειροπερπατηματα Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Ονειροπερπατηματα   Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΤρι 9 Φεβ 2010 - 18:26

2o κεφάλεο

Όταν άνοιξε τα μάτια της είδε πως βρισκόταν σε ένα λευκό δωμάτιο. Πετάρισε λίγο τα βλέφαρα της για να συνηθίσει στο φως. Έπειτα είδε δύο φιγούρες να στέκονται από πάνω της.
‘Άρα ήταν ένα όνειρο’. Σκέφτηκε η Εύα. Κάποιοι της κρατούσαν τα χέρια της αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει ποιος. Δεν είχε ακόμα συνηθίσει στο φως. Τότε άκουσε μια φωνή.
«Ξύπνησε, ξύπνησε.» Άκουσε την Σοφία να φωνάζει. Και κατάλαβε πως ήταν εκείνη που της κρατούσε το αριστερό της χέρι. Το δεξί της όμως ποιος το κρατούσε; Μετά από λίγα λεπτά τα μάτια της συνήθισαν στο φως προσπάθησε να κουνήσει τα πόδια της αλλά δεν μπορούσε.
«Τι έχουν τα πόδια μου.» Φώναξε αναστατωμένη και ένιωσε κάποιον να της σφίγγει το δεξί της χέρι. Γύρισε το κεφάλι της και είδε τον Γιώργο. Ήταν χλωμός σαν κάποιος να του είχε στραγγίξει όλο το χρώμα από πάνω του.
«Γιώργο, Σοφία, τι μου συμβαίνει; Τι γυρεύω εδώ; Γιατί δεν μπορώ να κουνήσω τα πόδια μου;» Ρώτησε η Εύα ακόμα πανικόβλητη.
«Ηρέμισε Εύα, όλα θα πάνε καλά.» Της είπε η Σοφία ενώ ο Γιώργος φώναζε την νοσοκόμα.
«Βλέπω ότι ξύπνησες.» Άκουσε μια κοπέλα να της λέει και είδε μπροστά της μια νοσοκόμα. Πήγε της ανασήκωσε λίγο τα μαξιλάρια και την έβαλε να καθίσει.
«Σας παρακαλώ πείτε μου τι μου συμβαίνει.» Είπε η Εύα παρακλητικά στην νοσοκόμα.
«Δεν θυμάσαι;» Την ρώτησε ξαφνιασμένη.
«Τι να θυμάμαι;»
«Θα σου πούνε οι φίλοι σου από εδώ.» Της απάντησε γλυκά και βγήκε από το δωμάτιο. Ο Γιώργος αναστέναξε και ξεκίνησε.
«Όταν σε είδα έξω από το κατάστημα σε ακολούθησα. Ήθελα να σου πω κάτι αλλά δεν είχα βρει την ευκαιρία.» Είπε και αντάλλαξε ένα βλέμμα με την Σοφία. Πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε. «Εσύ για κάποιον λόγο άρχισες να τρέχεις. Όπως έτρεχες πήγες να περάσεις το δρόμο και…» Έκανε μια παύση και συνέχισε. « Και σε πάτησε αυτοκίνητο. Ο οδηγός μόλις σε είδε πεσμένη κάτω στο δρόμο νόμιζε ότι σε σκότωσε και επειδή φοβήθηκε τον νόμο το έσκασε. Εγώ έτρεξα και μαζί με την βοήθεια ενός περαστικού σε τραβήξαμε στην άκρη. Έπειτα κάλεσα ένα ασθενοφόρο και ήρθε και μας πείρε. Όταν φτάσαμε εδώ και σε έφεραν σε αυτό το δωμάτιο σκέφτηκα πως θα ήτανε σωστό να ειδοποιήσω την Σοφία γιατί όταν θα ξύπναγες θα την έψαχνες. Εκείνη ήρθε αμέσως εδώ και κάλεσε και την μητέρα σου η οποία μέχρι πριν λίγα λεπτά ήταν εδώ αλλά είχε μια δουλειά και αναγκάστηκε να φύγει.»
«Και τα πόδια μου τι έπαθαν;»
«Σε χτύπησε αυτοκίνητο Εύα. Τι νόμιζες ότι δεν θα πάθαινες τίποτα;» Είπε η Σοφία. Η Εύα δεν μπορούσε να το πιστέψει. Δηλαδή θα έμενε ανάπηρη; Έδιωξε αυτήν την σκέψη γρήγορα από το μυαλό της και στράφηκε στον Γιώργο.
«Τι ήθελες να μου πεις;» Τον ρώτησε.
«Δεν έχει σημασία τώρα…»
«Τώρα που χτύπησα. Έχει και παραέχει. Πες μου.» Τον έκοψε η Εύα.
«Σοφία μπορείς να βγεις λίγο έξω;» Ζήτησε ο Γιώργος στην Σοφία.
«Εύα δεν νομίζω να…»
«Ναι Σόφι σε παρακαλώ.»
«Καλά.» Είπε η Σοφία θιγμένη και βγήκε έξω.
«Τώρα πες μου. Και δεν θέλω ψέματα.»
«Αυτό που ήθελα να σου πω, ήταν πως…»
«Πως τι;»
«Πως μου αρέσεις.» Της είπε και σηκώθηκε όρθιος έτοιμος να βγει έξω.
«Περίμενε.» Του φώναξε και αυτός σταμάτησε αμέσως. «Και εμένα μου αρέσεις. Εδώ και δύο χρόνια.»
«Αλήθεια;»
«Ναι, έλα εδώ.» Του είπε και αυτός έκανε μεταβολή και πήγε και κάθισε δίπλα της. «Γιατί είσαι τόσο χλομός;» Τον ρώτησε.
«Γιατί ανησύχησα.»
«Μπορείς να μου πεις τι είπε ο γιατρός για τα πόδια μου;» «Μην ανησυχείς. Είπε πως σε περίπου δυο μήνες θα περπατάς ξανά. Αρκεί να παίρνεις τα φάρμακα που σου έδωσε και να κάνεις φυσιοθεραπείες.»
«Ωραία.» Είπε και του χάρισε ένα χαμόγελο.
«Η μητέρα μου που είναι;»
«Της τηλεφώνησε η Σοφία και της είπε ότι ξύπνησες. Σε λίγο θα είναι εδώ.» Όταν μετά από λίγο ήρθε η μητέρα της μία έκπληξη την περίμενε. Η μητέρα της είχε φέρει μαζί της 3 φακέλους. Τον ένα τον έδωσε στη Σοφία, τον άλλο στο Γιώργο και τον τρίτο στην Εύα. Μόλις τον άνοιξαν έμειναν άφωνοι. Ήταν από ένα σχολείο με υποτροφία που δεν είχανε κάνει αίτηση. Δέχονταν και τους τρεις τους. Σε αυτό το σχολείο δεν διάλεγαν τους καλύτερους μαθητές αλλά αυτούς που είναι σε καλύτερη ψυχολογική κατάσταση από τους άλλους. Που βρίσκουν πάντα ένα λόγο για να είναι ευχαριστημένοι. Δεν είχε ξανακούσει ποτέ για αυτό το σχολείο. Τώρα για το πώς τους βρήκανε. Ούτε αυτό το ήξερε. Πάντως ήταν χαρούμενη που θα έφευγε από αυτό το σχολείο και μάλιστα με τους πιο καλούς της φίλους. Λίγο πιο μετά χτύπησε το κινητό του Γιώργου. Ήταν ο Γιάννης.
«Έλα ρε τι γίνετε; Γιατί έφυγες έτσι ξαφνικά από το μαγαζί;»
«Άσε ρε που να στα λέω. Την Εύα την πάτησε αυτοκίνητο.»
«Τι; Είναι καλά;»
«Ναι μια χαρά. Α θέλει να σου μιλήσει.» Είπε και έδωσε το κινητό στην Εύα η οποία του ζητούσε από πριν να της το δώσει.
«Ναι, έλα Γιάννη.»
«Ρε Εύα, πως σε χτύπησε αυτοκίνητο;»
«Άστο είναι μεγάλη ιστορία. Να σε ρωτήσω. Μήπως έλαβες κανένα γράμμα για κάποιο σχολείο;»
«Για το Ρεγκίνιον λες;» Η Εύα πριν απαντήσει έριξε μια ματιά στο γράμμα της.
«Ναι, για αυτό.»
«Ναι, έλαβα, μην μου πεις ότι έλαβες και εσύ.»
«Και εγώ και η Σοφία και ο Γιώργος.»
«Δώσε μου λίγο τον Γιώργο.»Της είπε και εκείνη ξαναέδωσε το κινητό στον Γιώργο.
«Το πιστεύεις ρε; Θα φύγουμε όλη η παρέα από αυτό το τρελοκομείο δικέ μου.»
«Ναι τέλεια. Τέλος πάντων τα λέμε, άντε γεια.»
«Γεια.» Είπε και ο Γιάννης και το κλείσανε.
«Μαμά, τι κάνουν τα μικρά; Είναι καλά;» Ρώτησε η Εύα την μαμά της.
«Μια χαρά είναι. Τους είπα τι έπαθες. Έχουν πεθάνει από την ανησυχία τους.»
«Εμένα μου λες; Πάω στοίχημα πως αυτήν την στιγμή που μιλάμε κάνουν πάρτι.»
«Δεν θέλω να ακούω τέτοια για τα αδέρφια σου.»
«Ειδικά ο Χρίστος. Έχει πεθάνει από την τρομάρα του.»
«Μην λες τέτοια πράγματα. Μην ξεχνάς ότι έχουν χάσει είδη ένα μέλος της οικογένειάς τους από αυτοκινητιστικό δυστύχημα, τον πατέρα σου. Μπορεί να έχετε διαφορές με τα αδέρφια σου αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν σε αγαπάνε.»
«Καλά. Άντε πήγαινε τώρα και να μου φιλήσεις την Νίκη μου εντάξει;»
«Σίγουρα δεν θέλεις να μείνω;»
«Σίγουρα. Θα μείνουν μαζί μου η Σοφία και ο Γιώργος. Πήγαινε.»
«Καλά. Θα έρθω πάλι αύριο.» Μόλις έφυγε η μητέρα της εκείνη στράφηκε προς την Σοφία και τον Γιώργο.
«Πότε λέει το γράμμα ότι πρέπει να πάμε στο Ρεγκίνιον;»
«Την Κυριακή.»
«Τι θα μένουμε εκεί; Γουστάρω.»
«Ναι όμως εσύ πως θα πας έτσι.»
«Μην ανησυχείς θα τα καταφέρω. Άχου τι ωραία.» Είπε και έπιασε το χέρι του Γιώργου. Έπειτα γύρισε στην Σοφία.
«Πήγαινε σπίτι σου να διαβάσεις, θα μείνει ο Γιώργος μαζί μου.»
«Καλά. Όταν επιστρέψεις σπίτι σου να μου το πεις.»
«Μάλλον θα επιστρέψω την Πέμπτη ή την Παρασκευή.»
«Οκ.» Είπε και έφυγε.
«Γιώργο ότι σου είπα πριν το εννοώ. Μου άρεσες και μου αρέσεις, για την ακρίβεια για σένα νιώθω κάτι παραπάνω από το αρέσεις.»
«Και εμένα Εύα.» Είπε και της χαμογέλασε.
«Σε ευχαριστώ.»
«Με ευχαριστείς για πιο πράγμα;»
«Σε ευχαριστώ που με τράβηξες από το δρόμο. Που κάλεσες ασθενοφόρο, που με συνόδευσες ως εδώ, που κάλεσες την Σοφία. Σε ευχαριστώ για όλα.»
«Μην με ευχαριστείς.» είπε και έσκυψε προς το μέρος της ώσπου όλα έγιναν σαν το όνειρο της. Την φίλησε, μόνο που τώρα δεν βρίσκονταν σε καμία παραλία αλλά σε ένα νοσοκομείο. Έπειτα κάθισε δίπλα της.
«Πονάς;»
«Όχι. Στην αρχή δεν είχα καταλάβει καν ότι, ότι είχα παραλύσει. Μόνο όταν προσπάθησα να τεντωθώ.»
«Μην ανησυχείς για το καινούργιο σχολείο, θα σε βοηθάμε εγώ η Σοφία και ο Γιάννης.»
«Δεν ανησυχώ. Δεν σου φαίνεται όμως λίγο παράξενο; Γιατί ψάχνουν μόνο για άτομα που βλέπουν τα πάντα από την καλή τους πλευρά.»
«Δεν ξέρω. Ο Γιάννης μου είπε ότι έχουν σχέση με την ψυχολογία γιατί θα μας κάνουν διάφορα μαθήματα πάνω σε αυτό, τώρα δεν ξέρω. Θα μας τα εξηγήσουν όλα εκεί.»
«Ναι. Άντε πήγαινε και εσύ να διαβάσεις.»
«Όχι.»
«Τι όχι;»
«Όχι θα μείνω να σε βοηθήσω στα μαθήματα. Μην νομίζεις πως επειδή χτύπησες θα παραμελήσεις τα μαθήματα σου. Όσο είμαι εγώ το αγόρι σου αυτό δεν θα συμβεί.»
«Άλλη φορά θα το ξέρω να μην τα φτιάχνω με αριστούχους.»
«Χα, χα γελάσαμε.» Της είπε και ξεκινήσανε τα μαθήματα τους. Όταν τελειώσανε είχε πια νυχτώσει. Χαιρέτισε τον Γιώργο ο οποίος της είπε πως θα ερχόταν πάλι την επόμενη μέρα μετά το σχολείο και θα της έφερνε και τα μαθήματα. Έπειτα αφού κάθισε και διάβασε λίγο από το ‘Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ’ που της είχε φέρει η μητέρα της, ξάπλωσε και κοιμήθηκε.


Έχει επεξεργασθεί από τον/την sweety στις Κυρ 14 Φεβ 2010 - 18:33, 2 φορές συνολικά
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
https://www.youtube.com/watch?v=NJiPTkExVUg
LaDy_SoVeReigN
Midnight Sun Vampire
Midnight Sun Vampire
LaDy_SoVeReigN


Θηλυκό Σκορπιός
Ηλικία : 28
Τόπος : Στον κόσμο τον Anime!!
Αριθμός μηνυμάτων : 1666
Registration date : 09/08/2009

Forks Student Profile
Team: Wolves
Special ability Special ability: Future Telling

Ονειροπερπατηματα Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Ονειροπερπατηματα   Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΠαρ 12 Φεβ 2010 - 16:35

3o κεφαλεο

Τις ημέρες που ακολούθησαν μέχρι την Παρασκευή, που η Εύα επέστρεψε σπίτι της, ήρθαν στο σχολείο και την είδαν πολλοί συμμαθητές της. Όμως κάθε μέρα έρχονταν μετά το σχολείο η Σοφία ο Γιώργος και ο Γιάννης και κάνανε μαζί και οι τέσσερις τα μαθήματά τους, έπειτα της λέγανε διάφορα αστεία για να της φτιάξουν την διάθεση και έφευγαν μόνο όταν είχε πια νυχτώσει.
Ώσπου έφτασε πια το πρωί της Κυριακής. Η μητέρα της Εύας είχε δουλειά και έτσι δεν θα μπορούσε να την πάει. Γι αυτόν τον λόγο είχε κανονίσει με την μητέρα της Σοφίας να την πάει εκείνη. Μόλις φτάσανε στο καινούριο τους σχολείο η Σοφία έβγαλε το αναπηρικό καροτσάκι από το πορτ παγκάζ του αυτοκινήτου και βοήθησε την σοφία να καθίσει εκεί, έπειτα χαιρέτησαν την μαμά της Σοφίας και πήγαν να ψάξουν για τον Γιώργο με τον Γιάννη. Το Ρεγκίνιον ήταν αρκετά μεγάλο. Έμοιαζε με έναν μοντέρνο πύργο. Ήταν λευκό και γύρω, γύρω το σχολείο ήταν γεμάτο δέντρα. Δεν χρειάστηκε να ψάξουν πολύ και βρήκαν τον Γιώργο και τον Γιάννη να κάθονται μπροστά σε δύο θάμνους που είχαν το σχήμα γάτας.
«Γεια σας παιδιά.» Είπαν η Εύα και η Σοφία με μια φωνή στα αγόρια.
«Γεια.» Είπαν και ο Γιώργος πήρε την θέση της Σοφίας πίσω από το αναπηρικό καροτσάκι.
«Να σας πω, λέω να πάω μια βόλτα με την Εύα, θα έρθουμε σε λίγο.» Τους είπε και άρχισε να σπρώχνει το καροτσάκι προς ένα παγκάκι εκεί κοντά.
«Ε, εμένα με ρώτησες;» Του είπε παραπονιάρικα η Εύα.
«Α, εδώ εγώ έχω το πάνω χέρι.» Της είπε και συνέχισε να κατευθύνει το καροτσάκι.
«Αδικία.» Μουρμούρισε η Εύα. Ο Γιώργος αρκέστηκε σε ένα γελάκι. Όταν φτάσανε στο παγκάκι ο Γιώργος πήγε και κάθισε εκεί ενώ έφερε το καροτσάκι της Εύας ακριβώς μπροστά του.
«Δεν είναι πολύ ωραία εδώ;» Την ρώτησε.
«Οπουδήποτε μακριά από εκείνη την κόλαση είναι μια χαρά.»
«Χα, χα. Έλα εδώ.» Της είπε και την σήκωσε από το καροτσάκι βάζοντας την να κάτσει επάνω του.
«Είναι αδικία, εγώ δεν μπορώ ούτε να κουνηθώ και εσείς με έχετε κάνε κούκλα και με κάνετε ότι θέλετε.»
«Πολύ παραπονιάρα είσαι.»
«Καλά που το κατάλαβες.»
«Ξέρεις κάτι.»
«Τι;»
«Είναι μυστικό, έλα λίγο πιο δω να σου πω.» Εκείνη έσκυψε και τότε χωρίς να το περιμένει την φίλησε. Εκείνη την στιγμή είδαν να έρχονται προς το μέρος τους ο Γιάννης με την Σοφία.
«Παιδιά, σταματήστε τα σαλιαρίσματα και ελάτε. Λένε όλοι οι καινούργιοι να συγκεντρωθούν στο μπροστινό προαύλιο.»
«Εντάξει ερχόμαστε.» Απάντησε κάπως ενοχλημένος ο Γιώργος και έβαλε την Εύα στο καροτσάκι. Έπειτα μαζί με την βοήθεια της Σοφίας σπρώξανε το καροτσάκι προς το μπροστινό προαύλιο, εκεί είδανε πως όλα τα παιδιά ήταν στην ηλικία τους. Προσέξανε πως δεν ήταν κανένα άλλο παιδί από το σχολείο τους. Έπειτα ακριβώς στην είσοδο του σχολείου εμφανίστηκε ένας κύριος με μακριά μαύρα μαλλιά και καστανά μάτια, αρκετά ψηλός και λεπτός, οποίος από ότι κατάλαβαν τα παιδιά θα έπρεπε να ήταν ο διευθυντής.

«Χαίρομαι που ήρθατε όλοι εδώ. Καταλαβαίνω που αναρωτιέστε γιατί σας καλέσαμε τώρα και για ποιον λόγο σας καλέσαμε. Όπως σας είπα και στο γράμμα οι μαθητές μας εδώ είναι μόνο όσοι έχουν την σωστή ψυχολογική διάθεση. Που δηλαδή πίσω από κάθε κακό βρίσκουν κάτι κακό. Και τώρα θα ήθελα να βραβεύσω μερικούς από εσάς γιατί κάνατε κάτι που πρώτη φορά βλέπουμε. Θα ήθελα να έρθουν εδώ οι δεσποινίδα Παπακώστα Εύα συνοδευόμενη από την δεσποινίδα Παπαστεργίου Σοφία και τους κύριους Αγγελόπουλος Γιώργος και Φωτόπουλος Γιάννης.» Είπε ο διευθυντής και στράφηκε προς το μέρος τους. Η Εύα, η Σοφία, ο Γιώργος και ο Γιάννης είχαν μείνει άφωνοι και κοιτάζονταν μεταξύ τους. Έπειτα ο Γιώργος άρχισε να σπρώχνει το καροτσάκι της Εύας προς το μέρος του διευθυντή ακολουθούμενος από την Σοφία και τον Γιάννη.
«Δεσποινίς Παπακώστα έχω μείνει άφωνος και από εσάς αλλά και από τους φίλους σας.»
«Μα δεν καταλαβαίνουμε για πιο λόγο έχετε μείνει άφωνος;» Τον ρώτησε η Εύα.
«Έχω μείνει άφωνος από εσένα δεσποινίς μου, διότι παρόλο που είχες αυτό το τρομερό ατύχημα δεν έχασες την χαρά σου και σε αυτό βοήθησαν και οι φίλοι σου. Δεν έχω ξαναδεί κανένα άλλο παιδί σαν και εσένα. Παρόλο που παραλίγο να μείνεις παράλυτη για πάντα δεν έχεις χάση το χιούμορ σου και ακόμα και από αυτό το ατύχημα βρήκες και κάτι καλό, ότι» Είπε και συνέχισε ψιθυριστά. «ότι είσαι μαζί με αυτόν που σου αρέσει και με τους φίλους σου.»
«Μα αλήθεια εσείς πως τα ξέρετε όλα αυτά;» Τον ρώτησε ο Γιώργος.
«Μα ακριβώς αυτό θα σας μάθουμε. Θα σας μάθουμε πώς να ελέγχετε το μυαλό κάποιου, πώς να δημιουργείτε σε κάποιον
ψευδαισθήσεις, πώς να διαβάζετε τι σκέπτεται κάποιος, πώς να βλέπετε το παρελθόν κάποιου, πώς να κάνετε ταξίδια στο παρελθόν, πώς να μετακινείτε πράγματα μόνο με την σκέψη σας χωρίς να τα αγγίζετε και όλα αυτά μόνο με το μυαλό σας. Τώρα θα σας παρακαλέσω όλους να ακολουθήσετε την κυρία Σταθάτου που θα σας υποδείξει πιο θα είναι το δωμάτιο του καθενός.» Είπε και έδειξε προς την μεριά μιας ψιλόλιγνης γυναίκας με μακριά καφέ μαλλιά και καφέ μάτια. Την ώρα που πήγαιναν να απομακρυνθούν και ο Γιώργος, ο Γιάννης, η Σοφία και η Εύα, ο διευθυντής ξαναμίλησε.
«Εσάς θα σας δείξω εγώ που είναι τα δωμάτιά σας. Θα έχετε ένα δωμάτιο κοινό οι δυο κοπέλες και ένα δωμάτιο κοινό τα δύο αγόρια. Εσύ καλή μου από ότι πληροφορήθηκα σε δύο μήνες δηλαδή περίπου τα Χριστούγεννα θα περπατάς ξανά. Αληθεύει;»
«Ναι κύριε αληθεύει.»΄
«Ωραία, πολύ ωραία, χαίρομαι.» Είπε ο διευθυντής και έπειτα τους έγνεψε να τον ακολουθήσουν. Μπήκαν μέσα σε ένα ασανσέρ και ανέβηκαν στον τρίτο όροφο. Όταν βγήκαν από το ασανσέρ βρέθηκαν σε ένα διάδρομο γεμάτο πόρτες που κατέληγαν σε δωμάτια. Αφότου πέρασαν τις πρώτες τέσσερις πόρτες σταμάτησαν μπροστά στην πέμπτη και ο διευθυντής έβγαλε ένα κλειδί από την τσέπη του και ξεκλείδωσε την πόρτα, έπειτα έδωσε το κλειδί στην Εύα. Εκείνη άνοιξε την πόρτα και μπήκαν όλοι μέσα. Το δωμάτιο ήταν αρκετά μεγάλο. Είχε ένα μικρό μπάνιο αριστερά από την είσοδο. Απέναντι από την πόρτα βρισκόντουσαν δύο κρεβάτια και στον διπλανό τοίχο δύο γραφεία. Οι τύχει ήταν βαμμένοι σε ένα απαλό ροζ χρώμα.
Η Εύα και η Σοφία μόλις μπήκαν μέσα έβγαλαν ένα επιφώνημα θαυμασμού.
«Αυτό είναι το δωμάτιό σας, ελπίζω να σας αρέσει. Και τώρα θα πάω τα αγόρια στο δικό τους δωμάτιο, αν θέλετε μπορείτε να έρθετε.» Είπε ο διευθυντής και όλοι τον ακολούθησαν έξω από το δωμάτιο. Προχώρησε δύο πόρτες πιο εκεί και σταμάτησε πάλι μπροστά στην τρίτη. Έβγαλε πάλι από την τσέπη του ένα άλλο κλειδί ξεκλείδωσε την πόρτα και έδωσε το κλειδί στον Γιώργο. Ο Γιώργος άνοιξε την πόρτα και μπήκαν μέσα. Το δωμάτιο των αγοριών δεν διέφερε πολύ από των κοριτσιών. Διέφερε μόνο στο ότι οι τοίχοι ήταν βαμμένοι με ένα ανοιχτό γαλάζιο χρώμα.
«Εγώ τώρα σας αφήνω να ξεκουραστείτε γιατί από αύριο ξεκινάνε τα μαθήματα.» Είπε ο διευθυντής και πήγε να φύγει.
«Α παραλίγο να το ξεχάσω. Στις 14:00 να κατεβείτε στην τραπεζαρία για το μεσημεριανό φαγητό. Καλή σας ξεκούραση.» Είπε ο διευθυντής και βγήκε από το δωμάτιο. Τα αγόρια διάλεξαν από ένα κρεβάτι το καθένα και άφησαν από δίπλα τις βαλίτσες τους έπειτα ο Γιώργος κάθισε στο κρεβάτι του και έβαλε την Εύα να καθίσει πάνω στα πόδια του ενώ ο Γιάννης και η Σοφία κάθονταν στο κρεβάτι του Γιάννη. Ο Γιώργος διακριτικά χωρίς να τον προσέξει η Εύα έκανε νόημα στον Γιάννη να πάρει την Σοφία και να φύγουν.
«Σόφι, θέλεις να πάμε μια βόλτα;» Ρώτησε ο Γιάννης την Σοφία.
«Ναι αμέ, δεν έχω πρόβλημα.» Είπε η Σοφία και βγήκε μαζί με τον Γιάννη από το δωμάτιο αφήνοντας μόνους τον Γιώργο και την Εύα.
«Είδες έγινες διάσημη από την πρώτη μέρα.» Της είπε τρυφερά.
«Μόνο και μόνο για το ατύχημα μου. Και αν δεν μπορέσω να περπατήσω ξανά; Και αν μείνω για πάντα κολλημένη σε αυτήν την καρέκλα;» Είπε η Εύα έτοιμη να την πιάσουν τα κλάματα.
«Σους ηρέμησε. Μην σκέφτεσαι τέτοια τώρα. Και άμα παίρνεις τα φάρμακα που σου έχει δώσει ο γιατρός και πηγαίνεις και στην φυσιοθεραπεύτρια του σχολείου δεν θα έχεις πρόβλημα. Σου υπόσχομαι ότι πριν επιστρέψουμε από τις διακοπές των Χριστουγέννων θα περπατάς.»
«Αφού το λες εσύ.» Είπε και τον φίλησε.
«Πάντως παρόλο το ατύχημα σου δεν έχεις πάψει να είσαι γλυκιά.»
«Δεν ξέρεις πως ήμουν πιο πριν.»
«Ξέρω.»
«Πως ξέρεις.»
«Σε παρακολουθούσα. Όμως δεν μου είπες πως σου ήρθε το ότι εμένα μου άρεσε η Άντζι;»
«Έβλεπα ότι στο μάθημα κοιτούσες συνέχεια προς το μέρος της και πως στα διαλύματα ήσουν συνέχεια μαζί της.
«1ον στο μάθημα κοιτούσα προς το μέρος σου και επειδή η Άντζι κάθετε ακριβώς μπροστά σου όταν γύρναγες και κοίταζες προς το μέρος μου εγώ έκανα πως κοίταζα την Άντζι και 2ον στα διαλύματα ήμουν μαζί της γιατί της ζητούσα συμβουλές για το πώς να σε πλησιάσω.»
«Όπως και να προσπαθούσες να με πλησιάσεις εγώ πάντως δεν θα είχα πρόβλημα.»
«Ναι είδαμε και στο μαγαζί. Μόλις είδες ότι ερχόμουν προς το μέρος σου άρχισες να τρέχεις και τότε… Δεν θα το συγχωρήσω
ποτέ από τον εαυτό μου. Αν δεν…»
«Σταμάτα, εσύ δεν φταις σε τίποτα. Εγώ απλώς ήμουν απρόσεχτη. Εσύ δεν έφταιγες σε τίποτα.»
«Δεν θα μου το συγχωρούσα ποτέ άμα είχες πάθει κάτι χειρότερο. Αλήθεια δεν μου είπες. Τι έβλεπες όταν κοιμόσουν στο νοσοκομείο; Διότι σε άκουσα πολλές φορές να λες το όνομα μου.» Η Εύα κοκκίνισε έως τα αυτιά και του απάντησε.
«Έβλεπα ότι ήμασταν μαζί στην παραλία και διάφορα και ότι κάποια στιγμή γύρισες και με φίλησες.»
«Κάπως έτσι;» Είπε και γύρισε και την φίλησε.
«Δεν ξέρω δεν πρόλαβα να καταλάβω.» Είπε και τον ξαναφίλησε.«Ναι, μάλλον κάπως έτσι. Μόνο που είχε θέα στην θάλασσα.»
«Χε, χε. Καλύτερα να πηγαίνουμε σιγά, σιγά. Η ώρα είναι είδη 13:55. Μήπως ξέρεις που είναι η τραπεζαρία;»
«Νομίζω ότι είναι στο ισόγειο αριστερά από την είσοδο αλλά δεν είμαι σίγουρη.»
«Καλά θα το βρούμε. Έλα πάμε.» Είπε και την έβαλε στο καροτσάκι. Έπειτα άρχισε να σπρώχνει το καροτσάκι προς την έξοδο του δωματίου.


Έχει επεξεργασθεί από τον/την sweety στις Κυρ 14 Φεβ 2010 - 18:32, 1 φορά
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
https://www.youtube.com/watch?v=NJiPTkExVUg
LaDy_SoVeReigN
Midnight Sun Vampire
Midnight Sun Vampire
LaDy_SoVeReigN


Θηλυκό Σκορπιός
Ηλικία : 28
Τόπος : Στον κόσμο τον Anime!!
Αριθμός μηνυμάτων : 1666
Registration date : 09/08/2009

Forks Student Profile
Team: Wolves
Special ability Special ability: Future Telling

Ονειροπερπατηματα Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Ονειροπερπατηματα   Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΚυρ 14 Φεβ 2010 - 18:31

4o Κεφαλεο

Όταν φτάσανε στο ισόγειο βρήκαν την Σοφία και τον Γιάννη να τους περιμένουν.
«Βρε καλώς τους. Πάμε τώρα στην τραπεζαρία; Μόλις άνοιξε.» Τους ρώτησε ο Γιάννης.
«Φύγαμε.» Του Απάντησε η Εύα και κατευθύνθηκαν προς την τραπεζαρία. Η Τραπεζαρία ήταν αρκετά μεγάλη και είχε πολλά τραπέζια. Οι τέσσερις τους βρήκαν ένα τραπέζι στο οποίο κάθονταν άλλα τέσσερα παιδιά και καθίσανε.
«Πως σας λένε;» Ρώτησε η Σοφία.
«Εγώ είμαι η Μαρία.» Απάντησε μια κοπέλα με μακριά καστανά μαλλιά και καστανά μάτια.
«Χάρηκα εγώ είμαι η Σοφία.»
«Χαίρω πολύ Σοφία.»
«Εσύ και η παρέα σου δεν είστε που σας φώναξε ο διευθυντής;» Ρώτησε την Εύα ένα καστανομάλλικο αγόρι με καστανά μάτια που έμοιαζε πολύ στην Μαρία.
«Ναι, εγώ είμαι. Και εσύ είσαι ο…»
«Α, εγώ είμαι ο Κέβιν αδερφός της Μαρίας και από εδώ η αδερφή μου η Λίλιαν. Εγώ πηγαίνω τρίτη γυμνασίου και είμαι εδώ από την πρώτη εδώ. Η Μαρία πηγαίνει δευτέρα όπως εσείς και όταν δεν της στείλανε γράμμα στην πρώτη στεναχωρήθηκε αλλά δεν έχασε το θάρρος της και έτσι της έστειλαν τώρα στην δευτέρα. Η Λίλιαν είναι η μικρότερη αδερφή μας, πηγαίνει πρώτη γυμνασίου. Μην ανησυχείτε που σας κάλεσαν τώρα και όχι νωρίτερα υπάρχουν πολλά παιδιά που έρχονται στην δευτέρα γυμνασίου και όχι στην πρώτη. Ο κολητός μου στην δευτέρα ήρθε. Το σχολικό έτος εδώ αρχίζει Νοέμβρη και όχι Σεπτέμβρη.»
«Χαίρω πολύ Κέβιν. Ελπίζω του χρόνου να καλέσουν και τα αδέρφια μου. Είναι δίδυμα. Εσύ ποιος είσαι;» Ρώτησε η Εύα ένα αγόρι που καθόταν ήσυχος όλη την ώρα χωρίς να μιλήσει.
«Α, αυτό είναι ο αδερφός μου ο Χάρης. Είναι και αυτός δίδυμος με την Λίλιαν αν και είναι πολύ ντροπαλός.»
«Βλέπω είστε μεγάλη οικογένεια ε;» Του είπε ο Γιάννης. «Εγώ είμαι ο Γιάννης και από εδώ ο κολλητός μου ο Γιώργος. Πηγαίνουμε και οι τέσσερις δευτέρα γυμνασίου.»
«Χαίρω πολύ Γιώργο, Γιάννη. Εγώ να σας αφήσω τώρα διότι οι φίλοι μου με φωνάζουν.» Είπε και έπειτα γύρισε προς τα δίδυμα. «Μην ντρέπεστε. Μιλήστε με τα παιδιά. Χάρη μην κάνεις τον μουγκό. Το ίδιο ισχύει και με εσένα Λίλιαν. Γεια.» Είπε και έφυγε.
«Γεια σου Λίλιαν. Τι κάνεις;» Την ρώτησε η Εύα. Η Λίλιαν είχε μακριά καστανά μαλλιά και καστανά μάτια σαν την Μαρία αλλά και εκείνη και ο Χάρης είχαν και λίγες φακίδες στο πρόσωπο πράγμα που οι άλλοι δύο δεν είχαν.
«Καλά είμαι. Πως είπαμε ότι σε λένε;»
«Εύα. Με λένε Εύα. Αχου τι ωραία μαλλιά που έχεις.»
«Εμένα δεν μου αρέσουν καθόλου. Θα προτιμούσα να ήταν μαύρα σαν τα δικά σου. Να σου κάνω μία ερώτηση Εύα. Μην με περάσεις για αδιάκριτη.» Η Εύα ήξερε πια ήταν η ερώτηση αλλά το περίμενε ότι πολλά παιδιά θα την ρωτούσανε.
«Ναι Λίλιαν πες μου.»
«Αν θες λέγε με Λίλι. Να θέλω να σε ρωτήσω πως το έπαθες αυτό.» Είπε και μου έδειξε με το χέρι της τα πόδια μου.
«Αυτή ήταν πολύ αδιάκριτη ερώτηση Λίλι.» Την μάλωσε η Μαρία.
«Και μην δείχνεις με το χέρι.» Συνέχισε ο Χάρης τραβώντας της το χέρι.
«Όχι εντάξει δεν πειράζει. Το περίμενα ότι θα με ρωτούσαν πολύ για αυτό. Έτρεχα στον δρόμο και με χτύπησε αυτοκίνητο. Αυτό είναι όλο.»
«Και τι θα μείνεις έτσι για πάντα;» Ρώτησε ο Ντίνος με γουρλωμένα μάτια.
«Χάρη.» Του φώναξε πάλι η Μαρία κουνώντας το κεφάλι της.
«Τι; Απλώς ρώτησα.»
«Άφησε τους δεν έχω πρόβλημα. Ξέρεις πόσες φορές τα άκουσα; Τα έχω συνηθίσει πια. Όχι μάλλον μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων θα ξανά περπατάω. Αρκεί να παίρνω τα φάρμακα που μου έδωσε ο γιατρός και να πηγαίνω στην φυσιοθεραπεύτρια του σχολείου.»
«Κατάλαβα.» Μου είπε ο Χάρης.
«Συγνώμη για τα αδέρφια μου.»
«Δεν πειράζει Μαρία. Είναι πολύ καλά παιδιά.»
«Τι θα λέγατε να πηγαίναμε να πάρουμε ένα δίσκο να βάλουμε να φάμε κάτι; Έχω πεθάνει της πείνας.» Είπε ο Γιάννη.
«Αμαν ρε Γιάννη. Φαγάνας γεννήθηκες φαγάνας θα πεθάνεις. Άντε πάμε.»Είπε ο Γιώργος στον Γιάννη και σηκώθηκε όρθιος. Έπειτα έκατσε πίσω από το καροτσάκι μου και περίμενε να σηκωθούν και οι άλλοι.
«Μαρία, Λίλιαν, Χάρη ελάτε και εσείς.»
«Τι μας θέλετε στην παρέα σας;» Ρώτησε η Μαρία.
«Φυσικά.» Της απάντησε η Εύα. Τότε τα τρία αδέρφια σηκώθηκαν και ξεκινήσανε και οι εφτά να πηγαίνουν προς την ουρά για να βάλουν το φαγητό τους για να φάνε. Αφότου σερβιρίστηκαν και οι επτά πήγανε και καθίσανε πάλι στο τραπέζι τους.
«Ελπίζω να ήμαστε στην ίδια τάξη Μαρία.»
«Που είναι το δωμάτιό σας;»
«Είναι στον τρίτο όροφο το πέμπτο δωμάτιο. Και των αγοριών το όγδοο. Γιατί ρωτάς;»
«Μα έχει σχέση με τα δωμάτια η τοποθέτηση στις τάξεις. Εγώ είμαι στο έκτο. Στις τάξεις βάζουν ανά δέκα δωμάτια άρα λογικά θα είμαστε και οι πέντε στην ίδια τάξη. Άχου δεν μπορώ να το πιστέψω ότι είμαι σε αυτό το σχολείο.»
«Μαρί τι ακριβώς κάνουμε σε αυτό το σχολείο;»
«Τα πάντα. Τηλεκινησία διαβάζουμε σκέψεις, ελέγχουμε το μυαλό του άλλου, μεταφερόμαστε στο παρελθόν, να διακτινιζόμαστε. Τα πάντα. Είναι σαν να κάνουμε μάγια μόνο που όλα τα κάνουμε με το μυαλό μας, ακόμα και να μεταμορφωνόμαστε μπορούμε, περιμένετε θα φωνάξω τον Κέβιν να έρθει να σας δείξει.» Είπε και έτρεξε προς το τραπέζι του αδερφού της.
«Είναι πολύ ενθουσιασμένη.» Είπε ο Γιάννης.
«Και εγώ είμαι. Δεν το πιστεύω πάντα ήθελα να έρθω σε ένα τέτοιο σχολείο.» Είπε η Εύα.
«Γιατί μωράκι μου. Ήξερες την ύπαρξη τους;» Την ρώτησε ο Γιώργος.
«Όχι δεν την ήξερα άλλα πάντα ένιωθα μέσα μου ότι υπάρχει ένα τέτοιο σχολείο και πως κάποια στιγμή θα καταφέρω να πάω και εγώ.»
«Κατάλαβα. Α να έρχεται η Μαρία και ο Κέβιν.»
«Γεια σας και πάλι.» Είπε ο Κέβιν.
«Γεια σου Κέβιν.»
«Κέβιν δείξε τους αυτό που έκανες στο σπίτι.»
«Σου αρέσει έτσι μαύρη και που είναι η καρέκλα σου;» Ρώτησε την Εύα.
«Ε, τι;»
«Τι χρώμα θα ήθελες να είναι.»
«Άσπρη.» Είπε διστακτικά η Εύα. Τότε ο Κέβιν έκλεισε τα μάτια του και συγκεντρώθηκε έπειτα τα άνοιξε και η καρέκλα ήταν πια άσπρη.
«Γουάου. Τέλειο. Μπράβο Κέβιν.»
«Μην νομίζετε υπάρχουν και καλύτεροι από εμένα. Αυτό θα το μάθετε και εσείς φέτος να το κάνετε. Τώρα Μαρία μπορώ να επιστρέψω στην παρέα μου;»
«Συγνώμη Κέβιν, πήγαινε.» Του είπε και έφυγε.
«Παιδιά λέω να πηγαίνουμε σιγά, σιγά.» Είπε η Σοφία.
«Ναι. Μαρία θες να έρθεις να κάτσεις μαζί μας το μεσημέρι;»
«Ναι, αμέ. Γεια Λίλι, γεια Χάρη.» Είπε η Μαρία καιι σηκώθηκαν όλοι εκτός από την Εύα. Έπειτα ο Γιώργος άρχισε να σπρώχνει το καροτσάκι προς το ασανσέρ.
«Τι θα πάμε με το ασανσέρ; Ο διευθυντής είπε…»
«Ο διευθυντής μας είπε να χρησιμοποιούμε το ασανσέρ. Αλλιώς εγώ πως θα ανέβαινα τις σκάλες;»
«Σωστά. Πάμε.» Είπε η Μαρία και μπήκαν όλοι στο ασανσέρ.
«Ξέρεις κάτι Εύα;»
«Τι;»
«Ίσως κάποιος καθηγητής να μπορεί να σε κάνει καλά.»
«Τι εννοείς.»
«Να όταν ο αδερφός πήγαινε πρώτη έσπασε το χέρι του και μία καθηγήτρια τον έκανε καλά με την σκέψη της.»
«Λες; Μακάρι.» Είπε η Εύα και εκείνη την στιγμή σταμάτησε το ασανσέρ. Βγήκανε έξω και πήγαν στο δωμάτιο της Εύας και της Σοφίας.
«Πόπο δεν έχετε βολέψει τα πράγματα σας; Να σας βοηθήσω;»
«Ναι αμέ. Αλλά σε λίγο.» Είπε η Σόφι στην Μαρία.
«Εγώ λέω να πάω να ξαπλώσω. Θα έρθεις Γιώργο;» Είπε ο Γιάννης. Τότε ο Γιώργος κοίταξε την Εύα.
«Πήγαινε. Θα είμαι μια χαρά με τα κορίτσια.»
«Σίγουρα;»
«Ναι.»
«Καλά αλλά θα έρθω πάλι το απόγευμα, α και να ξαπλώσεις και λίγο να ξεκουραστείς.» Της είπε και έσκυψε και την φίλησε. Έπειτα έφυγε μαζί με τον Γιάννη. Εντωμεταξύ η Μαρία είχε μείνει με ανοιχτό το στόμα.
«Σε φίλησε στο στόμα;»
«Ναι, ο Γιώργος είναι το αγόρι μου.»
«Αλήθεια; Εγώ επειδή τον είχα δει τόσο προστατευτικό με εσένα νόμιζα πως ήταν αδερφός σου.»
«Όχι. Τα αδέρφια μου είναι στο σπίτι. Τα δίδυμα ο Χρίστος και η Μαρκέλα είναι ένα χρόνο μικρότερα από την Λίλι και τον Χάρη. Και έχω και μια μικρότερη αδερφή την Νικολέτα που είναι 10 χρονών. Λοιπόν είπες ότι θα μας βοηθήσεις να βολέψουμε τα πράγματα μας. Αρχίζουμε;»
«Ναι αμέ.»
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
https://www.youtube.com/watch?v=NJiPTkExVUg
LaDy_SoVeReigN
Midnight Sun Vampire
Midnight Sun Vampire
LaDy_SoVeReigN


Θηλυκό Σκορπιός
Ηλικία : 28
Τόπος : Στον κόσμο τον Anime!!
Αριθμός μηνυμάτων : 1666
Registration date : 09/08/2009

Forks Student Profile
Team: Wolves
Special ability Special ability: Future Telling

Ονειροπερπατηματα Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Ονειροπερπατηματα   Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΣαβ 27 Φεβ 2010 - 16:48

Παιδιά συγνώμη που είχα τόσο καιρό να γράψω αλλά είχα πολλά διαγωνίσματα και δεν προλάβενα να γράψω την συνέχεια.

5ο κεφαλεο


Εκεί που μαζεύανε τα πράγματά τους ακούστηκε από τα μεγάφωνα μία ανακοίνωση η οποία έλεγε.
«Σήμερα το βράδυ στης 19:00 το βράδυ μέχρι της 21:00 θα γίνει ο ετήσιος χορός της αρχής της σχολικής χρονιάς. Θα γίνει στην τραπεζαρία γι αυτό κορίτσια και αγόρια βάλτε τα καλά σας.»
Η Εύα μόλις το άκουσε έμεινε ακίνητη και κοίταζε λυπημένη τα πόδια της. Η Σοφία που κατάλαβε τι είχε της μίλησε.
«Μην ανησυχείς μπορείς να έρθεις και εσύ με το καροτσάκι, και εξάλλου θα γίνουν και άλλοι χοροί όταν θα είσαι πια καλά.»
«Όχι εγώ δεν θα έρθω, πηγαίνετε εσείς.»
«Έλα τώρα βρε Εύα, χωρίς εσένα δεν θα έχει πλάκα.» Της είπε η Μαρία.
«Δεν θα έρθω, πηγαίνετε εσείς. Αν δεν σας πειράζει εγώ θα πάω να δω τι κάνει ο Γιώργος. Τα λέμε σε λίγο.» Είπε η Εύα και κατεύθυνε την καρέκλα της προς την πόρτα. Όταν βγήκε στον διάδρομο πήγε μπροστά από την πόρτα του δωματίου του Γιώργου και την χτύπησε ρυθμικά. Της άνοιξε ο ίδιος και μόλις την είδε στην πόρτα την σήκωσε αγκαλιά και την έβαλε μέσα στο δωμάτιο αφήνοντας το καροτσάκι στην άκρη του δωματίου. Αφότου την φίλησε την έβαλε να καθίσει στο κρεβάτι του. Ο Γιάννης πολύ διακριτικά χωρίς να τον πάρει είδηση κανείς βγήκε από το δωμάτιο και τους άφησε μόνους. Κοιταχθήκανε για αρκετή ώρα στα μάτια ώσπου ο Γιώργος έσπασε την σιωπή.
«Θα μείνω εδώ μαζί σου» Της είπε.
«Τι εννοείς?»
«Δεν υπάρχει περίπτωση να σε αφήσω μόνη σου πάνω ενώ όλοι οι υπόλοιποι θα διασκεδάζουνε κάτω. Θα μείνω μαζί σου.»
«Όχι, θα πας μαζί με τους άλλους. Αρκετά έχεις χάσει χάρη σε εμένα. Ούτως ή άλλως εγώ θα κοιμάμαι, οπότε δεν έχει κανένα νόημα να μείνεις μαζί μου.»
«Μα θέλω να…»
«Σε παρακαλώ, μην με κάνεις να νιώθω πως σου στερώ και την διασκέδαση σου. Σε παρακαλώ. Εξάλλου εγώ δεν ήρθα εδώ για να μιλήσουμε για αυτό το θέμα.»
«Συγνώμη γλυκιά μου.» Της είπε και κάθισε δίπλα της.
«Τι ώρα είναι?» Τον ρώτησε.
«18:30 Σε λίγο οι άλλοι θα αρχίσουν να μαζεύονται στην τραπεζαρία.»
«Πάλι τα ίδια? Θα πας και εσύ τελεία και παύλα. Σε παρακαλώ τώρα θα ήθελα να πάω στο δωμάτιό μου να ξαπλώσω.»
Έτσι εκείνος την πήρε αγκαλιά και την έβαλε στο καροτσάκι της, έπειτα την πήγε έως το δωμάτιο της όπου βρίσκονταν τα κορίτσια και βάφονταν.
«Σίγουρα δεν θέλεις να…»
«Σίγουρα.» Του είπε και τον φίλησε. Έπειτα τους αποχαιρέτισε όλους και τους ευχήθηκε να περάσουν καλά και αφότου έφυγαν και έκλεισαν την πόρτα πίσω τους η Εύα ξάπλωσε να κοιμηθεί καταπίνοντας έναν μεγάλο κόμπο που ένιωθε στον λαιμό της.
Ξαφνικά εκεί που κοιμόταν ένιωσε κάποιον να την σκουντάει.
«Δεσποινίς Παπακώστα ξυπνήστε σας παρακαλώ.» Άκουσε την γνώριμη φωνή του πλέον διευθυντή της. Όμως αμέσως μετά άκουσε μία φωνή που δεν περίμενε να ακούσει. Ήταν ο Κέβιν.
«Εύα ξύπνα, βρήκαμε τρόπο να ξανά περπατήσεις.» Μόλις το άκουσε αυτό η Εύα ανακάθισε στο κρεβάτι της.
«Τι εννοείς?»
«Θα στα πω όλα στον δρόμο τώρα έλα να σε βάλω στο καροτσάκι σου.» Της είπε και την σήκωσε αγκαλιά έπειτα την έβαλε στο καροτσάκι και βγήκανε και οι τρεις έξω από το δωμάτιο.
«Άκου σήμερα είδα στον αστρολογικό μου χάρτη πως οι πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος βρίσκονται σε μία τέλεια ευθεία και πως το φεγγάρι είναι περισσότερο φωτεινό από ποτέ. Αυτό σημαίνει πως άμα πάμε κάποιον τραυματία ή άρρωστο στο σημείο που ακτινοβολεί το φεγγάρι πιο πολύ αυτό το άτομο θα γίνει καλά αρκεί κάποιος να πει τα απαιτούμενα λόγια για να καλέσει την δύναμη του φεγγαριού και αυτό το σημείο βρίσκετε στο σχολείο μας.»
Είπε ο Κέβιν και πριν προλάβει η Εύα να πάρει ανάσα μίλησε ο διευθυντής.
«Φτάσαμε.» Τους είπε και άνοιξε μία πόρτα. Μπήκανε σε ένα δωμάτιο που έμοιαζε πολύ με εκείνο που είχε μείνει η Εύα στο νοσοκομείο. Βάλανε την Εύα να ξαπλώσει πάνω σε ένα κρεβάτι και ενώσανε και οι τρεις τα χέρια. Έπειτα άρχισαν να μουρμουρίζουν κάτι σε μία άγνωστη γλώσσα για την Εύα μέχρι που ένιωσε πολύ πόνο στα πόδια της. Όμως αντί να στεναχωρηθεί και να γκρινιάξει που την πόναγαν τα πόδια της, της ερχόταν να φωνάξει από την χαρά της διότι είχε πολύ καιρό να νιώσει κάτι στα πόδια της. Ώσπου κάποια στιγμή δεν καταλάβαινε τι γινόταν γύρω της.
Ξαφνικά άνοιξε τα μάτια της και είδε αμέσως τον Κέβιν και τον διευθυντή να έρχονται και να κάθονται δίπλα της.
«Πως νιώθεις?» Την ρώτησε ο Κέβιν.
«Καλά.»
«Προσπάθησε να κουνήσεις τα πόδια σου.» Εκείνη τότε σήκωσε ψηλά το δεξί της πόδι και μετά το αριστερό. Έπειτα προτού προλάβουν να της πουν το οτιδήποτε άλλο σηκώθηκε όρθια και άρχισε να χοροπηδάει από την χαρά της. Χόρευε τραγούδαγε δεν ήξερε καν τι έλεγε. Ξαφνικά αγκάλιασε με δύναμη τον Κέβιν και του έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο. Έπειτα ξέσπασε σε κλάματα χαράς.
«Σε εσένα τα χρωστάω όλα. Σε ευχαριστώ πολύ.» Του είπε κλαίγοντας.
«Τώρα δεν πρέπει να κλαις. Λοιπόν η ώρα είναι ακόμα οχτώ. Πήγαινε στο δωμάτιό σου άλλαξε και τρέξε στην τραπεζαρία. Πρέπει να το γιορτάσεις σήμερα.» Της είπε και της έριξε ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη. Εκείνη πριν ακόμα προλάβει καλά καλά να τελειώσει την πρόταση του είχε γίνει καπνός. Πήγε στο δωμάτιο της, φόρεσε ένα όμορφο κόκκινο φόρεμα, βάφτηκε και έτρεξε στην τραπεζαρία. Μπήκε τρέχοντας μέσα και αμέσως άρχισε να ψάχνει τους φίλους της να τους πει τι έγινε. Πολλά παιδιά που πρέπει να ήταν μπροστά το πρωί που την είχε φωνάξει ο διευθυντής την κοιτάζανε απορημένοι. Έψαχνε αρκετοί ώρα ώσπου είδε από μακριά την φιγούρα του Γιώργου να χορεύει σε μια γωνιά. Υπέθεσε πως χόρευε με την Σοφία και τον Γιάννη και κατευθύνθηκε προς τα εκεί αθόρυβα για να τους κάνει έκπληξη. Όμως αυτό που είδε δεν ήταν καθόλου αυτό που περίμενε να δει. Ο Γιώργος και η Μαρία χορεύανε αγκαλιά. Στην αρχή δεν έδωσε σημασία αλλά ξαφνικά είδε τον Γιώργο να σκύβει και να φιλάει την Μαρία και να μην σταματάει. Και μετά να χορεύουνε αγκαλιά. Τότε ήταν που την είδε η Σοφία. Προσπάθησε να την πλησιάσει αλλά ήταν αργά. Η Εύα έτρεξε και τράβηξε τον Γιώργο ο οποίος έμεινε άφωνος από την εμφάνιση της και ιδικά που περπατούσε κιόλας.
«Ώστε μου έλεγες ψέματα πως με αγαπούσες? Και το ότι ήθελες να μείνεις μαζί μου και να μην έρθεις εδώ?» Του είπε κλαίγοντας και του έδωσε με δύναμη ένα χαστούκι. Έπειτα άρχισε να τρέχει και βγήκε τρέχοντας από την τραπεζαρία. Ανέβηκε κλαίγοντας και όσο πιο γρήγορα της σκάλες ώσπου έπεσε πάνω σε κάποιον. Ήταν πάλι ο Κέβιν.
«Τι έπαθες?» Την ρώτησε.
«Τίποτα.» Είπε και έκανε να απομακρυνθεί. Εκείνος όμως την κράτησε σφιχτά από το μπράτσο και δεν την άφησε.
«Τι έγινε, γιατί κλαις?»
«Άσε με να φύγω.» Του είπε σχεδόν φωνάζοντας.
«Θα σε αφήσω μόνο αν μου πεις.» Τότε εκείνη δεν άντεξε ζαλίστηκε και έπεσε επάνω του κλαίγοντας με λυγμούς. Εκείνος την οδήγησε στο δωμάτιό της και την έβαλε να καθίσει.
«Έγινε τίποτα με τον Γιώργο?» Την ρώτησε.
«Ναι, τον, τον είδα…»
«Πάρε μια ανάσα και μου λες.» Της είπε και της σκούπισε τα δάκρια από τα μάτια της.
«Τον είδα να φιλιέται με την Μαρία.» Κατάφερε τέλος να πει.
«Τι έκανε λέει? Και μάλιστα με την αδερφή μου?»
Του έγνεψε ναι και συνέχισε να κλαίει.
«Α το κάθαρμα. Αν τον πιάσω στα χέρια μου θα δει τι θα πάθει.» Είπε σχεδόν φωνάζοντας. Έπειτα αγκάλιασε την Εύα η οποία συνέχισε να κλαίει στον ώμο του. Όταν πια σταμάτησε να κλαίει για λίγο, η ώρα ήταν 20:55.
«Συγνώμη.» Του είπε.
«Συγνώμη για πιο πράγμα την ρώτησε απορημένος.»
«Για το πουκάμισο σου, σου το έκανα μούσκεμα.»
«Δεν πειράζει, θα στεγνώσει. Σε λίγα λεπτά θα έρθουν και οι υπόλοιποι. Θες να μείνω εδώ να περιμένω την Μαρία να την κανονίσω ή να φύγω.»
«Σε παρακαλώ αν μπορείς μείνε, δεν μπορώ να μείνω μόνη μου, απλώς σε παρακαλώ μην πεις τίποτα στην Μαρία, για τώρα τουλάχιστον.»
«Καλά αλλά αύριο δεν θα την γλιτώσει.» Της είπε και της χαμογέλασε με ένα αχνό χαμόγελο. Εκείνη προσπάθησε να του ανταποδώσει το χαμόγελο αλλά έπεσε πάλι πάνω του και ξέσπασε σε λυγμούς. Έπειτα από λίγα λεπτά μπήκε μέσα η Σοφία. Τότε ο Κέβιν καληνύχτισε τα κορίτσια και πήγε στο δωμάτιό του να κοιμηθεί. Έπειτα η Μαρία και η Σοφία φόρεσαν τις πιτζάμες τους χωρίς να πουν τίποτα μεταξύ τους και ξάπλωσαν να κοιμηθούν. Η Εύα όμως δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Έκλαιγε ώσπου κατά τις 04:00 τα χαράματα περίπου την πείρε ο ύπνος.

[u]
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
https://www.youtube.com/watch?v=NJiPTkExVUg
LaDy_SoVeReigN
Midnight Sun Vampire
Midnight Sun Vampire
LaDy_SoVeReigN


Θηλυκό Σκορπιός
Ηλικία : 28
Τόπος : Στον κόσμο τον Anime!!
Αριθμός μηνυμάτων : 1666
Registration date : 09/08/2009

Forks Student Profile
Team: Wolves
Special ability Special ability: Future Telling

Ονειροπερπατηματα Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Ονειροπερπατηματα   Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΚυρ 28 Φεβ 2010 - 17:28

Να και η συνέχεια ελπίζω να σας αρέσει. Smile

6ο κεφάλεο

Όταν ξύπνησε το πρωί δεν άνοιξε τα μάτια της. Ήξερε πως όταν το έκανε θα έπρεπε να επανέλθει στην πραγματικότητα και αμέσως στην μνήμη της ήρθε η χτεσινή βραδιά. Ξαφνικά άκουσε δύο άτομα να μιλάνε.
«Είναι πολύ χάλια ε?» Άκουσε την πλέον γνωστή φωνή του Κέβιν να λέει. Μόνο που δεν μίλαγε όπως συνήθως με έναν χαρούμενο τόνο αλλά με ένα λυπημένο.
«Ναι, χτες έκλαιγε σχεδόν όλη την νύχτα. Ξύπνησα κατά της 03:00 για να πιω λίγο νερό και ακόμα έκλεγε.»
«Άμα τους πιάσω στα χέρια μου. Της υποσχέθηκα χτες πως δεν θα έλεγα τίποτα στην Μαρία, αλλά αυτό ίσχυε για χτες. Άμα την δω μπροστά μου σήμερα.» Δεν υπήρχε αμφιβολία μιλούσανε για κείνην.
«Μα αλήθεια πως κατάφερε να ξανά περπατήσει?»
«Άσε που να στα λέω. Πρόσεξα με το τηλεσκόπιο μου και με τον αστρολογικό μου χάρτη πως οι πλανήτες του γαλαξιακού μας συστήματος βρίσκονταν σε μία τέλεια ευθεία και πως το φεγγάρι ήταν πιο φωτεινό από συνήθως και αυτό σήμαινε πως αν πηγαίναμε κάποιον τραυματία ή άρρωστο στο σημείο με το περισσότερο φως του φεγγαριού θα γινόταν καλά αλλά συγχρόνως θα έπαιρνε και την δύναμη του φεγγαριού. Κατάλαβες?»
«Μήπως μπορείς να τα πεις λίγο ποιο εύκολα?» Τον ρώτησε η Σοφία που δεν φημιζόταν για την εξυπνάδα της.
«Το φεγγάρι ήταν πολύ φωτεινό και έτσι η Εύα έγινε καλά και θα έχει κάποιες δυνάμεις από το φεγγάρι. Τώρα κατάλαβες?» Της είπε με ένα ειρωνικό ύφος.
«Κάτι κατάλαβα. Τι ώρα είναι?» Είπε.
«06:00 έχουμε ακόμα αρκετή ώρα μέχρι α αρχίσει το μάθημα.»
«Γιατί τι ώρα αρχίζει εδώ το μάθημα?»
«Στις 09:15 και τελειώνουμε την ώρα του μεσημεριανού δηλαδή στις 14:00.»
«Τι μόνο πέντε ώρες μάθημα? Γουστάρω.»
«Ναι όμως έχουμε πέντε μαθήματα την ημέρα κανονικά απλώς κάνουμε λιγότερη ώρα στο κάθε ένα και κάνουμε μόνο τα βασικά. Και το απόγευμα γύρω στις 16:00 μέχρι τις 20:00 έχουμε τα του μυαλού, χε.» Εκείνη την στιγμή η Εύα αποφάσισε πως μάταια προσπαθούσε να ξανακοιμηθεί. Είχε κοιμηθεί μόνο δύο ώρες αλλά παρόλα αυτά δεν ένιωθε κουρασμένη. Αυτό που δεν καταλάβαινε όμως ήταν το τι ήθελε ο Κέβιν στο δωμάτιο τους. Μόλις ανακάθισε στο κρεβάτι της ένιωσε να ζαλίζεται. Δεν έδωσε σημασία όμως και σηκώθηκε. Ο Κέβιν και η Σοφία κάθονταν στο γραφείο της Σοφίας και πίνανε σοκολάτα τρώγοντας κέικ. Μόλις πήραν είδηση πως ξύπνησε πήγαν και οι δύο και στάθηκαν δίπλα της. Εκείνη δεν τους έδωσε σημασία και πήγε και κάθισε στο γραφείο της. Πόσο θα ήθελε μία ζεστή σοκολάτα. Σκέφτηκε και χωρίς να καταλάβει το πώς στο γραφείο της βρέθηκε μία κούπα με ζεστή σοκολάτα.
«Πως έγινε αυτό?» Φώναξε σχεδόν τρομαγμένη και ξαφνιασμένη.
«Τι έγινε?» Την ρώτησε ο Κέβιν και πήγε και πήγε και κάθισε αμέσως δίπλα της.
«Να σκέφτηκα πόσο πολύ θα ήθελα μία κούπα ζεστή σοκολάτα και εμφανίστηκε μπροστά μου.»
«Α μάλλον φταίει το ότι δεν έχεις μάθει ακόμα να ελέγχεις τις φεγγαροδυνάμεις σου.» Είπε ο Κέβιν με ένα πλατύ χαμόγελο.
«Τις ποιες?»
«Να εχτές που έγινες καλά με το φως του φεγγαριού απόκτησες κάποιες δυνάμεις από αυτό.»
«Και εσύ πως το ξέρεις αυτό?»
«Γιατί, όταν πήγαινα πρώτη γυμνασίου και είχα σπάσει το χέρι μου μία καθηγήτρια μου με είχε πάει στο σημείο όπου πήγαμε και εσένα την νύχτα που ήταν έτσι φωτεινό το φεγγάρι. Και έτσι έχω και εγώ μερικές δυνάμεις. Αν θες μπορώ να σε βοηθήσω να μάθεις να τις ελέγχεις.» Της είπε ο Κέβιν φέρνοντας αμήχανα το χέρι του πίσω από το κεφάλι του.
«Αλήθεια? Μπορείς να με βοηθήσεις? Ευχαριστώ πολύ Κέβιν.»
«Δεν κάνει τίποτα.»
«Αλήθεια αφού η ώρα είναι ακόμα 06:00 γιατί είσαι εδώ?»
«Ο Κέβιν ανησυχούσε πολύ για σένα γιατί εχτές δεν ήσουν καθόλου καλά όπως μου είπε. Και μόλις πήρε είδηση ότι είχα ξυπνήσει ήρθε και μου ζήτησε να καθίσει και αυτός εδώ για να δει πως είσαι.» Της απάντησε η Σοφία.
«Α, εντάξει είμαι μια χαρά.»
«Άλλα μου είπε πάντως η Σοφία. Μου είπες πως εχτές δεν έκλισες μάτι σχεδόν όλη νύχτα γιατί έκλαιγες για αυτόν τον…
Άμα τους δω μπροστά μου σήμερα να είσαι σίγουρη πως δεν θα ζουν για πολύ ακόμα.» Είπε ο Κέβιν δείχνοντας την γροθιά του.
«Σε παρακαλώ μην κάνεις τίποτα. Πρώτων γιατί ο Γιώργος είναι πολύ καλός στο καράτε και θα χτυπήσεις άσχημα και δεύτερον η Μαρία είναι αδερφή σου.»
«Να μου λείπουν τέτοιες αδερφές.» Είπε κάπως πιο ήρεμα τώρα. Αφού ήπιαν την σοκολάτα τους και έφαγαν το κέικ τους η Εύα πήρε τα ρούχα της και πήγε να ντυθεί στο μπάνιο. Όταν ντύθηκε και κοιτάχτηκε στον καθρέφτη είδε πως φορούσε ένα κολιέ που της είχε κάνει δώρο ο Γιώργος. Το τράβηξε από τον λαιμό της άγρια με αποτέλεσμα να σπάσει και η χάντρες να πεταχτούν σε όλο το μπάνιο κάνοντας αρκετό θόρυβο έπειτα κάθισε στην άκρη της μπανιέρας και άρχισε να κλαίει φέρνοντας στην μνήμη της την εικόνα του Γιώργου να φιλιέται με την Μαρία.
«Εύα είσαι καλά?» Άκουσε την φωνή του Κέβιν να την ρωτάει απέξω από το μπάνιο.
«Καλά είμαι. Φύγε.» Του είπε μέσα από τους λυγμούς της.
«Δεν είσαι καθόλου καλά. Δεν με ενδιαφέρει τι λες μπαίνω μέσα.» Της είπε και άνοιξε την πόρτα. Την βρήκε να κλαίει με λυγμούς κρατώντας με τα χέρια της το πρόσωπό της. Έτρεξε αμέσως κοντά της και τράβηξε τα χέρια της από το πρόσωπό της. Ήτανε σίγουρος για πιο λόγο έκλαιγε οπότε ήταν ανώφελο να ρωτήσει. Την ανάγκασε να τον κοιτάξει.
«Σταμάτα να σκέφτεσαι αυτό το θέμα πια. Σε παρακαλώ. Πληγώνομαι όταν σε βλέπω να κλαις.» Εκείνη του έγνεψε θετικά αλλά συνέχισε να κλαίει. Την έσφιξε στην αγκαλιά του και της σιγοψιθύρισε χαϊδεύοντας της τα μαλλιά.
«Προσπάθησε να ηρεμίσεις σε παρακαλώ.» Ακούμπησε το μάγουλό του στα μαλλιά της και περίμενε μέχρι να της περάσει η κρίση.
«Συγνώμη.» Του είπε ενώ καθόταν πιο κοντά του χωρίς όμως να έχει σταματήσει τελείως να κλαίει.
«Για πιο πράγμα?»
«Συγνώμη που αναγκάστηκες να με δεις έτσι. Και εχτές αλλά και σήμερα. Πραγματικά συγνώμη.»
«Δεν χρειάζεται να ζητάς συγνώμη και να ξέρεις πως όποτε χρειαστείς κάποιον να μιλήσεις εδώ είμαι εγώ. Της είπε και την έσφιξε πιο πολύ στην αγκαλιά του. Όταν πια σταμάτησε να κλαίει τον ρώτησε.
«Η Σοφία που είναι?»
«Πήγε να δει τον Γιάννη.» Της είπε με ένα ύφος όλο υπονοούμενα.
«Το ήξερα πως της αρέσει.» Του είπε προσπαθώντας να χαμογελάσει. Απομακρύνθηκε από την αγκαλιά του Κέβιν έπλυνε το πρόσωπο της και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιο. Εκεί κάθισε στο κρεβάτι της και κοίταξε το τηλέφωνο. Δέκα μηνύματα έδειχνε η οθόνη του κινητού της. Άνοιξε το πρώτο και άρχισε να το διαβάζει.
“Εύα μου συγνώμη, ήταν ένα λάθος δεν ξέρω πως έγινε. Εύα σε αγαπάω.” Το διέγραψε και διάβασε το δεύτερο προσπαθώντας να κρατήσει τα δάκρυά της. “Εύα ανησυχώ γιατί δεν απαντάς στα τηλεφωνήματα μου. Συγνώμη. Σε αγαπώ.”
“Ρε Ευάκι ο Γιώργος είναι χάλια, δεν ήθελε να το κάνει αυτό.” Αυτό ήταν από τον Γιάννη. Δεν μπορούσε να διαβάσει κανένα άλλο τα διέγραψε όλα και άρχισε πάλι να κλαίει. Ο Κέβιν ήρθε αμέσως δίπλα της και την έσφιξε στην αγκαλιά του.
«Τι έγινε πάλι?» Την ρώτησε λυπημένα.
«Είδα τα μηνύματα στο κινητό μου. Σε όλα μου έλεγε πως με αγαπάει και πως έκανε λάθος. Αν ήταν όμως έτσι γιατί δεν έτρεξε να με σταματήσει όταν άρχισα να τρέχω προς την έξοδο της τραπεζαρίας, γιατί δεν ήρθε εδώ. Αποκλείετε να με αγαπάει. Όλα ήταν ένα ψέμα.» Είπε και συνέχισε να κλαίει.
«Ησύχασε.»
«Τι ώρα είναι?» Τον ρώτησε.
«07:00. Δεν πιστεύω Να πας να κάνεις καμιά βλακεία.»
«Όχι θα πάω να του εξηγήσω πως δεν θέλω να τον ξαναδώ μπροστά μου και πως χωρίζουμε για πάντα.» Είπε και σηκώθηκε όρθια. Σκούπισε τα δάκρυά της και προσπάθησε να χαμογελάσει. «Μπορείς να έρθεις μαζί μου? Ξέρω σε έχω ταλαιπωρήσει πολύ τις τελευταίες δύο μέρες αλλά σε παρακαλώ έλα.» Τον ρώτησε.
«Δεν με έχεις ταλαιπωρήσει καθόλου τι είναι αυτά που λες. Και φυσικά θα έρθω μαζί σου άμα το θέλεις.»
«Σε παρακαλώ.» Του είπε και τον τράβηξε από το χέρι. Βγήκανε έξω από το δωμάτιο και πήγανε και χτύπησαν την πόρτα του δωματίου του Γιώργου. Άνοιξε ο Γιάννης. «Γιώργο κοίτα πια ήρθε». Είπε στον Γιώργο και άφησε να περάσει η Εύα και ο Κέβιν. Η Εύα πήγε και κάθισε ακριβώς μπροστά στον Γιώργο ο οποίος την κοίταζε σαν χάνος.
«Για το άμα δεν το έχεις καταλάβει χωρίζουμε. Δεν θέλω να σε ξαναδώ μπροστά μου, το κατάλαβες?» Του είπε σχεδόν φωνάζοντας. Έπειτα γύρισε και βγήκε σχεδόν τρέχοντας από την πόρτα.
«Μην τολμήσεις να ξαναπλησιάσεις την Εύα γιατί θα έχεις να κάνεις μαζί μου, κατάλαβες μικρέ?» Του είπε δείχνοντας του τη γροθιά του. Του άρεσε που τον είπε μικρό παρόλο που τον περνούσε μόνο ένα χρόνο του φάνηκε πως έτσι έδωσε περισσότερη έμφαση στην απειλή του. Έπειτα βγήκε και αυτός από το δωμάτιο και έτρεξε να προλάβει την Εύα που εκείνη την στιγμή έμπαινε μέσα στο δωμάτιό της. Μόλις μπήκανε μέσα αυτή ξέσπασε πάλι σε λυγμούς. Κάθισε στο κρεβάτι της και έβαλε στο πρόσωπό της ένα μαξιλάρι.
«Έκανα το σωστό έτσι?» Τον ρώτησε.
«Σίγουρα.» Της είπε και την αγκάλιασε γύρω από τους ώμους. Έπειτα έβγαλε το μαξιλάρι από το πρόσωπό της και την ανάγκασε να τον κοιτάξει. Η Εύα τον κοίταξε και χάθηκε μέσα στο καφέ τον ματιών του. Αποτράβηξε το βλέμμα της και κοίταξε το πάτωμα. Έπειτα στο μυαλό της ήρθε η εικόνα του Γιώργου σαστισμένος όπως ήτανε πριν από λίγο και άρχισε πάλι να κλαίει βουβά. Ήξερε πως προκαλούσε πόνο στον Κέβιν όταν την έβλεπε έτσι αλλά τον είχε ανάγκη. Σαν να το κατάλαβε αυτό ο Κέβιν την έσφιξε πιο κοντά του και της φίλησε τα μαλλιά. Εκείνη γύρισε και τον κοίταξε.
«Κέβιν» Ήταν το μόνο που κατάφερε να πει.
«Ηρέμισε, μην κλαις.» Της είπε και της σκούπισε όσα δάκρια είχαν μείνει στα μάτια της. Έπειτα πήρα μία τούφα τον μαλλιών της και την πέρασε πίσω από το αυτί της.
«Πρέπει να σταματήσω να τον σκέφτομαι, το ήξερα πως δεν θα κρατήσει πολύ, ξέρεις το να είμαι ευτυχισμένη, το περίμενα πως κάτι θα συνέβαινε και θα…» Δεν πρόλαβε όμως να τελειώσει την πρόταση της γιατί ο Κέβιν έσκυψε και την φίλησε. Στην αρχή είχε μείνει ακίνητη αλλά μετά ανταποκρίθηκε στο φιλί του. Εκείνος ήταν αυτός που σταμάτησε το φιλί για να αναπνεύσει και να την σφίξει πιο κοντά του πριν του τραβήξει και πάλι το πρόσωπό του και τον ξαναφιλήσει. Το σώμα της αντιδρούσε μόνο του. Σήκωσε τα χέρια της και τα πέρασε πίσω από τον λαιμό του. Ποτέ της δεν είχε ξαναφιληθεί με κανέναν έτσι, Ούτε καν με τον Γιώργο.
«Δεν καταλαβαίνω.» Ήταν το μόνο που μπόρεσε να πει πριν τα χείλη του ξαναβρούν τα δικά της.
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
https://www.youtube.com/watch?v=NJiPTkExVUg
LaDy_SoVeReigN
Midnight Sun Vampire
Midnight Sun Vampire
LaDy_SoVeReigN


Θηλυκό Σκορπιός
Ηλικία : 28
Τόπος : Στον κόσμο τον Anime!!
Αριθμός μηνυμάτων : 1666
Registration date : 09/08/2009

Forks Student Profile
Team: Wolves
Special ability Special ability: Future Telling

Ονειροπερπατηματα Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Ονειροπερπατηματα   Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΚυρ 28 Φεβ 2010 - 22:22

Tελικά το τελείωσα πιο γρήγορα από ότι περίμενα. Είναι λίγο μικρό και πιστεύω πως έχω γράψει και καλύτερα κεφάλεά αλλα΄τέλως πάντων. Neutral

7ο κεφάλεο

«Εγώ να το ξέρεις πως δεν θα σε πληγώσω ποτέ, να το ξέρεις.» Είπε ο Κέβιν στην Εύα και την ξαναφίλησε.
Κάποια στιγμή μπήκε μέσα η Σοφία και τους είδε αγκαλιασμένους να φιλιούνται.
«Κέβιν, Εύα?» Ήταν το μόνο που είπε από την έκπληξή της.
Αμέσως η Εύα απομακρύνθηκε από τον Κέβιν και άρχισε να κοιτάει το πάτωμα.
«Κέβιν, θέλω να σου μιλήσω.» Είπε η Σοφία και έκανε νόημα στην Εύα να φύγει για λίγο. Εκείνη πήγε και κλείστηκε στο μπάνιο να σκεφτεί ότι είχε γίνει τις τελευταίες δύο μέρες. Σταμάτησε όμως γιατί ήθελε να ακούσει τι ήθελε να πει η Σοφία στον Κέβιν.
«Κέβιν, πως μπόρεσες και την εκμεταλλεύτηκες τώρα που ένιωθε έτσι?»
«Δεν την εκμεταλλεύτηκα.»
«Α ναι? Και τότε γιατί ήσουν εδώ το πρωί και όλη την υπόλοιπη ώρα?»
«Εντάξει το παραδέχομαι από την στιγμή που την είδα χτες πώς να στο πω μαγεύτηκα, μαγνητίστηκα, αλλά ήταν με τον Γιώργο γι αυτό έφυγα από το τραπέζι σας όσο πιο γρήγορα μπορούσα, για να. Γι αυτό ήρθα εδώ το πρωί γιατί πραγματικά ανησυχούσα για εκείνην.»
«Και πως φτάσατε στο σημείο να φιλιέστε?» Τώρα πια σχεδόν φωνάζανε και οι δυο τους και δεν ήταν δύσκολο να τους ακούσει η Εύα.
«Δεν, δεν ξέρω. Εκεί που μου έλεγε πως το περίμενε πως δεν θα έμενε για πολύ ευτυχισμένη έσκυψα και την φίλησα, αλλά έγινε κάτι που δεν το περίμενα, εκείνη ανταποκρίθηκε στο φιλί μου και δεν ξέρω.» Είχε χαμηλώσει την φωνή του αλλά η Σοφία συνέχισε ακάθεκτη.
«Άρα την εκμεταλλεύτηκες.» Η Εύα δεν άντεξε άλλο και βγήκε από το μπάνιο, πήγε στο δωμάτιο και πριν προλάβει να μιλήσει ο Κέβιν είπε φωνάζοντας στην Σοφία.
«Όχι, δεν με εκμεταλλεύτηκε. Κι αν θες να ξέρεις Σοφία ήθελα να με φιλήσει. Και αν δεν κάνω λάθος αυτή η συζήτηση με αφορά οπότε κανονικά θα έπρεπε να συμμετείχα και εγώ. Και θα σε παρακαλούσα να μην ανακατεύεσαι στα προσωπικά μου όπως εγώ δεν ανακατεύομαι στα δικά σου.»
«Συγνώμη Εύα. Το ξέρεις όμως πως ο Γιώργος έχει γίνει ράκος? Με το ζόρι του παίρνει κανείς κουβέντα. Μπορείς να μου πεις τι σου έκανε και του φέρεσαι έτσι?»
«Τι της έκανε? Μας δουλεύεις Σοφία? Χτες όταν είχε κατέβει στον χορό όλο χαρά να σας πει ότι μπορεί και περπατάει τον είδε να φιλιέται με την Μαρία. Και εσύ λες τι της έκανε και του φέρετε έτσι?»
«Δεν, δεν το ήξερα, κάτι μου είπε ο Γιάννης αλλά δεν το πολύ-κατάλαβα.»
«Σας παρακαλώ μπορούμε να σταματήσουμε να μιλάμε για αυτό το θέμα?» Είπε η Εύα έτυμη να ξεσπάσει, ενώ καθόταν στο κρεβάτι της.
«Ναι, Εύα συγνώμη.» Είπε η Σοφία.
«Τι ώρα είναι?» Ρώτησε ο Κέβιν.
«09:00» Απάντησαν η Σοφία και η Εύα συγχρόνως.
«Σε λίγο θα πρέπει να ήμαστε στις τάξεις μας. Σοφία ξέρεις που είναι η δικιά σου?»
«Εννοείς η δικιά μου και της Εύας έτσι?»
«Όχι εννοώ η δικιά σου, ξέρεις που είναι?»
«Ναι, γιατί? Της Εύας δεν είναι αυτή?»
«Όχι, όσοι έχουμε το χάρισμα του φεγγαριού, άλλοι επειδή ήταν χτυπημένοι και τους έκανε καλά το φως του φεγγαριού και άλλοι επειδή γεννήθηκαν εκείνη την ημέρα κάνουμε όλοι μαζί σε μία άλλη τάξη μάθημα.»
«Γιατί?» Ρώτησε έκπληκτη η Εύα.
«Για να μας μάθουν να χρησιμοποιούμε τις δυνάμεις μας σωστά. Είμαστε πάρα πολλοί στο σχολείο που έχουμε την δύναμη του φεγγαριού.»
«Κατάλαβα.»
«Εγώ να πηγαίνω καλύτερα. Θα περάσω από τον Γιάννη να πάμε μαζί. Θα μας δώσουν εκείνοι καινούρια βιβλία έτσι δεν είναι?»
«Ναι.» Της απάντησε ο Κέβιν. Έπειτα η Σοφία βγήκε έξω παίρνοντας μαζί της και την σχολική της τσάντα. Μόλις η Σοφία έφυγε ο Κέβιν πήγε και κάθισε δίπλα στην Εύα. Την αγκάλιασε γύρω από τους ώμους της και την έκανε να τον κοιτάξει.
«Πες μου την αλήθεια. Πιστεύεις πως σε εκμεταλλεύτηκα?» Εκείνη αντί να του απαντήσει τράβηξε το πρόσωπό του και τον φίλησε.
«Όχι δεν νομίζω πως με εκμεταλλεύτηκες.»
«Δεν καταλαβαίνω, εσύ ήσουν με τον Γιώργο, και χωρίσατε και έκλαιγες και σε φίλησα και ανταποκρίθηκες και, δεν καταλαβαίνω.»
«Ούτε εγώ, αυτό που ξέρω είναι πως με βοήθησες πάρα πολύ με τον Γιώργο, όχι πως ακόμα δεν έχω αισθήματα για εκείνον αλλά όποτε είσαι κοντά μου τον ξεχνάω. Και όποτε σε βλέπω όλος ο κόσμος γύρω μου δεν έχει σημασία.» Του είπε και κοίταξε σκεφτική το πάτωμα.
«Έλα πρέπει να φύγουμε.» Ήταν το μόνο που της είπε και σηκώθηκε όρθιος. Πήρε την τσάντα του και χωρίς να την περιμένει βγήκε έξω. Εκείνη έπιασε αμέσως την τσάντα της και τον ακολούθησε.
«Κέβιν, που πας?» Του φώναξε αλλά εκείνος δεν γύρισε να την κοιτάξει. «Σε παρακαλώ, πες μου, έκανα κάτι? Υποσχέθηκες.» Του φώναξε και αυτός αμέσως σταμάτησε.
«Γι αυτό και φεύγω, πρέπει να πας να βρεις τον Γιώργο, έτσι δεν θα είσαι πληγωμένη.»
«Μα δεν καταλαβαίνεις, δεν θέλω να πάω να βρω τον Γιώργο, δεν του έχω εμπιστοσύνη. Σε παρακαλώ σταμάτα να φέρεσαι παράλογα.» Τώρα πια τον είχε φτάσει. Με το που ακούμπησε το χέρι της στον ώμο του τον ένιωσε να αναρριγεί στο ζεστό της άγγιγμα.
«Είσαι σίγουρη?»
«Απολύτως.» Είπε και τον κοίταξε στα μάτια. «Είμαι σίγουρη για σένα.» Της χάιδεψε το μάγουλο και την έπιασε από το χέρι.
«Τότε πάμε γιατί έχουμε και κάτι μαθήματα να κάνουμε.»
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
https://www.youtube.com/watch?v=NJiPTkExVUg
LaDy_SoVeReigN
Midnight Sun Vampire
Midnight Sun Vampire
LaDy_SoVeReigN


Θηλυκό Σκορπιός
Ηλικία : 28
Τόπος : Στον κόσμο τον Anime!!
Αριθμός μηνυμάτων : 1666
Registration date : 09/08/2009

Forks Student Profile
Team: Wolves
Special ability Special ability: Future Telling

Ονειροπερπατηματα Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Ονειροπερπατηματα   Ονειροπερπατηματα I_icon_minitimeΤετ 3 Μαρ 2010 - 6:29

Να και η συνέχεια:
8ο ΚΕΦΑΛΕΟ
Σήμερα δεν κάνανε και πολύ μάθημα, απλώς πήραν τα βιβλία τους και γνωρίστηκαν με τους καθηγητές τους. Όταν τελείωσαν το ‘μάθημα’ πήγαν στην τραπεζαρία να φάνε, εκεί η Εύα και ο Κέβιν κάθισαν στο ίδιο τραπέζι με την Λίλιαν και τον Χάρη.
«Τι γίνετε παιδιά? Πως πήγε η πρώτη μέρα στο σχολείο?» Ρώτησε η Εύα μόλις είδε τα δύο αδέρφια.
«Μα εσύ περπατάς, πως έγινε αυτό?» Την ρώτησε ο Χάρης έκπληκτος.
«Χάρη!!» Του είπε με κάπως αυστηρό τόνο ο Κέβιν.
«Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν αφήνετε ούτε εσύ ούτε η αδερφή σου, τα παιδιά να εκφραστούν ελεύθερα? Όλα τα χρωστάω στον αδερφό σου, χάρης σε εκείνον περπατάω.»
«Αλήθεια Κέβιν?» Τον ρώτησε η Λίλιαν.
«Καλά μην υπερβάλουμε κιόλας, ο καθένας θα το έκανε.»
«Όχι και ο καθένας.» Του είπε η Εύα πειραγμένη. «Εσύ κατάλαβες τι έγινε με τους πλανήτες πριν ακόμα και από τον διευθυντή.» Ο Κέβιν κοκκίνησε ολόκληρος και γύρισε το κεφάλι του για να μην τον δει η Εύα, έτσι είδε την Μαρία να πλησιάζει το τραπέζι τους με σκυφτό κεφάλι.
«Έρχεται η Μαρία.» Είπε ο Κέβιν στην Εύα δείχνοντας προς το μέρος της Μαρίας. «Τι θα κάνεις?»
«Δεν ξέρω αν είμαι έτοιμη να της μιλήσω ακόμα.»
«Καλύτερα να μιλήσετε να τα βγάλεις από μέσα σου.»
«Καλά αλλά καλύτερα να μην είναι ο Χάρης και η Λίλιαν εδώ, δεν θέλω να με δουν να τσακώνομαι μαζί της.»
«Χάρη, Λίλιαν, μου φαίνεται πως σας φωνάζουν κάποια παιδιά από το απέναντι τραπέζι.» Είπε ο Κέβιν και ο Χάρης με την Λίλιαν πήγαν και κάθισαν με εκείνα τα παιδιά. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα ήρθε και έκατσε μαζί μας η Μαρία.
«Γεια παιδιά.» Τους είπε αλλά η Εύα δεν είπε τίποτα, το μόνο που έκανε ήταν να σφίξει το χέρι του Κέβιν που καθόταν δίπλα της. Τον κοίταξε με ένα βλέμμα σαν να του ζητούσε βοήθεια, και ευτυχώς εκείνος το κατάλαβε.
«Τι θέλεις Μαρία?» Την ρώτησε ο Κέβιν.
«Θέλω να μιλήσω στην Εύα, μπορείς να φύγεις λίγο?»
Ο Κέβιν κοίταξε την Εύα αλλά εκείνη κοιτούσε το πάτωμα.
«Θα φύγω μόνο αν το θέλει η Εύα.»
«Σε παρακαλώ, μείνε.» Του ψιθύρισε, αρκετά δυνατά όμως για να το ακούσει η Μαρία
«Τι θέλεις να μου πεις Μαρία.»
«Δεν έγινε τίποτα με τον Γιώργο, δεν, δεν ξέρεις πόσο απαίσια νιώθει. Σου αρέσει να τον βλέπεις να υποφέρει?»
«Τι εννοείς δεν έγινε τίποτα? Ήρθα κάτω γρήγορα να σας δείξω ότι μπορώ και περπατάω, και σας είδα να φιλιέστε, και αυτό σημαίνει τίποτα?»Είπε και δάκρυα άρχισαν να κυλούν από τα μάτια της. Παλιότερα δεν έκλαιγε σχεδόν ποτέ τώρα όμως κλαίει συνέχεια.
«Νομίζεις πως αυτός νοιάστηκε όταν για δύο συνεχόμενες μέρες δεν μπορούσε να σταματήσει να κλαίει?» Της είπε ο Κέβιν.
«Καλά τότε καλύτερα να φύγω.» Είπε και έφυγε τρέχοντας για το τραπέζι που κάθονταν οι υπόλοιποι.
«Ηρέμισε τώρα, σε παρακαλώ.»
«Λες να έρθει μετά από το δωμάτιο?»
«Ποιος να έρθει, η Μαρία?»
«Όχι, ο Γιώργος.»
«Δεν ξέρω.»
«Σε παρακαλώ, μείνε μην φύγεις, και θα πάμε μαζί το απόγευμα πάλι για μάθημα, σε παρακαλώ.»
«Αφού έτσι θέλεις.» Της είπε και της φίλησε το χέρι.
«Λοιπόν, πάμε να βάλουμε κάτι σε έναν δίσκο να φάμε?»
«Πάμε.» Είπε και σηκωθήκανε και οι δύο, πήρανε ένα δίσκο και βάλανε πάνω διάφορα φαγητά από αυτά που είχε, έπειτα πήγανε και καθίσανε στο τραπέζι τους. Εκεί χωρίς να το περιμένουν καθόταν ο Γιάννης και τους περίμενε.
«Εύα.» Είπε μόλις καθίσανε στο τραπέζι τους.
«Τι είναι Γιάννη?»
«Ο Γιώργος δεν αντέχει άλλο, νιώθει απαίσια.»
«Ας το σκεφτόταν όταν φιλιόταν με την Μαρία.» Του απάντησε ψυχρά και σταμάτησε άλλον να μιλάει. Όταν πια τελειώσανε το φαγητό τους. Φύγανε ο καθένας για το δωμάτιό του. Βασικά ο Κέβιν πήγε μαζί με την Εύα στο δωμάτιό της αλλά μετά από λίγο έφυγε να πάει να ξαπλώσει μέχρι τις 16:00 που άρχιζαν τα μαθήματα. Η Σοφία είχε πάει και καθόταν με τον Γιάννη και γενικός όλη η παρέα είχε χωριστεί και αυτό δεν άρεσε στην Εύα. Κάποια στιγμή χτύπησε η πόρτα, σκέφτηκε πως θα ήταν η Σοφία. Πήγε, άνοιξε και είδε μπροστά της τον Γιώργο. Πραγματικά βρισκόταν σε μία απαίσια κατάσταση.
«Τι θέλεις εδώ?»
«Χαίρομαι που είσαι μόνη σου.»
«Πες μου τι θέλεις.»
«Δεν θα μου πεις να περάσω?» Της είπε απολογητικά. Εκείνη του έκανε χώρο και τον άφησε να περάσει.
«Τώρα πες μου, τι θέλεις?»
«Αυτό.» Της είπε και γύρισε και την φίλησε. Ήταν ένα φιλί άγριο. Εκείνη προσπαθούσε με όλη της την δύναμη να τον διώξει από πάνω της αλλά δεν τα κατάφερνε.
«Άφησε με.» Κατάφερε κάποια στιγμή να πει και τον έδιωξε μακριά της.
«Τι έγινε?» Την ρώτησε.
«Με φίλησες.»
«Ναι, γιατί είσαι έτσι αναστατωμένη?»
«Γιώργο, δεν σε θέλω άλλο, δεν σε εμπιστεύομαι, δεν ξέρω αν θα μου προκαλέσεις και άλλο πόνο.»
«Δεν το ήθελα αυτό που έγινε με την Μαρία. Δεν ξέρω γιατί το έκανα.» Είπε και κάθισε σκυφτός σε μία καρέκλα που βρισκόταν εκεί. Εκείνη την στιγμή η πόρτα άνοιξε και μπήκε μέσα ο Κέβιν.
«Τι έγινε εδώ, άκουσα φωνές και ήρθα να δω αν έπαθες τίποτα, αλλά η πόρτα ήταν λίγο ανοιχτή και μπήκα. Τι συμβαίνει?»
«Τίποτα Κέβιν.» Του είπε η Εύα και κατευθύνθηκε προς το μέρος του.
«Κέβιν, δεν αντέχω άλλο, δεν ξέρω τι να κάνω, δεν…» Είπε αλλά δεν πρόλαβε να τελειώσει την πρότασή της και την φίλησε.
«Δεν θέλω να τα σκέφτεσαι αυτά, θα σε βοηθήσω, θα υο περάσουμε μαζί.»
Ο Γιώργος που τους έβλεπε τόσην ώρα βγήκε όσο πιο γρήγορα έξω από το δωμάτιο κλείνοντας με δύναμη την πόρτα πίσω του.
«Περίμενε έρχομαι.» Είπε η Εύα στον Κέβιν και έτρεξε έξω για να προλάβει τον Γιώργο. Το έφτασε λίγα λεπτά πριν προλάβει να ανοίξει την πόρτα του.
«Ώστε είσαι με αυτόν τώρα?»
«Δεν ξέρεις πόσο με έχει βοηθήσει. Γιώργο σε αγαπάω, αλλά…» Τότε ο Γιώργος την ξαναφίλησε, αλλά πιο τρυφερά, εκείνη τότε ανταποκρίθηκε και μετά στάθηκε να τον κοιτάει.
«Αλλά τι?»
«Αλλά έχω σταματήσει να σε εμπιστεύομαι. Φοβάμαι ότι θα με πονέσεις πάλι. Δεν ξέρω, τι θα κάνω. Θέλω λίγο χρόνο να το σκεφτώ.» Του είπε και έφυγε τρέχοντας για το δωμάτιό της. Μόλις μπήκε μέσα την πλησίασε ο Κέβιν.
«Πρέπει να είσαι μαζί του.»
«Γιατί το λες αυτό δεν καταλαβαίνω.» Σας είδα, είχα βγει έξω από το δωμάτιο και σας είδα. Ξέρω ότι τον αγαπάς πάρα πολύ, πρέπει να πας μαζί του, εξάλλου εμείς θα παραμείνουμε φίλοι, έτσι δεν είναι?» Του έγνεψε ναι, χωρίς να πει τίποτα άλλο.
«Πήγαινε πες του το, ξέρω τι σου λέω, θα είσαι πιο ευτυχισμένη με αυτόν.»
«Κέβιν, δεν καταλαβαίνω, γιατί…»
«Γιατί δεν παλεύω για σένα? Γιατί δεν σου λέω να μείνεις μαζί μου και σου λέω να είσαι μαζί του?»
«Ναι.»
«Γιατί ξέρω πως δεν θα είσαι χαρούμενη με εμένα, μόνο άμα είσαι με εκείνον. Φαινότανε και το πρωί αυτό, Ξέρω πως τον αγαπάς πάρα πολύ γι αυτό σε παρακαλώ, δεν θέλω να σε βλέπω λυπημένη. Πραγματικά δεν ήθελε να κάνει κάτι με την Μαρία. Η Μαρία τον τράβηξε και τον φίλησε, γιατί της αρέσει. Αλλά εκείνου η μόνη κοπέλα που έχει σημασία για εκείνον είσαι εσύ, πρέπει να επιστρέψεις σε εκείνον. Ακολούθα αυτό που λέει η καρδιά σου.» Τις είπε και της χαμογέλασε.
«Αλλά θα μείνουμε φίλοι, έτσι δεν είναι?»
«Κολλητοί, άντε πήγαινε να τον βρεις.»
«Σε ευχαριστώ Κέβιν και συγνώμη.» Είπε και έφυγε. Έπειτα έφυγε τρέχοντας και πήγε στο δωμάτιο του Γιώργου, της άνοιξε ο Γιάννης.
«Γιάννη, Σοφία, μπορείτε να μας αφήσετε λίγο μόνους?» Τους είπε η Εύα και βγήκαν έξω.»
«Γιώργο σε αγαπάω, και δεν μπορώ να είμαι χωρίς εσένα. Αλλά δεν θα αντέξω αν το ξανακάνεις αυτό. Παρόλα αυτά σε εμπιστεύομαι, σε παρακαλώ μην…» Δεν πρόλαβε να του πει τίποτα άλλο και βρέθηκε στην αγκαλιά του να της φιλάει τα μαλλιά.
«Δεν θα σε πληγώσω ποτέ ξανά, να είσαι σίγουρη για αυτό.» Της είπε και της σκούπισε τα δάκρια που κυλούσαν από τα μάτια της.
«Είμαι σίγουρη, ή τουλάχιστον έτσι νομίζω, απλώς μακριά από κορίτσια, εξαιρείτε η Σοφία που είναι πιασμένη.»
«Γιατί είναι με κανέναν?»
«Όχι αλλά κάτι πάει να γίνει με κάπιον.»
«Ποιον?»
«Γιατί ρωτάς?»
«Έτσι, ποιον?»
«Τον Γιάννη.»
«Τι? Της αρέσει ο Γιάννης. Αυτό πρέπει να το πω στον Γιάννη αμέσως.»
«Γιατί?»
«Γιατί και εκείνου του αρέσει η Σοφία.» Της απάντησε και την φίλησε τρυφερά στο χέρι της.
«Χαίρομαι.» Του είπε και τον κοίταξε στα μάτια.
«Πως μπόρεσες και περπατάς?» Την ρώτησε και εκείνη του εξήγησε για τους πλανήτες και το φεγγάρι και για της δυνάμεις που είχε τώρα πια αποκτήσει.
«…Κατάλαβες?»
«Ναι, και χαίρομαι πάρα πολύ για σένα.»
«Σε αγαπάω.»
«Και εγώ.» Της είπε και την φίλησε. Έπειτα πήγαν και οι δύο στο δωμάτιό της να μαζέψουν τα πράγματά της για το απογευματινό μάθημα. Παρόλο που η Εύα και ο Γιώργος ήταν σε διαφορετική τάξη ετοιμάσανε μαζί τα πράγματά τους και φύγανε μαζί μέχρι που χωρίστηκαν στις αίθουσες.
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
https://www.youtube.com/watch?v=NJiPTkExVUg
 
Ονειροπερπατηματα
Επιστροφή στην κορυφή 
Σελίδα 1 από 1

Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτήΔεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
Bella And Edward :: Midnight Inspirations :: Fanfictions-
Μετάβαση σε: