Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.
Η συνέχεια της διάσημης σειράς βιβλίων έρχεται στα βιβλιοπωλεία στις 4 Αυγούστου με τίτλο «Midnight Sun» και αφηγείται την ιστορία του «Λυκόφωτος» από την πλευρά του Edward Cullen.
"Bella is with Edward. She's a part of this family, and we protect our family."
Carlisle Cullen, Twilight
Character of the Week
Rosalie Lillian Hale
(born 1915 in Rochester, New York) is a member of the Olympic coven.
She is the wife of Emmett Cullen and the adoptive daughter of Carlisle and Esme Cullen, as well as the adoptive sister of Jasper Hale (in Forks, she and Jasper pretend to be twins), Alice, and Edward Cullen.
Rosalie is the adoptive sister-in-law of Bella Swan and adoptive aunt of Renesmee Cullen, as well as the ex-fiancée of Royce King II.
Στο κατώφλι µιας νέας εποχής για τη Ροδεσία, η Μάντριγκαλ, έχοντας χάσει τον άντρα της λίγες µονάχα ώρες µετά τον γάµο τους, θρήνησε βαθιά την απώλειά του και αποφάσισε να ζήσει µε τη θύµησή του. Όµως δεν φαντάστηκε ποτέ πως θα της ζητούσαν να πάρει τη θέση της συζύγου του βασιλιά.
Ο βασιλιάς Έντουαρντ, αφού γνώρισε την απόλυτη ευτυχία δίπλα στη γυναίκα που λάτρεψε όσο καµία, την ¶µπερλιν, δέχτηκε το σκληρότερο χτύπηµα της µοίρας όταν εκείνη πέθανε πριν προλάβει να φέρει στον κόσµο το παιδί τους. Ωστόσο, προκειµένου ν' ανταποκριθεί στα βασιλικά του καθήκοντα και να χαρίσει έναν διάδοχο στη Ροδεσία, είναι υποχρεωµένος να παντρευτεί ξανά και απ' όλες τις υποψήφιες επιλέγει τη Μάντριγκαλ.
Μήπως όµως το όνοµα της νέας του συζύγου κουβαλά µια σκοτεινή µοίρα; ¶ραγε υπάρχει ελπίδα να αλλάξει το πεπρωµένο; Θα καταφέρει η Μάντριγκαλ να ξυπνήσει την αγάπη στην καρδιά του άντρα και βασιλιά της; Κι εκείνος θα είναι σε θέση να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί τα αισθήµατά του πριν χάσει τα πάντα για άλλη µια φορά;
«Η αλήθεια είναι ότι βαρέθηκα τη θέα από κείνο το σημείο.» αστειεύτηκε. «Όχι, όχι, μια χαρά είμαι εκεί.»
Το να τον απιθώσω στην αρχική του θέση ήταν ακόμα χειρότερο, γιατί ήταν αδύνατο να κρατήσω μια ασφαλή απόσταση. Καμιά απόσταση δεν είναι ασφαλής. Καμιά απόσταση δεν είναι επικίνδυνη. Όλα είναι στο μυαλό μου. Πρέπει να είμαι πρακτική. Ήταν εύκολο να παρερμηνεύσω τις κινήσεις του, κι ακόμη πιο εύκολο εκείνος να παρερμηνεύσει τις δικές μου. Πρόσεξε.
«Το χέρι σου; Σε πονάει;» Δεν το είχα ελέγξει από τότε που συνήλθε.
«Ναι, αρκετά. Αλλά νομίζω πως σιγά σιγά καλυτερεύει.»
«Για να ρίξω μια ματιά.»
Πήρα τα συμπράγκαλά μου και έκατσα πλάι του, για να του κάνω μια αλλαγή. Πράγματι, ήταν καλύτερα.
«Αουτς, με πονάς!» διαμαρτυρήθηκε, όταν άρχισα να του πλένω την πληγή με θαλασσινό νερό.
«Σκοτώνει τις ψευδομονάδες.» του εξήγησα αδιάφορα. «Και ίσως κι άλλα μικρόβια.»
«Εγώ νομίζω πως το κάνεις επίτηδες!» διαμαρτυρήθηκε κωμικά. «Τι θ’ ακολουθήσει; Απολύμανση με πυρωμένο σίδερο;»
«Εξαιρετική ιδέα, μόνο που δε βλέπω κανένα σίδερο εδώ κοντά.»
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
Κρατούσα απασχολημένα τα μάτια μου δουλεύοντας στο χέρι του, αλλά αισθάνθηκα, παρά είδα το δήθεν σοκαρισμένο ύφος του.
«Έτοιμος!» ανακοίνωσα όταν έδεσα το κακοσουλούπωτο φιογκάκι στον αυτοσχέδιο επίδεσμό του. «Σαν καινούργιος!»
Ένευσε καταφατικά, σα να προσπαθούσε να μου πει ευχαριστώ και μπράβο ταυτόχρονα, αλλά η έκφρασή του μαρτυρούσε πως δεν είχε ακόμη ξεπεράσει το γερό τσούξιμο από τις περιποιήσεις μου.
«Την πατήσαμε, έτσι;»
Τον κοίταξα ερωτηματικά.
«Λέω, την πατήσαμε που πήγαμε αυτή την κρουαζιέρα. Κακή επιλογή για διακοπές.»
«Ναι, και δεν ξέρω ποιος φταίει: ο προορισμός που διαλέξαμε, ή το ταξιδιωτικό γραφείο.»
«Αλήθεια, πώς βρέθηκες εκεί;» Να πάρει η ευχή, με πρόλαβε. Εγώ έπρεπε να του κάνω πρώτη αυτή την ερώτηση.
«Είπα να κάνω κάτι διαφορετικό με την καλοκαιρινή μου άδεια, και απλά απευθύνθηκα στο μόνο ταξιδιωτικό γραφείο που ήξερα.» Επίσης, ήθελα να φύγω όσο πιο μακριά γίνεται, να μη βλέπω ούτε εσένα ούτε κι ό,τι σε αφορά και σε θυμίζει, και για καλή μου τύχη, έπεσα πάνω σου! «Εσύ;»
«Πάνω κάτω τα ίδια με σένα.» μου μάσησε την απάντησή του.
«Κι η Αριστέα; Δεν ήρθε μαζί σου; Δε νομίζω να την είδα πουθενά πάνω στο καράβι.»
«Η Αριστέα…δεν μπόρεσε να έρθει. Της έτυχε κάτι έκτακτο στη δουλειά.»
«Και της έκοψαν την άδεια;» Δεν έβλεπα άλλο λόγο γιατί να τον αφήσει μόνο του. Αυτή, ούτε στο μπάνιο δεν τον άφηνε να πάει μόνος του, που λέει ο λόγος.
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
¶ρα, κάτι δεν πήγαινε καλά. Κάτι δε μου έλεγε. Μπορεί η Αριστέα να μην μπορούσε να έρθει, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να τον αφήσει να πάει κρουαζιέρα χωρίς αυτή.
Κούνησε το κεφάλι καταφατικά, σα να μην ήθελε να δώσει συνέχεια στο θέμα. Επόμενο ήταν να μου κεντρίσει ακόμα περισσότερο την περιέργεια, αλλά δεν επρόκειτο να ασχοληθώ άλλο, για να μην νομίσει ότι με νοιάζει.
«Ακόμα δεν το χωράει το μυαλό μου ό,τι συνέβη.» σχολίασα μονότονα, έτσι για να πω κάτι. «Ακόμα δε μπορώ να το πιστέψω. Από τη μια στιγμή στην άλλη…»
Γύρισε τα μάτια του πάνω μου και είδα μέσα τους μια ανάμνηση από εκείνες τις αγωνιώδεις ώρες που δεν ήθελα να θυμάμαι.
«Δεν ξέρω, άραγε είναι νωρίς ακόμη; Μήπως ο χρόνος που πέρασε από τότε είναι λίγος και δεν αντιδρώ σωστά; Όμως, το μυαλό μου απωθεί εκείνη τη νύχτα, και το μόνο που αισθάνομαι είναι ευγνωμοσύνη που είμαι ζωντανός.»
«Ξέρω τι εννοείς» τον διαβεβαίωσα. «Σκέφτομαι τις μέρες που είμαστε εδώ, και ειδικά τις πρώτες, που…που δεν είχα κανέναν να μιλήσω, κι απορώ που μπόρεσα και…δεν έχασα την ψυχραιμία μου…και που δεν τρελάθηκα, εδώ που τα λέμε…» Ανατρίχιασα και δεν ήξερα αν ήταν από τη βραδινή δροσιά που άρχισε να πέφτει.
«¶ρα επανερχόμαστε σε μένα και στο πόσο σοφά έπραξα που σε έσωσα από τα κύματα.» μου πέταξε πειρακτικά. «Κανένας άλλος δε θα είχε το κουράγιο σου.»
Με ενοχλούσε ο τρόπος με τον οποίο κάρφωνε τα μάτια του στα δικά μου. Ήταν το βλέμμα του που με καθήλωνε ή μήπως φοβόμουν όσα μπορούσε να του αποκαλύψει το δικό μου;
«Εκτός ίσως από κάποιον καταδρομέα, ή που να έχει κάνει στις ειδικές δυνάμεις, τέλος πάντων. Ή καλύτερα, ακροβάτης στο τσίρκο.» είπα γυρίζοντας επιδεικτικά την προσοχή μου στις καρύδες που κρέμονταν δελεαστικά πάνω από τα κεφάλια μας.
«Εγώ ήμουνα πεζοναύτης. Βοηθάει;»
«Ελπίζω να βοηθάει.» γέλασα.
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
«Ξέρεις κανένα καλό τρόπο να μας εντοπίσουν εύκολα;»
«Εκτός από το δορυφορικό τηλέφωνο, θέλεις να πεις;»
«Έχουμε μια μικρή έλλειψη αυτή την εποχή…»
«Και δεν πιστεύω να σου βρίσκεται κανένας ασύρματος…»
«Σκέφτηκα να πάρω έναν μαζί μου, αλλά δεν μπορούσα να τον ξεκολλήσω από την καμπίνα του καπετάνιου…»
«Ε, τότε, μόνο στα σήματα καπνού μπορούμε να στηριχτούμε…»
«Λες να τα δει κανείς;»
«Οι γλάροι στο γιαλό, οπωσδήποτε.»
«Λες να μη μας ψάξουν;» Η ερώτηση ήρθε αυθόρμητα στα χείλη μου, αλλά όταν το μετάνιωσα, ήταν πολύ αργά για να την πάρω πίσω.
«Ε, όχι. Κάτι θα κάνουν. Απλά δεν ξέρω πόσο θα επιμείνουν. Και φυσικά, παίζει ρόλο πόσο κοντά είμαστε στη θέση του ναυαγίου. Δεν είναι δυνατό να χτενίσουν όλο τον Ατλαντικό. Μήπως θα το ξέρουν ότι εμείς γλιτώσαμε; Δε μπορούν να μετρήσουν τα πτώματα και να δουν ότι τα δικά μας λείπουν.»
Ανατρίχιασα ξανά, και τώρα ήξερα ότι δεν έφταιγε η βραδινή δροσιά. Έφταιγε η πιθανότητα να θεωρηθώ και να γίνω πτώμα, εδώ στη μέση του ωκεανού.
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
Μείναμε λίγη ώρα σιωπηλοί, ακούγοντας το σιγανό τρίξιμο της φωτιάς. Δεν ήταν τόσο άβολα όσο το πρωί. Αν και συχνά, έπνιγα τις σκέψεις μου πριν τις διατυπώσω φωναχτά. Δεν ήμουν σίγουρη αν ήθελα να του δώσω υλικό για να μου κάνει ψυχανάλυση. Μου έφτανε και μου περίσσευε όση έκανα μόνη μου στον εαυτό μου.
«Νομίζω είναι ώρα να πάρεις τα φάρμακά σου» είπα τελικά, αλλά η φωνή μου σχεδόν δεν ακούστηκε.
«Πώς στο καλό βρεθήκαμε με ιατροφαρμακευτικό υλικό;»
«Α, ναι, λοιπόν, ας πούμε ότι είχα ένα προαίσθημα ότι ίσως τα χρειαστώ.» ¶ντε τώρα να του εξηγήσω και να μη με πάρει στο ψιλό. « Είχα ετοιμάσει ένα σακίδιο με λίγα φάρμακα και ορισμένα…αξεσουάρ που θεώρησα αναγκαία. Κι όταν κατάλαβα ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά, το πρώτο που έκανα ήταν να πάρω το σακίδιο μαζί μου. Δυστυχώς, δεν μπόρεσα να προμηθευτώ κι ένα σωσίβιο εγκαίρως…Φαίνεται ότι υπήρχαν μόνο όσα ήταν απαραίτητα για διακόσμηση.» Κόμπιασα. «Αν δε ήσουν εσύ, τώρα…» Χασκογέλασα πικρά. «Κάποια λυθρίνια θα με έβρισκαν φοβερά αχώνευτη…»
Το υπονοούμενο τον βρήκε απροετοίμαστο και για λίγα δευτερόλεπτα σάστισε, μην ξέροντας πώς να αντιδράσει. Δεν του άφησα χρόνο να προβληματιστεί περισσότερο. Τράβηξα το σακίδιο και ανέσυρα από τα ακατάστατα βάθη του τα χαπάκια που έπρεπε να πιει.
«Με τις υγείες σου.» του είπα προσφέροντάς του τα μαζί με λίγο νερό που είχε απομείνει στο μπουκάλι. «Όμως πρέπει να φας και λίγο. Θα σου πειράξουν το στομάχι.»
«Πώς μπόρεσες και έφερες τις μπανάνες; Σκαρφάλωσες και τις έκοψες;»
«Ω, όχι, όχι. Είναι αδύνατον να σκαρφαλώσω σε δέντρο. Απλά, βρήκα μια …σχετικά εξυπηρετική μπανανιά.»
«Πάντως, τι να πω…τα κατάφερες πάρα πολύ καλά…ένα κορίτσι της πόλης, κι όμως μπόρεσες να σκεφτείς τόσα πολλά πράγματα, για να μας φροντίσεις…εγώ δε νομίζω ότι θα τα κατάφερνα καλύτερα. Μάλλον το αντίθετο.»
«Έβλεπα πολύ National Geographic» Το κοπλιμέντο του με έκανε να κοκκινίσω, και άρχισα πάλι να ψαχουλεύω το σακίδιο μου για να κρύψω το πρόσωπό μου.
«Φωτιά πώς άναψες;» με ρώτησε με θαυμασμό.
«Με σπίρτα.»
Γέλασε έκπληκτος. «Σπίρτα;»
«Εξοπλισμός επιβίωσης.» του εξήγησα βγάζοντας τα σπίρτα από το σακίδιο για να τα δει.
«Μα δε βράχηκαν;»
«Ήταν τυλιγμένα σε πλαστικά σακουλάκια. Δύο ή τρία.»
«Δε σε πιστεύω!»
«Καμιά φορά, ούτε κι εγώ με πιστεύω!»
«Και τι άλλο έχει το βαλιτσάκι του Σπορτ Μπίλλυ;»
«Μακάρι να ήταν το βαλιτσάκι του Σπορτ Μπίλλυ. Θα χωρούσε και κανένα μαξιλάρι. Καμιά κουβερτούλα…»
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
«Λυπάμαι, μόνο σουγιά, μαχαίρι…σπίρτα… αναπτήρα…και τα φαρμακάκια μου…αυτά…»
«Ευτυχώς, δεν κάνει κρύο.»
«Είναι κι αυτό μια παρηγοριά.»
Ήταν πια βαθύ σκοτάδι, όμως δεν φοβόμουν. Τουλάχιστον, όχι όπως φοβόμουν τις προηγούμενες ημέρες την ώρα που νύχτωνε. Οι ήχοι του δάσους δεν έμοιαζαν τόσο απειλητικοί, οι σκιές δεν κινούνταν ύπουλα προς το μέρος μου. Κι ο αδιαπέραστος, μαύρος ορίζοντας αν και μας χώριζε σαν τσιμεντένιος τοίχος από τον κόσμο που γνωρίζαμε, παρόλα αυτά, δεν έμοιαζε πια σαν ταφόπλακα.
Ήξερα πολύ καλά πώς ήταν οι συνθήκες που μας άλλαζαν, και που έκαναν την παρουσία του ενός ανεκτή, ή και πλέον, αναγκαία και επιθυμητή στον άλλον. Ήξερα πως αργά ή γρήγορα, θα παρουσιαζόταν η αφορμή που θα πυροδοτούσε την επιφυλακτικότητά μου και τη δική του. Και τι θα γινόταν τότε;
«Έχεις ξανακοιμηθεί στο ύπαιθρο;» με ρώτησε.
«Μέχρι πριν τρεις μέρες, ποτέ.»
«Και…πώς ήταν;»
«Δεν ξέρω...αποκοιμήθηκα από την κούραση χωρίς να το καταλάβω. Τώρα αν με ρωτάς για κουνούπια και άλλα ιπτάμενα, μάλλον κάτι κυκλοφορεί. Μεγαλύτερα ζώα δεν είδα. Ούτε άκουσα. Μόνο ένα κουνέλι είχα την τύχη να συναντήσω.»
«Καλό αυτό.» Έμοιαζε έτοιμος να κοιμηθεί όρθιος.
«Νομίζω ότι είσαι κουρασμένος.» σχολίασα « Δεν κοιμάσαι καλύτερα;» Να ησυχάσω κι εγώ λίγο;
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
«Μου πήρες την ατάκα μου.» με κατηγόρησε ενώ χασμουριόταν. «Εγώ έπρεπε να το πω αυτό.»
«Γιατί;»
«Ε, ξέρεις, να φανώ ιππότης, και τα σχετικά.»
«Κοιμήσου και φαίνεσαι ιππότης αύριο.»
Κοίταξε γύρω του λιγάκι αμήχανα.
«Νομίζω πως πρέπει να…ξέρεις, να μοιράσουμε…χμ…τις επικράτειές μας» σχολίασε.
«Προσπαθώ, αλλά δε σε πιάνω…»
«Λοιπόν, τι θα έλεγες να είναι από δω η τουαλέτα των αγοριών;» μου εξήγησε δείχνοντας ανατολικά.
«Έγινε» συμφώνησα βιαστικά. Δεν ήθελα άλλες αναλύσεις πάνω στο θέμα. Ήδη, αυτή η επαφή μου με τη φύση ήταν αρκετά άβολη. «Κι από κει, των κοριτσιών.» συμπλήρωσα δείχνοντας αντίθετα.
Με αργές κινήσεις, προσπάθησε να σηκωθεί όρθιος. Πήγα κοντά του, και του πρόσφερα το χέρι μου για να τον βοηθήσω.
«Πρέπει να τα καταφέρω μόνος μου.» είπε ξεροκέφαλα.
«Είσαι πολύ ώρα καθισμένος.» επέμεινα απρόθυμα. «Αν σηκωθείς απότομα, θα ζαλιστείς και θα πέσεις.»
Μου έριξε ένα βλέμμα αγανάκτησης, αλλά πιάστηκε από το χέρι μου και σηκώθηκε, μουρμουρίζοντας κάτι ακαθόριστο.
«Μέχρι εδώ ήταν η βοήθειά μου. Μείνε λίγο έτσι ώσπου να συνηθίσεις, και μετά…» έδειξα με μια πλατιά κίνηση τη δική του περιοχή «…ανακάλυψε τη φύση γύρω σου…»
Συνέχισε να μουρμουρίζει, προφανώς να γκρινιάζει, αλλά σε συχνότητες που το αυτί μου δεν τις έπιανε και κατευθύνθηκε με αβέβαιο βήμα προς τα δέντρα. Θα ήθελα πάρα πολύ να πάω μια βόλτα προς την αντίθετη κατεύθυνση και να απομακρυνθώ όσο περισσότερο γινόταν, αλλά ήταν πολύ σκοτεινά. Έμεινα, λοιπόν, στη γωνίτσα μου, και κουλουριάστηκα δίπλα στη φωτιά. Πόσο πολύ λαχταρούσα να είχα ένα βιβλίο να διαβάσω! Ή κάτι τέλος πάντων!
Το χαρούμενο τριζοβόλημα της φωτιάς σχεδόν με νανούριζε. Καθώς κοίταζα τις φλόγες μπρος μου, στο μυαλό μου ήρθαν εικόνες από παλιότερες εποχές. Χρόνια πριν, όταν ο Αιμίλιος κι εγώ ήμασταν ακόμη στο πανεπιστήμιο. Ήταν ένα φοιτητικό πάρτυ εκεί όπου πρωτογνωριστήκαμε. Εκείνος τελείωνε το Μαθηματικό, κι εγώ μόλις είχα μπει στην Ιατρική. Μια κοινή γνωστή μας σύστησε, και θυμόμουν πόσο πολύ μαζεμένος και ντροπαλός ήτανε. Χειρότερος κι από μένα. «Καλό παιδί, αλλά χλεχλές» είχε σχολιάσει κρυφά μετά η φίλη μου, και είχα γελάσει, γιατί δεν ήξερα, κι ούτε έμαθα ποτέ τι σημαίνει η λέξη χλεχλές ακριβώς.
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
Όμως ήταν ευγενικός. Και μολονότι δίσταζε, για κάποιο λόγο μας άφησε την απόμερη θέση του δίπλα στο παράθυρο, και με πλησίασε.
«Χάλια το πάρτυ, ε;» είπε και ίσα ίσα που ακουγόταν.
«Ναι, μάλλον» είπα κι εγώ στον ίδιο τόνο. «Αλλά δεν είμαι και πολύ φαν του είδους, οπότε…»
«Ούτε κι εγώ.» Μου χαμογέλασε δειλά.
Είχα πάντοτε ένα φόβο για τους ανθρώπους. Κάτι, υποσυνείδητα, με κρατούσε σε μια απόσταση, και ποτέ δεν είχα καταφέρει να ξεπεράσω αυτό το φραγμό. Ίσως να ήταν ένα είδος κοινωνικής ανεπάρκειας επειδή ήμουν μοναχοπαίδι. Ίσως να ήμουν υπερβολικά άτολμη. Ωστόσο, αυτός ο ψηλός, μελαχρινός νεαρός δεν χρειάστηκε καμιά προσπάθεια, ούτε δική του ούτε δική μου. Με κοίταξε με τα μεγάλα, διαπεραστικά του μάτια και όλα τέλειωσαν εκείνη τη στιγμή. Το κατάλαβα, το ένιωσα. Ήταν λες και με διαπέρασε κεραυνός, και ξαφνικά όλος μου ο εαυτός συντονίστηκε μαζί του. Δεν είχε καμιά σημασία που δεν είχαμε ανταλλάξει περισσότερες από δυο κουβέντες. Μπορούσε ν’ ανοίξει το στόμα του, να πεταχτούν βατράχια, και να μη με νοιάξει καθόλου.
Από εκείνο το βράδυ δε θυμόμουν τίποτα. Ούτε τι ακριβώς είπαμε, αν ήταν πνευματώδες ή κοινότοπο, αν έμεινε μαζί μου ένα λεπτό ή τρεις ώρες. Μόνο ότι τύχαινε να συναντιόμαστε κάθε τόσο, και κάθε φορά να μιλάμε και λιγάκι παραπάνω από την προηγούμενη.
Η Ματίνα, η φίλη μου που μας σύστησε, είχε μια περίεργη διαίσθηση σε ό,τι αφορούσε τα ρομάντζα. Τουλάχιστον, αυτό προτιμούσα να σκέφτομαι, κι όχι ό,τι έτρεχα πίσω από τον Αιμίλιο σαν ερωτοχτυπημένο δεκαπεντάχρονο, δίνοντας λαβή για σχόλια στους άλλους.
«Μα τι του βρήκες αυτού του χλεχλέ;» με πείραζε και γελούσε με τις αδέξιες προσπάθειές μου να δικαιολογηθώ.
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
Πράγματι, είδηση δεν έπαιρνε! Μου έδειχνε μια ακαθόριστη προτίμηση όταν βρισκόμασταν μαζί, αλλά τίποτα, απολύτως τίποτα παραπάνω. Σιγά σιγά, άρχισε να με αναζητά και να δείχνει ότι του άρεσε η παρέα μου, και ανακαλύψαμε ότι είχαμε πολλά κοινά. Μας άρεσαν τα ίδια πράγματα, ακούγαμε την ίδια μουσική, βλέπαμε τις ίδιες ταινίες και διαβάζαμε τα ίδια βιβλία.
Ακόμα περισσότερο, ταιριάζαμε σαν χαρακτήρες, αλληλοσυμπληρωνόμασταν λες και γνωριζόμασταν χρόνια, και το πιο αλλόκοτο, άρεσαν στον καθένα μας τα ελαττώματα του άλλου. Ξεκαρδιζόταν στα γέλια όταν έκλαιγα στις συγκινητικές σκηνές στο σινεμά και μου αγόραζε κάθε φορά σοκολάτα για να με παρηγορήσει, μου τραβούσε τα μαλλιά για να με κάνει να θυμώνω όταν τον κορόιδευα για τις τραγικές μαγειρικές του ικανότητες που κάποτε έβαλαν φωτιά στην κουζίνα του. Ωστόσο, εκείνος με έβλεπε πάντα σαν μεγαλύτερος αδελφός. Μόνο έτσι.
Δεν μπορούσα φυσικά να κάνω και πολλά πράγματα γι’ αυτό. Και υπήρχαν φορές που ήμουν χαρούμενη γιατί είχα έστω κι αυτό, κι άλλες που με καταρράκωνε η προσπάθεια να προσποιούμαι ότι τον έβλεπα κι εγώ μόνο ως φίλο.
«Διάβασες τα μαθήματά σου, νιάνιαρο; ¶ντε, πάμε για καφέ!»
Έτσι τρυφερά με χαιρετούσε τα απογεύματα που μου τηλεφωνούσε να πάμε καμιά βόλτα. Τον τελευταίο καιρό είχαν πυκνώσει οι φορές που μου ζητούσε να βγούμε οι δυο μας, και είχα αναθαρρήσει ότι ίσως αυτή η αλλαγή να προμήνυε κάτι καλό. Ήταν δυνατόν να μην έβλεπε πόσο πολύ ταιριάζαμε;
Nαι. Ήταν.
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
¶κουσα τα συρτά βήματα του πίσω από τους θάμνους, και μαζεύτηκα ακόμα πιο πολύ στη θέση μου. Αυτή η αναπόληση θα μου στοίχιζε. Δεν ήθελα να τον αντικρίσω. Δεν ήθελα να θυμηθώ άλλα.
«Κρυώνεις;»
Η φωνή του με ξάφνιασε, δεν περίμενα να την ακούσω.
«Ε…Όχι…όχι ακριβώς…»
«Γιατί δεν κάθεσαι πιο κοντά στη φωτιά;»
«Εντάξει είμαι.»
Μου έριξε μια δύσπιστη ματιά.
«Μη στενοχωριέσαι. Θα δεις, όλα θα πάνε καλά. Θα μας βρουν.»
«Το πιστεύεις;» τον ρώτησα κοιτάζοντας επίμονα τις φλόγες.
«Ναι. Το πιστεύω.» με διαβεβαίωσε σταθερά. Ο ψεύτης. Νόμιζε πως μπορούσε να με παρηγορήσει.
«Οι δικοί σου θα έχουν τρελαθεί από την αγωνία τους.»
«Ναι, τους σκέφτομαι…μακάρι να υπήρχε κάποιος τρόπος να τους ειδοποιήσω…»
Έκατσε λίγο πιο κοντά μου, επιφυλακτικά, λες και θα τον λιθοβολούσα.
«Μη στενοχωριέσαι.» επανέλαβε. «Σημασία έχει ότι είμαστε ζωντανοί. Όσο ζει κανείς, υπάρχει ελπίδα…Ο θάνατος είναι το μόνο που δε διορθώνεται.»
«Πονάς;»
«Εντάξει, το αντέχω.»
«Ωραία.»
«Κατερίνα;»
«Μμμ;»
«Ήθελα…» κόμπιασε.
«Ναι;» τον ενθάρρυνα ήπια.
Με κοίταξε με μια ακαθόριστη έκφραση, και φαινόταν σαν να μην ήξερε από πού ν’ αρχίσει.
«Γιατί δε μου μίλαγες;»
«Τι πράγμα;»
«Στο πλοίο. Όταν ήμασταν στο πλοίο. Γιατί με απέφευγες;»
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
«Εντάξει, δεν ξέρεις για τι πράγμα μιλάω.» Σηκώθηκε με κόπο κι αυτός όρθιος και με πλησίασε. «Εντάξει. Είμαι βλάκας.» ¶πλωσε το γερό του χέρι και πήρε το δικό μου. «Έλα τώρα πάλι κοντά στη φωτιά. Σε παρακαλώ.» Η φωνή του ήταν σχεδόν υπνωτιστική. Τα μάτια του είχαν καρφωθεί μες στα δικά μου ανυποχώρητα. «Δεν έχω βρει ακόμα τη φόρμα μου. Περίμενε λίγο να γίνω καλά, και θα δεις. Την άλλη φορά που θα τρέξεις, στ’ ορκίζομαι, θα σε προφτάσω. Και δε θα σ’ αφήσω να ξαναφύγεις.»
Δε μπορούσα να κουνηθώ, ούτε ένα βήμα να κάνω. Η ζεστή, οικεία αίσθηση του χεριού του με παρέλυε, το βλέμμα του με τραβούσε κοντά του. Αλλά δεν έπρεπε. Δεν έπρεπε…Λίγο ακόμη αν έμενα εκεί, θα έκανα πράγματα για τα οποία θα μετάνιωνα πικρά. Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψουν τον πόνο που μου προξένησε η προσπάθεια να αποκτήσω πνευματική διαύγεια. Πόνος, λαχτάρα, ανάγκη. Όλα μαζί, με τραβούσαν πάλι στην παγίδα τους. Δεν έπρεπε…
«Καλά.» συμφώνησα με τρεμάμενη φωνή. «Γίνε καλά, και τα λέμε.»
Γέλασε ευχαριστημένος, σχεδόν ανακουφισμένος, αλλά δεν άφησε το χέρι μου.
«¶ντε, πάμε για ύπνο. Είσαι πτώμα.» μου είπε.
Πάμε για ύπνο. Μια πρόταση γεμάτη δυσκολίες.
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
«Θα φέρω κάτι να ρίξω στη φωτιά» είπα και τράβηξα το χέρι μου αμήχανα. «Είναι έτοιμη να σβήσει.»
Δεν απομακρύνθηκα πολύ, γιατί πραγματικά το σκοτάδι ήταν αδιαπέραστο. Ευτυχώς, είχα αφήσει λίγο πιο κει μερικά ξερά κλαδιά φοίνικα από προηγούμενη εξόρμηση. Και τα είχα κόψει κιόλας. Πήρα όσα άντεχα να σύρω και ξεκίνησα. Το σφυροκόπημα της καρδιάς μου αντηχούσε ακόμη δυνατό στ’ αυτιά μου, αλλά δεν γινόταν να ηρεμήσω. Ήδη το κορμί μου αποζητούσε την αγκαλιά του. Τρελαινόμουν από την ιδέα ότι δεν ήταν σωστό, ούτε να το σκέφτομαι ακόμα.
«Μακάρι να μπορούσα να βοηθήσω.» παραπονέθηκε μόλις με είδε. «Δεν είναι σωστό να κάνεις αυτές τις δουλειές μόνη σου κι εγώ να κάθομαι.»
«Ελπίζω να μας βρουν σύντομα και να μη φτάσει η ώρα να μετατεθούν αυτά τα καθήκοντα σε σένα.»
Κούνησε το κεφάλι του.
«Ώρα για ύπνο.» ανακοίνωσα αυστηρά.
«Ώρα για ύπνο.»
Ξάπλωσε γυρισμένος στο πλάι, για να μπορεί να με βλέπει.
«Κατερίνα;»
«Ναι;»
Μου χαμογέλασε, δυστυχώς για μένα, τρυφερά.
«Καληνύχτα.»
«Κι όνειρα γλυκά» του ανταπέδωσα την ευχή, ελαφρώς ειρωνικά, για να τον εκνευρίσω, αλλά δεν το πέτυχα.
Έκλεισα τα μάτια μου σφιχτά, και πίεσα τον εαυτό μου να κοιμηθεί. Πόσες μέρες θα περνούσαμε ακόμη έτσι; Ποια η πιθανότητα να μας βρουν αύριο κιόλας, και να σωζόμουν από όλα αυτά; Δεν ήταν καθόλου εύκολο. Αντίθετα, όσο καυγαδίζαμε, τόσο οι αντιστάσεις μου έπεφταν. Κι αυτός; Τι ρόλο έπαιζε; Δεν έπρεπε να είναι αδιάφορος και ψυχρός; Γιατί σκάλιζε πληγές; Και μάλιστα τις δικές μου;
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
Όλο το βράδυ δεν μπόρεσα να ησυχάσω, κι όταν αργότερα, την ώρα που άρχισε να χαράζει, τελικά, αποκοιμήθηκα, ο ύπνος μου ήταν γεμάτος με περίεργα όνειρα. Μια παρέλαση από τους χαμένους μου συνεπιβάτες στο πλοίο, η μάνα μου που είχε πέντε χρόνια πεθάνει, η θάλασσα γεμάτη λουλούδια, ο Αιμίλιος βασιλιάς. Κι όλοι απομακρύνονταν, μου κουνούσαν το χέρι λυπημένα και μ’ άφηναν μόνη να κυβερνήσω το πλοίο. Αλλά δεν ήξερα πώς. Φώναζα, έκλαιγα, τους παρακαλούσα, όμως βοήθεια δεν ήρθε από πουθενά. Και η καταιγίδα ξέσπασε, και το πλοίο πήγαινε ακυβέρνητο στο πέλαγος. Η θάλασσα μαύρη, μυριάδες στόματα έχαιναν απειλητικά στα βάθη της, γλώσσες νερού κατάπιναν τους ανθρώπους που ούρλιαζαν και πάσχιζαν να σωθούν. Με παράσερνε ο τρελός αέρας, με τύφλωνε η βροχή κι οι αστραπές, κι όπως έπεφτα κι εγώ, μαζί με τους άλλους, δυο χέρια με κράτησαν, με ασφάλισαν πίσω στη ζωή.
¶νοιξα τα μάτια μου με απροσδόκητη ευκολία και είδα τον Αιμίλιο καθισμένο δίπλα μου, να μου κρατάει το χέρι και να χαϊδεύει το μέτωπο μου. Ανακάθισα με φούρια, προσπαθώντας να βρω την ανάσα μου.
«Δεν είναι τίποτα.» με καθησύχασε. «Ένα κακό όνειρο.»
Ακόμη δεν είχα βρει τη φωνή μου, και ανόητα δάκρυα γέμισαν τα μάτια μου, που δεν μπορούσα να κρατήσω. Εκείνος ταράχτηκε, με κούνησε απαλά.
«Πάει ,πέρασε, ένα κακό όνειρο ήταν.» επέμεινε. «Όλα είναι καλά.»
Συμφώνησα, γνέφοντας καταφατικά, αλλά τα δάκρυα επέμειναν να κυλάνε ασυγκράτητα, γελοιοποιώντας με περισσότερο. Ντροπιασμένη για την αδυναμία μου τραβήχτηκα μακριά του, αλλά πριν το καταλάβω, με τράβηξε στην αγκαλιά του και με έσφιξε δυνατά. Αυτή η κίνηση, περιέργως, έκανε τα πράγματα χειρότερα, και ξέσπασα σε γοερά κλάμματα.
«Κι εγώ που νόμιζα πως είχε χαθεί για πάντα η κλαψιάρα μου.» με πείραξε με το πρόσωπό του μέσα στα μαλλιά μου. «Η μικρή μου κλαψιάρα!»
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
Έκανα μια αδύναμη κίνηση να φύγω από την αγκαλιά του, κι εκείνος απλά χαλάρωσε το κράτημά του.
«Είμαστε καλά» μου δήλωσε τρυφερά και σκούπισε τα δάκρυα από τα μάτια μου τις άκρες των δάχτυλων του. «Δε χρειάζεται να κλαις.»
Τα μάτια του ζέσταιναν την παγωμένη μου καρδιά, μαλάκωναν την απελπισία μου, μου έλεγαν λόγια που ποτέ δεν είχα ελπίσει καν ν΄ ακούσω από τα χείλη του. Τα χείλη του…λίγα μόλις χιλιοστά μακριά, κι η φλόγα τους σχεδόν να αγγίζει τα δικά μου. Δεν υπήρχε τίποτα άλλο…ο κόσμος είχε εξαφανιστεί. Δεν υπήρχαν προτεραιότητες, αλήθειες, ψέμματα, αρχή και τέλος. Κάθε κύτταρο της ύπαρξής του, αυτό ήταν το σύμπαν.
Το καρδιοχτύπι του, η ανάσα του, με δονούσαν σύγκορμη, με πονούσαν σχεδόν. Και τότε, με φίλησε, κι αν υπήρχαν περιθώρια υπαναχώρησης, μου έκλεισε κάθε δρόμο. Ήταν διεκδίκηση, ήταν απόλυτη κυριαρχία. Τα χείλη ζητούσαν, ικέτευαν την ανταπόκρισή μου, η αγκαλιά του έγινε ανάγκη ανυπότακτη.
Δεν μπορούσα να ελέγξω τίποτα. Δεν μπορούσα να κάνω πίσω. Κι όταν πέσαμε σφιχταγκαλιασμένοι στην ζεστή άμμο, έβλεπα μόνο αυτόν, επιτέλους δικόν μου, παραδομένον στην ίδια, τη δική μου παραζάλη. Τον άγγιζα δειλά, φοβισμένα, κι εκείνος μου τα έδινε όλα, αδιαπραγμάτευτα. Η πίεση, ο φόβος των προηγουμένων ημερών, η αγωνία, η ανασφάλεια, όλα ξεχάστηκαν, εξατμίστηκαν μέσα στην έκρηξη της ένωσής μας. Και μείναμε δεμένοι, ο ένας κομμάτι του άλλου, για πολλή ώρα, εγώ χαμένη στο απαγορευμένο μου παράδεισο, κι εκείνος αφημένος μες στα χέρια μου απόλυτα.
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
Αποκοιμήθηκα, αυτό είναι σίγουρο. Το απαλό κύμα της ανάσας του με νανούριζε, η αίσθηση του κορμιού του γύρω μου με έκανε να νιώθω ασφαλής, αγαπημένη, τα ανήσυχα χέρια του με κανάκευαν, με λάτρευαν. Δε μπορεί, όνειρο θα’ ναι, είπα στον εαυτό μου ευτυχισμένη. Ή, τόσο καιρό παίρνω ναρκωτικά και δεν το ξέρω.
Όταν ξύπνησα, ήταν σχεδόν μεσημέρι. Ο Αιμίλιος δεν είχε μετακινηθεί ούτε χιλιοστό, ήταν κουλουριασμένος γύρω μου, με το πρόσωπο χωμένο στο λαιμό μου. Δεν ήταν δύσκολο να νιώσω το προηγούμενο κύμα πάθους που μας παρέσυρε να φουντώνει ξανά, αλλά αυτή τη φορά, η συναίσθηση της πραγματικότητας είχε επιστρέψει. Αλύπητη. Τι έκανα;
Ήμουν κεραυνοβολημένη από το μέγεθος του προβλήματος, κι ο Αιμίλιος ξύπνησε κι αυτός και θεώρησε σωστό να αρχίσει να με φιλάει πίσω από το αυτί. Προσπάθησα να απομακρυνθώ και με ακινητοποίησε με το βάρος του. Η γύμνια μας ήταν κάτι το αδιαμφισβήτητο εδώ και ώρα, αλλά τη συγκεκριμένη στιγμή έγινε εξαιρετικά άβολη.
«Ωπ, σ’ έπιασα, δεν πας πουθενά.» μου δήλωσε κεφάτα και με έσφιξε πάνω του. «Δεν πας πουθενά. Ξέρω τι σκέφτεσαι, και δε θα πας πουθενά μέχρι να μ’ ακούσεις. Ούτε και μετά.»
Ήδη βρισκόμουν σε κατάσταση υστερίας, αλλά ακόμη δεν το έδειχνα, και φοβόμουν ότι αν άνοιγα το στόμα μου να μιλήσω, θα ξεσπούσε. Ένα ακαθόριστο βογκητό ακούστηκε από το μέρος μου, καθώς ο πανικός δεν έλεγε να υποχωρήσει.
«Κατερίνα, ηρέμησε. Δεν κάναμε τίποτα κακό.»
«Η Αριστέα…» η φωνή μου πνιγόταν «Η Αριστέα..»
«Πρόσεξε τι θα σου πω, πρόσεξέ με!» με ταρακούνησε λιγάκι για να κερδίσει την προσοχή μου. «Η Αριστέα κι εγώ, δεν είμαστε μαζί πια! Χωρίσαμε πριν λίγο καιρό.»
«Πώς…μα, εκείνη…!» οι λέξεις δεν έμπαιναν σε σωστή σειρά. «Χωρίσατε!» επιτέλους μπόρεσα να σηκωθώ. «Εκείνη…εκείνη μου είπε πως αρραβωνιαστήκατε! Μου έδειξε το δαχτυλίδι!»
Έβαλε τα γέλια, κι έμεινα να τον κοιτάζω άφωνη.
«Το δαχτυλίδι; Ποιο δαχτυλίδι…Δεν την πιστεύω…Και, με συγχωρείς που γελάω, αλλά σου είπε ότι αρραβωνιάστηκε εμένα;» Τρανταζόταν από τα γέλια. Πολύ περίεργη κατάσταση.
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
«Ναι, μωρό μου, μωρό μου γλυκό, θα σου εξηγήσω.» Με έσπρωξε απαλά και με ξάπλωσε πάλι κάτω. Τα χείλη του βρήκαν τα δικά μου, και αναγκάστηκα να τον δαγκώσω για να μ’ αφήσει να πάρω μια ανάσα.
«Δαγκώνεις κιόλας, ε;» με προκάλεσε, και ανταπέδωσε τα ίσα αφήνοντας μια –σίγουρα!-μεγάλη μελανιά στο πλάι του λαιμού μου.
«Καλά, έχεις και τα δίκια σου.» παραδέχτηκε, επιμένοντας να προσπαθεί να με αποπλανήσει ξανά. «Κι εγώ δεν δείχνω τη δέουσα σοβαρότητα.» Κάθε φράση του ακολουθούσε κι ένα νέο χάδι, πιο τολμηρό από το προηγούμενο. «Αχ, μωρό μου, να ’ξερες τι έχω τραβήξει!»
Εκμεταλλεύτηκα την αδυναμία του πληγωμένου του χεριού και βρήκα ευκαιρία να τον γυρίσω ανάσκελα, περνώντας από πάνω του. Με κοίταξε με νόημα, αλλά ήταν φανερό ότι αστειευόταν.
«Ακούω.» τον πρόσταξα.
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
«Είναι μεγάλη ιστορία.» με προετοίμασε και με μια επιδέξια κίνηση με έριξε στο πλάι δίπλα του. «Καλύτερα να είσαι κάπου πιο αναπαυτικά.» Είχε όρεξη για παιχνίδια, και ειλικρινά δεν μπορούσα να καταλάβω πού την έβρισκε. Εγώ ήμουνα εκτός εαυτού, αλλά όχι μόνο εκνευρισμένη. Δεν μπορούσα να συμμεριστώ το κέφι του, δεν μπορούσα να χαρώ αυτές τις στιγμές, γιατί ακόμα μέσα μου, με φαρμάκωνε ο παλιός πόνος που πυροδοτούσαν οι αναμνήσεις. Δεν μπορούσα ούτε να τον κοιτάξω πια. Ήθελα απλά να κρυφτώ από όλο τον κόσμο, και περισσότερο, από τον ίδιο τον εαυτό μου. να εξαφανιστώ, αν γινόταν. «Θυμάσαι τότε, στην αρχή;» με ρώτησε όταν ένιωσε ότι είχα ηρεμήσει αρκετά ώστε να μπορώ να συμμετάσχω στη συζήτηση. «Εκείνο το Σάββατο, που σου είχα ζητήσει να βγούμε;» Φυσικά και θυμόμουν. Μακάρι να είχα ξεχάσει.
Έκανα ό,τι μπορούσα για να μην καταλάβει ότι ήμουν τρελή γι’ αυτόν. Βέβαια, η Ματίνα, με κάποιο μαγικό τρόπο, το είχε μαντέψει, αλλά ήμουν σίγουρη πως κανείς άλλος, και απ’ όλους πιο πολύ αυτός, δεν είχε αντιληφθεί το παραμικρό. Στην αρχή, με είχε κυριεύσει ο ενθουσιασμός ότι αυτό που μου συνέβαινε ήταν αμοιβαίο, κι ότι αναπόφευκτα, σύντομα θα έκανε εκείνος το πρώτο βήμα. Δεν άργησα και πολύ να απογοητευτώ, καθώς τίποτα δεν έγινε. Ήταν καλός κι ευγενικός, αλλά μόνο αυτό. Η αισιοδοξία μου άρχισε να ξεφουσκώνει, κι έδωσε τη θέση της στην απογοήτευση και την ανασφάλεια. ¶ρχισα να τον αποφεύγω, μόνο και μόνο γιατί το να βρίσκομαι κοντά του ήταν πια επώδυνο. Εκείνος δεν έδειξε να το παρατηρεί. Οι συναντήσεις μας αραίωσαν, και η μόνη μου παρηγοριά στη στενοχώρια μου ήταν η σκέψη πώς απλά, έτσι απέφευγα να γίνει ο πόνος ακόμη δυνατότερος. Καμιά ασχολία δε με χαροποιούσε, η ζωή μου είχε γίνει αφόρητη. Κι εγώ η ίδια είχα γίνει αφόρητη. Το έβλεπα, αλλά δεν μπορούσα να το πολεμήσω. Προσπαθούσα να δείχνω φυσιολογική, και πράγματι, είχα πετύχει να φαίνομαι σαν ένα καθ’ όλα φυσιολογικό ζόμπι. Σχολή – σπίτι, σπίτι- σχολή, ενίοτε με κάποια ενδιάμεση στάση για καφέ με συμφοιτητές, και πάλι από την αρχή. Μετά από λίγο, αποφάσισα να ασχοληθώ με το πιάνο μου, που το είχα εγκαταλείψει χρόνια, οπότε στο παραπάνω πρόγραμμα προστέθηκα και το ωδείο, δυο φορές την εβδομάδα. Ο Αιμίλιος ήταν πια φανταστική εικόνα – υπήρχε παντού, σαν μια μορφή κρυμμένη στο καλειδοσκόπιο χρωμάτων της μουντής μου πραγματικότητας, αλλά ποτέ δεν ήταν αληθινός. Η πνευματική μου υγεία ήταν συζητήσιμη πλέον. Αλλά ωστόσο, δεν ήθελα να το βάλω κάτω. Ήλπιζα ότι θα το ξεπερνούσα, και με πολύ αργούς ρυθμούς, έκανα προόδους. Δυνάμωνα μέρα με τη μέρα, και αυτό μου έδινε κουράγιο να μην τα παρατήσω. Πίστευα πως αργά ή γρήγορα, θα συνειδητοποιούσα πως είχα εγκλωβιστεί μέσα στο ίδιο μου το μυαλό, και θα συνερχόμουν. Κάποιο Σάββατο πρωί, άκουσα θορύβους στο διπλανό διαμέρισμα, που είχε ξενοικιαστεί πριν μερικές εβδομάδες. Θορύβους μετακόμισης, για την ακρίβεια. Σηκώθηκα από το κρεββάτι μου, όπου χουζούρευα λίγο περισσότερο απ’ όσο τις άλλες μέρες, και κοίταξα από το ματάκι της πόρτας, αλλά δεν διέκρινα τίποτα, μόνο μερικές κούτες αφημένες στην εξώπορτα. Είχα αποκτήσει νέο γείτονα, και ευχήθηκα να είναι φιλόμουσος, καθώς δε μου άρεσε να διαβάζω πιάνο με ακουστικά. Όταν χτύπησε το κουδούνι της πόρτας, είχα ευτυχώς προλάβει να ντυθώ, και πήγα ν’ ανοίξω, απόλυτα σίγουρη πώς θα γνώριζα τον δίπλα. Μόνο που τον ήξερα ήδη. «Καλημέρα, Κατερίνα.» με χαιρέτησε χαρούμενα ο Αιμίλιος, μέσα στην ξεχειλωμένη και βρώμικη φόρμα του. «Ελπίζω να έχεις καφέ, γιατί εγώ έχω μόνο μπρίκια και τίποτα άλλο.» Φαίνεται πως τον κοιτούσα σαν να έβλεπα ούφο, γιατί ξέσπασε σε δυνατά γέλια. Προσπάθησα να μιλήσω, αλλά ακούστηκε μόνο ένας ακαθόριστος ήχος. «Δε με περίμενες, να υποθέσω;» Κούνησα το κεφάλι αρνητικά. «Μετακόμισα στο διπλανό διαμέρισμα.» μου εξήγησε το προφανές. «Αλλά δε σου είπα τίποτα νωρίτερα. Ήθελα να σου κάνω έκπληξη.» «Τα κατάφερες, μπορώ να πω.» άρθρωσα με δυσκολία. «Καλώς όρισες, λοιπόν.» κατάφερα να χαμογελάσω. « Δε θα με καλέσεις μέσα; Πεθαίνω για ένα καφέ» Έκανα στην άκρη και κράτησα την πόρτα, προσκαλώντας τον να μπει. Ένιωθα το κεφάλι μου να μουδιάζει. «Ξύπνησα πολύ νωρίς σήμερα το πρωί, για τη μετακόμιση. Δε φανταζόμουν ότι είχα τόσα συμπράγκαλα στο σπίτι.» Για πρώτη φορά τον έβλεπα μέσα στο σπίτι μου, και ήταν τόσο απελπιστικά απεριποίητος και λέτσος, που δεν θα ήταν δυνατό να μου φανεί ωραίος. Όχι , δεν έπρεπε να είναι δυνατό. «Εμ, νομίζω ότι πρώτη φορά στο σπίτι σου, δεν θα έπρεπε να έρθω με άδεια χέρια.» σχολίασε λυπημένα. « Μπορείς να επανορθώσεις αργότερα, ξέρεις.» αστειεύτηκα και τα μάγουλά μου φούντωσαν. Ήταν απαραίτητο να κοκκινίσω; Με κοίταξε και μου χαμογέλασε, και αισθάνθηκα το κύμα του αίματος που ανέβηκε στο πρόσωπό μου να με καίει. «Πώς…πώς και ήρθες σ’ αυτό το σπίτι;» τραύλισα βιαστικά. «Θέλω να πω, γιατί άφησες το δικό σου;» «Υποσχέθηκες καφέ.» επέμεινε, με το πιο αφοπλιστικό ύφος του κόσμου. «Α, ναι, συγνώμη. Κάθισε όπου βολεύεσαι.» Το σπίτι μου ήταν μια τόση δα γκαρσονιέρα, ένα μεγάλο δωμάτιο δηλαδή που ήταν ταυτόχρονα καθιστικό, γραφείο και υπνοδωμάτιο. Τι καλά που είχα προλάβει να συγυρίσω! Είχα έναν σιδερένιο καναπέ που χρησίμευε και ως κρεββάτι, και προς τα εκεί κατευθύνθηκε κι αυτός. «Είμαι μες τη βρώμα. Ίσως δε θα έπρεπε να καθίσω εδώ- θα λερώσω τα πάντα.» «Κάθισε!» τον πρόσταξα λιγάκι απότομα καθώς γέμιζα μια κούπα με γαλλικό. «Δεν υπάρχει πρόβλημα, τα πάντα πλένονται.» «Μήπως να βγάλω το παντελόνι;» με ρώτησε αθώα αλλά τα μάτια του έδειχναν ατελείωτη διασκέδαση. « Μπορείς να το ρισκάρεις.» του απάντησα με το ίδιο ύφος, και την ίδια ώρα τον έβλεπα στο μυαλό μου να το κάνει. «Αλλά νομίζω ότι θα κρυώνεις. Λίγος καυτός καφές θα σε βοηθούσε, λες;» «Αυτά μου έλειψαν, τόσες μέρες που έχω να σε δω!» γέλασε καλόκαρδα. «Πού χάθηκες; Λες κι άνοιξε η γη να σε καταπιεί!» «Ε, ξέρεις μωρέ» δικαιολογήθηκα «Διάβασμα και τα λοιπά…» «Ναι, καλά.» με μάλωσε δύσπιστα. «Διάβασμα και κολοκύθια. Για να μη χρησιμοποιήσω απρεπείς εκφράσεις μπροστά σε μια κυρία.» «Ελεύθερα.» «Θα απολογηθείς. Αργότερα.» «Καλά, εντάξει.» «Και ίσως να τιμωρηθείς κιόλας.» «Καλά. Εσύ τι ακριβώς κάνεις εδώ;» « ¶λλαξα σπίτι.» Τεντώθηκε με άνεση , και ακούστηκαν διάφοροι ήχοι από τον πιασμένο του σβέρκο. « Ο σπιτονοικοκύρης μου χρειαζόταν το διαμέρισμα για το γιο του, και αναγκαστικά, έφυγα.» «Δεν τελειώνεις φέτος; Δεν είσαι στο πτυχίο;» «Πράγματι, αλλά σκέφτομαι να κάνω μεταπτυχιακό, οπότε…» «Α, μάλιστα.» συμφώνησα μηχανικά, με τα μάτια καρφωμένα στον δικό μου καφέ. Είχα επιστρατεύσει όλες μου τις δυνάμεις για να μην τον κοιτάζω, να κάθεται στον καναπέ μου, ή μάλλον καλύτερα, στο κρεββάτι μου. «Βρήκα και μια δουλειά, εδώ κοντά, οπότε αυτό το σπίτι είναι ό,τι πρέπει.» «Βρήκες δουλειά; Πού;» «Σε ένα φροντιστήριο. Στον “Ευκλείδη”» «Αυτό στη γωνία;» «Ναι. Ο Γιώργος, ο άλλος καθηγητής, μου είπε για το σπίτι. Πάλι καλά.» Έριξα μερικά εσωτερικά βρισίδια στον άγνωστο Γιώργο, και προσπάθησα να συγκεντρωθώ. «Τι μαθήματα θα κάνεις;» «Μήπως ξέρω; Ό,τι μου δώσουνε. Δε βαριέσαι.» «Κι από λεφτά; Είναι καλά;» «Μπα, τίποτα. Αλλά ξέρεις πώς είναι τα φροντιστήρια. Σε μαθαίνουν, κι ύστερα αποκτάς ιδιαίτερα.» «Ναι, ναι…Είναι μεγάλο το διπλανό διαμέρισμα;» ρώτησα χωρίς πραγματικό ενδιαφέρον. «Ίσως λίγο μεγαλύτερο από αυτό-όχι πολύ. Και, φοβάμαι, θα είναι απείρως πιο κακόγουστα επιπλωμένο.» «Δε με ρώτησες όταν ψώνιζες τα οικιακά σου είδη.» «Λάθος μου, το αναγνωρίζω.» «Θα πηγαίνεις δηλαδή στα σπίτια των μαθητών σου;» «Ποιος ξέρει; Κάτσε να αποκτήσω μαθητές πρώτα.» «Σωστά.» Μάζεψα μηχανικά τα μαλλιά μου από τον ώμο μου σε μια κοτσίδα. «Ώστε αυτό ήταν!» φώναξε ικανοποιημένος. «Ποιο;» απόρησα ξαφνιασμένη. «Σπάω το κεφάλι μου γιατί μου φαίνεσαι αλλιώτικη σήμερα. Και τώρα κατάλαβα, ήταν τα μαλλιά.» συμπέρανε. «Πάντα τα πιάνεις. Σήμερα τα είχες…ελεύθερα» δυσκολεύτηκε να το περιγράψει. «Ναι» παραδέχτηκα «Γι’ αυτό και είμαι σαν πουρνάρι.» Κούνησε το κεφάλι αρνητικά. «Όχι, όχι. Είναι πιο ωραία έτσι. Μην τα ξανατραβήξεις πίσω.» Νέο κύμα φωτιάς στα μάγουλά μου. Κόμπος η γλώσσα μου. Λίγα λεπτά περίεργης αμηχανίας. «Λοιπόν, λέω να επιστρέψω στο αχούρι δίπλα, μήπως και το κάνω σπίτι.» είπε ζωηρά και σηκώθηκε. Σηκώθηκα κι εγώ, προσπαθώντας να υπερνικήσω το βάρος στις αρθρώσεις μου που έμοιαζαν μαγκωμένες. «Ό, τι χρειαστείς, μη διστάσεις.» προθυμοποιήθηκα. «Από καφέ, μέχρι …ο,τιδήποτε.» Στάθηκε για μια στιγμή δίπλα μου, ψηλός και υπέροχος, ο ισχυρότερος μαγνήτης του κόσμου, και τα μεγάλα, μαύρα μάτια του έλαμπαν με μια γλύκα αξέχαστη. «Σ’ ευχαριστώ.» σχεδόν δεν ακούστηκε η φωνή του ή μήπως τ’ αυτιά μου βούιζαν; «Στ’ αλήθεια, χαίρομαι που θα είμαστε τόσο κοντά, από δω και πέρα..» «Αν ξέρεις κι από ηλεκτρολογικά, ε, τότε, μπορώ να πω κι εγώ το ίδιο.» «Βλέπεις τι εννοώ;» Μου τσίμπησε δυνατά το μάγουλο. «Πάω.» Όλη την υπόλοιπη μέρα, απλά είχα μείνει ξαπλωμένη εκεί που είχε καθίσει – με τη σκονισμένη φόρμα του, ναι- και αφουγκραζόμουν κάθε μικρό ήχο από δίπλα, και πάσχιζα να ξεχωρίσω κάθε κίνηση, να μαντέψω τι έκανε, να δω μέσα από τους τοίχους, και ξανάπεφτα εν γνώσει μου στην εξάρτηση του. Κι εκείνη τη στιγμή δε μετάνιωνα γι’ αυτό. Δεν μπορούσα να μετανιώσω. Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα πέρα από αυτόν. Τίποτα. Χρειάστηκα ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο για να αποκτήσω λίγη συναίσθηση, για να πειθαρχήσω τον εαυτό μου, να θυμηθώ τι έπρεπε να κάνω, αν έπρεπε να κάνω κάτι και πάνω που ήμουν σίγουρη πως μπορούσα να λειτουργήσω πάλι ως νοήμον ον, το κουδούνι χτύπησε, και δεν υπήρχε πιο ευπρόσδεκτος ήχος από αυτόν σε όλο τον κόσμο. Εκτός ίσως από τη φωνή του. Εκτός από την ανάσα του, από το καρδιοχτύπι του, που τα λαχταρούσα, τα ονειρευόμουν και τα ήθελα δικά μου. «Καλημέρα, γειτόνισσα.» «Καλημέρα, γείτονα.» «Εντάξει, θα το παραδεχτώ. Δεν έχω καφέ.» Με κοίταξε ντροπαλά, κάτω από τις πυκνές, γυριστές βλεφαρίδες του. Ήταν σίγουρα αγουροξυπνημένος, και φρεσκοξυρισμένος και έβαλα αμέσως φρένο στο βρώμικο μυαλό μου γιατί είχε πάρει άσχημο δρόμο. «Ζάχαρη;» «Ούτε.» Μπήκε μέσα με αθόρυβα βήματα. «Μπρίκι όμως; Έχεις.» «Έχω. Γάλα δεν έχω.» «Να κάνω μια ερώτηση;» «Παρακαλώ.» «Έχεις τίποτα φαγώσιμο; Οτιδήποτε.» «Εεεε, ναι, λοιπόν, νομίζω ότι έχω ένα κουτί μπισκότα για σκύλους.» «Για σκύλους; Έχεις σκύλο;» «Όχι, απλά κάποτε μου το έφεραν κάτι φιλαράκια για πλάκα. Δεν είναι άσχημα ξέρεις…»
Hollysort New Moon Victim
Ηλικία : 47 Αριθμός μηνυμάτων : 271 Registration date : 10/05/2010
Forks Student Profile Team: Edward - Bella Special ability: Shield Against Mental Attacks
«Και χθες; Τι έφαγες;» «Χθες; Ήμουν τόσο κουρασμένος που δεν είχα κουράγιο ούτε να το σκεφτώ. Ή μάλλον, το σκέφτηκα, αλλά δεν είχα κουράγιο ούτε μέχρι την πόρτα σου να έρθω.» Τον κοίταξα αγανακτισμένη. «Τηλέφωνο δεν έχω ακόμη, οπότε ούτε πίτσα μπορούσα να παραγγείλω…» συνέχισε κλαψιάρικα. «Ελπίζω τα σκυλομπισκότα να ήταν πράγματι καλά.» «Ανάγκα…και οι θεοί πείθονται…» «Λοιπόν, έχουμε και λέμε» είπα με την πιο αποφασιστική μου φωνή καθώς σκάλιζα το ντουλάπι μου. «Καφές, ζάχαρη, μμμμ, για να δω, μπισκότα, α, να κι ένα κουτί καλαμαράκια, δε φαντάζομαι να το θες, γάλα…Κορν φλέηκς τρως;» Έβαλα τα τρόφιμα σε μια σακούλα και του την έδωσα, προσέχοντας να μην ακουμπήσω το χέρι του. «Είσαι άγγελος.» με επαίνεσε. «Με σώζεις.» «Αν θελήσεις να κάνεις κανένα τηλέφωνο, έλα πάρε από το δικό μου.» «Μόνο αν είναι ανάγκη. Δε θέλω να σου φορτώνομαι. Ήδη αισθάνομαι πολύ άσχημα.» «Βλακείες.» τον έκοψα. «Πιάτα και ποτήρια έχεις…μάλλον.» «Ναι, έχω. Πώς να σ’ ευχαριστήσω;» «Έλα τώρα!» «Δε θα περάσει έτσι αυτό!» «Αν ξεμείνω κι εγώ από καφέ, ορκίζομαι να χτυπήσω πρώτα την δική σου πόρτα. Σύμφωνοι;» «Μισο-σύμφωνοι.» Κοίταξε τη στοίβα των ανοιχτών βιβλίων μου πάνω στο γραφείο μου. «Διαβάζεις;» «Προσπαθώ.» «Συγνώμη, σε διέκοψα. Έφυγα. Ευχαριστώ.» «Επαναλαμβάνεσαι, ξέρεις.» Από εκείνη τη μέρα, όλες μου οι προσπάθειες να ξεκολλήσω ήταν καταδικασμένες σε αποτυχία. Πώς μπορούσα να αλλάξω μυαλά; Τον άκουγα κάθε μέρα να σηκώνεται το πρωί, να τραγουδάει – παράφωνα – στο μπάνιο, να φεύγει για τη δουλειά, να βγαίνει με φίλους, να επιστρέφει τη νύχτα και παρακολουθούσα βήμα-βήμα την καθημερινότητά του, λες κι η ίδια μου η ζωή εξαρτιόταν από αυτή. Με ανακούφιζε η απουσία άλλων γυναικών, χωρίς βέβαια να πιστεύω πως αυτό ίσχυε στ’ αλήθεια. Επιδίωκα να τον αποφεύγω, όσο ήταν δυνατό, γιατί οι αντοχές μου ήταν ελάχιστες, και μόνο στις δικές μου προσπάθειες μπορούσα να βασίζομαι. Εκείνος, από την άλλη, είχε ταυτίσει το σπίτι μου με το σούπερ μάρκετ όπου ποτέ δεν προλάβαινε να πάει, οπότε με επισκεπτόταν συχνά είτε για ανεφοδιασμό, είτε για να ανταποδώσει τις ευεργεσίες μου, φέρνοντας πίτσες και ταινίες για να δούμε στο βίντεο. «Ξέρεις, οι βιντεοκασέτες θα καταργηθούν» προέβλεψε μια Παρασκευή βράδυ απλωμένος φαρδύς πλατύς στον καναπέ μου, ενώ βλέπαμε τον «Φρανκενστάιν». «Οι ταινίες θα βγαίνουν σε δισκάκια, όπως τα cd μουσικής.» «Κρίμα» γκρίνιαξα από το πάτωμα όπου καθόμουν «έχω τόσες βιντεοκασέτες. Και το βίντεο μου; θα πάει χαμένο;» «Πρόοδος, πρόοδος!» αναφώνησε με ύφος αυστηρό. «Είσαι οπισθοδρομική. Ξέρεις πόσες δυνατότητες θα έχει;» «Σκασίλα μου.» επέμεινα και τεντώθηκα γιατί είχα πιαστεί και βαρεθεί ταυτόχρονα μιας, και το έργο ήταν λίγο μάπα. «Ξέρεις» τον άκουσα ξαφνικά δίπλα μου «σκεφτόμουν.» Γύρισα και τον βρήκα καθισμένον δίπλα μου. «Με τι σκεφτόσουν, ακριβώς;» «Καλή ερώτηση» συμφώνησε «αλλά ας αφήσουμε τις επόμενες γενιές να το ανακαλύψουν ερευνώντας το κρανίο μου. Αλήθεια, εκείνον τον σκελετό που διάβαζες ανατομία τον έχεις ακόμα;» «Ναι, αμέ» «Γιατί τον κρατάς;» «Ε, τι να κάνω; Να την ξεσπιτώσω την καημένη τη γιαγιά;» «Και που βρίσκεται;» «Στο πατάρι.» Με κοίταξε δύσπιστα. «Αυτό σκεφτόσουν;» τον ρώτησα. «Μη μου πεις ότι φοβάσαι το σκελετό;» «Όχι δεν τον φοβάμαι…αλλά μάλλον με ανατριχιάζει…Και επίσης όχι δε σκεφτόμουν αυτό. Ξέρεις…» κόμπιασε λίγο και ήρθε λιγάκι πιο κοντά. «…είναι τα γενέθλιά μου αύριο και …έλεγα…αν ήθελες, να βγαίναμε έξω…» Έβαλα τα δυνατά μου να δείχνω ψύχραιμη, αλλά δεν τα κατάφερα και πολύ καλά. «Τα γενέθλιά σου;» ψέλλισα ζαλισμένη. «Δεν το ήξερα…» «Ναι…λοιπόν;» «Έχεις καλέσει πολύ κόσμο;» τόλμησα να ζητήσω διευκρινήσεις. «Όχι» μου απάντησε πολύ σοβαρά. «Μόνο εσένα.» Τα μάτια του με κάρφωναν με το βελούδινο, απύθμενο βλέμμα τους, το πρόσωπό του ήταν βασανιστικά κοντά. Νόμιζα πώς ο χτύπος της καρδιάς μου αντηχούσε σ’ όλο το δωμάτιο, ίδιος με τον χτύπο της ωρολογιακής βόμβας, λίγο πριν εκραγεί. «Εντάξει.» μπόρεσα να πω. «Πού θα πάμε;» Εκείνος φάνηκε να χαλαρώνει. « Έχεις καμιά προτίμηση;» με ρώτησε απλά. « Έλεγα να πηγαίναμε για φαγητό, και μετά, ίσως για κανένα ποτό…»