κεφ 2
Ξύπνησα στην ζεστή του αγκαλιά από σήμερα ξεκινούσε η αιωνιότητα μου 17 για πάντα έκατσα για αρκετή ώρα στην αγκαλιά του μέχρι που τον ένιωσα νακουνιετε «καλημέρα ηλιαχτίδα μου» ψιθύρισε κοιμισμένα ακόμα «καλημέρα και σε σένα» ψιθύρισα και του έδωσα ένα φιλί στο μάγουλο και σηκώθηκα για να πάω στο σαλόνι.
«Καλημέρα Εντουάρντο» άκουσα από πίσω μου να χαιρετά ο Τζεϊκομπ και παραξενεύτηκα που δεν του γρύλισε ή ‘’σκύλε έμεινες εδώ όλη νύχτα’’ τα συνηθισμένα απλά έγνεψε κ τον χαιρέτησε « αγάπη μου η θεια σου θέλει να πάτε για ψώνια σήμερα τη να της πω?» άκουσα τον πατέρα μου να με ρωτά αλλά πριν προλάβω ο Τζεικ προχωρούσε προς τον πατέρα μου « για την ακρίβεια εντουαρτ θα έλεγα στην Νεσι να πάμε στο Λα πους να κάτσουμε» άρχισε να δικαιολογείτε ενώ εγώ απλά έκατσα και τους κοιτούσα είχε πλάκα όταν προσπαθούσε να πείσει μόνος του τον εντουαρντ χωρίς την βοήθεια της μητέρας μου
Είχαμε φτάσει στο Λα πους αλλά αντί να πάμε στη παραλία μου έδειξε προς το σπίτι του « απλά θέλει ο μπιλι να σου ευχηθεί μιας και δεν μπόρεσε χτες να έρθει…» τον άκουσα να μου φωνάζει μιας και ήταν πιο μπροστά μου μου άνοιξε την πόρτα και φώναξε τον πατέρα του να έρθει ενώ εγώ έκατσα στον καναπέ. Ήταν τόσο ωραία όταν ήμουν με τον Τζεικ όλα ήταν πιο εύκολα σίγουρα ήμουν η πιο ευτυχισμένη αιωνία έφηβη του κόσμου. Αν και τώρα που το σκαφτόμουνα όλη μου η οικογένεια σχεδόν ήταν . αυτή η σκέψη με έκανε να χαμογελάσω και είδα τον πατέρα του Τζεικ να έρχεται στο σαλόνι « ρινισμέ μου» τον άκουσα « για σου μπιλι χαίραμε που σε βλέπω» και πήγα να τον χαιρετήσω « χρονιά σου πολλά κοριτσάκι μου» και με φίλησε στο μάγουλο .
Καθόμασταν στην παραλία ενώ περιμέναμε τα παιδιά να έρθουν και καθόμουν και κοίταζα τον Τζεικ που έκανε διάφορα για να με κάνει να χαμογελώ πάντα ήταν τόσο γλύκας και ακόμα πιο πολύ όταν είχε την μορφή του λύκου τότε γελούσα σίγουρα…
«πρόσεξα ότι ο μπαμπάς μου δεν έκανε τίποτα σήμερα δεδομένου ότι κοιμήθηκες σπίτι μαζί μου σήμερα» και έκατσα να τον κοιτώ έμεινε για λίγο σκεπτικός και ήρθε διπλά μου αγκαλιάζοντας με «μάλλον επειδή είσαι αρκετά μεγάλη πια για να με ανέχεται που και που» και γελάσαμε και οι δυο μαζί
«ελπίζω να μην διακόπτουμε τίποτα» ο Εμπρι κ ο Σεθ είχαν έρθει πιο μπροστά ενώ πιο πίσω φαίνονταν και οι άλλοι « για σας παιδιά» τους χαιρέτησα αμέσως ο Σεθ όρμησε στον Τζεικ και όρχησαν να κάνουν τα δικά τους ενώ ο εμπρι άρχισε να βάζει στοιχήματα
Περάσαμε όλη τη μέρα στην παραλία και το βραδύ βάλαμε φωτιά και κάτσαμε γύρο της λέγοντας ιστορίες των προηγούμενων γενιών τους
Άνοιξα την πόρτα αλλά δεν ήταν κανείς μέσα « λείπουν» επισήμανα στον Τζεικ που καθόταν έξω από την πόρτα «δεν θα μπεις?» τον ρώτησα όταν είδα ότι δεν έκανε κανένα βήμα « καλυτέρα να σε πάω στους καλλεν» μου απάντησε και με έπιασε από το χέρι αρχίσαμε να τρέχουμε μέσα στο δασός χωρίς να ξέρω τι είχε συμβεί…
Όταν φτάσαμε στο μεγάλο σπίτι τους είδα όλους μαζεμένους τους καλλεν και την οικογένεια της Τάνιας αυτό που κίνησε την υποψία είδα τον Τζεικ να μπαίνει μέσα σαν να μην τρέχει τίποτα και τον ακλούθησα από πίσω « για σας» χαιρέτησα όσο πιο ήρεμα μπορούσα « ρενεσμι μεγάλωσες» ήρθε αμέσως δίπλα μου η Τάνια ένιωσα μια αμηχανία ήταν η δεύτερη φορά που την έβλεπα και δεν είχα τόσο μεγάλη άνεση μαζί της όμως η φοβία που είχα πριν λίγα λεπτά εξαφανίστηκε όταν είδα τον εμετ να παρακολουθεί έναν αγώνα και την την θεια Αλίς με την ροζαλι να σχεδιάζουν φορέματα αμέσως έπιασα το χέρι του Τζεικ και πήγαμε να κάτσουμε στο σαλόνι χώθηκα βαθιά στην ζεστή του αγκαλιά και έκατσα να δω τον αγώνα μαζί με τα παιδιά .