Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.
Η συνέχεια της διάσημης σειράς βιβλίων έρχεται στα βιβλιοπωλεία στις 4 Αυγούστου με τίτλο «Midnight Sun» και αφηγείται την ιστορία του «Λυκόφωτος» από την πλευρά του Edward Cullen.
"Bella is with Edward. She's a part of this family, and we protect our family."
Carlisle Cullen, Twilight
Character of the Week
Rosalie Lillian Hale
(born 1915 in Rochester, New York) is a member of the Olympic coven.
She is the wife of Emmett Cullen and the adoptive daughter of Carlisle and Esme Cullen, as well as the adoptive sister of Jasper Hale (in Forks, she and Jasper pretend to be twins), Alice, and Edward Cullen.
Rosalie is the adoptive sister-in-law of Bella Swan and adoptive aunt of Renesmee Cullen, as well as the ex-fiancée of Royce King II.
Στο κατώφλι µιας νέας εποχής για τη Ροδεσία, η Μάντριγκαλ, έχοντας χάσει τον άντρα της λίγες µονάχα ώρες µετά τον γάµο τους, θρήνησε βαθιά την απώλειά του και αποφάσισε να ζήσει µε τη θύµησή του. Όµως δεν φαντάστηκε ποτέ πως θα της ζητούσαν να πάρει τη θέση της συζύγου του βασιλιά.
Ο βασιλιάς Έντουαρντ, αφού γνώρισε την απόλυτη ευτυχία δίπλα στη γυναίκα που λάτρεψε όσο καµία, την Άµπερλιν, δέχτηκε το σκληρότερο χτύπηµα της µοίρας όταν εκείνη πέθανε πριν προλάβει να φέρει στον κόσµο το παιδί τους. Ωστόσο, προκειµένου ν' ανταποκριθεί στα βασιλικά του καθήκοντα και να χαρίσει έναν διάδοχο στη Ροδεσία, είναι υποχρεωµένος να παντρευτεί ξανά και απ' όλες τις υποψήφιες επιλέγει τη Μάντριγκαλ.
Μήπως όµως το όνοµα της νέας του συζύγου κουβαλά µια σκοτεινή µοίρα; Άραγε υπάρχει ελπίδα να αλλάξει το πεπρωµένο; Θα καταφέρει η Μάντριγκαλ να ξυπνήσει την αγάπη στην καρδιά του άντρα και βασιλιά της; Κι εκείνος θα είναι σε θέση να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί τα αισθήµατά του πριν χάσει τα πάντα για άλλη µια φορά;
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Τετ 15 Σεπ 2010 - 17:40
Κεφαλαιο 1ο Στη μικρη καφετερια στην γωνια.... ΜΠΕΛΛΑ Ενα καθημερινο πρωινο ειχε αρχισει και παλι. . . Ηταν 9 και γω ημουν ακομα στο κρεβατι. Καιρος να σηκωθεις , σκεφτηκα. Σηκωθηκα και πηγα στο μπανιο, βουρτσισα τα δοντια μου χτενιστηκα και πληθηκα. Πηγα πισω στην κρεβατοκαμαρα για να διαλεξω το σημερινο συνολακι μου.Εξω ο καιρος ηταν ηλιολουστος και ετσι αποφασισα να φορεσω το ξεθωριασμενο μου τζιν και μια κιτρινη κοντομανικη μπλουζα. Αφου ντυθηκα πηγα να ανοιξω το ψυγειο να δω τι θα ετρωγα για πρωινο, αλλα μολις το ανοιξα ειδα οτι ηταν αδειο.Ειχα ξεχασει πως πρεπει να παω για ψωνια σημερα . .. Ετσι εβαλα τα all star παπουτσια μου, εχωσα το πορτοφολι στην τσαντα μου και βγηκα εξω. Η μερα ηταν ζεστη και ολα μυριζαν υπεροχα. Επισις το στομαχι μου διαμαρτυροταν ετσι ειπα να παω στην μικρη καφετερια στην γωνια και φαω εκει πρωινο. Μπηκα μεσα και η μυρωδια με κατεκλυσε. Μυριζε καφες και κουλουρακια βανιλιας , ηταν υπεροχα, η διακοσμηση ηταν πολυ φιληκη. Υπηρχαν μερικα ασπρα δερματινα καναπεδακια και ασημενιες καρεκλες, οι τοιχοι ειχαν αποχρωσεις του καφε και του μπεζ . Πηγα και καθισα σε ενα καναπεδακι και περιμενα την κοπελα να ερθει να παρει παραγγελια. << Γεια σας τι θα παρετε?>>ρωτησε η κοπελα αλλα εγω δεν την προσεχα . Κοιτουσα ενα πανεμορφο αγορι που μολις ειχε μπει. Ηταν ψηλο με καστανα ματια και καστανοξανθα μαλλια. Φορουσε ενα γκρι κοντομανικο μπλουζακι και απο πανω ενα σκουρο μπλε πουκαμισο ανοιχτο , και ενα ανοιχτοχρωμο τζιν. Ηταν πανεμορφος . . . Η σερβιτορα ξεροβηξε<< συγνωμη κυρια τι θα παρετε?>> ρωτησε καπως εκνευρισμενη << Με συνχωριτε αφαιρεθηκα.Θ ηθελα ενα ποτηρη χυμο πορτοκαλι και δυο κομματα κεικ παρακαλω>> της απαντησα γρηγορα << σε λιγο θα ειναι εδω >> ειπε και εφυγε Εγω χωρις να χασω ευκαιρια κοιταξα το αγορι, αλλα μολις καταλαβα οτι με κοιτουσε και αυτο ,κοιταξα αλλου γρηγορα και ειδα την σερβιτορα να ερχεται. <<Οριστε>> ειπε και αφησε το πιατο και το ποτηρι στο τραπεζακι<<αν χρειααστητε και κατι αλλο φωναξτε με>> <<Ευχαριστω πολυ>> της ειπα και αμεσως κατεβασα μια γουλια απο τον χυμο μου. Αναροτιομουν αν με κοιτουσε ακομα το αγορι... Δεν αντεξα εστρψα τα ματια μου προς το τραπεζι που ειχε καθισει .Δεν με κοιταζε οποτε μπορουσα να κοιταω ελευθερα. Ειχε παρει μονο εναν καφε Καθως επινε μια γουλια με κοιταξε, καταπια την μπουκια που ειχα στομα και γυρισα γρηγορα απο την αλλη Αχ ποσο θα ηθελα να τον γνωρισω σκεφτηκα...Μα τι λες?? Πας καλα κοριτσι μου?? Ειναι τοσο ομορφος εχει σιγουρα κοπελα ! << Ε γεια σου,ειμαι ο Εντουαρτ Καλεν μπορω να καθισω μαζι σου?>>
Το επομενο κεφαλαιο την αλλη βδομαδα παιδια!!
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Πεμ 16 Σεπ 2010 - 22:38
Κεφαλαιο 2ο Εμμετ. . . ΜΠΕΛΛΑ Ακουσα μια φωνη να λεει. Η φωνη ηταν ανδρικη αρα δεν ανηκε στην σερβιτορα. Σηκωσα το κεφαλιμου και ειδα εκεινο το ομορφο αγορι να μου χαμογελαει.Πως ειπε οτι τον λενε? Α ναι Εντουαρτ. Του ταιριαζε ηταν ομορφο ονομα και ο οδιος ηταν πανεμορφος. . . << Ε καθισε. Με λενε Μπελλα>> μου εδωσε το χερι του και γω το ανταπαιδοσα την χειραψια <<Χαρηκα. Λοιπον Μπελλα σε ειδα που με κοιτουσες πριν , και σκεφτηκα πως ισως ηθελες κατι. . .>> Αχ ειχε τοσο γλυκια φωνη , σαν μελι . . . <<Μπα δεν ηθελα κατι απλα μου φανηκες πολυ ιδιαιτερος>> Οχ! Αυτο δεν επρεπε να το πω. Θα νιμειζει οτι του την πεφτω . <<Α αυτο ναι. >> Δεν ειπα τιποτα αρκετα ειχε πει το μεγαλο μου στομα. Δεν ηταν ωρα να πω και αλλα , γιατι αν ελεγα θα εφευγε τρεχοντας. <<Ερχεσε συχνα εδω???> ρωτησε <<Μπα σημερα ηρθα για πρωτη φορα εσυ??>> <<Σχεδον καθε μερα >> <<Μενεις εδω κοντα?>> <<Οχι μενω στην αλλη ακρη της πολης. Ξερω , ξερω . Γιατι ερχομαι τοσο μακρια για εναν καφε , ολοι αυτο ρωτανε. Ειναι απλα οτι εχει κατι αυτο το μαγαζι που με τραβαει. Δεν τον ευχαριστιεμαι τον καφε αλλου . Αυτο ειναι ολο.>> <<Αχα! Ε τι θελεις να συζητισουμε??>> Για να πω την αληθεια δεν με ενδιεφερε το θεμα ηθελα απλα να συνεχισω να ακουω την φωνη του . . . << Τωρα σιγουρα θα λες τι θελει ενας αγνωστος ακι ρωτει τοσα, οποτε κσως πρεπει να φυγω>> εκανε να σηκωθει αλλα του επιασα το χερι <<Οχι δεν με πειραζει αληθεια μεινε>> <<Καλα αφου μου το ζητας, εχεις αδερφια??>> << Ε ναι εχω εναν μικροτερο αδερφο , τον Εμμετ . . . Αμαν! Τον ξεχασα , τι ωρα ειναι???>> <<Εντεκα παρα εικοσι πεντε, γιατι τι ξεχασες???>> << Ο Εμμετ γυρναει σημερα , απο τον στρατο ! ΠΩΠΩ τον ξεχασα τελειως πρεπει να παω να τον παρω απο τον σταθμο, πρεπει να φυγω συγνωμη!>> Σηκωθηκα και ετρεξα να πληρωσω . Καθως ετρεχα προς την πορτα συνιδιτοποιησα οτι με παρακολουθουσε σαν αγαλμα με γουρλομενα ματια. Γυρισα πισω και εσκυψα στο μερος του. <<Θα ξαναερθω αυριο στις δεκα , τα λεμε!!!>>
<<Αδερφουλη μου συγνωμη που αργησα!>> του φωναξα μολις τον ειδα και ετρεξα να τον αγκαλιασω. Ειχε ψηλωσει η ετσι μου φαινοταν εμενα? <<Ωχ Μπελλα θα με πνιξεις! και γω εχω να σε δω τοσο καιρο δεν κανω ετσι!>> <<Αχ Εμμετ σε πεθιμισα! Ποσο μου ελειψες! Εχεις αλλαξει παρα πολυ! >> <<Ειμαι πτωμα θε΄λω να κοιμιθω παμε σπιτι και θα τα πουμε οταν ξυπνησω , δλδ ε μεθαυριο>> <<Πολυ αστειο , παμε.>> Πηραμε ενα ταξι και πηγαμε σπιτι ,ο Εμμ κοιμιθηκε σαν τουβλο με το που επεσε στο κρεβατι. Ολο το απογευμα επικεντροθηκα στη μακαροναδα με μανυταρια(το αγαπημενο του Εμμετ) για να ειναι ετοιμη οταν θα ξυπνησει. Ειχε παει οχτο ακι τεταρτο το απογευμα και ο λατρεμενος αδερφουλης κοιμοταν ακομα! Αρχισα να σκεφτομαι το πρωινο στην κεφετερια , σκεφτομουν τον ΕντουαΡΤ ποσο ομορφος ηταν , τη υπεροχη φωνη του , τα ματια του ολα ηταν υπεροχα και αυριο το πρωι θα τον συναντουσα παλι ! Οση ωρα τον σκεφτομουν η καρδια μου χτυπουσε σαν τρελη. Αφου νομιζα οτι θα μ ου εσπαγα τα πλευρα! <<Μπελλα???>> φωναξε ο Εμμετ απο πανω <<Τι θες???>> <<Πειναω!>> << Ε κατεβα να φας ρε μικρε, εχει μακαρονια στην κουζινα!>> Δεν ακουσα απαντηση οποτε υπεθεσα πως κατεβαινε ναπαει να φαει . Σωστα υπεθετα σε δυο λεπτα ηταν κατω και ετρωγε σαν σιφουνας.<< Καλα απο ποτε εχεις να φας?>> <<Ασε μας τωρα εσυ μπορεις να ζησεις με φακες και φασολακια απο τρεις φορες την βδομαδα και αντε την κυριακη απο μερικες πατατες με κοτοπουλο??>> <<Ωστε για αυτο εμεινες μισος??>> <<Αμαν ρε Μπελλα μας παγωσες!>> Δεν του απαντησα εφυγα απο το δωματιο και πηγα να δω τηλεοραση μπας και ειχεδ τιποτα καλο , και αποφασισα να δω μια κομωδια στο dvd . O Εμ ηρθε να δει και αυτος αν και στη μεση της ταινιας τον πηρε ο υπνος πρεπει να ηταν πραγματικα κουρασμενος. Εκλεισα την τηλεοραση και πηγα και εφερα μια κουβερτα και ενα μαξιλαρι και τον σκεπασα χαμπαρι δεν πηρε. Νυσταγμενη και γω πηγα και χωθηκα κατω απο τα σκεπασματα . Δεν αργησε να με παρει ο υπνος. Δεν ειχα ονειρα . Οταν ξυπνησα ημουν πολυ ξεκουραστη και ευδιαθετη. Σημερα ηταν μια καινουρια μερα , και σημερα ηταν η μερα που θα εβλεπα ξανα τον Εντουαρτ . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Κυρ 19 Σεπ 2010 - 23:40
Κεφαλαιο 3ο Αυτο δεν ντο ειχα φανταστει ουτε στα πιο τρελα μου ονειρα. . . ΜΠΕΛΛΑ Πηδηξα απο το κρεβατι και κατεβηκα στην κουζινα.Το θεαμα που μολις ειχα δει με αφησε με το στομα ανοιχτο. Ο Εμμετ μαγιρευε , και μαλιστα εφτιαχνε τηγανιτες! <<Απο ποτε μαγιρευεις αδδερφουλη?>> <<Εμαθα στον στρατο, ξερω αρκετα φαγητα να κανω>> <<Α ωραια δηλαδι θα μαγειρευεις εσυ τωρα?>> τον πειραξα <<Οχι βεβαια!>> <<Και γιατι οχι?>> <<Γιατι θα ψαξω να βρω δουλεια , και δεν θα ειμαι απλα ο αδερφος σου, θα ειμαι ο εργαζομενος αδερφος σου. . .>> <<Οτι και να κανεις παντα θα εισαι ο μικρος μου αδερφουλης!>> του ανακατεψα τα μαλλια <<Καλα , καλα>> <<Τι ωρα ειναι ρε>> <<Δεκα παρα δεκα υπναρου!>> <<Τι??? γιατι δεν με ξυπνησες???>> Δεν περιμενα να απαντησει εφυγα συφουνας στο δωματιο μου να ντυθω. Φορεσα την τζιν φουστα μου, την αγαπημενη μου μπλε μπλουζα και τις κιτρινες μπαλαρινες μου. Επισα τα μαλλια μου μι κοτσιδα. Αρπαξα την τσαντα μου και κατεβηκα κατω. <<Εμμ. Φευγω!>>φωναξα <<Που πας δεν θα φας?>> <<Εχω μια δουλεια , τα λεμε>> ειπα και εφυγα. Περπατουσα γρηγορα μεχρι που εφτασα στο καφε, Κρυφοκοιταξα απο την τζαμαρια για να δω αν ηταν εκει.Και πραγματι ηταν εκει και με περιμενε .Αλλα φαινοταν στεναχωρημενος ... Μα τι ειχε παθει?? Πηρα μια βαθια ανασα και μπηκα μεσα. Οταν με ειδα τα ματια του ελαμψαν, η εκφραση του αλλαξε τελειως και ενα χαμογελο απλωθηκε στα χειλη του. Πηγα προς το μερος της σερβιτορας να της πω να μου κανει εναν καφε. <<Γεια σας τι θα παρετε σημερα?>> ρωτησε ευγενικ <<Θα ηθελα εναν γαλλικο>> <<Καθιστε και θα σας τον φερω>> Περπατησα μεχρι το τραπεζι που καθοταν και και εκατσα μαζι του << Καλημερα εντουαρτ>> <<Καλημερα . Πως εισαι?>> <<Μια χαρα τωρα που ηρθες. Νομιζα πως δεν θα ερχοσουν>> << Δεν υπηρχε περιπτωση να μην ερθω>> <<Νταξι, τι εγινε με τον Αδερφο σου?>> <<Πηγα τον πηρα απο τον σταθμο και πηγαμε σπιτι, Ειναι απιστευτο ποσες ωρες κοιμοταν!>> << Μην τον παρεξειγεις ετσ θα ειναι ολη την βδομαδα εχει πολυ κουραση ο στρατος. Στο λεω απο πρωσοπικη εμπειρια>> <<Ποσο χρονων εισαι??>> Ρωτησα << Εικοσητεσερα εσυ?>> <<Εικοση τεσσερα>> <<Χαχα!Οι γονεις σου??>> Α. Οι γονεις μου πεθαναν σε αεροπορικο δυστηχημα. . .>>Αυτο πονουσε παντα με πονουσε και παντα θα συνεχιζε να με ποπναει Ηταν σαν να με πυροβολουσαν ξανα και ξανα. Οι μαμα μου και ο μπαμπας μου σκοτωθηκαν οταν γυρνουσαν απο την Ρωμη. Επισασε κατεγιδα στη μεση της διαδρομης καις ενας καραυυνος χτυπησε το αεροπλανο . . . Εγω με τον εμμετ μειναμε την Θεια μας μεχρι που τελειωσα το σχολειο επισασ δουλεια και νοικιασα ενα σπιτι <<Α συγνωμη, λυπαμαι δεν το ηξερα>> ειπε απολογιτικα <<Δεν πειραζει δεν φταις εσυ->> δεν προλαβα να τελειωσω την προταση και αρχισα να κλαιω. <<Αχ οχι σε παρακαλω μην κλαις,μην το κανεις αυτο.>> Απλωσε το χερι του διστακτικα και σκουπισε το μαγουλα μου.<<Εγω φταιω που κλαις τωρα.>> <<Οχι οχι δεν φταις. Ειμαι ενταξι , σε ευχαριστω>> σκουπισα με τα χερια μου τα μαγουλα μου <<Συγνωμη Μπελλα. Δεν ηθελα να σαι κανω να κλιας αληθεια.Στεναχωρηθηκε .Το ακουγα στην φωνη του. Για να τον κανω να αισθανθει καλυτερα του χαμογελασα οσο πιο γλυκα μπορουσα. <<Βλεπεις ειμαι μια χαρα. Ασ πουμε κατι αλλο ομως>> <<Τι θες να πουμε?>> <<Πες μου για την δικη σου οικογενια>> Τοτε ηρθε η σερβιτορα<<Οριστε ο καφες σας>> <<Ευχαριστω>>Περιμενα να φυγει και να ξαναμιλησω. <<Αντε πες μου λοιπον!>> <<Εχω δυο αδερφια την Αλις και τον Τζασπερ. Τον πατερα μου τον λενε Καρλαιλ και την μαμα μου Εσμε>> <<Ωραια ονοματα εχετε στη οικογενια σου>> <<Ναι ειναι λιγω ασυνηθυστα, αλλα ειναι πραγματικα ωραια.>> ειπε και καταπιε την τελευτεα γουλαι του καφε του. Ηπια και γω μια γουλια απο τον δικο μου αλλα δεν μου αρεσε και αποφασισα να μην τον πιω <<Σου παει το μπλε>>ειπε αλλα οταν σηκωσα το κεφελι μου για να τον δω αυτος κοιτουσε τα χερια του <<Οριστε?>> <<Το μπλε χρωμα ταιριαζει με τον τονο του δερματος σου>> <<Ευχαριστω>> <<Θες να παμε μια βολτα???>> <<Αμε μισο λεπτο να πληρωσω και->> <<Κερναω>> <<Μα->> <<Δεν εχει μα, μια αλλη φορα θα πληρωσεις εσυ>> <<Καλλα>> Περιμενα να παει να πληρωσει και μετα βγηκαμε εξω . Ημουν τοσο χαρουμενη που ηταν μαζι μου. Ηταν τοσο ευγενικος και γλυκος και τοσο ονμορφος... <<Που θες να παμε??>> <<Ε λιγο πιο κατω εχει ενα ωραι παρκο>> <<Πμαε>> Τοτε το τηλεφωνο μου χτυπησε ηταν ο Εμμετ <<Ναι?>> <<Δεν μου΄λες θα αργησεις>> <<Ισως>> εκανα μι απαυση <<γιατι θες κατι να σου φερω??>> <<Οχι >> ειπε και μου το εκλεισε <<Πολυ περιεργα μου τα ειπε ο αδερφουλης μου>> Σηκωσε τους ομους του <<Ποσο χονων ειναι ο εμμετ?>> <<Εικοσι>> <<Να σου κανω μια ερωτηση?>> <<Οτι θες>> <<Πως το πηρε οταν . . .>> <<Τον πρωτο χρονο ηταν χαλια. Δεν μηλουσε πολυ , Δεν εβγαινε εξω με φιλους , κλεινοταν με τις ωρες στο δωματιο του χωρις να κανει τιποτα , δεν κοιμοταν πολυ και οταν κοιμοτα ξυπνουσε απο εφιαλτες και με φωναζε ν να καθομαι μαζι του μεχρι να ξανακοιμιθει.Μετα αρχισαν να φτιαχνουν τα πραγματα>> <<Λυπαμαι εσυ?>> <<Εγω τι>> <<Σετι κατασταση βρισκοσουν?>> <<Αρκετα καλυτερα απο τον εμμετ. Ισως επιδει ημουν πιο μεγαλη και επιδι ειχα καταλαβει τις ευθυνεςμου.Βλεπεις εκτος απο την θεια μου επρεπε να φροντιζω και γω τον Εμμ>> <<Εκανες καλη δουλεθ ετσι δεν ειναι?>> <<Ναι ετσι. >> <<Ελα παμε να καθισουμε εκει >> ειπε και με τραβηξε σε ενα παγκακι Συζητουσαμε διαφορα ουτε πουτ αταλαβα πως περασε η ωρα. Κοιταξα το ρολοι μου . Ηταν μια και εικοσι. Επρεπε να φυγω. <<Εχεις ενα στυλο??>> <<Ναι οριστε>> <<Δωσε μου το χερι σου>> Απλωσε το χερι του και γω εγραψα τον αριθμο του κι νητου μου <<Πρεπει να φυγεις ε? << Ναι >> <<Μια τελευταια ερωτηση>> <<Τι θες>> << Εχεις αγορι?>> <<Οχι γιατι?>> <<Γιτι θελω να κανω αυτο. . . .>> ειπε και μετα επισασε το πρωσοπο μου μετα χερια τουκαι πιεσε απαλα τα χειλι του στα δικα μου . . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Τρι 21 Σεπ 2010 - 22:54
Κεφαλαιο 4ο Τρελα ερωτευμενη. . . ΜΠΕΛΛΑ
<<Θα σου τηλεφωνησω>> ψιθυρισε στο αυτι μου <<. . . Ναι θα περιμενω . . .>> ειπα και εφυγα. Σε ολη την διαδρομη μεχρι το σπιτι μου ειχα ενα ηλιθιο χαμογελο πανω μου. Μπηκα μεσα στο σπιτι και αρχισα να χοροπηδαω απο την χαρα μου. Ημουν τοσο ερωτευμενη με τον Εντουαρτ!Δεν γνωριζομασταν ουτε 2 μερες και αυτος με φιλησε! Αυτο το φιλι ηταν τοσο . . . τοσο υπεροχο!. Τα χειλη του ηταν τοσο απαλα πανω στα δικα μου και ηταν τοσο ομορφη εκεινη η στιγμη! Ηθελα να το φωναξω παντου! <<Τι επεθες εσυ και χοροπηδας?>>ειπε ο Εμμετ απο την κορυφη της σκαλας <<ΤΙποτα>> <<Ναι καλα με επεισε τωρα!>> <<Οχου ρε Εμμ αμαν πια δεν εχω τιποτα να σου πω!>> <<Καλα μωρε μην μας φας!>> <<Βλακα>>μουρμουρισα <<Σε ακουσα!>> Δεν του εδωσα σημασια ειχα να κανω δουλεις το σπιτι ηατν χαλια.Ανεβηκα πανω και πηρα τα απλυταμου μου . Θα εβαζα πλυντιριο <<ΕΜΜΕΤ?>> <<Τι?>> <<Εχεις απλυτα?>> <<Ναι ειναι ολα στον χακι τον σακο>> <<Καλα>> Μπηκα στο δωματιο του Εμμετ και πηρα στα χερια μου τον χακι τον σακο. Τον ανοιξα και πανω πανω ηταν μια φωτογραφια. Στην φωτογραφια ηταν ο Εμμ. και κρατουσε αγκαλια μια ξανθια. Ποια ηταν αυτη ? Και γιατι την κρατουσε αγκαλια ο αδερφος μου??? <<ΕΜΜΕΤ!>> <<Τι θες παλι?>> <<ΕΛΑ ΠΑΝΩ ΤΩΡΑ!>> <<Να ερθεις εσυ κατω!>> Δεν απαντησα κατεβηκα κατω σχεδον τρεχοντας. <<Τι θες θα μου πεις?>> <<ΔΕΝ ΜΟΥ ΛΕΣ ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ???>> <<Πρωτον μην φωναζεις και δευτερον αυτη ειναι η Ροζαλι>>ειπε και ξανακοιταξε στη τηλεοραση. <<ΚΑΙ ΓΩ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΤΗΝ ΞΕΡΩ ΑΥΤΗΝ???>> <<Δεν ειναι αυτη !Και η Ροζαλι ειναι το κοριτσι μου> <<ΚΑΙ ΕΓΩ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΤΟ ΞΕΡΩ ΑΚΟΜΕ???>. <<ΔΕΝ ΜΕ ΡΩΤΗΣΕ!!!>> <<ΜΗΝ ΜΟΥ ΦΩΝΑΖΕΙΣ ΕΜΕΝΑ ΓΙΑΤΙ....>> <<ΓΙΑΤΙ ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΕΙς ΜΠΕΛΛΑ Ε???>> <<ΤΙΠΟΤΑ>> <<ΓΙΤΙ ΤΟ ΚΑΝΕΙς ΑΥΤΟ ΜΌΥ ΛΕς??>> <<ΠΟΙΟ?>> <<ΓΙΑΤΙ ΠΑΡΙΣΤΑΝΕΙς ΤΗΝ ΜΑΜΑ??>> <<ΔΕΝ ΠΑΡΙΣΤΑΝΩ ΚΑΝΕΝΑΝ!>> << Ω ΝΑΙ ! ΚΑΝΕΙς ΤΗΝ ΜΑΜΑ! ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΤΗΝ ΚΑΝΕΙΣ ΣΩΣΤΑ! ΕΚΕΙΝΗ ΜΕ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΕ ΕΣΥ ΟΧΙ!>> ειπε σηκωθηκε και αρπαξε τα κλειδια και πηγε να ανοιξει την πορτα να φυγει. <<ΠΟΥ ΠΑΣ?>> <<ΦΕΥΓΩ!!!>> <<Ελα εδω περιμενε!>> <<ΓΙΑΤΙ ? ΘΑ ΜΕ ΒΑΛΕΙς ΤΙΜΩΡΙΑ?>> <<Σε παρακαλω Εμμετ ελα εδω να τα πουμε...>> <<Καλα>> Πηγα και καθισα στον καναπε και του εκανα νοημα να ερθει και αυτος. <<Λεγε. . .>> <<Λοιπον συγνωμη για πριν ρε αδερφουλη μου . Αφου ξερεις ποσο σε αγαπαω βρε. Μπορω εγω να στθω χωρις το αδερφακι μου? ε? Και δεν θελω να αναφερεις την μαμα οποτε μαλωνουμε γιατι με ποναει αυτοκαι σε ποναει και σενα . . .>> Εκυψε το κεφαλι του και ειπε <<Συνχωρεμενη>> και μετα με αγκαλιασε <<Αντε σηκω . ΘΑ μαγιρεψεις?? <<Ναι τι να φτιαξω ?>> <<Κνε να φαμε απο μια ομελετα>> <<Καλα>> Εγω πηγα συμαζεψα σφουγγαρισα, σκουπισα και μετα κατεβηκα και εφαγα. Πηγα και ξαπλωσα στον καναπε και ειδα τηλεοραση .Παραλιγο να με παρει ο υπνος αλλα χτυπησε το κινητο μου <<Ναι?>> <<Ελα μπελλα ο Εντουαρτ ειμαι> <<Ναι?>> <<Θες να βγουμε το απογευμα?>> <<Αχα!>> <<Που θες να παμε?>> <<Παμε για κανενα ποτο?>> <<Ναι αλλα παμε πριν για φαγητο?>>> <<Αμε!>> <<Καλα αμα ειναι θα περασω να σε παρω κατα τις εννια>> <<Μια χαρα τα λεμε. . ..>> <<Ανυπομονω να σε δω φιλακια> Αχ ημουν τοσο χαρουμενη ηθελε να με δει! αχ αχ αχ ! Καπου πανω στα αχ με πηρε νο υπνος. . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Πεμ 23 Σεπ 2010 - 17:04
Κεφαλαιο 5ο Tonight gona be a good night. . . ΜΠΕΛΛΑ
Οση ωρα κοιμομουν εβλεπε ενα ονειρο μπερδεμενο. Ειδα τους γονεις μου , τον Εμμετ τον Εντουαρτ και ολα αυτα μπλεγμενα. Δεν καταλαβαινα τιποτα. Σηκωθηκα και ειδα τον ρολοι μου . Ηταν εφτα και γω ακομα κοιμομουν ! Σηκωθηκα και πηγα αναψα τον θερμοσιφωνα. Οσο περιμενα να ζεσταθει το νερο εκανα να πιο εναν φραπε. Σε μιση ωρα πηγα για μπανιο. Το νερο δεν εχει ζεσταθει τελειως και ηταν λιγο κρυο. Αλλα με ξυπνησε τελειως. Οταν τελειωσα στεγνωσα τα μαλλια μου και ντυθηκα. Εβαλα εβαλα του μαυρο μου παντελονι με την κοκκινη μπλουζα και τα ΑLL STAR μου Ειχε περασει τοση ωρα ηταν οχτομιση και ο Εμμετ ουτε φωνη ουτε ακροαση. Ανοιξα την πορτ του δωματιου του και τον ειδα να παιζει ποδοσφαιρακι. <<Α ξυπνησες?>> <<Ναι και θα φυγω σε κανενα μισαωρο.>> <<Α η ροζαλι ερχετε σε κανενα δεκαλεπτο ανοιξε της .>> <<Θα βγειτε?>> <<Ναι ειπα να παμε λουνα παρκ>> <<Καλα. Παω κατω.>> Λοιπον ανυπομονουσα να δω αυτη την Ροζαλι. Να δω τι γουστα ειχε ο αδερφος μου. Με το που καθισα στον καναπε χτυπησε το κουδουνι. Ανοιξα και ειδα μια ξανθια κοπελιτσα με μια ροζ φουστιτσα και ενα ασπρο μπλουζακι με φουξ πουλεις.Φορουσε ροζ μπερε ,καλσον,και ροζ σταρακια. <<Γεια σου. Εισαι η Ροζαλι?>> <<Ναι. Εγω ειμαι. Εσυ εισαι η αδερφη του εμμ?>> <<Ναι ελα μεσα>> Δεν λεω ηταν πολυ παρα πολυ ομορφη αλλα ητα και πολυ ροζ.Ροζ το ονομα ροζ στα ρουχα. . . <<ΕΜΜΕΤ !Ηρθε η Ροζαλι!>> Ακουστηκε ενας γδουπος και μετα ειδμε τον εμμετ να τρεχει να κατευει τις σκαλες.Μολις κατευηκε ηρθε αγκαλιασε την Ροζαλι με τοση φορα που πεσανε πανω στον καναπε. <<Σιγα βρε Εμμ. Κοιτα τι εκανες τωρα.>>τον μαλωσε η Ροζαλι <<Συγνωμη μωρακι μου!>> Της απαντησε εκινος και την φιλησε <<Μηπως να σας αφησω μονους>> ρωτησα οσο ευγενικα μπορουσα <<Ναι!>> απαντησε ενθουσιασμενος ο λατρευτος μου αδερφουλης Η Ροζαλι του εδωσε αγκωνια στα πλευρα. <<Αου!>> <<Οχι Μπελλα καθισε αστον να λεει!>> <<Ασε καλυτερα εχετε καιρο να συναντιθητε και ->> χτυπησε η πορτα Πηγα σχεδον χοροπηδωντας στην πορτα γιατι ηξερα ποιος ηταν απο πισω. Κατεβασα το πομολο και ανοιξα.Ηταν αυτος που ηθελα να δω. <<Γεια σου Μπελλα>> Εγω τεντωθηκα τυλιξα τα χερια μου γυρω απο τον λαιμο του και τον φιλησα <<Γεια σου>> <<Παμε?>> <<Ελα πρωτα να δεις τον αδερφο μου και την κοπελα του>> Του επιασα το χερι και τον τραβηξα μεσα. <<Αυτος εκει με το α;νοιχτο στομα ειναι ο Εμμετ και διπλα του η κοπελα του η Ροζαλι>> <<Χαρηκα>> <<Παρομοιος>> Ειπε η Ροζαλι <<Εμμετ φευγουμε καλα?>> <<Ε ναι καλα >> Καθως βγαιναμε απο το σπιτι ακουσα την Ροζαλι να λει στον Εμμετ<<... δεν ειναι σωστο να κανεις ετσι ειναι αγενες...>> χαχα. τον ειχε στωσει καλα η ροζουλα! Ειδα ενα ασημι βολβο παρκαρισμενο μπροστα μου. <<Δικο σου?>> <<Ναι>> Μπηκα μεσα . Ηταν ομορφα και ζεστα. Αν και για τελεη νοεμβριου σημερα ειχε ψυχρα. <<Κρυωνεις?>>ρωτησε μολις μπηκε μεσα. <<Μπα>> <<Δωσε το χερι σου>> Απλωσα το χερι μου και μολις τον ακουμπησα τραβηχτηκε πισω <<Μπελλα τα χερια σου ειναι σαν παγακια!>> ειπε και ανεβασε την θερμοκρασια στο καλοριφερ
Φαγαμε και μετα πηγαμε για ποτο. Οταν βγηκαμεαπο το μπαρακι εκνε τοσο κρυο και τουρτουριζα.\ <<Ελα παρε>>ειπε και εβγαλε απο το πισω μερος του αμαξιου του μια ζακετα και μου την εδωσε. << Ευχαριστω>> την πηρα και την φορεσα. μυριζε τοσο ομορφα, Οχι οπως ο Εντουαρτ αλλαα ειχε κατι απο την μυρωδια του Μπηκα στο αυτοκινητο και πρεπει να με πηρε ο Υπνος γιατι μου ειχε φανει σαν να ειχαν περασει δευτερολεπτα οταν ο Εντουαρτ μου ειπε <<Μπελλα ξυπνα φτασαμε>> <<Α, συγνωμη που με πηρε ο υπνος>> <<Δεν πειραζει>> <<Ναι καλα. . . >> <<Αντ βρε χαζουλα. Θα τα πουμε αυριο ε?>> <<Τι θα φυγεις?>> <<Ε ναι ειναι πεντα τα ξημερωματα >> <<Αχ ελα λιγο πανω>> <<Μπελλα->> <<Σε παρακλω?>> <<Καλα για λιγο ομως. . .>> <<Οταν βγηκα απο το αυτοκινητο εβρεχε. Γιτι να χαλασει ετσι ο καιρος?συχαινομουν την βροχη. Μπηκαμε μεσα και ανεβηκαμε πανω. <<Μου δινεις ενα λεπτακι?>>ρωτησα <Φυσικα>> Πηγα στο μπανι και εβαλα τις μπιτζαμες μου. Οταν γυρισα τον βρηκα να καθετε διπλα στο παραθυρο .Μου εκανε νοημα να παω να στην αγκαλια του. Πηγα και καθομασταν αγκαλιασμενοι . Καποια στιγμη αστραψε ολο το δωματιο και ακουστικε ενα τοσο δυνατο μπουμπουνιτο που κοκαλωσα . <<Ει τι εγινε?>> <<Τιποτα>> Με φιλησε και μου ειπε <<Μπελλα πρεπει να φυγω θα ανυσιχησουν οι γονεις μου. . .>> <<Καλα >> Οταν κατεβηκαμε στο σαλονι ανοιξε η πορτα και η Ροζαλι ετρεξε στην κουζινα με το χερι στο στομα της ακι απο πισω ο Εμμετ. <<Πηγαινε μωρο μου θα τα πουμε αυριο>>ειπα στον Εντουαρτ. <<Θα τα πουμε>> ειπε και εφυγε Εγω πηγα στη κουζινα και ειδα τη Ροζαλι να καθετε κατω με το κεφαλι της να ακουμπαει στα ντουλαπια. <<Ροζαλι τι εγινε?>> <<Μλλον κατι με πειραξε.>>ψιθυρισε εκεινη <<Εμμετ ?>> <<Τι? Δεν ξερω τι εγινε οτι εφαγε το εφαγα και γω>> <<Καλα τελως παντων . Ροζαλι οι γονεις σου?>> <<Μενω μονη μου εδω>> <<Ελα τοτε κοιμισου εδω>> <<Δεν ειναι αναγκη->> <<Αναγκη και . .. ειναι. Ελα σηκω θα σου δωσω εγω κατι να φορεσεις>> <<Καλα ευχαριστω>> <<Εσυ να καθαρισεις αυτα>> ειπα στον Εμμετ δειχνοντας του τον νεροχυτη <<Μπελλα ->>Σταματησε να μιλαει οταν τον αγριοκοιταξα.
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Σαβ 25 Σεπ 2010 - 17:21
Κεφαλαι 6ο Οι Καλεν ΜΠΕΛΛΑ
Απλωσα το χερι και βοηθησα την ροζαλι να σηκωθει απο το πατωμα . Α νεβηκαμε πανω και της εδωσα ενα ζευγαρι μπιτζαμες απο το συρταρι μου. <<Μπελλα δεν ειναι αναγκη μα μεινω εδω , Λιγο πιο κατω ειναι το σπιτι μου>> <<Εισαι χαλια εχεις κιτρινισει, και κανει τον εμμετ χαρουμενο το οτι θα μεινειες εδω>> <<Ευχαριστω παντως>> Πηγα να κλεισω το φως και τοτε μπηκε μεσα ο Εμμετ.Σημασια δεν μου εδωσε <<Εισαι καλυτερα?>> <<Ναι μια χαρα αντε να ξαπλωσεις>< <<Σιγουρα Εμμετ αντε , θα θελει να κοιμιθει και η αδερφη σου>> <<Καλα καλα>> την φιλησε <<Καληνυχτα μωρο μου>> <<Καληνυχτα>> Εσβησα το φως και πηγα και ξαπλωσα. <<Ροζαλι?>> <<Ναι?>> <<Ποσων χρονων εισαι?>> <<Δεκαεννια>> <<Και με τον Εμμετ εχετε... εεε... προχωρισει?>> <<Α ναι>> <<Καλα κοιμισου να ξεκουραστεις>> Σηκωθηκα και πηγα στο μπανιο ειχα ξεχασει την ζακετα του εντουαρτ.Την φορε και ανεπνευσα το αρωμα της. Μυριζε τοσο ομορφα δεν μπορουσα να το πιστεψ ορι ημουν με αυτον τον ανθρωπο ηταν εκπληκτικος!!
Το πρωι οταν ξυπνησα η Ροζαλι δεν κοιμοταν διπλα μου.Τεντωθηκα και πηγα στο δωματιο του εμμετ και την ειδα να κοιματε εκει. Κατεβηκα κα5τω και ανοιξα τη τηλεοραση.Πηρα το τηλεφωνο μου και πηρα τον Εντουαρτ. Δεν αργησε να το σηκωσει <<Ελα αγαπη μου>> <<Καλημερα>> <<Πως ειναι η κπελα του αδερφου σου?>> <<Κοιματε τωρα αλλα ειναι καλυτερα>> <<Α ωραι τοτε. Ηθενα να σε ρωτησω κατι>> <<Ρωτα με>>> <<Θελεις να γνωρισεις τους δικους μου?>> <<Φυσικα>> <<Αμα ειναι ερχομαι να σε παρω σε κανενα μισαωρο>> <<Καλα αντε κλεισε να ετοιμαστω>< <<τα λεμε απο κοντα>> Πηγα στο Δωματιο του αδερφουλη για να ξυπνησω την Ροζαλι <<Ροζαλι ξυπνα>> <<Ξυπνια ειμαι>> <Α ξερεις που ειναι ο Εμμετ?>> <<Στο φουρνο με ειπε οτι πηγαινει>>ακουστηκε η πορτα απο κατω αυτος ηταν <<Ηρθε >> <<Πως εισια?>> <<Μια χαρα νυσταζω λιγακι>> <<Ε κοιμισου ετσι και αλλιως εγω θα φυγω>> Πηγα στο δωματιο και ντυθηκα. Οταν ακουσα κορναρισματα βγηκα εξω και ειδα το ασημενιο βολβο που περιμενα να δω.Μπηκα μεσα και φιλησα τον οδηγο του. <<Λοιπον Πες μου για τη οικογενια σου, να ξερω τι να περιμενω>> <<Αχα. Ο πατερας μου ειναι γιατρος ,η μητερα μου ασχολητε με τα οικιακα, η Αλις ειναι ενδυματολογος, και ο τζασπερ ειναι ειδικευομενος στο νοσοκομειο που δουλευει ο μπαμπας μου>> <<ΟΥΑΟΥ!>> <<Σιγα>> <<Εη! Εσυ δεν μου ειπες με τι ασχολησε>> <<Δουλευω σε pianobar εχω αδεια αυτην την εβδομαδα, εσυ?>> <<Εγω δουλευω σε ενα βιβλιοπωλειο>> <<Ωραια>>
<<Ελα φτασαμε>> <<Αυτο ειναι το σπιτι σου?>> <<Ναι γιατι?>> <<Γιατι ειναι φοβερο! Ειναι απιθανο!>> <<Μπελλα ηρεμισε λιγο, με κανεις να ντρεπομαι>> <<Ουπς! Συγνωμη!>> <<Ελα παμε μεσα>> Μου ανοιξε την πορτα και μπηκαμε μεσα . Το θεαμα που ειχα δει με αφησε με το στομα ανοιχτο. Ολα ηταν στις αποχρωσεις του ασπρου. Ενας μεγαλος τριθεσιος καναπες ηταν κολημενος στον τοιχο και πανω στο τοιχο ηταν κρεμασμενος ενας πανεμορφος πινακας που αποκονιζε ενα ομορφο λιβαδι γεματο λουλουδια και πρασινο. Στη μεση του σαλονιου υπηρχε ενα λευκο τραπεζακι και πανω του ηταν δυο μαυρα βαζακια και δυο κοκκινα κερια. Ενα τζακι ηταν στη μεση του διπλανου τοιχου. Στην γωνια εκεινου του τοιχου υπηρχε ενα αλλο Τραπεζακι και πανω ειχε μια μεγαλη τηλεοραση πλασμα. . . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Σαβ 25 Σεπ 2010 - 21:59
Συνεχεια 6ο κεφαλαιου. . . . .
Στο διπλα δωματιο μπορουσα να δω μια τραπεζαριασε σκουρο καφε. Μετα απο λιγο ενας αγορι και ενα κοριτσι βγηκαν απο την τραπεζαρια.Εγω κοιταξα τον Εντουαρτ. Εκεινος μου εγνεψε και ετσι ξανακοιταξα το ομορφο ζευγαρι που ερχοταν σε μας. <<Αλις, Τζασπερ, απο δω η Μπελλα>>μας συστησε ο Εντουαρτ. Το μικροσωμο κοριτσι ηρθε και με αγκαλιασε.<<Χαρηκα Μπελλα>> <<Επισης>> Ο Τζασπερ απλωσε το χερι του για χειραψεια, του εδωσα και γω το δικο μου.<<Χαιρομαι που σε γνωριζω Μπελλα. Καλωσηρθες>> <<Ευχαριστω>> Ειχα μεινη αναυδη!. Ηταν και οι δυο τοσο ομορφοι! Η Αλις ηταν τοσο μικροσκοπικη, αλλα ταυτοχρονα γλυκια και χαριτωμενη. Τα κοντα της μαλλια τα ειχε ισιωσει και ηταν ελφρα κρεπαρισμενα. Ο Τζασπερ ηταν πιο ψηλος απο την αδερφη του. Ηταν και αυτος ο ομορφος.Τα μαλλια του ηταν αρκετα κοντο κουρεμενα. <<Που ειναι η μαμα και ο μπαμπας?>>ρωτησε ο Εντουαρτ <<Ερχονται>>Απαντησε ο Τζασπερ Την ιδια στιγμη ενας ξανθος ανδρας , και απο πισω του μια καστανομαλλα γυναικα, μπηκαν στο δωματιο.Αυτοι θα ηταν οι γονεις του Εντουαρτ, Ο Καρλαιλ και η Εσμι. Ηταν τοσο ωραιοι! Η Εσμι ηταν τοσο γλυκια το προσωπο της ηταν λες και ειχε σχημα καρδιας. Τα ματια της ηταν πρασινα και τα χειλη της κατακοκκινα. Ο Καρλαιλ ηταν . . . δεν υπαρχουν λογια. <<Μπελλα αυτοι ειναι οι γονεις μου , Καρλαιλ και Εσμι>> <<Χαιρομαι που σας γνωριζω>> <<Παρομοιος>>απαντησε η Εσμι.Ηφωνης της εμοιαζε πολυ φιληκη και ειχε πολυ αγαπη μεσα της. Εμοιαζε με την φωνη της μητερας μου. <<Πως εισαι Μπελλα?>>με ρωτησε ο Καρλαιλ <<Μια χαρα ευχαριστω>>απντησα εγω <<Εντουαρτ εδειξες στην Μπελλα το σπιτι μας?>>ρωτησε η Εσμι <<Η αληθεια ειναι πως οχι μαμα>> <<Ε τι καθεστε? Πηγαινετε πανω να δει το σπιτι μας η κοπελα> Ο Εντουαρτ με τραβηξε απο το χερι μου και ανεβηκαμε τις σκαλες.Παρατηρουσα ολο του σπιτι. Σχεδον σε καθε γωνια και καθε τοιχο υπηρχε ενα γλυπτο και ενας πινακας. Σταματισαμε στο τελος του τριτου οροφου. <<Εδω ειανι το δωματιο μου>>ανακηνωσε ο Εντουαρτ. και ανοιξε την πορτα. Ηταν τεραστιο! Αυτο που προσεξα πρωτα ηταν εναι μαυρο πιανο διπλα στον γυαλινο τοιχο. Ενα βαρυ διπλο κρεβατι ηΤΑν στη μεση του δωματιου πανω σε ενα παχυ χρυσο χαλι. Στις ακρες υπηρχαν ραφια με χιλιαδες cd. <<Λοιπον πως σου φαινεται?>> <<Ολα ειναι τοσο ομορφα και η Οικογενια σου ειναι τοσο καλοι!>> <<Σε ευχαριστω. Ελα μαζι μου ενα λεπτο>> ειπε και πηγε και θισε στο πιανο και αρχισε να παιζει ενα κομματι απαλο που σιγα σιγα γινοταν ολο και πιο δυνατο . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Κυρ 26 Σεπ 2010 - 18:54
Κεφαλαιο 7ο Μπορει εξω να εχει κρυο, αλλα εγω ποτε δεν κρυωνω αφου εχω αυτον . . . ΜΠΕΛΛΑ
Το τραγουδι σταματισε.Κριμα . Ηταν τοσο ωραιο.Τοσο τρυφερο και βελουδινο.Ηταν ολα τοσο ρομαντικα, εγω και ο Εντουαρτ το πιανο ο υπεροχος κηπος του σπιτιου του να δεσποζει εξω απο τον γυαλινο τοιχο. <<Σου αρεσε το τραγουδι?>> <<Ναι ειναι πολυ ομορφο, εσυ το εγραψες?>> <<Ναι λιγο καιρο πριν γνωριστουμε>> Σηκωθηκα και περιπλανηθικα στο δωματιο του. Ειχα περιεργεια να δω αυτη την τεραστια συλλογη απο μουσικη. Το στομα μου ειχε πεσει στο πατωμα. Πρεπει να ηταν πανω απο εκατο cd πως τα ειχε ταξινομισει ολα αυτα? <<Τι μουσικη ακους?>>ρωτησα <<Rihanna μεχρι Debusi>> <<Ωραια>> Περπατησαμε μαζι προς το παραθυρο αλλα εγω σκονταψα στο χαλι και πεσαμε και δυο πανω στο κρεβατι. Τα σωματα μας ηταν κολλημενα. Ο Εντουαρτ ηταν απο πανω μου και η ανασα του ηρθε κατευθειαν στο προσωπο μου.Ζαλιστικα. Το αρωμα ηταν μαγευτικο.Κουνισα το κεφαλι μου και αναλιγοκλισα δυο φορες τα ματια μου. Εκεινος αρχισε να γελαει τοσο δυνατα , και δεν μπορουσε να σταματισει. <<Που βρισκεις το αστειο?>> <<Χα . . . επρεπε να δεις την εκφραση σου!!!!>>χαχαχα συνεχισε να γελαει Η πορτα χτυπησε,<<Εντουαρτ?>> ηταν η Αλις ελπιζω να τον εβαζε σε μια ταξη <<Ελα μεσα Αλις>>επιτελους επαψε να γελαει <<Ηθελα να ρωτησω την Μπελλα αν θελει να ερθει μαζι μας για ψωνια, θελεις?>>ρωτησε ναζιαρικα <<Δεν εχω προβλημα,φυσικα και θελω να ερθω μαζι σας>> <<Δεν σε πειραζει να στην κλεψω για το υπολοιπο πρωι ετσι Εντουαρτ?>> <<Φυσικα και με πειραζει αλλα αφου θελει να ερθει. . .>> <<Δεν θελουμε την γνωμη σου , ετσι και αλλιως, Ελα Μπελλα παμε>>Εγω προσπαθισα να πνιξω ενα γελακι <<Θα τα που το απογευμα μωρακι μου>>ειπα και τον φιλησα στα γρηγορα
Οταν γυρισαμε απο τα ψωνια ημουν ενα πτωμα. Η Αλις εκανε σαν τρελη για τα ρουχα. Σιγουρα πρεπει να ηταν πολυ καλη στην δουλεια της.Μου εκανε δωρο ενα ζευγαρι μαυρα κοντα μποτακια με λιγο τακουνι , ενα δερματινο κολαν και μια μπλουζα γκρι με τον ενα ομω εξω. Ηταν πολυ καλη και συγουρα ηξερε να διαλεγει. Καλα ας μην συζητισω για αυτα που πηρε για τον εαυτο της. Ολο το πορτ μπαγκαζ του αυτοκινητου της ειχε γεμισει με σακουλες γεματες με ρουχα παουτσια και αξεσουαρ. Ο Εμμετ δεν ηταν σπιτι υποθετω οτι θα ηταν με την Ροζαλι. Ημουν κουρασμενη αλλα δεν μπορουσα να κοιμιθω και βαριομουνα, στην τηλεοραση δεν ειχε τιποτα ενδιαφερον και ετσι ειπα να παρω τηλεφωνο την αδερφη της μαμας μου την θεια Ρενε. Η θεια μου εμενε στην Ελλαδα στην θεσσαλονικη.Εκει συνεχισα το σχολειο. Μετα γυρισα παλι εδω.Η Ρενε παντα ερχετε μια η δυο φορες τον χρονο να μας επισκευτει. Δεν ειχε παιδια αλλα μας αγαπουσε σαν δικα της . Στο κατω κατω ειμασταν παιδια της αδερφης της δεν γινοταν να μην μας αγαπαει. Ο ανδρας της ο θειος Φιλ ηταν και αυτος πολυ καλος αλλα δεν ερχοταν συχνα λογο της δουλεια του.Ομως μιλουσαμε στο τηλεφωνο αρκετες φορες τον μηνα . Το τηλεφωνο χτυπησε αρκετες φορες αλλα δεν το σηκωνε κανενας, μολις πηγα να το κλεισω το σηκωσε η θεια μου. <<Παρακλω?>> <<Γεια σου θεια η Μπελλα ειμαι>> <<Αχ αγαπη μου τι κανεις?>> <<Καλα ειμαι εσυη?>> <<Μια χαρα συγνωμη που δεν το σηκωνα , ημουν στον κηπο>> <<Δεν πειραζει>> <<Τι κανετε?Ο Εμμετ γυρισε?>> <<Ναι και πως γυρισε να λες! Βρηκε και μια κοπελα , αδυνατισε ψηλωσε μια χαρα!>> <<Πες μου για την κοπελα του>> <<Αχ ειναι πολυ ομορφη και γλυκια. Ροζαλι την λενε και μενει κοντα στο σπιτι μας>> <<Α ωραια . Εσυ?>> << Τι εγω?>> <<Βρηκες κανενα αγορι?>> <<Α ναι και θεια μου ειναι γλυκος τρυφερος ομορφος , και οι οικογενια του ειναι ολοι τους πολοι ευγενικοι!>> <<Δεν μου ειπες ομως πως τον Λενε>> <<Εντουαρτ>> <<Αχ κοπελα μου ελπιζω να εισαι ευτιχησμενη!>> <<Ειμαι θεια μου!! Ποτε θα ερθεις?>> <<Αυτον τον μηνα θα ερθω να ειμαι μαζι σας τα χριστουγεννα>> <<Ναι ναι και εγω αυτο θα σου ζητουσα!>> <<Καλα αγαπη μου, δωσε χαιρετισματα στον δερφο σου θα τα πουμε απο κοντα γιατι πρεπει να σε κλεισω!>> <<Γεια σου θεια μου!>> Και εκλεισα το τηφωνο Χαιρομου τοσο πολυ που θα περνουσα τα χριστουγεννα με την θεια μου! Αχ μου ελειπε η Ελλαδα. Ειχα χρονια να παω. Μου αρεσαν ολα, το οξυγονο, η θαλασσα ο ηλιος (ειδικα ο ηλιος, δεν μου αρεσε καθολου η βροχη) ολα , ολα! Πεινουσα, αλλα τι να ετρωγα? Μου ηρθε τοτε μια φοβερη ιδεα. Θα πηγαινα μεχρι το video club να παρω κανενa dvd και κανενα απο εκεινα τα σακουλακια που τα βαζεις στον φουρνο μικροκοιματων και γινοται ποπ κορν. Αλλα πρωτα . . . . <<Ελα μωρο μου>> <<Αγαπη μου θα ερθεις να δουμε dvd?>> <<Ε ναι ερχομαι>> <<Περιμενω>> Πεταχτικα να παρω το dvd. Πηρα να δουμε το λυκοφως. Οταν εφτασα σπιτι βρηκα τον Εντουαρτ να περιμενει μεσα στο αυτοκινητο του.Πηγα και του χτυπησα το παραθυρο και μονο που δεν χτυπησ ετο κεφαλι του στη οροφη του αμαξιου απο την τρομαρα του <<Γιτι τα κανεις αυτα???>>> <<Που να ξερω οτι θα τρομαξεις βρε νινι μου?, ελα παμε μεσα>> Μπηκαμε μεσα και γω πιγα να βαλω τα ποπ κορν να γινονται. Σ πεντε λεπτα ηταν ετοιμα , τα εβαλα σε ενα μπολ και πηγα στο σαλονι και εβαλα το dvd να παιζει. Ο Εντουαρτ ειχε ξαπλωσει στον καναπε και εγω χωθηκα στην αγκαλια του που με περιμενε. Κουρνιασα στο στηθος του και καρφωσα το βλεμα μου στη οθωνη
Στο τελος του εργου τα ματια μου ηταν πρησμενα απο το κλαμα, και η μπλουζα του Εντουαρτ ηταν σχεδον μουσκεμα απο τα δακρυα μου.
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Δευ 27 Σεπ 2010 - 22:37
Κεφαλαιο 8ο Δεκεμβριος επιτελους!!! ΜΠΕΛΛΑ
<<Αυριο δουλευω οποτε δεν θα συναντιθουμε του πρωι μωρακι μου . . .>>ειπα κατσουφιασμενα <<Ε μην στεναχωριεσε θα σε παρω τηλεφωνο το πρωι να μιλησουμε καλα?>> <<Καλα>>και ορμηξα να τον αγκαλιασω. Για την ακρειβια εκανα οτι μπορουσα για τον καθυστερησω οστε να μην φυγει. Τον ειχα σφυξει τοσο πολυ που θα το εσκαγα. <<Εμ Μπελλα νομιζω οτι θα με πνιξεις ετσι οπως το πας>> <<Συγνωμη>> <<Να πας για υπνο νωρις πρεπει να μην αργησεις αγαπη μου στην δουλεια>> <<Νταξι αντε πηγαινε>> Εκεινος πιεσε τα χειλη του μια φορα στην κοιλοτητα κατω απο το αυτι μου και εφυγε. Εν το μεταξι ο Εμμε τ ειχε ερθει και δεν ειχε βγαλει κουβεντα, να μιλησει σε μενα η στον Εντουαρτ. <<Τι επαθες και δεν μιλας?>> <<Τιποτα>> <<Ελα λεγε , αλλιως θα παρω την Ροζαλι να μου πει>> <<Καλα , καλα θα σου πω>> <<Ακουω>> <<Να η Ροζαλι εχει καθυστερηση. . .>> <<ΤΙ??? >> << ε εκεινη την μερα δεν . . .>> <<ΕΜΜΕΤ! ΕΙΝΑΙ ΔΕΚΑΕΝΝΙΑ ΧΡΟΝΩΝ!>> χαμηλωσα τον τονο της φωνης μου <<Αν ειναι εγκυος τι θα κανεις? ,μαλλον τι θα κανετε?>> <<Δεν ξερω δεν . . .>> <<Ελα εδω >> του ειπα και του επιασα τα χερια<<ηρεμησε και πες τα μου ολα απο την αρχη ενταξι?>> <<Λοιπον, εχει δυο μερες καθυστερηση αλλα δεν εχει κανει τεστ ακομα>> <<Κοιτα θα το κανει οταν ειναι ετοιμη . Αν εσυ εισαι ετσι σκεψου σε τι κατασταση ειναι εκεινη. Μην την πιεσεις να το κανει , απλα περιμενε. Να φερεσαι σαν να ειναι ολα φυσιολογικα. Αν ειναι τοτε βλεπουμε τι θα κανετε καλα?>> <<Ναι>> <<Πανε πανω και παρτην ενα τηλεφωνο και ρωτα την πως ειναι και γενικα πες της να μην ανχωνεται και ηρεμησε την>> <<Σε ευχαριστω ρε αδερφουλα>> ειπε και ετρεξε πανω. Ωραι αυτο ηταν το κερασακι στην τουρτα. Τι θα γινοταν αν ηταν εγκυος? Ηταν πολυ μικρη για κατι τετοιο. Αυτος που εφτεγε ηταν ο Εμμετ. Επρεπε να παρει προφυλαξη. Σταματησα να σκεφτομαι με εκανε να ανχωνομαι. Πηγα και εκανα ενα ζεστο μπανιο παντα με βοηθουσε να χαλαρωσω. Οταν βγηκα απο το μπανιο.Ειδα τον Εμμετ να καθετε στην κορυφη της σκαλας και να μιλαει στο τηλεφωνο. Μου εκανε νοημα οτι θα μου ελεγε μετα. <<Πηγα και εβαλα τις μπιτζαμες μου βαριομουνα να στεγνωσω τα μαλλια μου . Απλωσα μια πετσετα στο μαξιλαρι μου και ξαπλωσα νυσταζα . <<Μπελλα??>> <<Τι εγινε?>> <<Δεν ειναι, εκανε το τεστ και ειναι αρνητικο>> <<Α, πως το πηρε?>> <<Πως να το παρει? Εκλαιγε>> <<Παρτην τηλεφωνο και πες της να ερθει να κοιμιθει εδω αν θελει>> <<Αληθεια?>>τα μουτρα του ελαμψαν <<Ναι , αντε παρτην ομως πριν σκοτεινιασει>>
Ανοιξε την πορτα και η Ροζαλι ετρεξε και τον αγκαλιασε. Τα ματια της ηταν πρισμενα. Ποιος ξερει ποση ωρα εκλαιγε η καημενουλα. Καθησαν στον καναπε και συζητουσαν ειχε παει δωεκα και , οταν ειδα τον Εμμετ να την περνει αγκαλια και να την ανεβαζει πανω. Ανεβηκα και γω απο πισω και πηγα και ξαπλωσα και γω. Δεν με επερναι ο υπνος και σκεφτηκα να διαβασω κατι. Πηρα κατι στην τυχη ηταν ενα ενα βιβλιο που πριν λιγες μερες ειχα αρχισει να διαβαζω.<<Βαλς με δωδεκα θεους>> Γυρισα δυο-τρεις σελιδες και αφαιθηκα στον κοσμο του ονειρου.Στον κοσμο της φαντασιας και της γαληνης. ΝΤΡΙΝ, ΝΤΡΙΝ, ΝΤΡΙΝ ,ΝΤΡΙΝ!!!!!! Παψε απαισιο ξυπνητηρι επιτελους!!! Σπαστικο εισαι!! <<Σηκωθηκα μες τα νευρα. Οχτο και τριαντα. Πληθυκα ντυθηκα και εφυγα.
<<Καλημερα κυριε Ταρλι>> <<Καλημερα Μπελλα>> <<Εχω να παω να παραλαβω κατι χριστουγενιατικα ξερεις, και θα ερθω>> <<Καντε την δουλεια σας >> Ηταν 1 Δεκεμβριου! Πως περασε ετσι ο καιρος? Για αυτο που χαιρομουν πιο πολυ ηταν ολη η διαδικασια για την μερα των χριστουγεννων. Κουραμπιεδες , μελομακορονα, δεντρο, μπαλες, φωτακια , δωρα, η θεια Ρενε!!! Και ο ΕΝΤΟΥΑΡΤ! Η μερα περασε γρηγορα το μαγαζι δεν ειχε πολυ δουλεια και ετσι ο Κυριος Τσαρλι με αφησε να φυγω πιο νωρις. <<Ε Μπελλα θα κλεισω το μαγαζι για τον Δεκεμβριο οποτε σου δινω τα χρηματα σου και σου ευχομαι καλες γιορτες>> <<Ευχαριστω>>
Ανοιξα την πορτα του σπιτιου και αντικρισα την Ροζαλι να καθετε με σκυμενο το κεφαλι της στην σκαλα.Πηγα και καθισα διπλα της. Και της χαιδεψα τα μαλλια της. <<Πως εισαι?>> <<Πως να ειμαι ρε συ Μπελλα, τρομαξα στην αρχη, και μετα αρχισε την παρλα και Ο Εμμετ και με ανχωσε και ολα αυτα μαζι ηρθαν και με επνιξαν και βλεπεις. . .>> <<Δεν χρειαζεται να στεναχωριεσαι βρε χαζουλα>> <<Ενταξι>> <<Μεινε οσο θελεις κανενα προβλημα να ξερεις!>> <<Ευχαριστω παρα πολυ>> <<Τιποτα βρε μικρουλα μου>>
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Τετ 29 Σεπ 2010 - 21:01
Κεφαλαιο 9ο Τα ωραιοτερα Χριστουγεννα της ζωης μου! ΜΠΕΛΛΑ
Μετα απο αυτην την μερα ολα πια κυλουσαν ομαλα. Η σχεση μου με τον Εντουαρτ ηταν πιο ομορφη απο καθε αλλη σχεση που ειχα , και ολα ηταν μαγικα και υπεροχα.Ο Εμμετ με την Ροζαλι μια απο τα ιδια . Εκεινο το γεγονος ειχε ξεχαστει για τα καλα.Και σημερα ερχοταν η αγαπημενη μου θεια!!!
Πηρα τον Εμμετ και πηγαμε στο αεροδρομιο να παρουμε την Ρενε.Μολις μας ειδε ετρεξε σαν τρελη και ηρθε και μας αγκαλιασε . Δεν ειχε αλλαξει καθολου απο τοτε που την ειδα τελευτεα φορα. Την ιδια ακριβως συμπεριφορα ειχε και την προηγουμη φορα που ειχε ερθει. <<Αγαπες μου!! Ποσο μου λειψατε!!!>> <<Και εσυ μας ελειψες βρε θεια!>>ειπε ο Εμμετ <<Και πολυ μαλιστα>> συμπληρωσα εγω Πηραμε ενα ταξι και γυρησαμε στο σπιτι βοηθησα την Θεια μου να τακτο ποιησει τα πραγματα , και κατεβηκαμε στο σαλονι. <<Αγαπες μου πως τα περνατε?>>ρωτησε ενθουσιασμενη <<Μια χαρα περναμε βρε θεια λες και δεν τ ξερεις>>απαντησα εγω Ο Εμμετ πηγε και στργγυλοκαθισε στην πολυθρωνα και δεν εδινε σημασια στη κουβεντα μας. <<Λοιπον θα μου πεις τι γινετε με το αγορι σου?>>ψιθυρισε η Ρενε <<Ε τι θελεις να μαθεις?>> <<Για την ακρεια θελω να μαθω ποτε θα τον γνωρισω!>> <<Θες να τον γνωρισεις σημερα? Ενα τηλεφωνο θ κανω και θα ερθει.>> <<Ναι ναι θελω θελω!!>> Εβγαλα το κινητο μου και καλεσα στο νομερο του Εντουαρτ <<Μωρο μου?>> <<Ελα αγαπη μου, η θεια μου θελει να σε γνωρισει θα ερθεις?>> <<Φυσικα βρε αγαπουλα μου>> <<Αντε σε περιμενω . Φιλακια>> Αναρωτιομουν τι γνωμη θα ειχε η Ρενε για τον Εντουαρτ. . . . <<Και δεν μου λες Εμμετ ποτε θα μου γνωρισεις την δικια σου κοπελα?>>ρωτησε η θεια οταν χτυπησε η πορτα <<Τωρα>> ειπε ο Εμμετ και πηγε και ανοιξε την πορτα . Ηταν η Ροζαλι φυσικα. <<Γεια σου μωρακι μου>>ειπε ο Εμμετ <<Γεια σου >> Την επιασε απο τη μεση και την εφερε προς το μερος μας <<Θεια απο εδω η Ροζαλι , το κοριτσι μου>> <<Χαρηκα πολυ που σε γνωρισα αγαπη μου!>>Ειπε η θεια με ενα εκατομυριο ερωτησεις στα χειλη της <<Και γω χαιρομαι που σας γνωριζω, ο Εμμ μου εχει πει τοσα πολλα για εσας>> <<Στον ενικο ετσι >> <<Ενταξι>> Η θεια γυρησε να με κοιταξει και σχηματισε με τα χειλη της <<Κ-Ο-Υ-Κ-Λ-Α-Ρ-Α>> Της χαμογελασα και εγνεψα καταφατικα. <<Εμεις παμε πανω ε>> <<Εμμετ δεν ειναι σωστο, να παμε πανω μολις γνωρισα τη θεια σου>> <<Μην ανυσηχεις καλη μου, εγω εδω θα ειμαι , εχουμε χρονο να τα πουμε!>>της ειπε η Ρενε <<Καλα νταξι>>και ανεβηκαν πανω Περιμενα να κλεισει η πορτα απο το δωματιο του αδερφουλη μου γαι να ριξει η η Ρενε τις χιλιαδες ερωτησεις <<Καλα που την ψαρεψε?,ειναι θεα!>> <<Το ξερω το ξερω ετσι ημουν και γω οταν την ειδα πρωτη φορα>> <<Και φαινετε οτι ειναι πολυ ευγενκη>> <<Ειναι. Τον εχει στρωσει για τα καλα, εχει αλλαξει πολυ απο τοτε που την γνωρισε>> Χτυπισε το κουδουνι Πηγα τρεχοντας να ανοιξω <<Μωρακι μου>> Με σηκωσε ωστε να παταω στις μυτες των ποδιων μου και τον φιλησα <<Ελα μεσα>> Τον επιασα απο τ χερι και τον τραβηξα μεσα. <<Αυτη η ειναι η Θεια μου λοιπον, θεια αυτος ειναι ο Εντουαρτ>> <<Επιτελους σε γνωριζω Εντουαρτ>> <<Και εγω ειχα αγωνιανα γνωρισω την αγαπημενη θεια της Μπελλα>> <<Ελα καθισε>> Πηγαμε και καθισαμε διπλα στην θεια. Ουτε καν θυμαμε τι τον ρωτουσε συνεχει η Ρενε. Μιλουσαν για ωρες.Εγω εν το μεταξι ημουν ετοιμη να με παρει ο υπνος μεχρι που <<Καλα σας αφηνω παω να ξαπλωσω >> <<Καληνυχτα>>ειπε ο Εντουαρτ <<Πολυ τρομερη η θεια σου>> <<Ναι ναι>>ειπα εγω μισοκοιμισμενη <<Μπελλα κοιμασε?>> <<Οχι, πως σου ηρθε αυτο?>> <<Α καλα>> Ετριψα τα ματια μου για ξυπνησω λιγακι <<Ενταξι τωρα>> ρωτησα <<Καλυτερα> <<Α μην το Ξεχασω η Αλις θελει να πατε για ψωνια αυριο>> <<Κανενα προβλημα πες της>> <<Ενταξι>> Και αρχισε να με φιλαει ξεκινησε απο το αυτι μου μεχρι τη βαση του λαιμου και αντιστροφα. Και πανω στα φιλια. Με πηρε ο ΥΠΝΟς. . . καταλαβαινα ομως οτι βρισκομουν στην αγκαλια του, το ενιωθα. Καποια στιγμη ξυπνισα αλλα δεν ανοιξα τα ματια μου κατιτον ακουσα να ψιθυριζει <<-Εμμετ, ανεβασε την πανω σε παρακαλω, ελα Ροζαλι θα σε αφησω εγω σπιτι σου>> Η πορτα εκλεισε . Και μετα ενιωσα τον Εμμετ να με περνει αγκαλια <<Εμμ ξυπνια ειμαι ασε με κατω>> <<Ναι εδω δεν μπορεις να ανοιξεις τα ματια σου, θ περπατισεις κιολας>> Και μετα ημουν πανω στα απαλο μου στρωμα και στο πουπουλενιο μαξιλαρι μου . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Πεμ 30 Σεπ 2010 - 21:46
συνεχεια 9ο κεφαλαιου . . .
<<Μπελλα ξυπνα αγαπη μου δεκα πηγε>> <<Καλα σε πεντε λεπτα . . .>>γκρινιαξα <<Το ιδιο ειπες και πριν πεντε λεπτα ξυπνα αντε!>>ειπε η θεια μου και με γραγαλισε Εγω πεταχτηκα πανω γελωντας <<Παντα ξυπνας οταν σε γαργαλανε!>> <<Μμμμμμμ>> μουγκρισα και τεντωθηκα <<Αντε κατευα κατω σου εχω φτιαξει καφε>> <<Πηγαινε και ερχομαι>> Η Ρενε ειχε βρει τον τροπο να με ξυπναει για τα καλα. Θυμαμαι που καθε πρωι με γαργαλουσε για να ξυπνησω και να παω σχολειο. Πηγα στο μπανιο πλυθηκα και κατεβηκα στην κουζινα. <<Λοιπον θεια για πες πως σου φανηκε η Εντουαρτ?>> <<Τι να πω βρε Μπελλα εσυ και ο Εμμετ εχετε φοβερα γουστα! Και η Ροζαλι και ο Εντουαρτ ειναι κουκλακια ζωγραφιστα.Ειδικα ο δικος σου ειναι και πολυ καλο παιδι! Ειναι ευγενικος,εξυπνος , και πολυ γλυκος!!>> <<Ναι ο καλος μου, και που να δεις την υπολοιπη οικογενια του !>> Αχ ημουν πολυ χαρουμενη που της εκενε καλη εντυπωση ο Εντουαρτ <<δηλαδι θεια μου τον ενγκρινεις?>> <<Και το ρωτας?Με τα χιλια αγαπουλα μου!!>> Χτυπησε το κινητο μου, ειχα μηνυμα.Το ανοιξα ηταν η Αλις Μπελλα μου ετοιμασου ερχομαι να σε παρω!Φιλακια! <<Θεια μου θα παω με την αδερφη του Εντουαρτ για ψωνια, θες να ερθεις> <<Ασε βρε αγαπη μου, ειμαι κουρασμενη απο χτες>> <<Καλα παω να ετοιμαστω.Α! ο Αδερφος μου που ειναι/>> <<Με την Ροζαλι βολτα>> Και πηγα πανω να ντυθω. Εβαλα το τζιν μου με την γκρι φουτερ μπλουζα μου και τα σταρακια μου. Απο πανω το μαυρο μου μου μπουφαν και το πλεχτο κασκολ που μου ειχε κανει δωρο ο Εντουαρτ. Η Αλις κορναρε απο εξω . Κατεβηκα κατω γρυγορα και χαιρετισα την θεια μου.Μετα που βγηκα εξω με χτυπησε ενα κρυο ρευμα.Κοκαλωσα. Ειχε παρα πολυ κρυο.Μπηκα γρυγορα μεσα στο αμαξι <<Καλημερα Αλις>> <<Καλημερα !!>> <<Λοιπον τι εχει σημερα το προγραμα?>> <<Ρουχα, παπουτσια και ολα για αυριο!!>> <<Κλασσικα>> <<Γιατι το λες αυτο?>> Κοιταχτηκαμε και αρχισαμε να γελαμε! Μολις φτασαμε στο εμπορικο μπαιναμε σχεδον σε καθε μαγαζι που βλεπαμε με ρουχα η με παπουτσια. Η Αλις ειχε ηδι παρει δυο τζιν , τρεις μπλουζες, ενα ζευγαρι μποτες και ενα φορεμα που ισως λεω ισως να φορουσε αυριο.Εγω ειχα παρει μονο κατι μπλουζακι απλα καθημερινα. <<Μπελλα κοιτα αυτο το παλτο!>>ξεφωνισε η Αλις, και γυρισα να δω τι παλτο ειδε και ηταν ενα μοβ παλτο με φαρδια μανικια με λεπτη μεση μεχρι το υψος των μηρων.Το ειχα ερωτευτει! <<Αλις ειναι φοβερο!>> <<Παμε μεσα θα σου το κανω δωρο, και θα το παρω και γω σε ασπρο>> <<Αλις δεν->> <<Δεν ακουω κουβεντα! ελα παμε μεσα!>>
Οταν γυρισα σπιτι ημουν αγκαλια με πεντε σακουλες. Η Αλις εκανε σαν μανιακη με τα ρουχα <<Μπελλα ηρθες! Δειξε μου τι πηρες!>> Πηγα και καθισα στην πολυθρονα και αρχισα και ευγαζα ενα-ενα τα ρουχα που ειχα αγορασει <<Μπελλα ειναι ολα τοσο υπεροχα!>> <<Στην Αλις τα συνχαρητυρια αυτη μου τα ψωνισε>> <<Δεν ειναι σωστο να σου αγοραζουν τα ρουχα σου αλλοι μπελλα>> <<Η Αλις το θεωρει ευθυνη να με ντυνει. Ειληκρινα την παρακαλαω να μην μου αγοραζει πραγματα>> <<Καλα .΄Τι θα κανετε αυριο?>> <<Δεν ξερω μαλλον θα παμε για ποτο. Κτι τετοι συνενοηθηκαμε>> <<Α παμτως πρωτα θα φατε εδω περα με τον Εμμετ και μετα πατε οπου θελετε>> <<Καλα ενοειτε αυτο βρε θεια μου>> Πηγα και τακτοποιησα τα ρουχα μου στην ντουλαπα μου. Και πηρα τηλεφωνο τον Εντουαρτ <<Ελα αγαπη μου>> <<Γεια σου>> <<Τι κανεις>> <<Μολις γυρισα. Η αδερφη σου ειναι μανιακη με τα ρουχα>> <<Ω το ξερω>> <<Κουραστηκα ομως>> <<Κοιτα να κοιμιθεις το μεσημερι. Εχθες σε πηρε ο υπνος και δεν ηξερα τι να σε κανω.>> <<Συγνωμη>> <<Μην ζητας συγνωμη μωρακι μου, ξερεις τι ομορφη που εισαι οταν κοιμασε?Σε πηρε ο υπνος και γω καθομουν και σε κοιταζα απλα > <<Αληθεια?>> <<Σου λεω εγω ψεματα?>> <<Οχι>> <<Θελω να σε δω>> <<Και γω Θα ερθεις?>> <<Ποτε τωρα?>> << ναι, ελα να φαμε μαζι σε παρακαλω!>> <<Καλα θα ερθω. Κλεισε νινι μου>> <<Τα λεμε> Κατευηκα κατω χορευοντας <<Τι εγινε αγαπη μου και χορευεις???>> <<Θα ερθει ο Εντουαρτ. Τι εχεις μαγιρεψει?>> <<Σπαγγετι με θαλασσινα αλα θεια Ρενε>> <<Τελεια!!>> <<Θεια μου θελω να μου φερεις το αλμπουμ με τις φοτογραφιες απο την Ελλαδα>> <<Περιμενε αγαπουλα μου να πεταχτω λιγακι πανω να σου το φερω>> Μεχρι να κατευει η Θεια μου ο Εντουαρτ ειχε ερθει και μετα απο λιγο ηρθε και ο Εμμετ με την Ροζαλι.
Φαγαμε ολοι μαζι και μετα ειδαμε τις φωτογραφιες απο την Ελλαδα. Πειραζαμε ο ενας τον αλλον σαν ζευγαρια .Η θεια ειχε παει επανω. ΣΥνενοηθηκαμε αυριο μετα το χριστουγεννιατικο τραπεζι να βγουμε εγω ο Εντουαρτ, Ο Εμμετ με την Ροζαλι, Η Αλις με το αγορι της, και ο Τζασπερ με το κοριτσι του, και να παμε για ποτο.
Το βραδυ το περασα στο σπιτι με τη θεια μου. Συζητουσαμε για την Ελλαδα γαι την μαμα μου τον μπαμπα μου και γενικα για ολα οσα απσχολουσαν ε,μενα και τον Εμμετ. Το πρωι οταν σηκωθηκα και κοιταξα εξω απο το παραθυρο ειδα οτι χιονιζε! Τι υπεροχο να ειναι χριστουγεννα και να χιονιζει!! Ολη την μερα βοηθουσα την θεια μου να καθαρισουμε το σπιτι καινα μαγιρεψουμε για το βραδυ. Στις δεκα ειχαμε τελεωσει με το φαγητο . Και γω με τον Εμμετ ετοιμαζομασταν για να βγουμε εξω. Φορεσα το γκρι φορεμα που μου ειχε παρει η Αλις με το το δερματινο κολαν μου και τα μποτακια. Και για μπουφαν το Μοβ παλτο. Τα μαλλια μου τα ειχα ειχα κανει μπουκλες απο το μεσημερι. Χτυπησε το κουδουνι και η Ρενε ανοιξε. Ηταν ο Εντουαρτ με τα δερφια του. <<Χρονια Πολλα>> λεγανε ολοι κατω. Κατεβηκα και γω και πιεσα τα χειλη μου στα χειλη του εντουαρτ <<Χρονια πολλα μωρακι μου>> Βγηκαμε εξω . Ακομα χιονιζε!. Πηγαμε πηραμε και την Ροζαλι και πηγαμε στο κλαμπακι. Χορευαμε, πιναμε το ποτο μας ηταν τελεια!! Μετα ο Εμμετ πηγε με την Ροζαλι σπιτι της , Η Αλις με το αγορι της στο σπιτι του , ο Τζασπερ με το κοριτσι του και γω με τον Εντουαρτ στο σπιτι του.
Εκεινη την νυχτα τον αφησα να με κανει ολοκληροτικα δικια του. Τα σωματα μας γιναν ενα και η αγαπη μας εγινε ακομα πιο δυνατη. Δεν ηθελα τιποτα , δεν ηθελα τα δωρα, δεν ηθελα το χριστουγενιατικο δεντρο, το μονο που ηθελα ηταν εκεινος . . . .
ΤΑ ΩΡΑΙΟΤΕΡΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΗς ΖΩΗΣ ΜΟΥ!!!!!
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Κυρ 3 Οκτ 2010 - 21:12
Κεφαλαιο 10ο Ορκοι . . . ΜΠΕΛΛΑ
Τεντωθηκα και ανοιξα τα ματια μου.Το πρωτο πραγμα που ειδα τα ματια του Εντουαρτ.Με κοιταζε με τοση αγαπη . . . <<Καλημερα>>του ψιθυρισα <<Καλημερα μωρο μου>>εσκυψε να με φιλησει <<Λοιπον?>>ρωτησα και φιλησα την αλλη μερια του καρπου του <<Λοιπον τι?>> <<Τι θα κανουμε σημερα?>> <<Μμμμμ, ελα κατω αι θα δεις . . .>> <<Καλα πηγαινε και ερχομαι>> Κατευηκε κατω και εγω εμεινα μονη στο δωματιο του. Σηκωθηκα και φορεσα τα χθεσινα μου ρουχα. Εκεινη την ωρα συνηδητοποιησα οτι φορουσα το πουκαμισο του Εντουαρτ. Ανοιξα την τσαντα μου και πηρα το τηλεφωνο μου και καλεσα τη θεια μου. <<Μπελλα?>> <<Ναι θεια μου?>> <<Που εισαι?>>\ <<Στο σπιτι του Εντουαρτ> <<Θα αργησεις να ερθεις?>> <<Τι να σου πω θα σου τηλεφωνησω αργοτερα να σου πω καλα?>> <<Καλα αγαπη μου>> Εκλεισα το τηλεφωνο και κατεβηκα κατω.Βρηκα τον Εντουαρτ να καθετε μπροιστα στο τζακι και να με περιμενει.. Πηγα και καθισα διπλα του. Ειχε αναψει το τζακι και ειχε φτιαξει ζεστη σοκολατα . . . <<Γεια σου και παλι κυριε ρομαντικε>>τον πειραξα <<Γεια σου>> ειπε και με πηρα αγκαλια <<Το ξερεις οτι σ'αγαπω παρα παρα πολυ?>> <<Οχι, εσυ το ξερεις οτι σε αγαπαω πιο πολυ?>> <<Δε νομιζω>> <<Ε, τοτε το μαθαινεις τωρα>>και ηπιε μα γουλια απο τη σοκολατα του Δεν αντεχα ηθελα να τον ρουφηξω! <<Ασε τη σοκολατα τωρα και δωσε μου ενα φιλακι!>> πλησιασε στο προσωπο μου και ακουμπισε τα χειλη του στα δικα μου.Ηταν τοσο καυτα , και αυτο το φιλι ειχε γευση σοκολατας! <<Ενταξι τωρα?>> Εγνεψα καταφατικα και ηπια και γω μια γουλια απο την σοκολατα μου. Εκαιγε λιγακι αλλα ηταν νοστιμη. Πολυ νοστιμη κιολας! <<Σου αρεσει?>> <<Ειναι πολυ νοστιμη>> <<Η Εσμι την εκανε>> << Να της πεις οτι την φτιαχνει πολυ ωραια τοτε>> <<Θα της το πω>> <<Ωραια . . .>>ειπα και χαμηλωσα το κεφαλι μου. Μακαρι να ηταν εδω η μαμα μου .Ειχα τοσα να της πω. Αλλα αυτο δεν θα γινοταν ποτε, ποτε δεν θα γεμιζε αυτο το κενο μεσα μου.Τουλαχιστον ημουν χαρουμενη που ο Εντουαρτ ειχε και τους δυο γονεις του.Που δεν περασε αυτα που περασα εγω . . . <<Ε ι. Τι εγινε τωρα?>> <<Τιποτα>>ειχα βουρκωσει <<Μπελλα, εισαι ετοιμη να κλαψεις μην μου λες τιποτα>> <<Απλα στεναχωριεμαι που τετοιο καιρο δεν εχω τους γονεις μου. Αυτο ειναι ολο>> <<Για αυτο μου στεναχωριεσε βρε χαζουλα. Ελα εδω>>Ειπε και με πηρε στην αγκαλια του. Ενιωθα ομορφα εκει. Ενιωθα ασφαλης. <<Μπελλα>> <<Ναι, σου υποσχομαι οτι εγω ποτε μα ποτε δεν προκειτε να σε πληγωσω, να σε πονεσω. Σου υποσχομαι οτι θα ειμαι διπλα σου οτι και να συμβει και οτι και αν γινει. Σου το ορκιζομαι>> <<Αγαπη μου δεν χρειαζεται να τα λες ολα αυτα γιατι τα ξερω ειδη!Εγω το μονο που θα σου ορκιστω ειναι οτι σε αγαπαω.>>
Περασαμε το υπολοιπο πρωινο μπροστα τζακι να ανταλλασουμε λογια αγαπης. Μετα με γυρισε σπιτι . <<Γεια σου θεια μου, γεια σου Εμμ, γεια σου Ροζαλι. Παω να κανω ενα μπανιο θα τα πουμε μετα>>δεν περιμενα να μου απαντησουν ανεβηκα πανω και χωθηκα στην μπανιερα. Εμεινα μεσα; στο νερο μεχρι να χαλαρωσω τελειως.Οταν βγηκα φορεσα τις μπιτζαμες μου και πηγα στο σαλονι. Ηαγκαλιτσα του Εμμετ με περιμενε.Πως το επαθε ? <<Τι εγινε αδερφουλα?Βαλαμε φωτια στα σεντονια χτες?>>και αρχισε να γελαει σαν το χαζο Εγω σηκωθηκα και πηρα ενα μαξιλαρι απο τον καναπε και αρχισα να τον βαραω <<Εισαι ενας βλακα!ς!!>> <<Καλα καλα μην βαρας!!>>ειπε και μου αρπαξε το μαξιρι απο τα χερια Πηγα και καθισα διπλα στην θεια μου. <<Εμμετ δεν ειναι σωστο να κανεις τετοια σχολια!>>του ειπε η Ρενε Η Ροζαλι σχεδον αθορυβα σηκωθηκε και αρπαξε το αυτι του Εμμετ <<Αγαπη μου ζητα συγνωμη απο την αδερφη σου πριν σου το βγαλω!>> <<Αου!!!!Ποναει ποναειι!!>> <<Τοτε ζητα συγνωμη>> <<Συγνωμη!> Αρχισαμε να γελαμε και οι τρεις! Αχ τον ειχε στροσει για τα καλα η μικρη! <<Που σας ββρηα και τις τρεις!!>>ειπε ο Εμμετ και θυμωμενος ανρβηκε στο δωματιο του . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Τετ 6 Οκτ 2010 - 22:43
Κεφαλαιο 11ο Αποφασεις ΜΠΕΛΛΑ
<<Θεια οι γονεις του Εντουαρτ θελουν να σε γνωρισουν>>ειπα στη θεια μου οταν πηγαμε να ξαπλωσουμε <<Αληθεια ?>> <<ναι>> <<ποτε?>> <<αυριο μεθαυριο. . .>> <<Α ενταξι κοπελα δεν εχω προβλημα ισα ισα που και εγω θελω πολυ να τους γνωρισω!>> <<Καλα. Καληνυχτα θεια>> <<Καληνυχτα αγαπη μου>> Γυρισα απο την αλλη μερια και ονειρευτικα. . .
Ηπια γουλια απο τον καφε μου και ειδα το μυνημα που ειχα στο κινητο μου Μωρο μου καλημερα ! Τελικα θα ερθει η θεια σου? Ηταν ο Εντουαρτ αμεσως του απαντησα Καλημερα! Ναι θελει να ερθει . . . Εγαψα και πατησα αποστολη. Ο Εμμετ ειχε μεινη στη Ροζαλι εχτες και λογικα ακομα κοιμοταν, η θεια ηταν εξω και απλωνε ρουχα.Αλλα την ακουσα να ερχετε.Επισης ακουσα και το κινητο μου να κουδουνιζει. Να ερθω να σας παρω σε καμια ωρα? Ελα του απαντησα. <<Θεια θα ετοιμαστεις να παμε στο Εντουαρτ?>> <<Ποτε τωρα?>> <<Εμ ποτε αυριο?>> <<Ναι!>>Ειπε και εξαφανιστηκε, ουτε εγω δεν εκανα ετσι Εγω με το πασο μου ανεβηκα πανω και ντυθηκα. Εβαλα τον τζιν μου με μια μπλε μπλουαζα και τα σταρακια μου.
Ο Εντουαρτ ηρθε και μας πηρε. Φτασαμε σπιτι του και αφησαμε την θεια μου με τους γονεις του και ανεβηκαμε πανω στο δωματιο του. <<Μπελλα ηθελα να σε ρωτησω κατι>> <<Και τι περιμενεις ρε χαζουλι?>>πλησιασα και φιλησα την ακρη της μυτης του <<Να το ξερω οτι ειναι πολυ νωρις ακομα αλλα . . . ξερεις . . .>>δυσκολευοτανε να το πει. <<Τι ειναι?>>ειπα και τον χαιδεψα στα μαλλια <<Αναρωτιομουν αν θα ηθελες να νοικιαζαμε μαζι ενα σπιτι για λιγο καιρο . . .?>> ΤΙ? Περιμενε μισο λεπτο.Μολις μου ζητησε να συγκατισουμε? Τι να του ελεγα?Ναι η οχι? <<Καλα αν δεν θες δεν ειναι αναγκη απλα σε ρωταω γιατι εγω θελω πολυ να μεινουμε μαζι και ελεγα αν ηθελς και εσυ->> <<Φυσικα και θελω απλα το σκεφτομουν λιγακι>> τον διαβεβεωσα <<Πες μου τι δεν σου ταιριαζει καλα να τα εξηγησουμε και βλεπουμε ε?>> <<Ναι, λοιπον και τι θα γινει με το δικο μου το μου το σπιτι?>> <<Δεν μενει και ο Εμμετ ?>> <<Ναι αλλα->> <<Κοιτα δεν σου λεω να φυγεις και να μην ξαναγυρισεις ενα διαμερισμα καπου εδω κοντα,>> <<Ενταξι θελω να μεινουμε μαζι!>> ειχα ενθουσιαστει στην ιδεα <<Σιγουρα?>> <<Ναι!!>> τον αγκαλιασα τοσο σφιχτα που πονεσανε τα χερια μου <<Σαγαπαω μωρακι μου>>με φιλησε με τοσο παθος και δυνατα που η ανασαμου επιταχυνε τοσο πολυ. <<Εισαι καλα?>> ρωτησε ανυσηχα <<Ναι , ναι μια χαρα. Ποτε θα σταματισεις να με ξεφνιαζεις???>> <<Μαλλον ποτε, ετσι σχεδιαζω τουλαχιστον!>> <<Ωστε ετσι ε?>> <<Ναι!>> <<Λοιπον επιδει η ωρα περασε και επιδει σε εμενα θα γκρινιαζει μετα η Ρενε παμε κατω>> <<Παμε>> Κατευενοντας τη σκαλα ειδαμε την Ρενε αγκαλια με την Εσμι στον ενα κανπε και στον αλλο καναπε τον Καρλαιλ. Και οι τρεις γελουσανε.Απο οτι φαινετε και η θεια μου τους ειχε συμπαθισει, και αυτοι φαινετε να την συμπαθισαν. Ο Εντουαρτ μου εκλεισε το ματι.
Οταν γυρισαμε σπιτι η Ρενε ηταν τοσο Ενθουσιασμενη. . .Πως θα αντιδρουσε οταν της ελεγα για την αποφαση που ειχα παρει? <<Θεια να σου πω λιγακι?>> <<Ναι κοπελα μου>> Την επιασα απο το χερι και πηγαμε και καθισαμε στον καναπε. <<Με τον Εντουαρτ αποφασισαμε να συγκατικισουμε>>εκλεισα τα ματια μου σφιχτα και περινμενα τον χειμαρο απο τις λεξεις <<Ωραια καλα θα κανετε, να παω πανω τωρα?>> <<Μισο λεπτο δηλαδι δεν εχεις αντιρηση???>> <<Βρε καλο μου γιατι να εχω αντιρηση σε οτι σε κανει ευτιχισμενη?? <<Σε ευχαριστω θεια μου!> <<Αντε βρε χαζο>>
Το απογευα βγηκαμε με τον Εντουαρτ να παρουμε εφημεριδες και να αρχισουμε να ψαχνουμε για ενα διαμερισμα. Ειχε πολλες επιλογες. Σημιωσαμε μερικα και αυριο θα περναμε τηλεφωνο να ρωτησουμε τα σχετικα. Το βραδυ ετυχε ο Εμμετ να ανοιξει την εφημεριδα και ειδε τα σπιτια τα οποια ειχαμε σημιωσει. <<Μπελλα ξερεις ποιος σημειωσε αυτα εδω?>> <<Εγω με τον Εντουαρτ>> <<Α ψαχνει σπιτι?>> <<Δεν ψαχνει, ψαχνουμε>> <<ΓΙΑΤΙ???>> <<Τι γιατι? Θελουμε να μεινουμε μαζι βρε αδερφουλη>> Πηρε την εφημεριδα και την πεταξε κατω κατι μουρμουρισε και πηγε στο μπαλκονι.Μα καλα τι ειχε παθει? <<Εμμετ μου λες τι εχεις παθει?>> <<ΤΙΠΟΤΑ>> <<Και γιατι φωναζεις?>> <<ΕΤΣΙ>> <<Μη μου λες ετσι λεγε τι εγινε?>> <<ΡΩΤΑΣ ΚΙΟΛΑΣ! >> <<ΚΑΤΑΡΧΗΝ ΣΤΑΜΑΤΑ ΝΑ ΦΩΝΑΖΕΙΣ!>> <<ΟΧΙ ΜΠΕΛΛΑ ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΚΑΤΙ, ΕΣΥ ΦΕΥΓΕΙΣ ΤΙ ΑΦΗΝΕΙς ΠΙΣΩ ΣΟΥ?>> <<ΕΝΑΝ ΗΛΙΘΙΟ ΠΟΥ ΥΠΟΤΙΘΕΤΕ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΟΣ ΑΔΕΡΦΟΣ!>> <<ΜΠΕΛΛΑ σε παρακαλω μην φυγεις . . .>>η φωνη του κατεληξε να γινει ενας ψιθυρος <<Ελα μεσα θα κρυωσεις στο μπαλκονι>> <<Ρε συ αδερφουλα τι θα κανω εδω περα μονος μου? μην πας μαζι του . . .>> <<Εμμετ εδω κοντα θα ειναι το σπιτι και δεν θα εισαι μονος σου>> <<Μην πας σε παρακαλω μην πας μαζι του. . .>> <<Εμμετ τον εχω επιλεξει και θα παω μαζι του. Αν θες να ειμαι ευτυχισμενη δεξου το.Εγω νομιζα οτι τον συμπαθουσες τον Εντουαρτ. <<Και βεβαια τον συμπαθω και πολυ μαλιστα, και θελω να εισαι ευτιχισμενη.>> <<Τοτε δεξου την επιλογη μου>> <<Καλα, αλλα αν σε πληγωσει αν σε κανει να κλαψεις γαι οποιονδηποτε λογο->> <<Ξερω , ξερω ενταξι αδερφουλη μου>>και του εκανα νοημα για αγκαλια . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Τρι 2 Νοε 2010 - 21:00
Κεφαλαιο 12ο Δραματα. . . ΜΠΕΛΛΑ
Τις επομενες μερα προσπαθουσα να δειξω στον Εμμετ τα θετικα της συγκατικησης μου με τον Εντουαρτ.Ομως εκεινος επεμενε πως ολα αυτο ηταν χαζομαρα και οτι θα κατεληγε ασχημα. Φυσικα δεν ελεγα τιποτα στον Εντουαρτ. Ηταν τοσο χαρουμενος και δεν ηθελα να του χαλασω την ευτυχια του. Εκανα μεγαλη προσπαθεια να μην δειχνω στεναχωρημενη μπροστα του, αλλα σημερα δεν αντεξα και ξεσπασα.Επεσα στην αγκαλια τουκαι τα δακρυα μου α;ρχισαν να κυλουν στα μαγουλα μου σαν ορμητικα ποταμια. <<Μπελλα τι εγινε?>> <<Ο Εμμετ . . .>>>κλαψουρισα <<Τι επαθε ?>> <<Δεν επαθε τιποτα>>σκουπισα τα υγρα μου μαγουλα<<απλα ειναι τελειως αρνητικος στο να μεινουμε μαζι>>> <<Αυτο ειναι ολο?Τον καταλαβαινω>>ειπε γελωντας <<Οριστε?>> <<Ειναι γιατι σε εχει συνιθισει μεσα στο σπιτι. Το φανταζετε αδειο χωρις εσενα. Νομιζει οτι τον αντικατεστησες με εμενα. Ετσι ηταν και η Αλις στη αρχη>> <<Πρεπει να ειναι πολυ βλακας τελικα!>>σημειωσα εγω<<ποσο ωρα θελει για να καταλαβει οτι δεν τον αντικατεστησα με κανεναν?>> <<Δωστου λιγο χρονο. Αν νιωθει αβολα τις πρωτες μερες ας ερχετε να κοιματε στο σπιτι μας>> <<Ας ονειρευτει λιγο ακομ!!!>>ειχα νευριασει τοσο πολυ με τον Εμμετ. <<Μην λες ετσι αντε!>>ειπε και αρχισε να με γαργαλαει Πιεσα μια φορα τα χειλη μου στην βαση του λαιμου του. Εκεινος μου ανταπεδωσε το φιλι. Αχ περνουσα τοσο ομορφα μαζι του. Τον αγαπουσα πιο πολυ και απο την ζωη μου! Ηθελα μονο να ειναι ευτυχισμενος.
<<Μωρακι μου θα σε παρω τηλεφωνο αργοτερα>>ειπε οταν φτασαμε σπιτι <<Ενταξι αγαπη μου>>του απαντησα και τον φιλησα πολυ πολυ γλυκα <<Μπελλα καλυτερα να πας μεσα εχεις παγωσει!>> <<Το ξερω , αλλα θελω να μεινω λιγο ακομα μαζι σου!>> Η αληθεια ηταν πως εξω ειχε πολυ κρυο. Σημερα αρχισε να χιονιζει ξανα και εγω οχι απλα κρυωνα τουρτουριζα <<Και σε θελωλιγο ακομα γλυκια μου, αλλα δεν θελω να μου κρυολογυσεις, αντε πανε μεσα!>>ειπε χασκογελωντας Τον φιλησα αλη μια φορα στα γρηγορα και πηγα μεσα στο σπιτι. Με το που ανοιξα την πορτα μια γλυκια οικεια μυρωδια με κατεκλυσε. Την ηξερα πολυ καλα αυτην την μυρωδια. Η Ρενε ειχε φτιαξει κουραμπιεδες! Προσπερασα τον Εμμετ και πηγα κατευθειαν στην κουζινα. Η θεια μολις ειχε βγαλει απο τον φουρνο τους κουραμπιεδες. <<Γεια σου καλο μου>> με χαιρετησε η Ρενε <<Γεια σου θεια! Αχ ανυπομονω να δοκιμασω εναν!>> <<Στο μπολ πανω στον παγκω εχει παρε ψυχη μου>> Χωρις να χασω ευκαιρια αρπαξα εναν και τον καταβροχθησα. Πηρα αλλον ενα και πηγα και ξαπλωσαστον καναπε του σαλονιου. <<Μπελλα δεν σε ρωτησα τοσο καιρο, βρηκατα κανενα σπιτακι με τον Εντ?>>ρωτησε ηθεια απο την κουζινα <<Εχουμε καταληξει σε μερικα και θα παμε μετα την πρωτοχρονια να δουμε μερικα>> <<Αντε με το καλο κουκλα μου!>> <<Ευχαριστω θεια μου!>> Ο Εμμετ πηρε το τηλεκοντρολ και το πεταξε στο πατωμα. <<Τι κανεις παιδακι μου πας καλα?>>ρωτησα ειρωνικα << Παραταμε Μπελλα!>>> <<Παλι τα ιδια ετσι? ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ ΑΥΤΟ ΜΟΥ ΛΕΣ? >> <<ΠΟΙΟ?>> <<ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΞΕΡΕΙΣ ΟΠΟΤΕ ΑΝΑΦΕΡΩΜΑΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΠΑΝΤΑ ΚΑΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΗΝ ΜΙΑ ΞΕΡΟΒΗΧΕΙΣ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΠΕΤΑΣ ΠΡΑΓΜΑΤ ΚΑΤΩ. ΤΙ ΕΧΕΙΣ ΠΑΘΕΙ?>> <<ΤΙ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΩ ΟΤΑΝ ΕΤΣΙ ΣΤΑ ΚΑΛΑ ΚΑΘΟΥΜΕΝ ΘΑ ΠΑΣ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙΣ ΜΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΠΟΥ ΤΟΝ ΞΕΡΕΙΣ ΜΕΡΙΚΟΥΣ ΜΗΝΕΣ? Ε?>> <<ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΣΟΥ?>> <<ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΩ ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ ΡΕ ?>> <<ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΕ ΒΡΙΣΩ ΑΛΛΟ ΕΝΤΑΞΙ! ΤΗ ΕΚΑΝΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΜΟΥ ΕΜΜΕΤ. ΠΑΡΤΟ ΑΠΟΦΑΣΗ! ΔΕΝ ΣΕ ΑΦΗΝΩ !>> <<ΞΕΡΕΙΣ ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΤΑ ΦΤΙΑΞΑΤΕ ΕΙΑΝΙ ΝΑ ΣΕ ΠΕΡΝΕΙ ΜΑΚΡΙΑ ΜΟΥ!>> <<ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΝΤΟΥΑΡΤ! ΜΗΝ ΑΝΑΚΑΤΨΩ ΤΗΝ ΡΟΖΑΛΙ!>> <<ΝΑΙ ΜΩΡΕ ΣΟΥ ΤΟΝ ΘΥΞΑΜΕ>> <<ΣΚΑΣΕ!! ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ!>> Και τοτε ηρθε η Ρενε στο σαλονι <<ΛΟΙΠΟΝ! Σταματηστε και οι δυο τωρα!Δεν ντρεπεστε λιγο? Αδερφια ειστε!!!>> Και τοτε ο Εμμετ ανοιξε την πορτα για να φυγει.Πισω απο την πορτα ηταν η Αλις ετοιμη να πατησει το κουδουνι. Ο γαιδαρος ο αδερφος την προσπερασε και εφυγε. <<Αλις ελα μεσα!!!>> της ειπα εγω Εκεινη ετρεξεκαι με αγκαλιασε και αρχισε να κλαιει <<Αλις τι εγινε?>>ρωτησα <<Γιατι κλαις καλο μου?>>>ρωτησε η Ρενε <<Μπελλα . . . παμε πανω σε . . . παρακαλω??>> <<Παμε>> Ανεβηκαμε στο δωματιο μου εκλεισα την πορτα και ρωτησα <<Πες μου τι εγινε?>> <<Χωρησα με τον Μαρκο . . .>>ειπε και τα δακρυα της που αρχιζαν να κανουν μουσκεμε την μπλουζα της συνεχισαν να κυλανε <<Γιατι?Μαλωσατε?>> Εκενη πηγε και καθισε στα μαξιλαρια που ειχα στο πατωμα, πηγα διπλα της <<Τον ειδα να φιλιετε . . ..με την . ..Τζειν>>δεν μπορουσε να μιλησει καλα απο τα κλαματα. Της ειχε κοπει η ανασα απο το να κλαιει. <<Ηρεμισε καρδια μου ηρεμισε>>και την πηρα αγκαλια. Μετα απο σχεδον μια ωρα ειχε ηρεμισει καπως αλλα δεν σταματησε να κλαιε. Τα ματια της ειχαν πρηστει, τα χερια της ηταν παγωμενα και ετρεμε.Πρωτη φορα την εβλεπα ετσι.Πηγα και της εφερα την κουβερτα μου και την την τυλιξα. <<Σε παρακαλω ψυχουλα μου μην κλαις, θα παθεις τιποτα>> <<Συγνωμη Μπελλα, αλλα δεν μπορω να το χωνεψω αυτο. Γιατι να μου το κανει αυτο?>> Δεν μπορουσα να την βλεπω αλλο ετσι. Θα τηλεφωνουσα στον Εντουαρτ.Πηγα στο μπανιο και τον πηρα τηλεφωνο. <<ΕΝτουαρτ?>> <<Ναι γλυκια μου?>> <<Πρεπει να ερθεις να παρεις την Αλις δεν ειναι καλα μωρο μου>> <<Τι??? Τι επαθε?>> <<Χωρισε με τον Μαρκο. Και εχει καμια ωρα που κλαιει ανυσηχω θα παθει τιποτα>> <<Καλα ερχομαι>> Οταν γυρισα στο δωματιο την βρηκα ακριβως στην ιδια θεση που την ειχα αφησει. <<Αλις?>> <<Ναι >>μου απαντησε ψιθυριστα . Η φωνη της ειχε κλεισει <<Τηλεφωνησα στον Εντουαρτ να ερθει . . .>> <<Σε ευχαριστω αυτον χρειαζομαι τωρα τον αδεφουλη μου>> <<Μηπως πεινας?>> <<Οχι>> <<Χρειαζεσε κατι αλλο μηπως??>> Κουνησε αρνητικα το κεφαλι της.Καθισα διπλα της και την πηρα αγκαλια και της χαιδευα τα μαλλια μεχρι που χτυπησε η πορτα . . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Τετ 3 Νοε 2010 - 22:03
Συνεχεια 12ου κεφαλαιου
ΕΝΤΟΥΑΡΤ
Μόλις μου τηλεφώνησε η Μπελλα μπήκα μέσα στο αυτοκίνητο και ξεκινησα για το σπιτι της. Φανταζομουν ότι η Αλις θα ηταν σε πολύ χαλια κατασταση. Τον αγαπουσε παρα πολύ τον Μαρκο . Από τοτε που τον γνωρισε στο καναλι που δουλευει ηταν μεσα στην τρελη χαρα. Τις πρωτες μερες ειδικα μας ειχε ταραξει με το ποσο τον αγαπουσε. Δεν ξερω της ειχε κανει ,παντως, αν εκανε η αδερφη μου καμια τρελα και η αιτια ηταν αυτος, ετσι και τον εβλεπα μπροστα μου θα του εσπαγα τα μουτρα! Βγηκα από το αμαξι και χτυπισα την πορτα του σπιτιου της Μπελλα. Μου ανοιξε η Ρενε με ένα χαμογελο μεχρι τα αυτια. <<Γεια σου Ρενε>> την χαιρετησα <<Γεια σου Εντουαρτ! Η Μπελλα με την Αλις είναι πανω. Η Αλις δεν φαινοταν και πολύ καλα όταν ηρθε>> <<Ναι , ναι μου τα ειπε η Μπελλα. Παω επανω με συνχωρεις>> <<Πηγαινε , πηγαινε>> Ανεβηκα την μαρμαρινη σκαλα και κατευθηνθηκα προς το δωματιο της Μπελλα. Χτυπησα την πορτα διακριτικα και περιμενα απαντηση. <<Ναι?>>απαντησε η Μπελλα Ανοιξα την πορτα και μπηκα μεσα. Η Αλις κρυμενη στην αγκαλια της Μπελλα σε αθλια κατασταση. Απο τις λιγες φορες που την ειχα δει ετσι. Πηγα και εσκυψα διπλα τους. <<Αλις πως εισαι?>>ρωτησα <<Χαλια>> μου απαντησε βραχνιασμενα Την πηρα αγκαλια και την φιλησα απαλα στο μετωπο της. <<Μωρο μου να σου μιλησω λιγο?>>ειπε η Μπελλα <<Φυσικα>> Σηκωθηκαμε και με τραβηξε από το χερι και βγηκαμε εξω από το δωματιο. Φιληθηκαμε απαλα για λιγα δευτερολεπτα και μετα μου ειπε <<Εντουαρτ την ειδες πως είναι. Δεν είναι καθολου καλα>> <<Ναι το παρατηρισα. Γιατι χωρησαν με τον Μαρκο?>> <<Τον ειδε να φιλιετε με την Τζειν>> <<Εγω τωρα τι να κανω να την παρηγορησω?>> <<Παρε την και πατε σπιτι . Ειναι εκει η Εσμε?>> <<Όχι πηγε στο εξωχικο κανει ανακαινηση στο σπιτι>> <<Τωρα τελεια . Τελως παντων, πηγαινετε σπιτι κατσε μαζι της μεχρι να ηρεμισει. Σε χρειαζετε τωρα . Ενταξι?>> <<Ενταξι>> ειπα και εκανα κινηση προς την πορτα. Εκεινη με τραβηξε πισω. <<Μην την αφηνεις μονη της. Μπορει να κανει καμια τρελα>> Εγνεψα καταφατικα και την ξαναφιλησα ,αυτην τη φορα, δυνατα, φοβισμενα. Εκεινη εκλεισε στα χερια της το προσωπο μου. <<Ηρεμισε>>ψιθυρισε Μπηκαμε στο δωματιο και πηγαμε διπλα στην Αλις <<Αγαπη μου σηκω να παμε σπιτι. Ελα>> ειπα στην αδερφη μου και απλωσα τα χερια μου να την βοηθησω να σηκωθει. Δεν απαντησε. Απλωσε και κρατηθηκε απο τα χερια μου για να σηκωθει. Σηκωθηκε ορθια και τοτε συνιδητοποιησα ότι ετρμε ολοκληρη. <<Εισαι ενταξι?>>την ρωτησα Δεν απαντησε. Η Μπελλα με αγριοκοιταξε. Επιασα την Αλις από το χερι και κατεβηκαμε κατω χαιρετησα την Ρενε , φιλησα απαλα την Μπελλα και φυγαμε. Μεσα στο αυτοκινητο η Αλις ειχε μαζευτει σαν μια μπαλα στη θεση του συνοδηγου, με το προσωπο της κρυμενο μεσα στ χερια της. Δεμ ηξερα τι να της πω για να την παρηγορησω. Μπορει κατι που θα ελεγα να εκανε τα πραγματα ακομη χειροτερα. Το μονο που ηξερα ηταν ότι καμια στιγη θα ξεσπουσε πολύ αγρια και αυτό δεν θα αργουσε να γινει . <<Μην στεναχωριεσε ρε αδερφουλα μου δεν θελω να σε βλεπω ετσι>> <<Καλα . . .>> Με το που φτασαμε πεταχτηκε εξω και μπηκε μεσα στο σπιτι σαν σιφουνας. Πηγε στο δωματιο της και μπηκε κατω από το παπλωμα της. <<Αλις μην κανεις ετσι. Θες να το συζητησουμε?>> <<Φυγε Εντουαρτ>> <<Καλα>> δεν εφυγα. Πηρα μεσα από το δωματιο μου της νοτες μου για τα τραγουδια που θα επαιζα την πρωτοχρονια στο μαγαζι να τις μελετησω , και πηγα και καθισα εξω από την μισανοιχτη πορτα του δωματιου της Αλις. Την ακουγα που εκλαιγε και δεν μπορουσα να κανω τιποτα για το σταματησω αυτό. Καποια στιγμη χτυπησε το κινητο της. Σηκωθηκε ειδε ποιος ηταν (και μαλλον ηταν ο Μαρκος) και μετα πηρε το κινητο και το πεταξε στο πατωμα. Και αρχισε να τσιριζει. <<Ο ΗΛΙΘΙΟΣ ! Ο ΒΛΑΚΑΣ! ΜΕ ΠΑΙΡΝΕΙ ΚΑΙ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ! >> Αυτό ηταν το ξεσπαμα που περιμενα. Μπηκα μεσα στο δωματιο. Την στιγμη που εμπαινα ειχε αρχισει να πεταει πραγματα από εδώ και από εκει. <<Αλις ηρεμισε λιγο σε παρακαλω>> την παρακαλεσα <<ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΗΡΕΜΙΣΩ!>> και πηρε μια κολωνια και την πεταξε στον τοιχο , το μπουκαλακι εσπασε και το αρωμα γεμισε το δωματιο.<< ΘΕΛΩ ΝΑ ΞΕΣΠΑΣΩ ΦΥΓΕ ΦΥΓΕ φυγεεε . . .>> επεσε στα γονατα και αρχισε να κλαιει παλι. Ετρεξα κοντα της και την αγκαλιασα. Πλεον το κλαμα ειχε μετατραπει σε λυγμο. Δεν μπορουσε να αναπνευσει. << Αχ σε παρακαλω μην κλαις άλλο. Παει ξεχασε τον . Ησυχασε >> την κουνουσα απαλα και της χαιδευα τα μαλλια. <<Συ. . Συγνωμη. . . ->> <<Μα τι λες τωρα. Ηρεμισε . Καντο για μενα καλα?>> Εκεινη εγνεψε καταφατικα. Μειναμε ωρα ετσι μεχρι να ηρεμισει τελειως και να σταματησει να κλαιει. <<Πεινας ? Θες να σου κανω ένα τοστ?>> <<Ναι θα το ηθελα πολύ αδερφουλη. . .>> ειπε ψυθηριστα <<Ελα παμε κατω->> <<Θελω να ξαπλωσω λιγο μεχρι να κανεις το τοστ πειραζει?>>με διεκοψε <<Σιγουρα?>> <<Ναι αντε πηγαινε>> Την αφησα και κατεβηκα κατω. Σκευτικα να παρω την Μπελλα τηλεφωνο αλλα τελικα δεν την πηρα. Ανοιξα το ψυγειο και εβγαλα τα υλικα για το τοστ και τα εβαλα να ψηνονται. Μολις ηταν ετοιμο το τοστ το εβαλα σε ένα πιατο και και το ακουπησα στον παγκο. <<Εντουαρτ??>> ακουσα από πανω την Αλις να με φωναζει Ανεβηκα πανω και μπηκα στο δωματιο της. Δεν , δεν το πιστευα αυτό που εβλεπα! Ηταν καθισμενη με την πλατη της ακουμπησμενη στον τοιχο και από τα χερια της ετρεχε αιμα. Πολύ αιμα. << ΑΛΙΣ ΤΙ ΕΚΑΝΕΣ???>>
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Παρ 5 Νοε 2010 - 14:57
Κεφαλαιο 13ο Στο νοσοκομειο . . . ΜΠΕΛΛΑ <<Εντουαρτ, περιμενε μισο λεπτο! Ηρεμισε! Τι εγινε?>> << Η Αλις εκοψε τις φλεβες της!>> <<Τι εκανε?>> << Μπελλα σε παρακαλω μπορεις να ερθεις στο νοσοκομειο ? Ειμαι μονος μου εδώ περα, θα τρελαθω!>> << Ενταξι μωρακι μου ησυχασε. Ερχομαι>> και εκλεισα το τηλεφωνο. Ετρεξα πανω και φορεσα ότι βρηκα μπροστα μου. Αρπαξα τη τσαντα μου και επιασα τα μαλλια μου κοτσιδα και καταβηκα στο σαλονι. <<Θεια παω στο νοσοκομειο!>>φωναξα <<Γιατι τι εγινε?>> <<Η Αλις εκανε αποπειρα αυτοκτονιας>> <<Χριστε μου! Παρε με να με ενημερωσεις!>> Ανοιξα την πορτα και εφυγα. Πηρα ένα ταξι να παω στο νοσοκομειο.Μολις εφτασα πηγα κατευθειαν στα επηγοντα. Εκει βρηκα τον Εντουαρτ. Ειχε σκυμενο το κεφαλι και τα ματια του κλειστα. <<Αγαπη μου?>> <<Μπελλα!>>ειπε και ηρθε και με φιλησε τοσο δυνατα που τα χειλη μου αρχισαν να πονανε. <<Πες μου τι εγινε πως είναι?>> Ρωτησα όταν τελικα με αφησε <<Την εχουν μεσα . Είναι και ο μπαμπας μου εκει.>> ειπε με σιγανη φωνη <<Όλα θα πανε καλα μωρο μου. Πως εγινε όμως αυτό μου λες?>>ρωτησα και εκεινος αρχισε να μου εξηγει πως εφτασαν τα πραγματα ως εδώ. Μετα από ωρα ο Καρλαιλ βγηκε εξω. <<Τι εγινε ?>> ρωτησε ο Εντουαρτ και πεταχτηκε ορθιος <<Είναι ενταξι αλλα θα χρειαστει αιμα γυρω στις δυο φυαλες . . .>>σταματησε για λιγο << μονο που . . .>> <<Μονο που τι ?>> << Να μας εχουν τελειοσει τα αποθεματα 0 ρεζους. Πρεπει καποιος να δωσει>> <<Εγω δεν μπορω να δωσω. Ο Τζασπερ?>> <<Ουτε αυτος Εντουαρτ.>> << Και τι θα κανουμε?>>φωναξε ο Εντουαρτ Το μυαλο μου ειχε αρχισει να παιρνει στροφες. Εγω δεν μπορουσα να δωσω αλλα ο αδερφος μου μπορουσε να δωσει. <<Να προτεινω κατι?>>ρωτησα διστακτικα <<Παρακαλω Μπελλα>> μου απαντησε ο Καρλαιλ. << Ο Εμμετ . . . ο αδερφος μου εχει μηδεν ρεζους αρνητικο, μπορει να δωσει σωστα?>> <<Ναι φυσικα, θα θελει όμως?>> <<Ειμαι σιγουρη πως δεν θα αρνηθει. Να τον παραω τηλεφωνο?>> <<Σε ευχαριστω πολύ κοπελα μου>> ειπε και ξαναπηγε μεσα Εψαξα στις επαφες το νουμερο του Εμμετ και καλεσα τον αρθμο του. Μου το εκλεισε. Ξαναπηρα και μου το εκλεισε παλι! Του εστειλα μυνημα << Εμμετ σε παρακαλω είναι μεγαλη αναγκη παρε με τηλεφωνο!>> και ελπιζα να με παρει. Ευτχως με πηρε. <<Ελα αδερφουλη>> <<Τι θες>> Πηγα λιγο πιο κει δεν ηθελα να ακουσει η Εντουαρτ. <<Εμμετ η Αλις εκανε αποπειρα αυτοκτονιας, και χρειαζεται οποσδηποτε αιμα. Τα αποθεματα εχουν τελειωσει,και σκευτηκα->> <<Ναι ενταξι θα δωσω αιμα. Ερχομαι>> Αχ ωρες ωρες είναι τοσο σπαστικος αλλα και τοσο καλος όταν θελει! Στεναχωριομουν τοσο πολύ όταν μαλωνα μαζι του. Σημερα ειδικα δεν προλαβα να αντιδρασω με ολο αυτό που εγινε με την Αλις. <<Μπελλα τι εγινε με τον αδερφο σου?>> ρωτησε ο Καρλαιλ που μολις ειχε βγει μεσα από τον θαλαμο που ειχαν την Αλις. << Ερχεται. Η Αλις πως είναι?>> Εκεινος ετριψε με τα χερια του το προσωπο του. Και καρφωσε το βλεμμα του στο κενο φαινοταν εξαντλημενος , καταπονημενος. . . << Αρχιζει και εξασθενει δεν ξερω ποση ωρα μπορω να την κρατησω σταθερη, Θεε μου αν παθει κατι το παιδι μου . . . Τελος παντων παω μεσα όταν ερθει ο αδερφος σου ειδοποιείστε με αμεσως>> Πηγα και καθισα διπλα στον Εντουαρτ. Δεν μιλουσε δεν κουνιοταν. Ηταν χαλια. Του χαιδεψα τα μαλλια και τον φιλησα στην ακρη του σαγονιου του. Εκεινος χωθηκε στην αγκαλια μου. << Και αν παθει κατι η αδερφη μου?>> ρωτησε <<Δεν θα παθει τιποτα μωρο μου όλα καλα θα πανε, ησυχασε>> τον παρηγορισα << Εγω φταιω , εγω ο βλακας, που την αφησα μονη της>> <<Μην κατηγορεις τον εαυτο σου , καρδουλα μου, ητανε να γινει δεν πειραζει, θα γινει μια χαρα, μην ανησυχεις>> κατι υγρο αγγιξε τοτε το χερι μου <<Εντουαρτ κλαις?>> <<Σαχλαμαρες δεν κλαιω.>> ειπε και αμεσως εφυγε από την αγκαλια μου <<ένα σκουπιδακι μπηκε στο ματι μου>> Αχ τι γλυκο πρωτη φορα που τον εβλεπα να κλαιει. Είναι ευσθητουλικο το μαναρακι μου ! <<Ενταξι τοτε ψυχη μου>> Τοτε ηρθε ο Εμμετ. <<Παω να το πω στον πατερα μου >> ειπε ο Εντουαρτ και μπηκε μεσα στον θαλαμο. <<Αδερφουλη μου σε ευχαριστω παρα πολύ για αυτό που κανεις.>>ειπα στον Εμμετ << Καλα>> Καταλαβα ηταν ακόμα θυμωμενος από τον μεσημεριανο μας καυγα. Φαινοταν από το υφος του φαινοταν από το πώς μηλουσε. . . Ο Εντουαρτ βγηκε από τον θαλαμο . Ειχε κιτρινησει. Τι ειχε γινει? <<Τι εγινε , τι επαθες?>>ρωτησα εγω και πηγα κοντα του << Η Αλις . . .>>ξεροκαταπιε << Η Αλις τι?>>ρωτησα με αγωνια να αναβλιζει από παντου πανω μου. << Μπελλα πρεπει να την δεις πως είναι ! Είναι κατασπρη σαν το χιονι, Θα τρελαθω δεν->> δεν τον αφησα να τελειοσει. Κολλησα τα χειλη μου στα δικα του και τον πιεσα να σταματησει να μιλαει. Το ηξερα πως αυτό θα θυμωνε ακόμα περισσοτερο τον Εμμετ, αλλα δεν με ενοιαζε αυτην την στιγμη. <<Ενταξι τωρα?>> ρωτησα τον Εντουαρτ Εκεινος εγνεψε καταφατικα και εκεινη την στιγμη ηρθε ο Καρλαιλ. << Εμμετ σε ευχαριστω που ηρθες. Ελα μαζι μου. Μπελλα θα εισαι με τον αδερφο σου στο δωματιο?>> <<Φυσικα>> ειπα και πηγα μαζι τους. Στην γωνια του λευκου δωματιο υπηρχε ένα κρεβατι στο οποιο ειχε ξαπλωσει ο Εμμετ. Μια νοσοκομα του ειχε βαλει στην μεσα πλευρα του χεριου του ένα σωλινακι οπου τραβουσε το αιμα. Περιμενα να φυγει η νοσοκομα για να του μιλήσω . <<Ποναει?>>ρωτησα για να ανοιξω συζητηση <<Όχι κοθολου>> <<Ωραια>> <<Μπελλα συγνωμη για το πρωι. Δεν ηθελα να μαλωσουμε αλλα ξερεις ότι δεν θελω να φυγεις από το σπιτι>. <<Ρε συ Εμμετ δεν τα ειπαμε χιλιες φορες αυτά? Δεν θα φυγω για παντα . Θα μενουμε καπου κοντα στο σπιτι μας.. Ολ αμου τα πραγματα σπιτι θα είναι. Γιατι κανεις ετσι?>> <<Επιδη- τιποτα αστο. Δεν πειραζει δεν μπορεις να με καταλαβεις. Εγω παντως να ξερεις δεν θα ξαναπω τιποτα γιατι ξερω ότι σε πειραζει. Αλλα επισης να ξερεις ότι θα συνεχισω να ειμαι αντιθετος πανω σε αυτό το θεμα>> <<Ενταξι καλε μου. Πως αισθανεσαι?>> <<Αρχισα και ζαλιζομαι λιγο αλλα ενταξι>> Κοιταξα το σακουλακι στι οποιο κατεληγε το σωληνακι από το χερι του Εμμετ . Ειχε γεμισει. Την στιγμη εκεινη μπηκε μεσα η νοσοκομα για να αλλαξει το σακουλακι. Ετσι περασε η ωρα χωρις να πουμε τιποτα. Μολις γεμισε και το δευτερο αφησα τον αδερφουλη μου να ξεκουρεαστει και μπηγα να δω τι γινοταν με την Αλις. Βρηκα τον Εντουαρτ να περπαταει πανω κατω με νευρικοτητα. Φαινοταν σκευτικος. <<Εντουαρτ πως είναι η Αλις?>> <<Τωρα της κανουν μεταγγιση. Όλα τελειωσαν ευτυχως!>> <<Ειδες βρε χαζουλικο που ανυσηχουσες, στο ειπα ότι θα γνοταν καλα!>> και πηγα και τον αγκαλιασα. <<Δεν το πιστευω!>> <<Ε? Τι δεν πιστευεις?>> <<Ξεχασα να παρω την μαμα μου!>> <<Δεν πειραζει καλυτερα . Θα την ανυσηχουσες αδικα. Ελα θα της τα πεις από κοντα.>> <<Καλα λες>> Ο Καρλαιλ βγηκε εξω με ένα χαμογελο μεχρι τα αυτια. <<Όλα ενταξι θα ξυπνισει σε μερικες ωρες!>> Ευτυχως!!! Φωναξα μεσα μου. Αν παθαινε κατι η Αλις ο Εντουαρτ θα τρελαινοταν . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Τετ 10 Νοε 2010 - 20:49
Κεφάλαιο 14ο << Αλις καλό μου εγώ φεύγω , θα περάσω το απόγευμα από το σπίτι να σε δω , περαστικά σου!>> της είπα <<Καλά αγαπούλα μου τα λέμε>> Εκείνη την στιγμή μπήκε μέσα η Εσμέ και έτρεξε κατευθείαν στην Αλις και την αγκάλιασε. <<Γιατί παιδάκι μου ?>> <<Μαμά δεν θέλω να το συζητήσω>> <<Καλά μωρό μου. Πάντως τα αδέρφισα σου είναι πολύ γαϊδουριά ! Μα να μην πουν τίποτα?>> έκλεισα το μάτι στην Αλις και βγήκα από το δωμάτιο. Γύρισα σπίτι και πήγα και ξάπλωσα κατευθείαν. Ήμουν τόσο κουρασμένη. Το μόνο καλό ήταν ότι όλοι έλειπαν από το σπίτι και είχε μια ησυχία. . . Και εκεί που πάει να με πάρει ο ύπνος ακούω το κινητό μου να χτυπάει. Είχα μήνυμα. Σηκώνομαι και βλέπω το μήνυμα ήταν ο Εντουαρτ . . . Μωράκι μου θα έρθεις σπίτι το απόγευμα? Του απανταω . . . Ναι θα έρθω ψυχούλα μου . Άνοιξα την ντουλάπα μου να πάρω την ζακέτα του. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ χωρίς αυτήν. Δεν ξέρω τι είχα πάθει με αυτήν την ζακέτα. Εγώ ποτέ δεν δενόμουν με αντικείμενα, αλλά με ένα μαγικό τρόπο , όταν την κρατούσα ένιωθα την ζεστασιά του κορμιού του, το άρωμα του τον ένιωθα διπλά μου. Την πηρά και πήγα κάτω από το πάπλωμα μου. Να έρθω να σε πάρω? Ρώτησε η αγάπη μου. Να έρθεις μπουμπουκάκι μου . Άντε άσε με τώρα ρε χαζούλικο να κοιμηθώ νυστάζω. Άντε σε αφήνω καρδούλα μου ,να κάνεις νάνι . . .
Ξάπλωσα και κουκουλώθηκα με το πάπλωμα. Έκλεισα τα μάτια μου και κοιμήθηκα. Ξύπνησα τόσο ξεκούραστη το απόγευμα. Είχα τόσο καιρό να κοιμηθώ έτσι. Κατέβηκα την σκάλα και πήγα στην κουζίνα. Εκεί καθόταν η θεια μου. <<Ξύπνησες καλό μου?>> <<Ε για να με βλέπεις κάτω βρε θεια μου>> <<Τι θα κάνεις τώρα το απόγευμα?>> <<Θα έρθει να με πάρει ο Εντουαρτ , να πάμε σπίτι του. Ήθελες κάτι?>> << Ρώτα αγάπη μου>> << Αχ θεια μου, νομίζω ότι σε αφήνω πολύ μονή , υποτίθεται ότι ήρθες για να μας δεις και εγώ όλο φεύγω>> <<Άντε βρε, τι λες ? Να περνάς καλά εσύ θέλω ψυχούλα μου! Έμενα αυτό με νοιάζει!>> <<Σίγουρα δεν στεναχώριεστε όμως?>> <<Σίγουρα. Το κινητό σου είναι αυτό που ακούγετε?>> Άκουσα καλύτερα και σιγουρεύτηκα ότι χτυπούσε το κινητό μου. Έτρεξα πάνω αμέσως να το σηκώσω. <<Ναι?>> είπα λαχανιασμένα <<Μωρό μου?>> <<Έλα αγαπούλα μου.>> <<Τι κάνεις?>> <<Πριν λίγο ξύπνησα . Εσύ?>> <<Κάθομαι λίγο στο πιάνο κάνω πρόβα για το βράδυ>> <<Τι? Δουλεύεις?>> <<Ναι >> <<Ήθελα να είμαστε μαζί σήμερα το βράδυ . .. Τέλος πάντων.>> << Μην είσαι γκρινιάρικο ρε μωράκι μου. Θες να έρθεις το βράδυ στο μαγαζί?>> << Μπα άσε βαριέμαι τι θα κάνω τόσες ώρες?>> <<Καλά όπως θέλεις, να έρθω να σε πάρω?>> << Έλα ψυχή μου>> <<Άντε ετοιμάσου τότε>> <<Φιλάκια>> Πήγα στην ντουλάπα και την άνοιξα. <<Και τώρα τι να φορέσω?>> Τελικά κατέληξα σε ένα τζίν με μια άσπρη μπλούζα και τα σαράκια μου. Άφησα τα μαλλιά κάτω και πήγα στο σαλόνι όπου καθόταν η θεία μου. Κάθισα μαζί της για λίγο μέχρι που μου έκανε αναπάντητη ο Εντουαρτ για να βγω. Χαιρέτησα την θεια μου και βγήκα έξω . Είχε τόσο κρύο έξω φυσούσε τόσο δυνατά που νόμιζα ότι θα με έπαιρνε ο αέρας . Άνοιξα την πόρτα του Volvo και μπήκα μέσα. Μόλις μπήκα ο Εντουαρτ έβαλε μέσα στ χεριά του το πρόσωπο μου και με φίλησε. Όταν τα έκανε έτσι ξαφνικά αυτά μου έκοβε την ανάσα . Τώρα ένιωθα το σφυγμό μου τόσο δυνατά, και την κάρδια μου να χτυπάει πάνω στα πλευρά μου τόσο γρήγορα , λες και θα έβγαινε έξω. Τελικα με αφησε. <<Γεια!>> <<Γεια . . .> <<Ξέρεις ποσό μου αρέσει όταν τα μαγούλα σου κακίζουν μόλις σε φιλάω?>> είπε καθώς έβαζε μπρος την μηχανή. Στριφογύρισα τα μάτια μου. <<Τι?>> <<Τίποτα, γιατί είσαι έτσι χαρούμενος?>> ρώτησα << Επειδή σε βλέπω>> << Και εγώ είμαι χαρούμενη>> <<Γιατί?>> <<Επειδή σε βλέπω>> Μέχρι να φτάσουμε στο σπίτι του πειραζόμασταν, είχα χαζέψει να γελάω. Μπήκαμε μέσα και ανεβήκαμε στο δωμάτιο του. Το πρώτο πράγμα που έκανε με το που μπήκε μέσα ήταν να πάει και να καθίσει στο πιάνο του. Πήγα και κάθισα διπλά του και τον άκουγα να παίζει. Θα μπορούσα να τον ακούω για ώρες . Θα μπορούσα να τον κοιτάζω για μέρες. Θα μπορούσα να τον φιλάω για μέρες. . . <<Λοιπόν πως σου φαίνεται το πρόγραμμα?>> ρώτησε <<Πολύ ωραίο αγάπη μου>> Χτύπησε η πόρτα και μπήκε μέσα η Άλις . <<Μπελλα ήρθες!!>> είπε χαρούμενα <Ήρθα>> είπα και πήγα και την αγκάλιασα. <<Και εσύ φεύγεις!>> είπε ο Εντουαρτ στην Αλις. Εκείνη του έβγαλε την γλωσσά <<Σου την περνώ για λίγο λατρεμένε μου αδερφούλη>> είπε και με τράβηξε από το χέρι και πήγαμε στο δωμάτιο της. Ήθελε να μου πει να πάμε για ψώνια άυριο. Να πάρουμε τίποτα για την αλλαγή του χρόνου. Από τότε που την γνώρισα η ντουλάπα μου άρχισε α γεμίζει Τόσο γρήγορα που αν συνεχιζόταν η κατάσταση αυτή δεν θα είχα που να βάλω τα ρούχα μου. Μετά το υπόλοιπο απόγευμα το πέρασα με τον Εντουαρτ, συζητώντας για το σπίτι μας. Θα πηγαίναμε λίγες μέρες μετά την πρωτοχρονιά να δούμε μερικά. Και όταν θα βρίσκαμε αυτό που μας ταίριαζε πιο πολύ επιτέλους θα μέναμε μαζί. <<Θα τα πούμε αύριο ψυχή μου?>> ρώτησα <<Φυσικά μωρό μου τα λέμε ναι?>> <<Ναι>> Πήγα να βγω από το αμάξι όταν : <<Μπελλα?>> <<Πες μου >> <<Σαγαπάω >> είπε και κόλλησε τα χείλη του πάνω στα δικά μου. <<Και Σε αγαπώ κάρδια μου>> είπα Βγήκα από το αυτοκίνητο και πήγα σπίτι. Η θεια καθόταν στον καναπέ και είχε αγκαλιά τον Εμμετ. Πέταξα κάτω την τσάντα μου και πήγα και εγώ στην αγκαλιά της Ρενε. Θυμάμαι όταν ήμασταν μικρά, που καθόμασταν πάντα έτσι στην αγκαλιά της Ρενε από την μια μεριά εγώ και από την άλλη ο αδερφός μου . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Κυρ 14 Νοε 2010 - 17:21
Κεφάλαιο 15ο ΜΠΕΛΛΑ Το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ καλά στριφογυρνούσα στο κρεβάτι μου. Με ενοχλούσε που δεν ήταν μαζί μου ο Εντουαρτ. Ένιωθα μισή μακριά του. Τον ήθελα δίπλα μου να τον νιώθω. Ήμασταν μόλις λίγες ώρες μακριά και ήδη μου έλειπαν τα χείλη του, τα μάτια του, το άρωμα της επιδερμίδας του . . . Κοίταξα το ρολόι. Ήταν πέντε τα ξημερώματα. Αυτό ήταν , θα σηκωνόμουν. Σηκώθηκα και κατέβηκα στο σαλόνι με μια κουβέρτα. Ξάπλωσα στον καναπέ και άνοιξα την τηλεόραση. Δεν είχε τίποτα παρά μόνο ένα θρίλερ στο όποιο και κατέληξα . Ήταν πολύ τρομακτικό. Με το ζόρι κρατιόμουν να μην τσιρίξω και ξυπνήσω τον Εμμετ και την Ρενέ. Όταν τέλειωσε έκλεισα την τηλεόραση και βολεύτηκα καλυτέρα στον μαλακό καναπέ μου. Φυσικά το μόνο σίγουρο ήταν ότι τώρα δεν θα κοιμόμουν με τίποτα, με αυτά που μόλις είχα δει. Έκλεισα τα μάτια μου και άρχισα να σκέφτομαι τον Έντουαρτ , για να μην φοβάμαι. Άρχισε να σκέφτομαι την μέρα που γνωριστήκαμε, την πρώτη μας ματιά, πως με πλησίασε στην καφετερία, το πρώτο μας φιλί . . . <<ΜΠΟΥ!>> φώναξε ο Έμμετ <<ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ!>> τσίριξα καθώς έπεφτα από τον καναπέ, από την τρομάρα μου. Με κατατρόμαξε ο βλάκας. <<Χα χα χα χα χα χα χα χα!!>> <<Πολύ αστείο !>> η κάρδια μου χτυπούσε τόσο γρήγορα . Άκουγα τον σφυγμό μου στα αφτιά μου. <<Έπρεπε να δεις τη μούρη σου. Χα χα χα! >> <<Χαζό ε χαζό!>> Εκείνος κρατούσε την κοιλία του από τα γέλια. Μετά από λίγο: <<Συγγνώμη>> είπε <<Δεκτή >> είπα σήκωσα το κεφάλι μου ψηλά, πηρά την κουβέρτα μου και ανέβηκα ξανά στο δωμάτιο μου και τελικά κοιμήθηκα . Την άλλη μέρα πήγα με την Άλις για ψώνια . Δεν μπορούσα να την ξεκολλήσω από τις βιτρίνες. Είχαμε τουλάχιστον σε τρία μαγαζιά με παπούτσια, και γύρω στα έξι με εφτά μαγαζιά με ρούχα. Και μετά πήγαμε για καφέ . Πήραμε και σε όλους δώρα για την πρωτοχρονιά. Όταν γύρισα σπίτι ήμουν φορτωμένη με και εγώ δεν ξέρω πόσες σακούλες. Η επομένη μέρα πέρασε χωρίς τίποτα το συνταρακτικό. Όμως . . . Σήμερα θα άλλαζε ο χρόνος τι καλά! Ο Έντουαρτ δούλευε σήμερα το βράδυ και έτσι κανονίσαμε να πάμε στο μαγαζί που δούλευε να αλλάξουμε χρονιά. Θα ήμασταν πολλοί μαζεμένοι. Ο Κάρλαιλ με την Εσμέ, η Ρενέ, Ο Τζάσπερ με την Χάιντη (την κοπέλα του) η Άλις ο Έμμετ με την Ρόζαλι ο Έντουαρτ και εγώ. Το απόγευμα γύρω στις έξι άρχισα να ετοιμάζομαι για το βράδυ. Ήθελα να είμαι τέλεια ειδικά σήμερα μια τόσο ξεχωριστή βραδιά. Έτσι γέμισα την μπανιερά με νερό και μπήκα μέσα. Το νερό ήταν καυτό και με έκανε να χαλαρώσω . Λούστηκα και τέλειωσα με το μπάνιο μου. Πήγα στο δωμάτιο μου και φόρεσα τις πιτζάμες μου και στέγνωσα τα μαλλιά μου . Το θέμα ήταν όμως ήταν πώς να τα έκανα? Ίσια ή μπούκλες? Μέχρι να αποφασίσω πηρά να σιδερώσω το καινούριο μου φόρεμα, Έντουαρτ μου είχε πει πως το μαγαζί ήταν κάπως επίσημο και συμφώνα με την Άλις το επίσημο πήγαινε με φόρεμα και ψηλοτάκουνο. Το μόνο σίγουρο με τις γόβες που με έβαλε η Αλις να αγοράσω ήταν ότι θα έπεφτα και θα έσπαγα κανένα πόδι. Παρακαλούσα να μην γίνει τίποτα τέτοιο χρονιάρα μέρα. Το φόρεμα ήταν πολύ ωραίο. Ήταν λιγάκι κοντό αλλά και πάλι συμφώνα με την Αλίς ήταν ότι έπρεπε για μένα σε επίσημο μαγαζί. Ήταν βαθύ μπλε , και στράπλες, κάπως στενό, απλή ίσια γραμμή , αλλά μου άρεσε τόσο πολύ. Δεν ήταν ούτε πολύ φανταχτερό ούτε πολύ λυτό. Το σιδέρωσα και το άφησα πάνω στο κρεβάτι μου. Μετά πήγα λίγο στο δωμάτιο της θειας μου. << Τι θα φορέσεις θεια μου?>> την ρώτησα Εκείνη μου έδειξε ένα μαύρο φόρεμα μέχρι το γόνατο και από πάνω μια χρυσή εσάρπα. <<Πολύ ωραίο !>> <<Αλήθεια?>> << Ε ναι!>> Κοίταξα το ρολόι μου και είδα ότι είχε πάει ειδή οχτώ. Δεν θα προλάβαινα. Κατευθύνθηκα στο δωμάτιο μου και κάθισα να κάνω τα μαλλιά μου. Τα ίσιωσα και τα έπιασα σε μια ψιλή σφιχτή κοτσίδα. Και την κοτσίδα την έκανα μπούκλες. Ίσιωσα και την φράντζα μου και τα μαλλιά μου ήταν έτοιμα. Μετά πηρά το φόρεμα και ντύθηκα . Θα με έβαφε η Ρόζαλι που σπούδαζε αισθητικός και από ότι είχα δει το μακιγιάζ ήταν πάντα άψογο. Έτσι κατέβηκα κάτω στο σαλόνι να την περιμένω να έρθει μαζί με τον Εμμετ. Άνοιξα την τηλεόραση να χαζέψω λιγάκι, μέχρι να περάσει η ώρα. Σε λίγο κατέβηκε και η θεια μου που ήταν ήδη έτοιμη. <<Λοιπόν Μπέλλα πως σου φαίνομαι?>> ρώτησε. Εγώ γύρισα και όταν την είδα είχα μείνει άναυδη. Ήταν τόσο περιποιημένη. Λίγες φορές την είχα δει έτσι. Δηλαδή τις περισσότερες φορές την έβλεπα με μια ποδιά και τα μαλλιά της σε μια ατημέλητη κοτσίδα. Καμία σχέση με αυτό που έβλεπα τώρα. Το μαύρο φόρεμα που φαινόταν τόσο απλό πάνω στην κρεμάστρα, πάνω της ήταν σαν ένα στολίδι. Το καρέ της μαλλιά ήταν τόσο όμορφα χτενισμένα , δεν πετούσε ούτε μια τρίχα. Και να μην μιλήσω για το βάψιμο. Μπορεί να ήταν λυτό ,σε γήινους τόνους αλλά ήταν πολύ ωραίο! <<Θεια μου λάμπεις!!!>>είπα και πήγα και την αγκάλιασα. <<Σοβαρά μιλάς τώρα?>> μου αρέσει που ρωτούσε κιόλας! Την αγριοκοίταξα. Μου απάντησε με ένα χαμόγελο. Άνοιξε η πόρτα και μπήκαν μέσα ο Εμμετ με την Ρόζαλι. Η Ρόζαλι ήταν πραγματικά πολύ όμορφη. Δεν είχα δει ποτέ τόσο όμορφο άνθρωπο (εκτός από τον Έντουαρτ). Φορούσε ένα μοβ φόρεμα με τον ένα ώμο έξω και τον άλλο με μανίκι. Όχι πολύ κοντό με χρυσή ραφή στο τελείωμα. Στο χέρι της φορούσε ενώ χοντρό χρυσό βραχιόλι από το όποιο κρεμόταν μια μοβ πέτρα Φορούσε και δυο υπέροχους χρυσούς κρίκους στα αυτιά της. Τα μαλλιά της τα είχε κάνει σγουρά. Της πήγαινε πολύ αυτό το χτένισμα που είχε κάνει. <<Γεια σου Μπέλλα, γεια σας κυρία Ρενέ.>> μας χαιρέτισε. << Ρόζαλι θα σε μαλώσω , σκέτο Ρενέ δεν είπαμε?>> <<Εντάξει. Γεια σου Ρενέ!>>> << Έτσι μπράβο!>> << Μπέλλα πάμε πάνω να σε βάψω?>> με ρώτησε. << Ναι πάμε>> Πήγαμε στο μπάνιο του δωματίου μου και εκείνη άνοιξε το βαλιτσάκι με τα καλλυντικά της, και άρχισε να μου βάζει make up. <<Κάνει κρύο έξω?>> την ρώτησα <<Όχι πολύ αλλά θα χρειαστείς κάτι για να φορέσεις πάνω από το φόρεμα σου , γιατί αν βγεις έτσι το πιθανότερο είναι να γίνεις παγάκι.>> <<Α . Εντάξει. Αχ είσαι πολύ όμορφη σήμερα.>> της είπα << Σε ευχάριστο πολύ, και ο αδερφός σου μου το είπε>> << Πως το έπαθε?>> <<Μην το λες, είναι πολύ γλυκός μαζί μου. Σου πάει κόντρα, αλλά ξέρεις ποσό σε αγαπάει?>> << Και εγώ τον αγαπώ>> <<Τέλος πάντων τη χρώμα σκιά θες να σου βάλω?>> ρώτησε καθώς τέλειωνε με το consiler. <<Κάτι σε μπλε>> Δεν μίλησε. Πηρέ την παλέτα με τις σκιές και άρχισε να βάφει τα μάτια μου. Μετά μου έβαλε μολυβί μάσκαρα, eyeliner, και τέλος μου έβαλε και κραγιόν, κόκκινο κραγιόν. Το φοβόμουν αυτό το χρώμα στα χείλη. Ήταν πολύ έντονο. <<Έτοιμη>> μου είπε Σηκώθηκα και κοιτάχτηκα στον καθρέπτη. Δεν είχα λόγια! Ήταν παρά πολύ ωραίο το αποτέλεσμα! Δεν με είχα ξαναδεί έτσι! Και το κόκκινο κραγιόν έδενε τόσο όμορφα με όλο το υπόλοιπο μακιγιάζ. << Σε ευχαριστώ πάρα πολύ καλή μου!>> είπα και την αγκάλιασα . << Τίποτα! Πάμε κάτω όμως γιατί πέρασε η ώρα και θα έρθουν οι άλλοι>> <<Πάμε>> Πριν να πάμε κάτω πήγα στο δωμάτιο μου φόρεσα τις γόβες μου, πηρά και την τσάντα και το γουνάκι μου και κατεβήκαμε κάτω. Μόλις κατεβήκαμε κάτω χτύπησε το κινητό μου. Κοίταξα το νούμερο . Ήταν ο Έντουαρτ. << Έλα αγαπούλα μου>> << Είστε έτοιμοι μωρό μου?>> << Ναι>> << Άντε βγείτε εμείς ήρθαμε>> << Βγαίνουμε>> Έκλεισα το τηλέφωνο μου και βγήκαμε έξω από το σπίτι. << Εγώ θα πάω με την Εσμέ και τον Κάρλαιλ >> είπε η θεία μου << Εμείς Έμμετ?>> ρώτησε η Ρόζαλι << Πάμε με τον Τζάσπερ και την Χάιντη.>> << Εγώ πάω με τον Έντουαρτ τότε>> είπα εγώ και προχώρησα προς το Volvo. Άνοιξα την πόρτα και μπήκα μέσα. Κοίταξα τον Έντουαρτ ο όποιος είχε παγώσει για λίγο. Δεν έδωσα σημασία, και χαιρέτισε την Άλις. << Γεια σου Άλις>> << Γεια σου!>> μου είπε χαρούμενη καθώς Έντουαρτ έβαζε μπρος την μηχανή. << Γεια σου νινί μου>> είπε γλυκά ο Έντουαρτ. Εγώ πήγα πιο κοντά του και τον φίλησα στο μάγουλο. <<Γεια σου!>> Μετά όταν φτάσαμε, και βγήκαμε από το αυτοκίνητο και μπήκαμε μέσα στο μαγαζί. Ήταν πανέμορφα. Τα χρώματα στους τοίχους ήταν τόσο ζεστά. Κεριά έκαναν την ατμόσφαιρα πιο γλυκιά και ελαφριά. Και παντού στον χώρο υπήρχε ένα άρωμα δεν καταλάβαινα τι ακριβώς ήταν πάντως ήταν πολύ τέλειο. Παντού υπήρχαν τραπέζια κάθε μεγέθους , με στρωμένα τα σερβίτσια και πάνω σε κάθε πιάτο είχε ένα κίτρινο τριαντάφυλλο δεμένο με μια καφέ κορδέλα. Όταν καθίσαμε στο τραπέζι, ήρθε ένας σερβιτόρος. <<Γεια σου Τόμ>> τον χαιρέτισε ο Έντουαρτ. <<Τι κάνεις?>> ρώτησε ο Τόμ << Μια χαρά, λοιπόν, πείτε τι θα πάρετε εγώ πρέπει να αρχίσω το πρόγραμμα. Μπέλλα θα έρθεις μαζί μου?>> << Ναι έρχομαι>> Εκείνος σηκώθηκε με έπιασε από το χέρι με πήγαμε προς το πιάνο. Καθώς πηγαίναμε μου ψιθύρισε στο αυτί : << Είσαι πανέμορφη απόψε>> Ένιωθα τα μαγούλα μου να κατακοκκινίζουν. <<Σε ευχαριστώ ψυχή μου>> Πήγαμε και καθίσαμε στο πιάνο. Ο Έντουαρτ άρχισε να παίζει. Ένιωθα τόσο όμορφα όταν έπαιζε σαν να ταξίδευα μακριά. Τον κοιτούσα και ένιωθα το πάθος που είχε για την μουσική για αυτό που έκανε . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Σαβ 20 Νοε 2010 - 9:40
Συνεχεία 15ου κεφαλαίου ΜΠΕΛΛΑ Μόλις τέλειωσε το πρώτο τραγούδι τον φίλησα απαλά . << Μωρό μου πάω να καθίσω λίγο και με τους άλλους καλά?>> του είπα <<Εντάξει αγάπη μου >> Πήγα και κάθισα στο τραπέζι μας, μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά. <<Λοιπόν τι κάνετε?>> τους ρώτησα και πιάσαμε κουβέντα. Καθώς μιλούσαμε παρατήρησα ότι μια κοπέλα με βαθύ ντεκολτέ είχε σκύψει στον ώμο του Έντουαρτ και κάτι του έλεγε. Και πλησίαζε όλο και πολύ στο πρόσωπο του. Πηρά ανάποδες. Σηκώθηκα νευριασμένα από το τραπέζι κι πήγα προς το πιάνο. Πριν προλάβει να αντιδράσει ο Έντουαρτ , τον φίλησα δυνατά. Η άλλη μόλις το είδε αυτό ξεκουμπίστηκε. <<Τι ήταν αυτό, τώρα?>> ρώτησε ο Έντουαρτ << Πες μου τώρα ότι δεν το πρόσεξες ότι στην έπεφτε!>> είπα και σταύρωσα τα χεριά στα στήθος μου. << Έλα τώρα μωρό μου, σιγά μην μου την έπεφτε. . .>> << Ω ναι σου την έπεφτε>> << Ούτε που το παρατήρησα . Αγάπη μου από τότε που σε γνώρισα έχω μάτια μόνο για σένα για καμία άλλη, σαν να μην υπάρχουν άλλες γυναίκες στον κόσμο.>> είπε και χάιδεψε το μάγουλο μου. << Αλήθεια λες? Γιατί εγώ να ξέρεις ζήλεψα.>> << Σου έχω ξαναπεί πολλές φορές ψέματα καρδούλα μου? Ώστε ζήλεψες ε?>> << Ναι ζήλεψα, που το βρίσκεις το παράξενο ?>> Δεν απάντησε μου χάρισε μόνο ένα τρυφερό χαμόγελο και κοίταξε το ρολόι του. << Κοιτά τι ώρα είναι, σε λίγο θα αλλάξει ο χρόνος>> << Δεν θα έρθεις καθόλου κάτω στο τραπέζι?>> << Φυσικά και θα έρθω πρέπει να έρθει ο Μάικ να με αλλάξει.>> κοίταξε λίγο πάνω από τον ώμο μου << α νατος έρχεται>> είπε και σηκώθηκε και έσφιξε το χέρι στο παιδί που μόλις είχε έρθει. << Μάικ από εδώ η Μπέλλα η κοπέλα μου>> << Χαίρομαι που σε γνωρίζω Μπέλλα. Δεν μπορείς να φανταστείς πόση ώρα μας μιλάει για σένα όταν έρχεται>> << Αλήθεια ?>> ρώτησα και κοίταξα τον Έντουαρτ ο όποιος έκανε τον αδιάφορο και κοιτούσε δεξιά και αριστερά. << Ναι! Συγγνώμη πρέπει να αρχίσω τα λέμε αργότερα!>> είπε και πήγε στο πιάνο. Καθίσαμε στο τραπέζι μας και περιμέναμε με αγωνία την αλλαγή του χρόνου.. Όταν άρχισε η αντιστροφή μέτρηση το μόνο έβλεπα ήταν ο Έντουαρτ. Είχαμε αγκαλιαστεί και κοιτιόμασταν στα μάτια. Και . . . 5,4,3,2,1 . . . Φιληθήκαμε παθιασμένα, όπως την πρώτη φορά, τα χείλη μας κινούνταν συγχρονισμένα, και οι γλώσσες μας χόρευαν. Η αναπνοή μας είχε γίνει τόσο γρήγορη, που όταν σταμάτησε αυτό το φιλί, ήμασταν σχεδόν λαχανιασμένοι. Μετά ταξίδευα από αγκαλιά σε αγκαλιά. Γύρω μου παντού ακούγονταν δυο μοναδικές λέξεις <<Χρόνια Πολλά!>> Η ατμόσφαιρα ήταν μαγική. Ήταν καταπληκτικά όλα τόσο όμορφα και αγνά, χαρούμενα και ξέγνοιαστα. Τότε μια σερβιτόρα έφερε μια σαμπάνια και την έδωσε στον Καρλάιλ. Εκείνος την κούνησε λίγο και μετά την άνοιξε και άρχισε να βάζει στα ποτήρια μας. Όλοι ήπιαμε από μια γουλιά. Και πραγματικά ήταν πολύ ωραία! Ύστερα ανταλλάξαμε τα δώρα μας. Ήρθε η Εσμέ και μου έδωσε ένα ασημί σακουλάκι. << Αυτό είναι από μένα και τον Καρλάιλ.>> << Δεν έπρεπε ! Ευχαριστώ πολύ!>> της ειπώ Μετά έδωσα το δικό μου δώρο στην Ρενέ και στην Ροζαλι. Τους είχα πάρει από μια Κολωνία. Τελευταίος από όλους ήρθε ο Έντουαρτ. Με ένα κουτάκι. << Για σένα μωράκι μου. Τον φίλησα στο μάγουλο, και άνοιξα το κουτάκι. Ήταν μια υπέροχη, κόκκινη καρδούλα για τον λαιμό. <<Αγάπη μου είναι τέλειο!>> ειπώ και τη φόρεσα αμέσως. Ο Μαικ άρχισε να παίζει ένα απαλό κομμάτι και όλα τα ζευγάρια πήγαν στην πιστά να χορέψουν. << Μπελλα πάμε?>> με ρώτησε ο Εντουαρτ. << Δεν με έχεις δει να χορεύω , αστό καλυτέρα>> << Αααα μα έλα τώρα. Σε παρακαλώ? Για χάρη μου?>> είπε ναζιάρικα Εγώ γύρισα και είπα στην Εσμέ << Μα πώς να του αρνηθείς?>> και μετά πήγα μαζί του στην πιστά. Εκείνος με έπιασε από την μέση και αρχίσαμε να στροβιλιζόμαστε στον ρυθμό της μουσικής. << Μ αγαπάς?>> ρώτησε ψιθυριστά <<Σε Αγαπώ μωράκι μου. Όμως κοιτά την Αλις. Είναι έτοιμη να κλάψει.>> του είπα. Και τότε η Αλις σηκώθηκε και με κλάματα πηγε προς το μπάνιο. << Πάω μαζί της. Έρχομαι κάλε μου.>> είπα και τον άφησα και έτρεξα στο μπάνιο. Άνοιξε την πόρτα του μπάνιου και βρήκα την Αλις να κλαίει πάνω από τον νιπτήρα. << Καλή μου γιατί κλαις ?>> την ρώτησα και πήγα και την αγκάλιασα <<Γιατί τώρα θα ήμουν με τον Μάρκο, αν δεν ήταν αυτή . . .>> << Έλα βρε αγάπη μου, χίλιες φορές δεν τα είπαμε αυτά. Δεν θέλω να κλαις για αυτόν τον ηλίθιο!>> Εκείνη την στιγμή μπήκαν μέσα η Ροζαλι με την Χαιντη. << Τι έγινε γλυκούλα μου?>> ρώτησε η Χαιντη <<Πες μου ότι κλαις πάλι για τον Μάρκο?>> ρώτησε η Ροζαλι. << Μα κορίτσια->> <<Δεν έχει μα Αλις >> είπα << ξέχασε τον. Σε πλήγωσε, μπορεί και να είχες χάσει την ζωή σου για αυτόν. Ξέχασε τον!>> την διέκοψα << Καλά στα λέει, η Μπελλα, κοριτσάκι μου. Γιατί να ταλαιπωρείς τον εαυτό σου έτσι?>> είπε η Χαιντη. << Έλα σκουπίσου λιγάκι και πάμε μέσα. Είναι πρωτοχρονιά, καλή μου, ζήσε λίγο, φλέρταρε, κάνε μια νέα αρχή!>> της είπε η Ροζαλι. Την πήραμε και πήγαμε μέσα. Το τραγούδι είχε τελειώσει. Και όλοι κάθονταν στα τραπέζια τους. Κάθισα διπλά στο μωράκι μου και το έπνιξα στα φιλάκια. Σκεφτόμουν την Χαιντη. Πρώτη φορά είχε κάνει τόσο αισθητή την παρουσία της. Άλλες φορές δεν μιλούσε ήταν κολλημένη στον Τζασπερ , ήταν πολύ ψυχρή και γενικά δεν την συμπαθούσα και πολύ. Αργότερα γυρίσαμε σπίτι. Η Ρενέ πήγε στο δωμάτιο της και εγώ με τον Εντουαρτ πήγαμε στο δωμάτιο μου. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να πετάξω από τα πόδια μου αυτές τις γόβες που με είχαν πεθάνει.. << Αγαπουλινι μου θα κοιμηθείς μαζί μου σήμερα ναι?>> << Ναι ψυχή μου.>> Πήγα στο μπάνιο και έβγαλα το φόρεμα και φόρεσα ένα εσώρουχο, που είχα πάρει προχθές. Ήταν λιγάκι προκλητικό αλλά δεν είχε σημασία. Βγήκα και πήγα κοντά στον Εντουαρτ. Ο όποιος είχε μείνει κοκαλωμένος στην θέση του για λίγο. Μόλις με είδε. << Σου αρέσει?>> ρώτησα <<Ότι και να φορέσεις χάνει την ομορφιά του πανό σου, αφού είσαι πιο όμορφη από οτιδήποτε σε όλη την γη>> Δεν του απάντησα, άρχισα να τον φιλά στον λαιμό του, και ταυτόχρονα, του ξεκούμπωνα το πουκάμισο. Και εκείνος άρχισε να με φίλιοι γλυκά σε όλο μου το κορμί. Εκεί άρχισε ένα από τα αγαπημένα κομμάτια της ζωής μου . . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Παρ 26 Νοε 2010 - 19:24
Κεφάλαιο 16ο ΜΠΕΛΛΑ Είχα έναν ήρεμο ύπνο. Ξεκούραστο. Φυσικά πώς να μην έχεις έναν ωραίο ύπνο όταν κοιμάσαι στην αγκαλιά του Εντουαρτ? Όταν ξύπνησα δεν άνοιξα τα μάτια μου. Άπλωσα το χέρι μου και έψαξα για τον Εντουαρτ, που παρεμπιπτόντως δεν ήταν πουθενά. Άνοιξα τα μάτια μου και κοίταξα γύρω μου μα και πάλι δεν ήταν πουθενά. Γιατί έφυγε χωρίς να μεν ξυπνήσει? Νευρίασα. Σηκώθηκα με νεύρο από το κρεβάτι και πήγα στο μπάνιο να πλύνω λίγο το πρόσωπο μου. Μπήκα στο μπάνιο κοίταξα στον καθρέπτη και αμέσως ξέχασα τον θυμό μου. Πάνω στον καθρέπτη μου ήταν γραμμένο με το κραγιόν μου: Καλημέρα καρδούλα μου! Αχ τι καλουλης που ήταν ! Πλησίασα στον νιπτήρα και βρήκα ένα χαρτί διπλωμένο στα δυο. Το άνοιξα και διάβασα τις λέξεις. <<Σαγαπαω πολύ πολύ! >> έγραφε και διπλά είχε μια καρδούλας που μέσα έγραφε Εντουαρτ. Δάκρυα χαράς άρχισαν να κυλούν στα μαγούλα μου. Ποσό είχα συγκινηθεί! Δεν μπορούσε όλο αυτό να είναι πραγματικότητα . Ήταν ένα παραδεισένιο όνειρο! Ένα χαμόγελο είχε απλωθεί στο πρόσωπο μου. Ήμουν τόσο χαρούμενη!!! Κατέβηκα κάτω σχεδόν χοροπηδώντας. Πήγα στην κουζίνα και αμέσως αγκάλισα σα την Ρενέ. << Αγάπη μου γιατί είσαι τόσο χαρούμενη?>> ρώτησε γεμάτη απορία <<Γιατί είμαι ερωτευμένη!!!>> Εκείνη μου χαμογέλασε και μου έδωσε ένα γλυκό φιλί στο μάγουλο μου. Και μετά άφησε ένα αναστεναγμό. <<Τι έγινε τώρα?>> την ρώτησα << Σκέπτομαι πως θα σας αφήσω . . . πως θα φύγω>> Το είχα ξεχάσει εντελώς ότι σήμερα έφευγε. << Μη μου στεναχώριεστε βρε θεια μου!>> << Προσπαθώ καλή μου. Ποσό πολύ θα μου λείψετε!>> είπε και δάκρυσε . <<Ο έλα τώρα μην κλαις! Θα με πάρουν και μένα τα ζουμιά!>> Σκούπισε τα μάτια της και με αγκάλιασε σφιχτά. << Ο Εμμετ γύρισε?>> ρώτησα << Ναι κοιμάται->> << Δεν κοιμάμαι >> είπε ο Εμμετ και μπήκε μέσα στην κουζίνα. Κάθισε στο τραπέζι και άρπαξε ένα από τα κρουασάν που υπήρχαν στην πιατέλα και άρχισε να το καταβροχθίζει. Εγώ έφυγα από την κουζίνα και πήγα στο σαλόνι άνοιξα την τηλεόραση και βολεύτηκα στον καναπέ. Μετά πηρά τηλέφωνο τον Εντουαρτ. << Έλα μπουμπουκάκι μου!>> μου είπε << Καλημέρα! Τι όμορφο σχέδιο στον καθρευτακο μου αγάπη μου!>> << Σου άρεσε ε?>> << Φυσικά και μου άρεσε! Δεν μου λες γιατί έφυγες και δεν με ξύπνησες?>> << Μωράκι μου κοιμόσουν τόσο όμορφα δεν ήθελα να σε ξυπνήσω . . .>> << Καλά δεν πειράζει!>> << Τι θα κάνουμε σήμερα?>> << Ψυχούλα μου σήμερα φεύγει η Ρενέ και θα μείνω μαζί της.>> << Καλά κουκλίτσα μου. Άμα είναι θα σε πάρω αργότερα!>> << Σαγαπω>> << Εγώ σε αγαπώ περισσότερο!>> << Φιλάκια τσουρεκάκι μου!>> Την υπόλοιπη μέρα, βοήθησα την Ρενέ να μαγειρέψουμε , να συμμαζέψουμε στο σπίτι και να φτιάξει τις βαλίτσες της. . . Το αεροπλάνο της έφευγε στις πέντε το πρωί και εμείς έπρεπε να είμαστε εκεί δυο ώρες πιο νωρίς δηλαδή στις τρεις. Πράγμα που σήμαινε ότι έπρεπε να σηκωθώ στις δυο, να πιω καφέ για ανοίξει το μάτι μου, πράγμα που σήμαινε ότι έπρεπε να κοιμηθώ νωρίς. Το απογευματάκι πήγαμε με τον Εντουαρτ μια βόλτα στο πάρκο που δώσαμε το πρώτο μας φιλί. Καθίσαμε αγκαλιασμένοι και φιλιόμασταν παθιασμένα. Ο άνεμος περνούσε σφυρίζοντας γύρω μας, και τα ξερά φυλά χόρευαν σε ένα ρομαντικό ξέφρενο χορό. Το τοπίο ήταν μαγικό. Τα χείλη του ήταν απαλά και ζεστά στα δικά μου. Είχα περάσει το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά του και εκείνος με τραβούσε όλο και πιο κοντά του. Ένιωθα πάνω στο στήθος μου τους χτύπους της καρδίας του. Εισέπνεα το υπέροχο άρωμα του σε τόσο μεγάλη ποσότητα που με έκανε να ζαλίζομαι. Όμως όσο και να χαραζόμουν που ήμασταν μαζί, όσο και να τον ήθελα , δεν μπορούσα να σκύτο τύπου άλλο παρά την απουσία της Ρενέ και αυτό με έκανε να στεναχωρούμαι . Όλη αυτή η στενοχώρια έβγαινε συνεχώς προς τα έξω μου. Στην έκφραση μου, στις κινήσεις μου σε όλα. Και έτσι δεν μπορούσα να του κρυφτώ. << Αγάπη μου γλυκιά τι είναι? γιατί είσαι στενοχωρημένη, ψυχούλα μου?>> ρώτησε και με πηρέ στα γόνατα του και με αγκάλιασε σφιχτά. << Τίποτα βρε >> είπα και η υγρασία ξεχείλισε από τα μάτια μου << Κοριτσάκι μου γλυκό, μην μου λες τίποτα, γιατί κλαις?>> << Δεν θέλω να φύγει η Ρενέ . . .>> είπα και κρύφτηκα στο στήθος του. Άρχισα να μετρώ τους χτύπους της καρδίας του. Αυτό με έκανε να ηρεμίσω κάπως. << Μωράκι μου δεν θέλω να σε βλέπω να κλαις. Έλα μην μου στεναχώριεστε. Πρέπει καρδούλα μου να φύγει. Τι θα κάνει ο θειος σου μονός του ε? Μου λες?>> και με φίλησε στο μέτωπο. << Και εγώ πως θα μείνω μόνη μου στο σπίτι . . . δεν θέλω . . .>> << Δεν θα μείνεις μόνη σου στο σπίτι. Είναι και ο Εμμετ, και σε λίγο λουλουδάκι μου θα μείνουμε μαζί δεν είπαμε? Άντε μην κλαις άλλο χαζούλα μου.>> Σκούπισα τα μάτια μου με τα χεριά μου και τον φίλησα άλλη μια φορά φοβισμένα. Μετά από λίγο με πηρέ από το χέρι και γυρίσαμε σπίτι μου. Με άφησε στην πόρτα και έφυγε. Μπήκα μέσα. Και είδα στον καναπέ τον Εμμετ με την Ροζαλι να φίλιουνται. Η Ροζαλι άνοιξε τα μάτια της και κοίταξε προς το μέρος μου και μετά έσπρωξε λιγάκι τον Εμμετ. << Γεια σου Μπελλα!>> είπε και ήρθε και με αγκάλιασε. << Γεια σου γλυκιά μου! Με συγχωρείτε ε πάω πάνω>> << Άντε γεια τότε>> είπε ο Εμμετ και τράβηξε την Ροζαλι ξανά στην αγκαλιά του. Ανέβηκα την σκάλα με γρήγορα βήματα πήγα στο μπάνιο. Άφησα τα ρούχα μου και μπήκα στην μπανιερά. Δεν στέγνωσα τα μαλλιά μου , απλά τα σκούπισα με μια πετσέτα. Φόρεσα το πιο άνετο τζιν που είχα , και την άσπρη μου φούτερ. Πήρα το μαξιλάρι μου και την ζακετούλα του αγκαλιά και ξάπλωσα , στο καναπεδάκι διπλά στο παράθυρο μου . Έκλεισα τα μάτια μου. Αισθανόμουν κουρασμένη. Όχι το σωματικά, αλλά ψυχικά. Δεν ήθελα να φύγει η Θεια μου. Την είχα συνηθίσει τόσο καιρό. Την ήθελα διπλά μου, δεν ένιωθα δυνατή μακριά της . .. Τέλος πάντων . . Προσπάθησα να μην σκάφτομαι τίποτα και σιγά το μυαλό μου άρχιζε να αδειάζει από σκέψεις και τελικά κοιμήθηκα.
<< Μπέλλα καλό μου ξύπνα >> είπε η θεια μου και με σκούντηξε απαλά. Εγώ τεντώθηκα και σηκώθηκα όρθια και πήγα κατευθείαν στο μπάνιο και έπλυνα το πρόσωπο μου. Πήγα σο δωμάτιο του Εμμετ ο όποιος κοιμόταν του κάλου καιρού ( τι περίεργο!) Σιγά σιγά στις μύτες των ποδιών μου πήγα άρπαξα ένα μαξιλάρι και του το πέταξα πάνω του. Εκείνος μόνο που δεν έφτασε το ταβάνι από την τρομάρα του. << Πας καλά?>> ρώτησε και άρχισε να με κυνηγάει μέσα στο σπίτι. Τελικά όπως είναι φυσικό σκόνταψα και με έπιασε και άρχισε να με γαργαλάει . Γελούσα τόσο δυνατά , που άρχισε να με πονάει η κοιλιά μου. Ύστερα κατεβήκαμε κάτω και ήπιαμε στα γρήγορα ένα φραπέ. Λίγο αργότερα ήρθε το ταξί που είχε καλέσει η θεια μου για να μας πάει στο αεροδρόμιο. Φτάσαμε στο αεροδρόμιο και η θεια μου πήγε για τα εισιτήρια για Ελλάδα. Εγώ με τον Εμμετ καθίσαμε σε μια σειρά από καθίσματα που είχε εκεί. Δίπλα μου ήταν ένα παιδί , φαινόταν στενοχωρημένο. Δεν έδωσα παραπάνω σημασία κοίταξα κάπου άλλου. Εντελώς τυχαία το μάτι μου έπεσε πάνω στο όνομα που είχε η βαλίτσα του παιδιού. Το ήξερα αυτό το όνομα αλλά αποκλείετε να ήταν αυτός που νόμιζα. Και όμως έμενα μου είχαν μπει υποψίες. Κοίταξα καλυτέρα τον νεαρό διπλά μου και επικεντρώθηκα στο πρόσωπο του. Και τότε σιγουρεύτηκα ότι ήταν εκείνος . . . << Τζεικομπ?>> . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Κυρ 5 Δεκ 2010 - 16:01
Κεφάλαιο 17ο ΜΠΕΛΛΑ Με τον Τζεικομπ ήμασταν χρόνια φίλοι. Μου είχε συμπαρασταθεί τόσο πολύ όταν είχε γίνει το ατύχημα με τους γονείς μου. Ήμασταν όχι απλά φίλοι ήμασταν κολλητοί. Όταν έφυγα απ την Ελλάδα και ήρθα εδώ, σταματήσαμε να επικοινωνούμε και χαθήκαμε. Και τώρα μετά από ποσά χρόνια τον ξανά είδα. Εκείνος σήκωσε το κεφάλι του και με κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα. << Μπελλα εσύ είσαι?>> << Φυσικά και είμαι εγώ>> του είπα και τον αγκάλιασα << Πο πο πόσο καιρό έχω να σε δω ?>> << Εμμετ κοιτά ποιον βρήκα>> είπα στον αδελφό μου Χαιρετήθηκαν και μεταξύ τους. Και μετά << Καλά πόσο έχεις αλλάξει>> είπε ο Τζεικομπ << Κοιτά ποιος μιλάει! Που πήγαν τα μαλλιά σου?>> << Ε κουρευτικά για τον στρατό και μετά το κράτησα το κούρεμα>> Τότε ήρθε η Ρενέ. << Μπελλα καλή μου σε ένα τέταρτο φεύγει το αεροπλάνο πρέπει να φύγω. Ποιο είναι το παιδί?>> << Θεια ο Τζεικομπ είναι, δεν τον θυμάσαι?>> << Αλήθεια?, Καλά αγόρι μου έχεις γίνει άλλος άνθρωπος!>> << Αλλάζουν οι άνθρωποι κυρία Ρενέ, τι να κάνουμε>> είπε εκείνος Η Ρενέ χαμογέλασε. Τότε ακούστηκε από το μεγάφωνο: Παρακαλούνται οι επιβάτες για πτήση 401 προς Ελλάδα , να εισέλθουν στο αεροσκαφος
<< Πρέπει να πηγαίνω καλά μου>> μας είπε η Ρενέ Εγώ και ο Εμμετ σηκωθήκαμε ταυτόχρονα. << Έρχομαι και εγώ μαζί σας >> έπε ο Τζεικομπ Πήγαμε όλοι μαζί προς τον διάδρομο που οδηγούσε στο αεροπλάνο της Ρενέ. Αγκάλιασα την θεια μου σφιχτά και άφησα τα δάκρυα μου να κυλήσουν << Μην κλαις αγάπη μου , άντε>> Μετά την αγκάλιασε και ο Εμμετ. << Να προσέχετε, ναι?>> << Εντάξει, θεια>> είπε ο Εμμετ και με πήρε αγκαλιά . Εκείνη προχώρησε για να φύγει. <<Σ’ αγαπάμε!>> της φώναξα καθώς έφευγε. Δεν είχα ξεσπάσει τόση ώρα λόγο του Τζεικομπ, αλλά τώρα μου βγήκε όλη εκείνη η συναισθηματική φόρτιση. Φοβόμουν τόσο πολύ. Είχα τόσο μεγάλη φοβία με τα αεροπλάνα, δεν ήθελα να πάθει κάτι η θεια μου. Μέχρι να έφτανε στο σπίτι και να με έπαιρνε τηλέφωνο να μου πει πως έφτασε, δεν θα ηρεμούσα.
Άκουσα το τηλέφωνο μου να χτυπάει, και πετάχτηκα όρθια από το κρεβάτι. Το κοίταξα να δω ποιος είναι. Ήταν ο Εντουαρτ. Το σήκωσα αμέσως. <<Τι έγινε ?>> << Τίποτα κάρδια μου εσύ δεν μου είπες να σε ξυπνήσω να πας στην δουλεία?>> << Αχ ναι συγγνώμη αγαπούλα μου, το ξέχασα>> << Εντάξει είσαι τώρα?>> << Ναι γιατί?>> << Γιατί χθες ήσουν χάλια ρε μωρό μου.>> << Ααα ναι βρε εντάξει είμαι.>> << Η θεια σου έφτασε?>> << Δεν με έχει πάρει ακόμα τηλέφωνο άρα όχι>> <<Εντάξει ομορφιά μου σε αφήνω να ετοιμαστείς να πας στην δουλίτσα>> << Μόλις σχολάσω καρδιά μου να έρθω σπίτι σου?>> << Φυσικά τι με ρωτάς βρε χαζούλη?>> << Άντε φιλάκια>> του είπα και έκλεισα το τηλέφωνο. Άνοιξα την ντουλάπα μου και πήρα τα ρούχα μου. Πήγα στο μπάνιο έκανα ένα ντουζ, και ντύθηκα. Λίγο πριν να φύγω άκουσα το σταθερό να χτυπάει, έτρεξα και το σήκωσα ήταν η Ρενέ, που επιτέλους έφτασε , και εγώ ηρέμισα. Όταν έφτασα στο μαγαζί, ο κύριος Τσάρλι ήταν ήδη εκεί. << Καλημέρα κύριε Τσάρλι! Χρόνια Πολλά!>> <<Καλή Χρόνια Μπελλα!>> << Πως τα περάσατε στις γιορτές?>> << Μια χαρά εσύ?>> << Υπέροχα!!!>> Τότε μπήκε μέσα μια κοπέλα. Την πλησίασα ευγενικά και την ρώτησα. << Σε τι μπορώ να σε εξυπηρετήσω?>> << Θα ήθελα ένα τετράδιο εκθέσεων>> Σήμερα είχε πολύ κόσμο, δεν τους προλάβαινα. Στις τρεις σχόλασα κλείδωσα την πόρτα του μαγαζιού, και ξεκίνησα για το σπίτι του Έντουαρτ. Αισθανόμουν κουρασμένη , νύσταζα και ζαλιζόμουν λιγάκι Χτύπησα διακριτικά την πόρτα και περίμενα. Τότε μου άνοιξε, η Εσμέ. << Γεια σου γλυκια μου!>> ειπε και με αγκαλιασε << Γεια σας, ο Εντουαρτ πάνω είναι?>> << Πάνω είναι σε περιμένει>> << Τότε να πηγαίνω, μην περιμένει άλλο>> << Πήγαινε, πήγαινε>> Προχώρησα μέσα, και ανέβηκα την τεραστία σκάλα που οδηγούσε στο δωμάτιο του. Άνοιξα λίγο την πόρτα, του δωματίου του και ρώτησα: << Να περάσω μέσα κύριε Καλλεν?>> << Να περάσετε μέσα κυρία Σουαν>> απάντησε και ήρθε και με τράβηξε μέσα και με φίλησε γλυκά. << Τι κάνει το κοριτσάκι μου?>> ρωτησε. << Το κοριτσάκι σου είναι κουρασμένο . . .>> παραπονέθηκα και χασμουρήθηκα. Έβαλε το πρόσωπο μου στα χέρια του και με κόλλησε τα χείλη του πάνω στα δικά μου. << Κάθισε>> μου είπε Εγώ πήγα κάθισα διπλά στην τζαμαρία , που ήταν ακριβώς διπλά στο πιάνο. Εκεινος ηρθε και κάθισε δίπλα μου <<Λοιπόν στο αεροδρόμιο συνάντησα έναν παλιό φίλο μου!>> << Ποιον?>> << Τον Τζεικομπ! Ήμασταν κολλητοί από το γυμνάσιο, και μετά όταν ήρθα εδώ χαθήκαμε, και χθες τον ξαναείδα! Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο χάρηκα!>> είπα << Ωραία!>> είπε ανέκφραστος. << Σε πειράζει το απόγευμα να βγει μαζί μας?>> << Όχι δεν μ επειραζει <<Δεν έχει κανέναν εδώ και. . . >> << Και . . .?>> << Μου είπε ότι πρόσφατα χώρισε >> είπα και αφήνοντας ένα υπονοούμενο. <<Και που κολλάει αυτό?>> δεν καταλάβαινε τι του έλεγα. << Μπορεί να έρθει και η Αλις μαζί μας!>> είπα και του έκλεισα το μάτι. <<Περίμενε. Εννοείς η Αλις με τον πως τον είπες . . Τζεικομπ, να. . .?>> << Ναι. Δεν είναι καλή ιδέα?>> << Εντάξει, αν μπορέσει η Αλις να έρθει>> << Θα μπορέσει>> είπα και σηκώθηκα από το πάτωμα και πήγα και στάθηκα μπροστά από τον μεγάλο καθρέφτη και κοίταξα τον εαυτό μου. << Δεν νομίζεις ότι πρέπει να κάνω κάτι με τα μαλλιά και ντύσιμο μου?>> ρώτησα Εκείνος ήρθε και πριν καταλάβω καλά καλά πως το έκανε, με είχε σήκωσε στα χέρια του , έκανε μια σβούρα και με άφησε κάτω. <<Όχι μου αρέσεις έτσι όπως είσαι πριγκηπέσα μου!>> Τότε ζαλίστηκα έντονα, τα πάντα σκοτείνιασαν γύρω μου και ένιωσα να χάνομαι . . .
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Σαβ 18 Δεκ 2010 - 15:10
Κεφάλαιο 18ο ΜΠΕΛΛΑ Τότε ζαλίστηκα έντονα, τα πάντα σκοτείνιασαν γύρω μου και εγώ ένιωσα να χάνομαι . . . Ένιωθα λες και βρισκόμουν μέσα σε νερό και κάτι με τραβούσε προς τα κάτω . . . Ξαφνικά όμως μια φωνή. . .<<Μπέλλα!>> Η φωνή του Έντουαρτ. . . Προσπάθησα να την ακολουθήσω και τελικά βγήκα στην επιφάνεια. . . Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου μερικές φορές, και κοίταξα γύρω μου. Το πρώτο πράγμα που είδα ήταν τα τρομαγμένα μάτια του Έντουαρτ ,και πριν συνιδειτοπηείσω τι είχε γίνει με πήρε και με έβαλε στην αγκαλιά του. << Αχ πόσο με τρόμαξες καρδιά μου!>> είπε Με έσφιγγε τόσο πολύ που νόμιζα ότι θα έσκαγα. << Μωρό μου μπορείς να σταματήσεις να με σφίγγεις?>> είπα κάπως αδύναμα Επιτέλους με άφησε και με φίλησε γλυκά στο πάνω μέρος το κεφαλιού μου. << Τι ήταν αυτό μου λες?>> ρώτησε <<Δεν ξέρω ειλικρινά. . .>> << Εκεί που σε είχα αγκαλιά ξαφνικά λιποθύμησες και μου έμεινες στα χέρια!>> Ανακάθισα στο κρεβάτι και κοίταξα τα χέρια μου. Είχα τύψεις για κάθε δευτερόλεπτο αγωνίας που είχε περάσει εξαιτίας μου. << Τι έγινε τώρα?>> << Συγνώμη>> του είπα << Για πιο πράγμα , ομορφιά μου , ζητάς συγνώμη? Επειδή λιποθύμησες?>> Δεν απάντησα. Εκείνος έβαλε το χέρι του απαλά πάνω στο πιγούνι μου, και σήκωσε το πρόσωπο μου έτσι ώστε να τον κοιτάω στα μάτια. << Είσαι το χαζούλα ώρες ώρες!>> είπε και χαμογέλασε φανερώνοντας μια κατάλευκη οδοντοστοιχία. << Πες μου πως νιώθεις>> είπε << Εντάξει είμαι, μια ζαλάδα ήταν >> << Μήπως θες να πάμε στο νοσοκομείο στον μπαμπά μου?>> << Όχι βέβαια! >> << Ναι αλλά σίγουρα θα υπάρχει κάποιος λόγος που έγινε αυτό Μπέλλα μου>> << Μάλλον αυτό έγινε επειδή δεν έχω φάει κάτι όλη την μέρα. Δεν είναι ανάγκη να πάμε στον νοσοκομείο!>> << Εντάξει. Θες να σου φτιάξω κάτι να φας?>> <<Μην μπαίνεις σε κόπο τώρα ρε μωρό μου>> << Ναι και να λιποθυμήσεις πάλι?>> είπε και σηκώθηκε από το κρεβάτι και βγήκε από δωμάτιο. Μετά από λίγο άκουσα ένα χτύπημα στην πόρτα και μέσα μπήκε ο Τζάσπερ. <<Μπέλλα είσαι εντάξει?>> << Ναι μια χαρά είμαι Τζάσπερ, σας τα πρόλαβε κάτω ο Έντουαρτ ε?>> << Ε ναι. Ανησύχησε πολύ>> είπε και ήρθε και κάθισε κοντά μου. Στριφογύρισα τα μάτια μου. << Αισθάνεσαι καλά?>> ρώτησε << Ναι είμαι εντάξει>> << Σίγουρα?>> << Εκείνος σε έβαλε να έρθεις , έτσι?>> << Η αλήθεια είναι πως ναι. Μου είπε να έρθω να σε προσέχω>> << Θα του τα πω μετά ένα χεράκι>> << Όχι μην το κάνεις αυτό >> << Ε?>> << Θα τραβάμε τα μαλλιά μας πάλι>> << Τι εννοείς ‘’πάλι’’?>> << Εννοώ πως όταν για παράδειγμα αργείς να σηκώσεις το κινητό ή όταν αργείς να έρθεις έχει τόση υπερένταση που ειλικρινά μας σπάει τα νεύρα !>> Εγώ έπνιξα ένα γελάκι. << Δεν είναι για γέλια η κατάσταση. Έπρεπε να δεις πως έκανε τώρα. Πήγαινε από εδώ κι από εκεί χωρίς να κάνει τίποτα. Ανησυχεί υπερβολικά πολύ. Αλλά μήπως έχει δίκιο?>> << Όχι>> απάντησα κοφτά << Δεν έχει κανένα λόγο για να ανησυχεί. Και ξέρεις πολύ καλά ότι δεν θα πλήγωνα τον αδερφό σου>> << Συγνώμη πάντως >> είπε λυπημένα <<Δεν πειράζει >> είπα και του έδειξα ένα άχαρο ψεύτικο χαμόγελο. << Πες του να έρθει και ας αφήσει την μαγειρική>> του είπα όταν έφευγε. Με πρόσβαλε αυτό που μου είπε ο Τζάσπερ. Λες και είχα δώσει δικαιώματα! Τέλος πάντων. Δεν θα έδινα σημασία. Καταλάβαινα ότι νοιαζόταν για τον Έντουαρτ. Σε λίγο ήρθε και Έντουαρτ με ένα δίσκο γεμάτο φαγητό. Τον οποίο δίσκο τον άφησε δίπλα μου. << Πως είσαι ψυχή μου?>> << Καλά είμαι. Δεν μου λες ποιος θα τα φάει όλα αυτά?>> << Διάλεξε κάτι. Δεν σου είπα να τα φας όλα>> Κοίταξα τον δίσκο. Είχε δυο κρουασάν, ένα μήλο, φρυγανιές ,μέλι, βούτυρο και ένα ποτήρι με χυμό πορτοκαλί. Η αλήθεια ήταν ότι πεινούσα σαν λύκος και δεν ήθελα να ξανά λιποθυμήσω. Τελικά κατέληξα στον χυμό και σε ένα κρουασάν. Μόλις τελείωσα έσπρωξα τον δίσκο μακριά μου και έκανα να σηκωθώ αλλά. . . << Τι κάνεις εκεί?>> με σταμάτησε ο Έντουαρτ << Έρχομαι δίπλα σου>> είπα με απορία Σήκωσε το ένα το φρύδι. << Που το βρίσκεις το παράξενο?>> << Μπέλλα καλύτερα να ξαπλώσεις λιγάκι>> << Έντουαρτ δεν είμαι άρρωστη, μια ζαλάδα ήταν->> και με διέκοψε << Ναι αλλά εγώ ανησυχώ, και επειδή δεν θέλω να γίνει ξανά ότι έγινε πριν ,θα μου κάνεις την χάρη να ξαπλώσεις?>> Τον αγριοκοίταξα και ξάπλωσα. Εκείνος κάθισε στο πιάνο και άρχιζε να παίζει ένα τραγούδι που έμοιαζε με νανούρισμα, ήταν γλυκό και τρυφερό. << Σ΄ αρέσει?>> με ρώτησε Έκλεισα τα μάτια μου και άκουσα για λίγα δευτερόλεπτα ακόμα την υπέροχη μουσική. << Ααααχχχ είναι πολύ όμορφο >> αναστέναξα << Μέρες τώρα το δουλεύω>> << Εσύ το έγραψες?>> Μου έγνεψε καταφατικά << Για εσένα το έγραψα καρδούλα μου>> καθώς έπαιζε τις τελευταίες νότες του κομματιού. Είχα μείνει με το στόμα ανοιχτό. Τι γλυκός που ήταν! < Ναι αλλά τώρα εγώ θέλω να σε πάρω αγκαλίτσα! Να σηκωθώ?>> του είπα ναζιάρικα << Όχι γιατί έρχομαι εγώ>> μου χαμογέλασε πλατιά. Σηκώθηκε και ήρθε και ξάπλωσε δίπλα μου. Εγώ χώθηκα στην γλυκιά του αγκαλιά. << Μ΄ αγαπάς?>> ρώτησα << Πιο πολύ και από την ζωή μου >> είπε και με φίλησε με πάθος. Χασμουρήθηκα και αποκοιμήθηκα στο ζεστό του άγγιγμα. . .
Άνοιξα αργά τα μάτια μου και είδα τα δικά του ζαφειρένια μάτια να με κοιτάζουν τρυφερά και στοργικά. Τον πλησίασα και κόλλησα τα χείλη μου απαλά πάνω στα δικά του, και πέρασα τα δάχτυλα μου μέσα από τα μαλλιά του. Η ανάσες μας γινόταν όλο και πιο γρήγορες, ο σφυγμός και τον δύο επιτάχυνε συνεχώς και όμως κανένας δεν ξεκολλούσε από τον άλλον. Τελικά εγκατέλειψα πρώτη. Εκείνος δεν άνοιξε τα μάτια του. Πέρασε τα χέρια του γύρω από την μέση μου, και με τα χείλη έψαξε τον λαιμό μου. Μετά άρχισε διαδρομές από τον λαιμό μου ως το πιγούνι μου και ξανά πίσω. Κάθε του άγγιγμα με έκανε να ανατριχιάζω ολόκληρη. Μούδιαζα σε κάθε του φιλί. << Πως είσαι?>> ρώτησε όταν σταμάτησε Εισέπνευσα το υπέροχο άρωμα που ανέδυε η λευκή σχεδόν διάφανη επιδερμίδα του. <<Είμαι υπέροχα!>> του απάντησα και του χαμογέλασα. << Δεν πιστεύω να ζαλίζεσαι? >> << Όχι βρε καρδούλα μου. Σταμάτα να ανησυχείς! Πάει πέρασε!>> <<Καλά>> Κοίταξα πάνω από τον ώμο του , έξω από το παράθυρο τον ουρανό. Είχε σκοτεινιάσει και φυσούσε. Ο αέρας έκανε τα δέντρα ,τριγύρω, να χορεύουν ρυθμικά. <<Τι ώρα είναι?>> ρώτησα στρέφοντας το βλέμμα μου πάλι στο πρόσωπο του. Κοίταξε το ρολόι του << Εφτά και μισή>> <<Τι θα κάνουμε τελικά, θα βγούμε?>> τον ρώτησα <<Αν το θέλεις εσύ ναι.>>
Αργότερα πήγαμε και πήραμε την Άλις από το κανάλι. Ο Έντουαρτ της τα πρόλαβε όσα έγιναν το μεσημέρι και την έκανε και αυτήν να ανησυχεί. Όλη την ώρα μέχρι να φτάσουμε στο μπαράκι που είχαμε κανονίσει να συναντηθούμε με τον Τζέικομπ, δεν είχαν σταματήσει και οι δύο να με ρωτάν αν αισθανόμουν καλά ή αν ζαλίζομαι! << Λοιπόν ακόμη μια φορά να με ρωτήσετε αν ζαλίζομαι, θα σηκωθώ και θα φύγω!>> τους πληροφόρησα μόλις καθίσαμε στα καναπεδάκια Δεν περιμέναμε πολύ ώρα τον Τζέικ να έρθει , και όταν ήρθε δεν είχε άλλη επιλογή από το να κάτσει δίπλα στην Άλις. << Γεια σας!>> είπε ευχάριστα μόλις ήρθε και μετά με αγκάλιασε. << Τζέικομπ από εδώ το αγόρι μου ο Έντουαρτ και η αδερφή του η Άλις>> τους σύστησα. << Χάρηκα πολύ για την γνωριμία>> είπε και τα μάτια του είχαν κολλήσει στον Έντουαρτ και τον εξέταζαν από πάνω μέχρι κάτω. << Επίσης!>> είπαν ταυτόχρονα ο Έντουαρτ και η Άλις . Τότε ήρθε μια κοπέλα για να πάρει παραγγελία. Εγώ και ο Έντουαρτ πήραμε μαργαρίτες, η Άλις πήρε ένα κοκτέιλ και ο Τζέικ μια μπύρα. <<Λοιπόν Τζέικομπ πόσα χρόνια γνωρίζεστε με την Μπέλλα?>> ρώτησε ο Έντουαρτ και πέρασε το χέρι του γύρω από την μέση μου << Από την πρώτη γυμνασίου αν θυμάμαι καλά, ε Μπέλλα?>> με ρώτησε ο Τζέικ. << Ναι μια χαρά θυμάσαι !>> είπα και έκανα νόημα στην Άλις να του πιάσει την κουβέντα. Εκείνη αμέσως με άκουσε και τον ρώτησε << Και με τι ασχολείσαι ?>> << Εεε έχω σπουδάσει φυσική αγωγή και τώρα δουλεύω σε ένα γυμναστήριο>> Ο Έντουαρτ πήγε να μιλήσει αλλά του έδωσα μια αγκωνιά στα πλευρά του. << Αουτς! Πόνεσα!>> διαμαρτυρήθηκε. Εγώ κάνοντας την αδιάφορη ήπια μια γουλια από το ποτό μου. Μετά από λίγη ώρα. . . << Μπέλλα ξέρεις τι θυμήθηκα? >> μου είπε ο Τζέικομπ << Τι ρε ?>> << Θυμάσαι που τα είχαμε στην τρίτη λυκείου?>> καθώς έλεγε την φράση του κοιτούσε με ένα παράξενο ύφος τον Έντουαρτ ο οποίος κόντεψε να πνιγεί με το ποτό του μόλις άκουσε αυτή την φράση. << Ναι θυμάμαι! Καλά πως σου ήρθε?>> <<Από την ώρα που συναντηθήκαμε, σκέφτομαι συνέχεια και εσένα και όλες τις ωραίες στιγμές που περάσαμε μαζι!>> Ο Έντουαρτ ξερόβηξε. << Ει θυμάσαι εκείνη την μέρα που ήρθα και σε φίλησα μπροστά σε όλη την παρέα σου?>> είπα και μετά άρχισα να χαζογελάω. <<Και μετά μου κάνανε καζούρα μια βδομάδα ο Στέφαν και ο Έρικ!>> και άρχισε να γελάει και εκείνος. Όλο το υπόλοιπο βράδυ γελούσαμε με τις αστείες αναμνήσεις μας. Πέρασα πολύ όμορφα! Όταν με άφησε σπίτι ο Έντουαρτ φαινόταν νευριασμένος. << Καληνύχτα αγάπη μου>> είπα και πήγα να τον φιλήσω αλλά εκείνος γύρισε το κεφάλι του. << Καληνύχτα >> είπε χωρίς να με κοιτάει. Βγήκα από το αυτοκίνητο . Εκείνος πάτησε τόσο δυνατά το γκάζι που η μηχανή βρυχήθηκε και μόλις το αμάξι ξεκίνησε η καημένη η Άλις που είχε αποκοιμηθεί στο πίσω κάθισμα πετάχτηκε μπροστά. Τι στο καλό είχε πάθει? Αυτή η σκέψη με βασάνιζε όλο το βράδυ.
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Σαβ 25 Δεκ 2010 - 23:36
Κεφαλαιο 19ο ΜΠΕΛΛΑ Στριφογυρνούσα στο κρεβάτι μου, όλη την νύχτα. Δεν καταλάβαινα τι είχε πάθει ο Έντουαρτ και φέρθηκε έτσι. Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα άλλο εκτός από αυτόν. Την έκφραση που είχε όταν έφυγε εχθές το βράδυ. Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήγα στο μπάνιο . Κοιτάχτηκα στον καθρέφτη. Μαύροι κύκλοι είχαν σχηματιστεί κάτω από τα μάτια μου. Αποφάσισα να κάνω ένα ντουζ για να χαλαρώσω. Άφησα το άρωμα της λεβάντας και το καυτο νερό να με παρασύρουν. Και χαρούμενες εικόνες, ερχόταν η μια με την άλλη στο μυαλό μου. Και φυσικά σε όλες κυριαρχούσε αυτός. Όταν τελείωσα και ξαναγύρισα στο δωμάτιο μου παρατήρησα ότι ένα γλυκό μωβ φως χάιδευε τα έπιπλα. Πλησίασα στο παράθυρο μου, και κοίταξα έξω είχε αρχίσει να ξημερώνει. Αυτήν την ώρα έκαναν την εμφάνιση τους τα ωραιότερα χρώματα. Πάνω στα μουντά κτήρια σκαρφάλωνε ο ήλιος για να ανέβει στον ουρανό , και να φωτίσει τον κόσμο. Από τις καλύτερες εικόνες της φύσης. Άγγιξα το τζάμι που το διαπερνούσαν οι παιχνιδιάρικες αχτίδες του ηλίου. Ήταν ζεστό και μου θύμισε τον Τζέικομπ. Πάντα το δικό του άγγιγμα ήταν πιο ζεστό από των άλλων. Τον θεωρούσα τον προσωπικό μου ήλιο πάντα. Εκείνος κατάφερε να με βγάλει από το σκοτάδι που με είχε κυριεύσει μετά τον θάνατο των γονιών μου. Εκείνος με έφερε ξανά στο φώς. Αντανακλαστικά κοίταξα το ρολόι που ήταν κρεμασμένο στον με ζαχαρί χρώμα βαμμένο τοίχο πάνω από το κρεβάτι μου. Ήταν εφτά. Δεν θα το σκεφτόμουν παραπάνω. Πήρα το κινητό μου στα χέρια μου πληκτρολόγησα τον αριθμό του Έντουαρτ και πάτησα το πράσινο κουμπί. <<Ναι?>> το σήκωσε πριν καν τελειώσει ο πρώτος χτύπος. << Σε ξύπνησα?>> ψιθύρισα << Όχι >> έκανε μια παύση << Λες και μπόρεσα να κοιμηθώ και καθόλου>> << Βρε καρδούλα μου τι έχεις?>> <<Μου αρέσει που ρωτάς κιόλας ρε Μπέλλα!>> είπε χαμηλόφωνα <<Ναι ρωτάω . Θα μου πεις?>> << Ε λοιπόν με ενόχλησε αυτό χθες>> << Ποιο?>> <<Η συζήτηση που είχες με τον Τζείκομπ! >> Αμέσως κατάλαβα τι εννοούσε. << Ρε ψύχη μου! Είχαμε καιρό να τα πούμε και τα είπαμε χθες. Δεν υπάρχει λόγος να θυμώνεις!>> << Πώς να μην θυμώνω ρε μωρό μου? Μου λες? Που μου αρχίσατε να συζητάτε για την σχέση σας στην Τρίτη λυκείου!>> είπε θυμωμένα και κάπως πιο δυνατά, << Όπως το λες στην ‘’Τρίτη λυκείου’’! Έχουν περάσει χρόνια από τότε! Αλλά και πάλι, συγνώμη ρε καρδιά μου. Δεν ήξερα ότι θα σε πείραζε, αν το ήξερα ειλικρινά θα το σταματούσα. !>> είπα και δάκρυα γέμισαν τα μάτια μου. << Το ξέρω ότι πέρασαν χρόνια . δεν υπάρχει λόγος να το συζητήσουμε παραπάνω! Έτσι και αλλιώς δεν είμαι πια θυμωμένος>> << ακόμα θυμωμένος είσαι>> κλαψούρισα << Δεν είμαι θυμωμένος. Πες μου τώρα ότι κλαίς?>> << Ε ναι κλαίω! >> είπα και σκούπισα τα μάτια μου με την άκρη της μπλούζας μου. << Γιατί κλαίς?>> με ρώτησε << Γιατί . . . δεν ήθελα να συμβεί κάτι τέτοιο! Δεν ήθελα να θυμώσεις! Γιατί ούτε που μου πέρασε από το μυαλό ότι θα σε πείραζε αυτό. Και σου ζήτησα συγνώμη και εσύ συνεχίζεις να είσαι θυμωμένος>> << Βρε ζωούλα μου δεν είμαι θυμωμένος. Αλήθεια σου λέω!>> <<Γιατί να σε πιστέψω?>> Πήρε μια βαθειά ανάσα και << Επειδή . . . ΣΑΓΑΠΑΩ! Γιατί μπορώ να είμαι ο εαυτός μου όταν είμαι μαζί σου .Γιατί με κάνεις να νιώθω, έτσι όπως δεν είχα νιώσει ποτέ πριν σε γνωρίσω και το κάθε χάδι σου, με κάνει να τρέμω. Γιατί νοιάζομαι για σένα, περισσότερο από τον ίδιο μου τον εαυτό γιατί Κάθε φορά που σε κοιτώ, η καρδιά μου χτυπάει δυνατά και επειδή Πάντα μου λες αυτό που έχω ανάγκη να ακούσω και επειδή Είσαι το άτομο που κρατάει το κλειδί της καρδιάς μου! Τώρα μπορείς να με πιστέψεις?>> Δεν έβρισκα λέξεις . Όσα μου είχε πει ήταν τόσο γλυκά και όμορφα και ο τρόπος που τα είπε ήταν τόσο τρυφερός. Πρώτη φορά μου είχε εξωτερικεύσει τα συναισθήματα του. << Υποθέτω πως ναι μπορώ να σε πιστέψω τώρα>> του είπα << Ωραία… Μπέλλα μου συγνώμη που φέρθηκα έτσι. Δεν ήταν σωστό και σε στεναχώρησα άδικα…>> << Μετά από όλο αυτό δεν χρειάζεται να ζητάς συγνώμη>> αναστέναξα << Α! Και εγώ σ’αγαπώ>> << Ψυχούλα μου σε αφήνω γιατί δεν μπορώ να κρατήσω άλλο τα μάτια μου ανοιχτά, θα με πάρει ο ύπνος>> << Όνειρα γλυκά αγαπούλα μου>> του είπα έκλεισα το τηλέφωνο και μετά το πέταξα πάνω στο κρεβάτι μου.
Μετά ξάπλωσα αλλά δεν μπόρεσα να κοιμηθώ . Όταν σηκώθηκα και κατέβηκα κάτω στο σαλόνι, είδα τον Έμμετ χωμένο σε μια εφημερίδα. Τι έκανε? << Τι έγινε αδερφούλη?>> << Τίποτα, να ψάχνω . . .>> << Τι ψάχνεις ?>> << Ψάχνω για καμιά δουλειά, πρέπει επιτέλους να συνεισφέρω και εγώ εδώ μέσα. Όλα εσύ τα πληρώνεις>> << Έμμετ δεν χρεια->> << Ω ναι χρειάζεται γιατί δεν θέλω να σε επιβαρύνω με τα δικά μου έξοδα.>> με διέκοψε << Μα->> << Δεν έχει ‘’μα’’ εντάξει? Πάνε τώρα στην κουζίνα να φας , έφτιαξα πρωινό.>> Πήγα κοντά του τον αγκάλιασα και του έδωσα ένα φιλί στο μάγουλο. Και μετά πήγα στην κουζίνα. Πάνω στο τραπέζι υπήρχε μια ομελέτα. Κάθισα και άρχισα να τρώω. Έπρεπε να το παραδεχτώ ήταν πολύ νόστιμη. Τελικά ο αδερφός μου μαγείρευε πολύ ωραία! Ανέβηκα πάνω έπλυνα το δόντια μου, χτένισα τα μαλλιά μου ντύθηκα και ύστερα έφυγα για το βιβλιοπωλείο. Ήταν Τρίτη και έτσι θα ήμασταν ανοιχτά μέχρι τις οκτώ. Η μέρα ήταν αηδιαστικά βαρετή. Δεν είχα τίποτα να κάνω, πελάτες δεν είχαμε πολλούς σήμερα και εγώ απλά καθόμουν σε μια καρέκλα περνώντας την ώρα μου διαβάζοντας ένα βιβλίο που είχα ανακαλύψει πρόσφατα . Λεγόταν ‘’Λευκή Ορχιδέα’’. Ευτυχώς η ώρα πέρασε γρήγορα και σχόλασα (επιτέλους!) Ξεκίνησα για να γυρίσω σπίτι. Καθώς περπατούσα μια υπέροχη μυρωδιά με κατέκλυσε. Κοίταξα γύρω μου και είδα ότι στην απέναντι πλευρά του δρόμου υπήρχε ένα ζαχαροπλαστείο. Σκέφτηκα πως ήθελα να φάω ένα γλυκό. Έτσι πέρασα τον δρόμο και μπήκα μέσα στο μαγαζί. Εκεί η μυρωδιά ήταν ακόμη πιο έντονη. Κοίταξα γύρω τα υπέροχα γλυκά. Υπήρχαν κάθε είδους γλυκά και κουλουράκια. Δεν ήξερα τι να διαλέξω. Θα ήταν ωραίο να διάλεγα μια τάρτα αλλά ακόμα καλύτερα θα ήταν να διάλεγα μια χιονούλα. Ήμουν σε δίλλημα. Μια μικρή σε ηλικία κοπελίτσα περίπου δεκαπέντε με δεκαέξι χρονών ήρθε να με εξυπηρετήσει. << Τι θα θέλατε?>> << Μμμμ . . .>> σκέφτηκα λίγο ακόμα << Θα ήθελα εκείνη μια σοκολατίνα και . . .>> έπρεπε να πάρω κάτι και στον Έμμετ. . . << και ένα κομμάτι cheesecake, παρακαλώ>> Εκείνη τα πήρε μέσα από το ψυγείο και τα έβαλε σε ένα από εκείνα τα πάντοτε ίδια κουτιά των ζαχαροπλαστείων. Αφού πλήρωσα έφυγα. Έφτασα σπίτι έβγαλα τα κλειδιά από την τσάντα μου και ξεκλείδωσα την πόρτα. Μπήκα μέσα και είδα τον Έμμετ μαζί με τον Τζείκομπ. << Γεια σας!>> είπα Ο Τζείκομπ μόλις με είδε ήρθε και με αγκάλιασε. << Γεια σου καλή μου>> είπε και μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο. << Ε Μπέλλα μάντεψε!>> είπε ο Έμμετ << Τι?>> << Ο Τζείκομπ, αύριο θα με συστήσει, σε έναν γνωστό του για δουλειά!>> και ήρθε και μου άρπαξε την σακούλα με τα γλυκά. << Πολύ ευγενικό εκ μέρους σου Τζέικ!>> είπα << Σιγά τίποτα, εγώ για να βοηθήσω το κάνω>> είπε ευχάριστα. << Περίμενε ρε Έμμετ να φέρω κουταλάκια και πιάτα! Αχ Τζείκομπ δεν ήξερα ότι θα ήσουν εδώ αν ήξερα θα σου έπαιρνα και εσένα κάτι.>> <<Δεν πειράζει βρε σιγά>> << Πειράζει , πειράζει. Θα φας το μισό από το δικό μου γλυκό>> << Μπέλλα δεν->> Έβαλα το χέρι μου πάνω στα χείλη του. << Σουτ!>> του είπα και πήγα στην κουζίνα να φέρω πιατάκια και κουταλάκια. Αφού τα πήρα τα πήγα στο σαλόνι. Κάθισα στον καναπέ και έβαλα τα γλυκά στα πιάτα. Τότε χτύπησε το κουδούνι. Έκανα να σηκωθώ να πάω να ανοίξω άλλα ο Τζείκομπ με σταμάτησε. << Άσε πάω εγώ>> Πίσω από την πόρτα ήταν ο Έντουαρτ και μόλις είδε τον Τζεικομπ έκανε σαν να είχε δει κανένα φάντασμα. << Γεια σου Έντουαρτ!>> είπε ο Τζείκομπ << Αγάπη μου!!!>> είπα και έτρεξα και τον φίλησα. Στην αρχή δεν ανταποκρίνονταν στο φιλί μου αλλά μετά εντάξει. << Μωρό μου πώς είσαι?>> με ρώτησε << Καλά είμαι αγαπούλα μου! Δεν δουλεύεις?>> << Δουλεύω αλλά ήθελα να έρθω να σε δω πριν πάω στη δουλειά>> είπε Του χαμογέλασα και τον τράβηξα από το χέρι και πήγαμε και καθίσαμε στον καναπέ. Μέτα κάθισε και ο Τζείκομπ. Εγώ καθόμουν ανάμεσα τους. Από τα αριστερά μου ήταν ο Έντουαρτ και από τα δεξιά μου ο Τζεικομπ. Μόλις το κατάλαβα αυτό ένα χαμόγελο έσκασε στα χείλη μου. Πήρα το πιάτο μου και είπα στον Έντουαρτ: << Θέλεις λίγο νινί μου?>> << Όχι καρδιά μου>> << Καλά . . .εσύ χάνεις!>> είπα και έφαγα μια κουταλιά από την σοκολατίνα μου. Δεν είχε και πολύ ωραία γεύση μόλις το κατάπια με έπιασε αναγούλα. Έτρεξα κατευθείαν για το μπάνιο στο δωμάτιο μου , κρατώντας το χέρι μου πάνω στο στόμα μου. Έσκυψα πάνω από την τουαλέτα και έκανα εμετό με ορμή. Από πίσω μου ήρθαν ο Έντουαρτ ο Τζείκομπ και ο Έμμετ. Τα χέρια του Έντουαρτ βρήκαν το μέτωπο μου. Ο Τζείκ μου κρατούσε το χέρι, και ο Έμμετ δεν έβλεπα τι έκανε. << Φύγετε δεν είναι ανάγκη να το βλέπετε αυτό>> είπα αγκομαχώντας << Αποκλείεται>> είπαν και οι τρείς ταυτόχρονα Μετά από λίγο αφού τελείωσα ξέπλυνα το στόμα μου στον νιπτήρα και μετά έπεσα στην αγκαλιά του Έντουαρτ. << Είσαι καλά?>> ρώτησε ο Έντουαρτ << Νομίζω πως ναι>> του είπα << Έλα >> είπε και με σήκωσε στα χέρια του και με πήγε στο κρεβάτι μου. << Ειλικρινά δεν ήθελα να το δείτε αυτό .. .>> είπα και έσκυψα το κεφάλι μου και κρύφτηκα στην αγκαλιά του. Ο Έμμετ ήρθε και μου χάιδεψε τα μαλλιά. << Άντε ρε χαζό σιγά>> << Αυτή η σοκολατίνα φταίει. Ήταν απαίσια>> γκρίνιαξα Ο Έντουαρτ κοίταξε το ρολόι του. << Φουσκίτσα μου ,πρέπει να φύγω . Θα αργήσω στην δουλειά. Μήπως θέλεις να μείνω?>> με πληροφόρησε ο Έντουαρτ. << Όχι καλέ μου πήγαινε στην δουλειά σου>> << Μπέλλα μου. . . εεε και εγώ κανόνισα με την Ρόζαλι . . . όμως αν θες μπορώ να μείνω>> είπε ο Έμμετ. << Πήγαινε στην Ρόζαλι Έμμετ >> << Θα είσαι εντάξει όμως καρδούλα μου?>> με ρώτησε ο Έντουαρτ << Εντάξει θα είμαι. Αισθάνομαι πολύ καλύτερα. Εξάλλου έχω και τον Τζείκ!>>
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Παρ 7 Ιαν 2011 - 20:04
Κεφάλαιο 20ο ΜΠΕΛΛΑ <<Ναι σωστά! Έχεις και τον Τζείκομπ!>> είπε ο Έντουαρτ και ήμουν σχεδόν σίγουρη ότι αμέσως μετά μουρμούρισε ‘’και εγώ τώρα ησύχασα’’ αλλά δεν έδωσα σημασία. <<Άντε πηγαίνετε!>> είπα και έσπρωξα ελαφρά και τον Έντουαρτ και τον Έμμετ. Ο Έμμετ σηκώθηκε και << καλά μην σπρώχνεις !>> Του έγνεψα καταφατικά. Ένιωσα το χέρι του Έντουαρτ να φεύγει γύρω από την μέση μου και τα χείλη του καυτά, να ακουμπούν το μέτωπο μου. <<Σίγουρα να φύγω? Δεν θέλω να σε αφήσω ψυχούλα μου>> ρώτησε << Ναι καρδούλα μου , πήγαινε! Μην ανησυχείς!>> Τα μπράτσα του τυλίχτηκαν γύρω μου και με έκρυψαν στην θερμή του αγκαλιά. << Μπέλλα->> έκανε ο Τζέικομπ αλλά δεν ανταποκρίθηκα καθόλου στο κάλεσμα του ήμουν στο ευτυχισμένο μέρος μου τώρα. Τίποτε δεν μου αποσπούσε την προσοχή όταν ήμουν εκεί. Έμοιαζε απόλυτα σωστό να είμαι εκεί , και εκεί θα ήθελα να είμαι ! << Φεύγω >> είπε ο Έντουαρτ και με άφησε και ύστερα απευθύνθηκε στον Τζείκομπ << Αν γίνει κάτι πάρτε με τηλέφωνο , εντάξει?>> << Καλά>> είπε απότομα ο Τζέικομπ με σοβαρό ύφος. Μετά ο Έντουαρτ με κοίταξε με νόημα ,αλλά δεν μπόρεσα να καταλάβω τι προσπαθούσε να μου πει. Ύστερα έφυγε. Μόλις ακούστηκε η πόρτα από το σαλόνι να κλείνει ο Τζείκομπ ήρθε και κάθισε στο κρεβάτι μαζί με ένα τεράστιο χαμόγελο. Εγώ του ανταπέδωσα το χαμόγελο. << Λοιπόν Τζέικ με συγχωρείς , πρέπει να πάω να πλύνω τα δόντια μου>> του είπα αυτή η απαίσια γεύση από τον εμετό ήταν αηδιαστική. << Πήγαινε, σε περιμένω!>> μου είπε Πήγα στο μπάνιο και έπλυνα τα δόντια μου , μάζεψα τα μαλλιά μου σε μια κοτσίδα. Ύστερα γύρισα στο δωμάτιο μου. <<Τι καλά που μείναμε και λίγο μόνοι μας!>> είπε Τον κοίταξα με απορία. << Εννοώ ότι από την στιγμή που συναντηθήκαμε στο αεροδρόμιο , μετά από τόσο καιρό που είχαμε να βρεθούμε δεν έχουμε μείνει καθόλου μόνοι μας. Τρεις μέρες είμαι εδώ την πρώτη μέρα δεν συναντηθήκαμε καθόλου. Χτες ήμασταν με τον Έντουαρτ και την αδερφή του και σήμερα με τον Έμμετ και τον Έντουαρτ. Και κυρίως όταν είναι ο Έντουαρτ μπροστά , έχω την εντύπωση πως συμπεριφέρεσαι λες και δεν υπάρχει κανένας άλλος δίπλα σου. Να, πριν λίγο σου μίλησα σημασία δεν μου έδωσες. Και ο τρόπος που κινείτε γύρω σου . . . Είναι κάπως παράξενος ο τρόπος που συμπεριφέρεται .Είναι . . . σαν να μην επιτρέπει σε κανέναν να σε αγγίξει. Έτσι μου φαίνετε εμένα τουλάχιστον. Δεν ξέρω πως το βλέπεις εσύ. Και τέλος πάντων νιώθω λίγο άβολα όταν είναι μπροστά.>> είπε απαντώντας στην απορία τον ματιών μου. << Τζέικ, δεν είναι λίγο νωρίς για να τον κρίνεις? Δεν τον ξέρεις σχεδόν καθόλου. Και εγώ δεν το βλέπω καθόλου έτσι!>> σχολίασα θυμωμένα. Και πετάχτηκα όρθια. Με πείραξε τρομερά όλο αυτό που είχε πει . << Εντάξει συγνώμη!>> είπε και έσκυψε το κεφάλι. Εγώ πήγα και το τράβηξα ένα τσουλούφι από τα μαλλιά του , που ήταν τακτοποιημένα σε καρφάκια.<< Δεν πειράζει>> μετά το ξανασκέφτηκα << εντάξει πειράζει . . . λιγάκι!>> κοιταχτήκαμε και ξεσπάσαμε σε γέλια. Σήκωσε το κεφάλι του και με κοίταξε στα μάτια. Άπλωσε τα χέρια του και έπιασε τα δικά μου. Όπως πάντα τα δικά του χέρια σχεδόν έκαιγαν. <<Πέρα από την πλάκα, δεν έχω κάτι με τον Έντουαρτ, ειλικρινά το συμπαθώ πολύ >> και μετά με έσφιξε στην αγκαλιά του. Και κάτι περίεργο, νόμισα πως μόλις είχε μυρίσει τα μαλλιά μου. << Τζέικομπ, μύρισες τα μαλλιά μου?>> ρώτησα σηκώνοντας τα ένα μου φρύδι. << Ναι γιατί?>> Στριφογύρισα τα μάτια μου και << τίποτα, απλά ρώτησα>> Μετά από λίγο είχα αναλαμπή. << Πώς σου φάνηκε η Άλις?>> << Η ποια?>> ρώτησε ξαφνιασμένος. << Η Άλις η αδερφή του Έντουαρτ!>> Ξερόβηξε.<< Εεε κοίτα … εεεε->> << Άσε κατάλαβα.>> έκανα μια παύση << δεν σου άρεσε>> << Όχι είναι πολύ καλή κοπέλα και όμορφη και γλυκιά και->> τον διέκοψα <<Άσε ‘τα αυτά. Δεν με ξεγελάς εμένα. Δεν σου αρέσει πάει και τελείωσε. Γιατί δεν το λες από την αρχή?>> << Εντάξει! Εντάξει! Δεν μου άρεσε, όχι ότι δεν είναι όσα είπα πριν, και σίγουρα θα έκανα κάτι μαζί της αλλά . . .>> η φωνή του αργόσβησε << Αλλά?>> ρώτησα << Δεν νομίζω να είμαι έτοιμος να κάνω σχέση . . .>> είπε ξεφυσώντας. << Γιατί?>> ρώτησα Πήρε μια βαθειά ανάσα και είπε << Δεν σου έχω πει πως χώρισα με την Μπόνι , έτσι?>> και πλησίασε προς το ράφι με τα βιβλία μου. <<Όχι >> κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου και << φυσικά όμως μπορείς να μου μιλήσεις αν θέλεις.>> είπα διστακτικά κοιτώντας το πάτωμα. << Με την Μπόνι γνωριστήκαμε το καλοκαίρι. Είχαμε κάποιους κοινούς γνωστούς και τέλος πάντων ήρθαμε κοντά, τα φτιάξαμε προχωρήσαμε παρακάτω . . . Είδαμε ότι ταιριάζαμε πολύ. Ήμασταν μια χαρά, ευτυχισμένοι κάναμε σχέδια μέχρι που->> σταμάτησε απότομα. Έβαλλε το πρόσωπο του μέσα στα χέρια του και δεν ξαναμίλησε. Πήγα κοντά του και τράβηξα το χέρι του από το πρόσωπο του. Τον κοίταξα και είδα τον πόνο χαραγμένο στα μάτια του. Ήταν σαν να μου φώναζε βουβά ‘’ δεν μπορείς να καταλάβεις πόσο πονάω!’’ <<Μέχρι που? Τι έγινε μετά Τζέικομπ?>> << Μετά από λίγο καιρό είχε μειωθεί ο χρόνος που περνούσαμε οι δυο μας , μονοί μας. Ήταν παράξενο, δεν καταλάβαινα τι συνέβαινε. Και η Μπόνι συμπεριφέρονταν πολύ περίεργα. Αποφάσισα να της μιλήσω δεν πήγαινε άλλο η κατάσταση. >> Την είχα αφήσει σπίτι μου. Ήταν απόγευμα. Κοιμόταν. Εγώ είχα πάει για τρέξιμο. Και γυρνάω σπίτι μου και την βλέπω με άλλον στο κρεβάτι! Που ? Μέσα στο ίδιο μου το σπίτι!>> Έκλεισε τα μάτια του και έσφιξε τα χέρια του σε γροθιές . << Και τι έκανες τότε?>> το ρώτησα. << Τι έκανα?>> ρώτησε χωρίς ακόμα να ανοίξει τα μάτια του << Την συχώρεσα ο βλάκας! Αυτό έκανα! Καυγαδίσαμε πολύ άσχημα. Και εκείνη άρχισε να κλαίει δεν μπορούσα να μην την συγχωρήσω. Πονούσα φρικτά όταν την έβλεπα έτσι. >>Πέρασε μια βδομάδα και είχαν αρχίσει να στρώνουν τα πράγματα κάπως. Μια μέρα όταν ξύπνησα βρήκα ένα σημείωμα που μου ζητούσε συγνώμη και πως ότι με αγαπάει πολύ αλλά διαλέγει εκείνον. Χωρίς να μου εξηγεί το γιατί! Πως μπορεί να σε αγαπάει κάποιος και να σου συμπεριφέρεται έτσι μου λες? Πως? Με ξερίζωσε εκείνη την μέρα, ήταν σαν να μην υπήρχε οξυγόνο γύρω μου δεν μπορούσα να αναπνεύσω και πόνος. Αυτό μόνο πόνος. Ή αλήθεια είναι πως εγώ έφταιγα. Ίσως αν της συμπεριφερόμουν σωστά να μην γινόταν αυτό. Ίσως αν ήμουν αρκετά καλός για αυτήν να μην->> η φωνή του έσπασε. Καθόμουν και τον άκουγα χωρίς να λέω τίποτα. Παρατηρούσα το πρόσωπο του πως τα συναισθήματα περνούσαν. Θυμός, πόνος και ξανά θυμός και τέλος θλίψη. Με κοιτούσε με ένα βλέμμα σαν εκείνα τα μικρά κουταβάκια που σε κάνουν να θες να τα αγκαλιάσεις. << Έλα εδώ!>> είπα και άνοιξα την αγκαλιά μου για αυτόν και καθίσαμε κάτω. Του χάιδευα τα μαλλιά και τον παρηγορούσα << Όχι καλέ μου! Δεν φταις εσύ! Αυτή φταίει! Είχε εσένα δίπλα της και κοιτούσε άλλον . . . >> <<Όσο και να προσπαθώ να την βγάλω από το μυαλό μου δεν μπορώ τα παρατάω >> και με έσφιξα ακόμη πιο πολύ πάνω του. << Λες βλακείες, εγώ στην θέση θα την ξεχνούσα αμέσως!>> είπα και σηκώθηκα και εγώ. << Αλήθεια? Σε έχει πληγώσει κανένας έτσι όπως πλήγωσε εκείνη εμένα?>> είπε και τίναξε τα χέρια μου από πάνω του και σηκώθηκε όρθιος. << Όχι αλλά->> και σηκώθηκα και εγώ. << Ξέρεις τι είναι να ξυπνάς ένα πρωί και να γκρεμίζεται όλος ο κόσμος σου? Ε? Όχι! Ένιωσες ποτέ την απόρριψη Μπέλλα? Όχι! Σε παράτησε κανένας ποτέ ? Όχι! Βρήκες τον Έντουαρτ με άλλη στο κρεβάτι? Όχι όχι όχι!>> Μετά από κάθε πρόταση που έλεγε έκανε ένα βήμα προς εμένα στο τέλος με είχε κολλήσει στο τοίχο και τα χέρια του με είχαν εγκλωβίσει . Τα κεφάλια μας είχαν μερικά εκατοστά απόσταση. Ένιωθα την ανάσα του να καίει πάνω στο πρόσωπο μου. Τα μυαλό μου είχε θολώσει. Ξαφνικά θυμήθηκα ότι έπρεπε να θυμώσω μαζί του. <<Σου έχει πει κανένας πόσο βλάκας είσαι? Όχι! Ε καιρός είναι να στο πω εγώ!>> είπα και τον έσπρωξα μακριά μου. << Εγώ φταίω που θέλω και να σε παρηγορήσω!>> του φώναξα και έτρεξα στο μπάνιο και κλείδωσα την πόρτα πίσω μου. Γλίστρησα στην πόρτα και κάθισα στα γκρίζα πλακάκια του μπάνιου μου και άρχισα να κλαίω με λυγμούς. << Μπέλλα, άνοιξε,τα είπα πάνω στα νεύρα μου αυτά!>> << Όχι δεν ανοίγω! Φύγε, φύγε , φύγε!!!>> <<Μπέλλα->> <<Είπα ΦΥΓΕ!>> του φώναξα όσο πιο δυνατά μπορούσα <<Καλά φεύγω! Ηρέμισε! >> και άκουσα τα βήματα του να φεύγουν από το δωμάτιο μου. Παρά το ότι έφυγε εγώ συνέχιζα να κλαίω χωρίς να μπορώ να σταματήσω, λες και με είχε πιάσει υστερία. Η αλήθεια ήταν ότι δεν έκανε και κάτι τρομερό. Ένα ξέσπασμα ήταν, δεν ξέρω γιατί συμπεριφέρθηκα έτσι. Αλλά ήταν τρόπος αυτός? Εντάξει το ξέρω πόνεσε πολύ το καταλάβαινα από τον τόνο της φωνής του και την στάση του σώματος τους καθώς μου αφηγούνταν το γεγονός , αλλά από μια βλακεία που είπα να νευριάζει έτσι. Όχι! Αυτό ήταν απαράδεκτο. Φυσικά από μικρός έτσι ήταν, οξύθυμος και ευέξαπτος. Ας μην μιλήσω για το πόσο γκρινιάρης και πεισματάρης ήταν. Ξαφνικά ακούστηκε ένα μπουμπουνητό και το φως έσβησε. Στα τυφλά ξεκλείδωσα την πόρτα του μπάνιου και γύρισα στο δωμάτιο μου .Ανοιγόκλεισα τους διακόπτες από το φως μα δεν άνεβε. Είχε γίνει διακοπή ρεύματος. Πανικόβλητη πλησίασα προς το παράθυρο πανικόβλητη να δω τι συνέβαινε. Κοίταξα έξω και είδα ότι έβρεχε . Είχε καιρό να βρέξει, και σήμερα έβρεχε σχεδόν καταρρακτωδώς. Δεν μπορούσα να διακρίνω καν τα απέναντι κτήρια από την πυκνή βροχή. Καθώς έκανα να πάω προς τα πίσω, ένας κεραυνός έσκισε τον σχεδόν μαύρο ουρανό. Σκέπασα τα αυτιά μου με τα χέρια μου και έκλεισα τα μάτια μου σφιχτά. Προσπαθούσα να αδειάσω το μυαλό μου. Να μην σκέφτομαι τίποτα. Προσπαθούσα να διώξω τις αναμνήσεις που περνούσαν . Τέτοιο καιρό είχε όταν. .. Ξεροκατάπια. Τέτοιο καιρό είχε όταν έπεσε το αεροσκάφος των γονιών μου. Μια τέτοια νύχτα σκοτώθηκαν. Έτρεμα καθώς ο πόνος με κατέκλυζε ολόκληρη . Δεν μπορούσα να μείνω άλλο μόνη στο σπίτι, φοβόμουν πως θα διαλυόμουν, ήθελα κάποιον δίπλα μου ήθελα τον Έντουαρτ. Άρπαξα το κινητό μου και πληκτρολόγησα τον αριθμό του και περίμενα. << Μπέλλα τι έγινε είσαι καλά?>> ρώτησε σαστισμένος. << Έντουαρτ, μπορείς σε παρακαλώ να έρθεις, δεν αντέχω άλλο μόνη μου>> τον παρακάλεσα << Μόνη σου? Μπέλλα που είναι ο Τζέικομπ?>> << Έφυγ->> δεν πρόλαβα να αρθρώσω ολόκληρη την λέξη, όταν ένας ακόμα ένας κεραυνός φώτισε το δωμάτιο και έκανε τόσο θόρυβο που με έκανε να αφήσω μια στριγκλιά. <<Μπέλλα τι συμβαίνει?>> << Σε παρακαλώ καρδιά μου, έλα, σε παρακαλώ! >> << Έρχομαι!>> και κλείσαμε το τηλέφωνο. Πήγα και κάθισα στο κρεβάτι μου κάτω από την κουβέρτα μου προσπαθώντας να συγκρατήσω τα δάκρυα μου. Νεκρική σιγή επικρατούσε μέσα στο σπίτι. Το μόνο που ακούγονταν ήταν οι παγωμένες σταγόνες της βροχής που χτυπούσαν στο παράθυρο μου. Άλλος ένας κεραυνός ακούστηκε . Εντάξει τώρα φοβόμουν και πολύ μάλιστα. Δεν μπορούσα να κρατήσω άλλο τα δάκρυα μου. Τα άφησα να κυλήσουν. Σε λίγο άκουσα χτυπήματα στην πόρτα. Κατέβηκα τρέχοντας τα σκαλιά. Άνοιξα απότομα την πόρτα και έπεσα στην αγκαλιά του Έντουαρτ. << Καρδιά μου τι έγινε , ανησύχησα!>> έβαλε το πρόσωπο μου μέσα στα χέρια του. Αφού ηρέμισα του εξήγησα τι είχε συμβεί, γιατί έφυγε ο Τζέικομπ και ότι έγινε τώρα το απόγευμα. << Μην στενοχωριέσαι καρδιά μου, άντε , δεν το έκανε επίτηδες.>> είπε και με φίλησε απαλά. Του έγνεψα καταφατικά. << Το ξέρω>> μετά τον παρατήρησα καλύτερα . Σε λίγο χτύπησε το κινητό μου. Είδα στην οθόνη το όνομα Τζείκομπ. Κοίταξα τον Έντουαρτ . << Σήκωσε το.>> μου έγνεψε Πάτησα το κουμπί και έβαλα το τηλέφωνο στο αφτί μου. <<Ναι?>> <<Μπέλλα έπεσα με την μηχανή>>
sisaki Midnight Sun Vampire
Ηλικία : 27 Τόπος : Fanficland Αριθμός μηνυμάτων : 2140 Registration date : 14/07/2010
Forks Student Profile Team: Jasper - Alice Special ability: Inflict Pain with Thoughs
Θέμα: Απ: Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . . Σαβ 26 Φεβ 2011 - 16:24
Σπόιλερ:
Λοιπον να καινουριο κεφαλαιο! Συγνωμη που το αργησα τοσο πολυ!
Συνέχεια 20ου κεφαλαίου ΜΠΕΛΛΑ << Τι έκανες? Που είσαι?>> ρώτησα πανικόβλητη <<Κοντά στο βιβλιοπωλείο που δουλεύεις … νομίζω>> είπε αδύναμα << Είσαι καλά?>> << Μπέλλα , πονάω πολύ>> << Τι μπορώ να κάνω εγώ ?>> << Μπορείς να έρθεις, σε παρακαλώ, δεν μπορώ να κουνηθώ, και. . .και πονάω και είμαι εντελώς μούσκεμα>> << Εντάξει, εντάξει περίμενε>> Έκλεισα το τηλέφωνο και το έβαλα στην τσέπη του παντελονιού μου. << Μπέλλα τι συμβαίνει?>> ρώτησε ο Έντουαρτ << Ο Τζέικομπ->> και ξέσπασα πάλι σε κλάματα <<Μην κλαίς, μωρό μου .Τι έπαθε ο Τζέικομπ?>> είπε σκουπίζοντας τα δάκρυα από τα μάγουλα μου. << Έπεσε με την μηχανή, και έχει χτυπήσει>> κατάφερα και είπα μέσα από τα αναφιλητά μου. Εκείνος δεν μίλησε για λίγο. Με κρατούσε αγκαλιά του και μου χάιδευε τα μαλλιά ηρεμώντας με . << Που είναι?>> << Κάπου κοντά στο βιβλιοπωλείο>> << Έλα πάμε να τον βρούμε>> είπε και με τράβηξε από το χέρι και πήγαμε προς την πόρτα. Καθώς βγαίναμε άρπαξα το μπουφάν μου από την κρεμάστρα δίπλα στην πόρτα. Μπήκαμε μέσα στο Volvo . Ο Έντουαρτ έβαλε μπρός την μηχανή και ξεκινήσαμε. Ήμασταν στην γειτονιά του βιβλιοπωλείου και όμως δεν ήταν πουθενά. Κάναμε το γύρω του τετραγώνου και πάλι τίποτα. Κάθε λεπτό που περνούσε μου φαινόταν σαν μια δεκαετία. Φοβόμουν τόσο πολύ. Με δυσκολία μου μιλούσε στο τηλέφωνο. Μου είχε πει ότι πονούσε και ότι ήταν μούσκεμα. Δεν ήξερα που έχει χτυπήσει ή πως είχε πέσει και ανησυχούσα πάρα πολύ. Και αν ήταν κάτι σοβαρό? Υπήρχαν τόσα που μπορεί να είχε πάθει. Εσωτερική αιμορραγία, σπασμένα πλευρά… Άλλο ένα κύμα δακρύων θόλωσε τα μάτια μου. << Καρδούλα μου, σταμάτα να κλαίς σε παρακαλώ. Θα τον βρούμε.>> με παρηγόρησε και πέρασε το χέρι του γύρω από την μέση μου και με έφερε κοντά στο σώμα του. Ακούμπησα , σχεδόν στηρίχτηκα, πάνω του προσπαθώντας να ηρεμίσω. << Φοβάμαι…>> κλαψούρισα << Τι φοβάσαι ψυχούλα μου?>> << Και αν είναι κάτι σοβαρό? Και αν δεν τον βρούμε? Είναι μόνος του και βρέχει και έχει χτυπήσει >> << Μπέλλα μου, σου είπα θα τον βρούμε και θα είναι καλά. Αν έχει χτυπήσει πολύ θα τον πάμε στον νοσοκομείο, είναι ο Τζάσπερ εκεί. Μην στενοχωριέσαι. Ξαναπάρε τον τηλέφωνο, να δούμε που ακριβώς είναι .>> Του έγνεψα καταφατικά. Έβγαλα το κινητό μου από την τσέπη μου και κάλεσα τον αριθμό του Τζέικομπ. <<Δεν το σηκώνει!>> μετά από λίγο είπα θυμωμένη έτοιμη να με πιάσει υστερία. Ο Έντουαρτ κοίταξε προβληματισμένος έξω από το παράθυρο του. << Έτσι μέσα από το αυτοκίνητο δεν πρόκειται να τον βρούμε ποτέ, πρέπει να βγούμε έξω να τον ψάξουμε.>> Αμέσως έβαλα το χέρι μου στο πόμολο της πόρτας την άνοιξα και πετάχτηκα έξω στην βροχή. Πριν απομακρυνθώ πολύ από το Volvo άκουσα και την πόρτα του Έντουαρτ να κλίνει. Παρά όλα αυτά δεν ήρθε μαζί μου. Έτσι ήταν καλύτερα. Είχαμε περισσότερες πιθανότητες να τον βρούμε. Πέρασαν μερικά λεπτά, και εγώ ήμουν βρεγμένη από την κορυφή ως τα νύχια, και κρύωνα. Έτρεμα τόσο πολύ. Η βροχή δεν είχε σταματήσει καθόλου. Σχεδόν δεν μπορούσα να διακρίνω τίποτα μέσα από τις πυκνές σταγόνες. Στον δρόμο δεν υπήρχε κανένας περαστικός. Που και που περνούσε και κάποιο αμάξι, κάνοντας με ακόμα πιο μούσκεμα , με τα νερά που πετούσε καθώς διέσχιζε γρήγορα τον δρόμο. Ένιωσα το κινητό να δονείτε μέσα στο χέρι μου. Κοίταξα τον αριθμό. Ο Έντουαρτ ήταν. << Πες μου ότι τον βρήκες!>> <<Τον βρήκα ,ψύχη μου , τον βρήκα>> << Είναι καλά?>> <<Δεν το νομίζω και τόσο >> είπε και η φωνή του ήταν πιο τραχιά. << Που είστε?>> << Εκεί που σταματήσαμε πριν>> Του το έκλεισα και άρχισα να περπατάω όσο πιο γρήγορα μπορούσα προς εκεί. Όταν έφτασα μπήκα αμέσως μέσα στο αυτοκίνητο. Κοίταξα στο πίσω κάθισμα όπου ήταν ο Τζέικομπ, μαζεμένος σαν μπάλα. Ήταν κάτασπρος και έτρεμε. Παρά το τρέμουλα του όμως δεν φαινόταν να έχει τις αισθήσεις του. Δεν του απάντησα. Γύρισα μπροστά. Που και που κοιτούσα το είδωλο του στον καθρέφτη. Κάθε λίγα λεπτά τιναζόταν από τον πόνο. Ο Έντουαρτ ήταν ανέκφραστος δεν μπορούσα να διαβάσω τίποτα στο πρόσωπο του. Τον πήγαμε στο νοσοκομείο, ευτυχώς ήταν εκεί ο Τζάσπερ. ************************************************************************** << Λοιπόν έχει διάσειση, το δεξί του χέρι σπασμένο, τον αριστερό του καρπό ραγισμένο, και ένα ραγισμένο πλευρό >> μας πληροφόρησε ο Τζάσπερ όταν τον ρώτησα για την κατάσταση του Τζέικ. Έβαλα το χέρι μου πάνω στο στόμα μου. Ωραία τα κατάφερε. <<Και τώρα?>> τον ρώτησα. << Τώρα θα πρέπει να μείνει σχεδόν τρείς εβδομάδες εδώ. Μέχρι να επουλωθεί το πλευρό του. Όσο για την διάσειση, το πολύ σε σαράντα οκτώ ώρες θα έχει περάσει. >> Ανακούφιση άρχισε να με κατακλύζει. << Τώρα τι κάνει? >> << Κοιμάται>> << Μπορώ να τον δω?>> ρώτησα διστακτικά << Φυσικά, έλα μαζί μου>> μου απάντησε και προχωρήσαμε σε έναν μακρύ διάδρομο. Ο Έντουαρτ ερχόταν από πίσω μας. << Δεν χρειάζεται να ανησυχείς τόσο, μια χαρά θα είναι. Ο Έντουαρτ τι έπαθε?>> μου ψιθύρισε ο Τζάσπερ. Γύρισα πίσω και κοίταξα τον Έντουαρτ. Η αλήθεια ήταν πως έμοιαζε καταβεβλημένος, μαύροι κύκλοι έκαναν την εμφάνιση τους κάτω από τα ζαφειρένια του μάτια, που είχαν συννεφιάσει τώρα. << Δεν ξέρω, τι έγινε>> απάντησα στην ερώτηση του Τζάσπερ. Εκείνος μου έγνεψε μια φορά και άνοιξε την πόρτα, που είχε πάνω τον αριθμό τετρακόσια δύο. Πέρασα μέσα και κοίταξα τον Τζέικομπ. Το δεξί του χέρι ήταν αγκαλιασμένο από έναν κατάλευκο γύψο. Το άλλο του χέρι ήταν δεμένο με επίδεσμο. Το πρόσωπο του φαινόταν ήρεμο αλλά μου φαινόταν τόσο εύθραυστος. << Μπέλλα, έχει κάποιον συγγενή να τον ειδοποιήσουμε? Πρέπει κάποιος να μείνει μαζί του>> ρώτησε ο Τζάσπερ . << Όχι δεν έχει κάποιον εδώ. Πειράζει αν μείνω εγώ για όσο χρειαστεί?>> Ο Έντουαρτ πήγε να διαμαρτυρηθεί αλλά τον σταμάτησα σηκώνοντας το χέρι μου. Ο Τζάσπερ του έριξε μια ματιά και μετά ξαναέριξε το βλέμμα του σε εμένα .<< Δεν πειράζει. Απλά πρέπει κάποιος να τον ξυπνάει ανά δύο ώρες , δεν είναι ανάγκη να το κάνεις, μπορεί το κάνει κάποια νοσοκόμα ->> << Όχι θα κάτσω εγώ μαζί του, πες μου μόνο τι πρέπει να κάνω>> << Θα τον ξυπνάς κάθε δύο ώρες, και θα του κάνεις μια-δυο απλές ερωτήσεις. Για παράδειγμα, πως τον λένε, πόσο χρονών είναι…>> << Εντάξει μπορώ να το κάνω!>> << Ωραία πρέπει να φύγω, σας αφήνω!>> είπε και καθώς έβγαινε έριξε μια ανήσυχη ματιά στον Έντουαρτ.
Στην άκρη του δωματίου υπήρχε ένας λευκός καναπές. Πήγα και κάθισα και έκανα νόημα και στον Έντουαρτ να έρθει. Άνοιξα την αγκαλιά μου και τον άφησα να κουρνιάσει εκεί. <<Μωράκι μου τι έχεις?>> των ρώτησα φιλώντας τον στην άκρη του λαιμού του. <<Δεν αισθάνομαι και πολύ καλά>> << Τι είναι θησαυρέ μου? >> << Νομίζω πως είμαι λίγο άρρωστος>> είπε και έκλεισε τα μάτια του. Ακούμπησα τα χείλη μου στο μέτωπο του, προσπαθώντας να καταλάβω αν είχε πυρετό. << Καρδούλα μου, έχεις πυρετό>> του είπα Δεν μίλησε. <<Λέω να πας σπίτι, να κοιμηθείς λιγάκι , να ξεκουραστείς, ναι ζωή μου?>> << Ξέχνα το. Δεν σε αφήνω μόνη σου εδώ πέρα>> << Ε τι θες να γίνεις χειρότερα?>> <<Μπέλλα όχι->> << Σε παρακαλώ?>> του είπα παίρνοντας ένα παραπονιάρικο ύφος. << Λες και μπορεί κανείς να σου αρνηθεί. Όμως->> << Δεν έχει όμως! Άντε σήκω να πας.>> Βαριεστημένα σηκώθηκε και έκανε να φύγει, εγώ τον τράβηξα από το μπουφάν του πίσω σε μένα και φίλησα την άκρη τον χειλιών του. << Είσαι σίγουρος ότι μπορείς να οδηγήσεις?>> Μου έγνεψε ‘’ναι’’ και μετά άφησε το δωμάτιο. Πλησίασα στον Τζέικομπ και τον σκέπασα , προσέχοντας να μην τον πονέσω. Εκείνος έκανε μια γκριμάτσα . Μετά πήγα και ξάπλωσα στον καναπέ. Και σαν μην έφτανε που ο Τζέικομπ ήταν σε αυτή την κατάσταση, και που ο Έντουαρτ είχε αρρωστήσει, άρχισα να έχω και αναγούλα. Δεν ήξερα τι μου συνέβαινε. Την μια λιποθυμούσα την άλλη έκανα εμετό, τώρα είχα και αναγούλα. Μόλις τελείωνε όλα αυτή η ιστορία με τον Τζέικ θα επισκεπτόμουν κανένα γιατρό. Σε περίπου μια ώρα το κινητό μου άρχισε να δονείτε πάλι. Ο Έντουαρτ ήταν. << Αστεράκι μου , πως είσαι?>> ρώτησα. << Έχω υπάρξει και καλύτερα>> << Έβαλες θερμόμετρο?>> << Έβαλα. Έχω τριάντα οκτώ και οκτώ.>> << Αχ καρδούλα μου γλυκιά, να πάρεις κανένα αντιπυρετικό, να πιεις και κανένα τσαγάκι και να κοιμηθείς. Ναι Αρρωστούλι μου?>> << Εντάξει>> <<Σ’ αγαπώ πολύ, φιλάκια>> << Και εγώ σ’ αγαπώ>> Έκλεισα το τηλέφωνο. Ένιωθα τρομερές τύψεις που δεν ήμουν μαζί του τώρα, να τον φροντίσω. Ξέρω πως θέλει να είμαι μαζί του όσο τίποτε άλλο, και με τρελαίνει που δεν είμαι εκεί, αλλά ο Τζέικομπ με χρειάζεται περισσότερο. Ο καημένος ο Τζέικ , φαντάζομαι πόσο πολύ θα πονούσε. Το πλευρό του τα χέρια του… Θα τον ξυπνούσα τώρα. Είχα ακόμα ένα βάρος πάνω μου. Ήθελα να τον ακούσω, και επιπλέον ήθελα κάτι να πάρει την σκέψη μου από τον Έντουαρτ γιατί όσο περνούσε η ώρα τόσο παραπάνω ανησυχούσα και για αυτόν. Τον πλησίασα και κάθισα σε ένα χαμηλό κόκκινο σκαμπό που υπήρχε δίπλα στο κρεβάτι. Ακούμπησα το χέρι μου στον ώμο του όσο πιο απαλά μπορούσα. << Τζέικομπ?>> είπα και τον έσπρωξα ελαφρά να μην τον πονέσω. Εκείνος μούγκρισε ενοχλημένος. << Ξύπνα καλέ μου>> και το χάιδεψα τα μαλλιά του. <<Μπέλλα?>> είπε αδύναμα και άνοιξε τα μάτια του. <<Ναι εδώ είμαι >> Κοίταξε ανήσυχα γύρω του. <<Τι στο καλό έγινε?>> << Δεν θυμάσαι καλέ μου?>> << Μόνο ότι γλίστρησα σε κάτι νερά και έπεσα με την μηχανή και μετά… εεε μετά..>> φάνηκε προβληματισμένος. <<Μετά με πήρες τηλέφωνο και ήρθαμε και σε βρήκαμε με τον Έντουαρτ και σε φέραμε στον νοσοκομείο>> Πήγε να κάνει μια κίνηση και : <<άου, άου, άου! >> και το πρόσωπο του χαρακώθηκε από τον πόνο. <<Μη! Μην κουνιέσαι δεν κάνει! Έχεις ραγισμένο πλευρό!>> τον μάλωσα. <<Το κατάλαβα αυτό, αχ πονάει πολύ…>> <<Θες να φωνάξω την νοσοκόμα να σου δώσει κανένα παυσίπονο?>> Κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. <<Καλά, άντε κοιμήσου να ξεκουραστείς>> του έδωσα ένα φιλί στο μέτωπο και σηκώθηκα όρθια και πήγα προς τον καναπέ. Εκείνος: << Μπέλλα συγνώμη για το απόγευμα που σε στενοχώρησα>> <<Δεν πειράζει ξέχνα το>> Μετά δεν ξαναμιλήσαμε. Γύρισα λίγο να τον κοιτάξω με είχε κοιμηθεί. Βολεύτηκα και εγώ καλύτερα στον καναπέ και κοιμήθηκα.
Είχα κοιμηθεί τόσο βαριά , ήμουν τόσο κουρασμένη και θα κοιμόμουν και άλλο αν δεν ένιωθα εκείνα τα δυο ζεστά χείλη να συνθλίβουν τα δικά μου…
Δεν με νοιαζει που τσακισες την καρδια μου, εγω συνεχιζω να σε ΑΓΑΠΑΩ . . .